Μέθοδοι Ψυχοκαταστολής σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία

Πρόθεση του κειμένου αυτού είναι να αναδείξει τις νέες μεθόδους που χρησιμοποιεί η εξουσία για να ελέγξει και να καταστείλει τη σκέψη. Οι στόχοι χειραγώγησης είναι ίδιοι με παλαιότερα, απλά σήμερα οι κρατιστές ενισχύουν το οπλοστάσιο τους, με μέτρα που θεωρητικά είχαν «απαγορευθεί» από την εποχή του διαφωτισμού και μετά. Προφανώς θεωρούν ότι είναι επιτακτική ανάγκη να εφαρμοστούν όλα αυτά τα μέτρα, φοβούμενοι πιθανότατα την αντίδραση, την αντίσταση, την εξέγερση.

Τρεις μήνες πριν το τέλος του 2005 είχε επανέλθει στη Μ. Βρετανία, προς συζήτηση νομοσχέδιο, που αφορά την ψυχική υγεία. Στοιχεία του, βγήκαν στη δημοσιότητα και προκάλεσαν αμηχανία ακόμα και στους ψυχιατρικούς κύκλους. Παρόμοιας έμπνευσης νομοθέτημα αποτελεί και το αντίστοιχο για την ψυχική υγεία στις ΗΠΑ. Είναι τέτοια η κατασταλτική λογική που διαπνέει το εφεύρημα των εξουσιαστών της Βρετανίας που πραγματικά αναρωτιέσαι, αν οι ΗΠΑ-Βρετανία συναγωνίζονται στην επίδειξη φασιστικών νομοσχεδίων. Μην ξεχνούμε ότι είναι εκείνες οι χώρες που οι κυβερνήσεις τους πρωτοστατούν στην «αντι-τρομοκρατική σταυροφορία» και επιδίδονται σε συνεχείς αναθεωρήσεις και μετατροπές των εσωτερικών τρομο-νόμων τους. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά όμως.
Από τις πρώτες προτεραιότητες του Μπους μετά την επανεκλογή του ήταν η σύσταση μιας επιτροπής με την επωνυμία «Πρωτοβουλία Νέας Ελευθερίας» (New Freedom Initiative) με σκοπό την πλήρη μελέτη και καταγραφή του συστήματος παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις ΗΠΑ. Η επιλογή αυτή μόνο τυχαία δεν ήταν, αφού το Ρεπουμπλικανικό κόμμα χρηματοδοτήθηκε με υπέρογκα ποσά από φαρμακευτικές εταιρίες κατά την τελευταία προεκλογική περίοδο. Είναι σαφές ότι οι εξουσιαστικοί σχεδιασμοί συμπίπτουν με τις κερδοσκοπικές εταιρικές βλέψεις. Η προσπάθεια για κοινωνικό έλεγχο και ρύθμιση της ζωής των ανθρώπων είναι διαρκής από την πλευρά του κράτους. Το θέμα λοιπόν είναι διττό. Από τη μια πλευρά, οι φαρμακοβιομηχανίες θέλουν να αυξήσουν τα πλούτη τους και απ’ την άλλη το κράτος να εντείνει με κάθε μέσο την καταστολή.
Τα αίτια τής κάθε ψυχοσωματικής διαταραχής δεν βρίσκονται σίγουρα σε βιολογικές και εγκεφαλικές ατέλειες ή αλλοιώσεις. Είναι το αποτέλεσμα της καταπίεσης που δέχεται ο άνθρωπος μέσα στην εξουσιαζόμενη κοινωνία και στις μικρές καθημερινές ιεραρχίες που τον περιτριγυρίζουν. Οικογένεια, σχολείο, στρατός, αφεντικά περιορίζουν την φυσική ελευθερία του ανθρώπου και προσπαθούν να ελέγξουν τη σκέψη, τη φαντασία, την επιλογή. Εμμονές, φοβίες, ψυχοσωματικές αντιδράσεις είναι το αποτέλεσμά τους. Μεγάλος αριθμός ασθενειών οφείλεται σε αυτές τις αντιδράσεις. Στην αντίδραση, δηλαδή του ανθρώπου απέναντι στην καταπίεση.
Ασφαλώς, τα σύγχρονα μοντέλα ζωής (δηλαδή κατανάλωση, πολλές ώρες εργασίας, κυνήγι χρήματος, καριέρα) δημιουργούν εκείνες τις συνθήκες, ώστε εκείνοι που έχουν αποδεχθεί αυτόν τον τρόπο ζωής, να γίνονται οι καλύτεροι πελάτες των φαρμακοβιομηχανιών και των ψυχιάτρων.
Στις ΗΠΑ, μέσω των ψυχοφαρμάκων, οι φαρμακοβιομηχανίες θησαυρίζουν, ενώ το κράτος και η κυβέρνηση επιβάλουν έναν αφόρητο κοινωνικό έλεγχο πάνω σε εκατομμύρια ανθρώπους. Θύματα είναι ακόμα και τα παιδιά που προβλέπεται ότι θα εμφανίσουν, προκαταβολικά, ψυχωτική συμπεριφορά. Έτσι, ένα υποχρεωτικό πρόγραμμα «ψυχικής υγείας», προβλέπει την υποχρεωτική χορήγηση ψυχοφαρμάκων, αντιψυχωτικών και αντικαταθλιπτικών, σε παιδιά προσχολικής ηλικίας με «προδιάθεση» σε ψυχικές διαταραχές.
Πριν από κάποια χρόνια περίπου επιτρεπόταν η χρήση του αντικαταθλιπτικού «πρόζακ» σε παιδιά άνω των επτά χρόνων, σήμερα η χορήγηση έχει διεισδύσει και στις μικρότερες ηλικίες. Σημειώνεται ότι η χορήγηση τέτοιων φαρμάκων μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες ακόμα και το θάνατο. Η επιθετικότητα που παρατηρείται σε ορισμένους μαθητές, οι οποίοι χρησιμοποιούν όπλα εναντίον των πάντων, χρεώνεται από τους αξιωματούχους αλλά και από την πλειοψηφία των ψυχιάτρων ως αποτέλεσμα βιολογικής αλλοίωσης. Σύμφωνα με τον ψυχίατρο Θ. Μεγαλοοικονόμου «το πρόβλημα αρχίζει από το σημείο που εγκαθιδρύεται και κυριαρχεί μια κακοήθης διαπλοκή ανάμεσα στην συγκρότηση και επικράτηση ενός «βιολογικού μοντέλου» στην ψυχιατρική (που μεταφράζεται, στο θεραπευτικό πεδίο, ως ένα «φαρμακευτικό μοντέλο») και στην επιδίωξη των φαρμακευτικών εταιρειών να αυξήσουν όσο γίνεται περισσότερο τις πωλήσεις και τα κέρδη τους, από την με κάθε τρόπο προώθηση των προϊόντων τους. Δεν είναι μόνο ότι οι πολυεθνικές τού φαρμάκου έχουν συμβάλλει στην πρωτοκαθεδρία, στις μέρες μας, της βιολογικής κατεύθυνσης στην ψυχιατρική, αλλά έχουν, επίσης, συμβάλλει και στον αποικισμό, της ίδιας, της λεγόμενης «κοινωνικής» ψυχιατρικής από την πρωτοκαθεδρία του φαρμάκου. Η πλειοψηφία των ψυχιάτρων, αλλά και των γιατρών άλλων ειδικοτήτων, είναι πεπεισμένη (και εκπαιδεύεται να είναι πεπεισμένη) για την μονοδιάστατη βιολογική βάση της ψυχικής δυσφορίας / αρρώστιας / διαταραχής, ως δυσλειτουργίας του εγκεφάλου, την οποία μπορεί κανείς να επιδιορθώσει διαμέσου του φαρμάκου». Αυτή η «προδιάθεση» (που στην ακραία, δογματική εκδοχή της, ισοδυναμεί με καθαρή δεισιδαιμονία και προκατάληψη) παγιώνεται από τη δράση των εταιρειών και των τεράστιων κονδυλίων που διαθέτουν για τον επηρεασμό των γιατρών.
Απ’ τη στιγμή που οι εταιρείες έχουν εισβάλλει στα πανεπιστήμια και πραγματοποιούν έρευνες είναι λογικό το μοντέλο το οποίο επιθυμούν να περάσουν στους γιατρούς να είναι το βιολογικό και όχι το κοινωνικό. Δεν βολεύει κανέναν, ούτε το κράτος ούτε τις εταιρείες αλλά ούτε και τους γιατρούς που αποκτούν bonus από την εκτεταμένη συνταγογράφηση. Τον Σεπτέμβριο του 2005 ήρθε να προστεθεί άλλη μια μελέτη του Δρ Graham Emslie, κομμένη και ραμμένη στους κρατικούς σχεδιασμούς, όπου προμοτάροταν η χρήση αντικαταθλιπτικών και συγκεκριμένα του «πρόζακ». Ποιος είναι ο χορηγός του συγκεκριμένου καθηγητή; Η εταιρεία Εli Lilly κατασκευαστής του Prozac. Και ασφαλώς δεν είναι ο μόνος που επιχορηγείται για να εκδίδει μελέτες καθ’ υπόδειξιν, προσδίδοντας την απαραίτητη επιστημοσύνη στις βλέψεις εταιρειών και κράτους.
Το ερώτημα που τίθεται, πάντως, είναι τί κάνουμε όταν κάποιος λόγω ψυχικών διαταραχών, παρουσιάζει μια επιθετική συμπεριφορά με πιθανά ενδεχόμενα την άσκηση βίας προς τους άλλους ή και προς τον εαυτό του. Πώς αντιμετωπίζονται αυτές οι καταστάσεις;
Σύμφωνα πάλι με τον Θ. Μεγαλοοικονόμου «το γεγονός ότι τα ψυχοφάρμακα είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την θεραπευτική αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής είναι πέραν πάσης αμφισβήτησης – αρκεί να είναι σαφές ότι είναι ένα εργαλείο ανάμεσα σε άλλα (που βοηθάει, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο) και όχι η μόνη απάντηση στο πρόβλημα της ψυχικής διαταραχής».
Στη συγκεκριμένη θέση προκρίνεται η άποψη, ότι σε ακραίες περιπτώσεις, η χορήγηση φαρμάκων δεν απαγορεύεται, αντίθετα λειτουργώντας επικουρικά, μπορεί να αποτρέψει αρνητικά συμβάντα και εν συνεχεία να επιτρέψει στο άτομο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Είναι σίγουρο, πάντως, ότι η χρήση ψυχοφαρμάκων καταστέλλει το σώμα και τη διάθεση και εν πολλοίς και τη σκέψη, χωρίς να μπορεί να παρέμβει στις αιτίες που μπλοκάρουν το μυαλό και το σώμα. Όσο ζούμε σε έναν κόσμο με διαχωρισμούς, κάθε μορφής και φύσεως, που κατασκευάζουν ντροπές και κουρελιάζουν αξιοπρέπειες, είναι σίγουρο ότι η ψυχική διαταραχή θα υπάρχει. Η μόνη φυγή από αυτή τη κατάσταση είναι η κατανόηση των διαχωρισμών, των δογματισμών και των εξουσιών που υπάρχουν και η πεποίθηση ότι η αντίσταση σε αυτούς είναι απαραίτητη για την απελευθέρωσή μας.

Στη διάσταση του βιολογικού-φαρμακευτικού μοντέλου που αναπτύσσεται, η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Ένωση ταξινομεί σε έκδοσή της, ως ψυχικές ασθένειες την ήπια κατάθλιψη (cyclothymia), την θλίψη, την πλήξη και τον θυμό, την αμνησία και τα προβλήματα ύπνου. Δηλαδή βαφτίζεται ψυχικά ασθενής ο οποιοσδήποτε δεν κυκλοφορεί με ένα χαμόγελο στα χείλη και δεν γελάει διαρκώς. Αλλά και εδώ οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν τη λύση: «χάπι της ευτυχίας». Και επειδή ένας σκληρά εργαζόμενος πρέπει να είναι επί ένα 12ωρο και αποδοτικός, η γκάμα των προϊόντων αυξάνεται με βιταμίνες, αμφεταμίνες και άλλα σκευάσματα. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι οι αμερικανικές αρχές ορίζουν τα αποκαλούμενα ψυχικά διαταραγμένα άτομα ως καταναλωτές.

 
Σύμφωνα όμως με αντι-ψυχιατρικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ, η πρώτη πληθυσμιακή ομάδα που γίνεται στόχος, των προτάσεων που συντάσσουν διάφορες κρατικοδιαίτες υπηρεσίες, είναι τα παιδιά. Ο κοινωνικός έλεγχος σήμερα, απ’ ότι φαίνεται, ξεκινά από πολύ νωρίς, απ’ την προσχολική ηλικία. Έτσι, από τον Απρίλιο του 2003 λαμβάνει χώρα στις ΗΠΑ μια μεγάλη έρευνα που την έχουν αναλάβει καθηγητές του Columbia University, υπό την καθοδήγηση του David Shaffer, εκπροσώπου της Εli Lilly. Η ίδια ομάδα επιστημόνων έχει αναλάβει να αναθεωρήσει δημοσιευμένες έρευνες που δείχνουν ότι τα SSRI-αντικαταθλιπτικά χάπια ευθύνονται για αυτοκτονίες παιδιών. Στοιχεία κλινικής δοκιμής των SSRI και των αποκαλούμενων άτυπων αντιψυχωτικών φαρμάκων απέτυχαν να καταδείξουν, είτε την ασφάλεια αυτών των φαρμάκων είτε οφέλη μεγαλύτερα από τα ψευδοφάρμακα (placebos).

Πενήντα δυο εκατομμύρια μαθητές και έξι εκατομμύρια προσωπικό είναι υποχρεωμένοι να περάσουν από εξετάσεις διάγνωσης κρυμμένης ψυχικής διαταραχής. Οι αρχές για να ξεπεράσουν τον σκόπελο της νομοθεσίας που λέει ότι απαιτείται γονική άδεια για την διεξαγωγή αυτών των τεστ εκτός σχολείου, τα εντάσσουν με διάφορα τεχνάσματα εντός του προγράμματος σπουδών. Στην ουσία μέσω της κατάρτισης ερωτηματολογίων γίνεται αυτή η διαδικασία και αποφασίζουν με διάφορα ψυχομετρικά τεστ αν είσαι διαταραγμένος ή όχι. Τόσο κυνικά!
Στην πολιτεία του Ιλλινόις νομοθέτημα τονίζει την επέμβαση και τη θεραπεία όλων των εγκύων μητέρων και των παιδιών έως 18 ετών που κατοικούν στην πολιτεία αυτή. Και αναφέρει επί λέξει: «οι επιλογές, οι εξετάσεις και οι θεραπείες πρόκειται να προσφέρονται στα σπίτια, σε παιδικούς σταθμούς και σε όλο το σύστημα των δημοσίων σχολείων. Ένα παιδί μετά τα 12 του χρόνια βρίσκεται υπό την επίβλεψη δυο ειδικών ψυχικής υγείας, χωρίς να χρειάζεται γονική συγκατάθεση». Είναι κατανοητό ότι οι μόνοι λόγοι ύπαρξης τέτοιων προγραμμάτων είναι η διάχυση του κοινωνικού ελέγχου και σε μικρότερες ηλικίες καθώς και η αύξηση κερδοφορίας των εταιρειών.
Οργουελιανής φαντασίας σενάρια λοιπόν έχουν απλωθεί στις ΗΠΑ αλλά αντίστοιχες καταστάσεις επιχειρείται να εφαρμοστούν και στη Βρετανία.
Από το 2002, λοιπόν, η βρετανική κυβέρνηση επιχειρεί να μεταρρυθμίσει τον νόμο του 1983, για την ψυχική υγεία. Απ’ τη πρώτη στιγμή οι αντιδράσεις ήταν έντονες και εν μέρει αποτελεσματικές, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι εδώ και τρία χρόνια δεν έχει ψηφιστεί ο νέος νόμος για το σύνολο της Βρετανίας. Στοιχεία του νομοσχεδίου ψηφίστηκαν σε νόμο της Σκοτίας αντικαθιστώντας νόμο μεσαιωνικού τύπου.
Το νομοσχέδιο του 2002 έδινε έμφαση στο φόβο και στον κίνδυνο πρόκλησης ανθρωποκτονίας από άτομα χαρακτηρισμένα ως «ψυχοπαθή», έτσι επέτρεπε την σύλληψη και κράτηση μερικών χιλιάδων ατόμων προληπτικά. Ενώ πολλοί περισσότεροι θα υποχρεώνονταν να πάρουν ψυχοφάρμακα παρά τη θέλησή τους. Είναι φανερό ότι όλα αυτά αποτελούν μια άλλη διάσταση του τρόμου και φόβου που θέλουν να κατασκευάσουν οι εξουσιαστές. Επιπρόσθετα διευρυνόταν ο ορισμός της ψυχικής διαταραχής έτσι ώστε όλο και περισσότερα άτομα να λαμβάνουν φάρμακα. Στις θεραπευτικές κοινότητες όποιος αρνιόταν να λάβει φαρμακευτική αγωγή, αυτή θα γινόταν με βίαιο τρόπο.
Επίσης το «φιλελεύθερο» μέτρο του 1983, σύμφωνα με το οποίο όποιος δεν θεωρείται «θεραπεύσιμος», δεν κλείνεται στο νοσοκομείο, τώρα καταργείται. Αντίθετα επιτρέπεται η χρήση του ηλεκτροσόκ ενώ οι γιατροί δεν θα έχουν καμία κύρωση εάν οι δόσεις που χορηγούν ξεπερνούν τα όρια!
Δυο χρόνια αργότερα (2004) το κράτος επιστρέφει με ένα νέο νομοσχέδιο που λίγο διαφέρει από το προηγούμενο. Σε αυτό δίνεται η ευχέρεια στους ψυχιάτρους να αποφασίσουν εάν θα κλείσουν ένα άτομο μέσα στη θεραπευτική κοινότητα ή στο νοσοκομείο και κάθε 28 ημέρες, δικαστήριο θα αποφασίζει για την συνέχιση της κράτησής του. Στους ψυχικά διαταραγμένους που είναι σε θέση να αποφασίσουν (ποιος το κρίνει και με τι κριτήρια, αλήθεια;) δίδεται το δικαίωμα να αρνηθούν το ηλεκτροσόκ. Δηλαδή επί της ουσίας το νομοσχέδιο είναι ίδιο με ελάχιστες ανώδυνες για τους κρατιστές τροποποιήσεις.
(Στο αντιτρομοκρατικό νομοσχέδιο που είχε φέρει στη βουλή ο Μπλέρ και πρώτη φορά καταψηφίστηκε, ζητούσε να κρατείται κάποιος επί 90 ημέρες χωρίς να του αποδίδονται κατηγορίες. Παρά το ότι καταψηφίστηκε, εν τούτοις κατόρθωσε να αυξήσει σε 28 τις μέρες που κάποιος θα βρίσκεται δέσμιος του κράτους χωρίς καμία απαγγελία κατηγορίας. Όσες δηλαδή είναι και οι ημέρες κράτησης για έναν ψυχικά «ασθενή»).
Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας
[Από τη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 45, Δεκέμβριος 2005]

Περί αναρχικής συναίνεσης ο λόγος….

 


Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται συχνά όσον αφορά τον ελευθεριακό χώρο είναι ο τρόπος λήψης αποφάσεων σε μία αντιιεραρχική και αταξική  κοινωνία, όπου έχει εκλείψει κάθε ολιγαρχική διαδικασία ανάδειξης αντιπροσώπων και δεσπόζει η εναντίωση σε κάθε τύπο θεσμικής ιεραρχίας. Δεδομένου ότι στον νεότερο αναρχισμό των τελευταίων σαράντα ετών έχει επικρατήσει η συναινετική άμεση δημοκρατία, τόσο ως διαδικασία μες στο υπάρχον όσο και ως καθολική πολιτική μορφή για το ευκταίο μέλλον, προκύπτει το εύλογο ερώτημα: σε μία τέτοια κοινωνία, αφού δεν ψηφίζουμε, πώς αποφασίζουμε;

Στο παρόν κείμενο επιχειρείται μία επισκόπηση των εν λόγω διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε μία συλλογικότητα, όπως λειτουργούν στο εδώ και τώρα. Είναι μία μελέτη σε πρώτο επίπεδο και γι’ αυτό και ελαφρώς ελλιπής. Τυχόν παρατηρήσεις και προσθήκες είναι θεμιτές.

Πώς είναι επομένως δυνατή η λήψη αποφάσεων, έτσι ώστε οι τελευταίες: α) να είναι ανεξάρτητες από οποιασδήποτε μορφής εξουσίας, β) να προϋποθέτουν την ισότιμη συμμετοχή όλων των ατόμων που απαρτίζουν τη συλλογικότητα και γ) να εκφράζουν το σύνολο των συμμετεχόντων στις διαδικασίες διαμόρφωσής τους.
Η αναρχική συναίνεση (αγγλ: «anarchist consensus», επίσης στα ελληνικά και «αναρχική ομοφωνία») είναι η επικρατούσα μέθοδος διαμόρφωσης των αποφάσεων σε μία αυτοοργανούμενη συλλογικότητα, η οποία λειτουργεί με αμεσοδημοκρατικές, πρόσωπο-με-πρόσωπο συνελεύσεις των μελών της. Προέκυψε σε σημαντικό βαθμό – με τη σύγχρονη μορφή της – μέσα από τα νέα κοινωνικά κινήματα του ’60 και στηρίζεται σε μία προσπάθεια «θωράκισης» της ατομικής ελευθερίας απέναντι στη βούληση της συλλογικότητας. Αφορμή για την εμφάνισή της ήταν οι «αυταρχικές» πολιτικές διαδικασίες ριζοσπαστικών ομάδων μαρξιστικής καταβολής, στηριζόμενες – κατά τους οπαδούς της συναίνεσης – στη «δικτατορία της πλειοψηφίας». Αντιθέτως, για τους επικριτές της δεν συνιστά παρά ένα «μεταμοντέρνων» καταβολών επινόημα που προτάσσει αναίτια τον σεβασμό στην ποικιλομορφία ως αυτοσκοπό, προωθώντας από την άλλη έναν υπέρμετρο «ατομικισμό», πρόθυμο να θυσιάσει την ίδια την πολιτική στο όνομα της ατομικής αυτονομίας. Ακολουθεί μία συνοπτική περιγραφή της διαδικασίας.
Στην έναρξη της συνέλευσης τίθενται τα θέματα προς συζήτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν στη συνέχεια προκύψουν και άλλα ζητήματα δεν θα τεθούν επί τάπητος. Βασική προϋπόθεση λειτουργίας του μοντέλου της συναίνεσης είναι η μαζική συμμετοχή στις διαδικασίες διαμόρφωσης αποφάσεων, όλων των ατόμων που πιστεύουν πως επηρεάζονται από τις τελευταίες. Στη συνέχεια ακολουθεί συζήτηση για το κάθε θέμα και όποιος συμμετέχων ζητήσει τον λόγο έχει το δικαίωμα να πει την άποψή του, αλλά και να εκφράσει τις διαφωνίες του ως προς ήδη διατυπωμένα συμπεράσματα, προτάσεις ή διαπιστώσεις. Η διεξοδική (και συνήθως χρονοβόρα) συζήτηση είναι ένα θεμιτό στοιχείο στις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων καθώς: α) αναλύονται όλες οι πτυχές ενός θέματος και β) κάθε άτομο που συμμετέχει στη συζήτηση εκφράζει την πραγματική του γνώμη. Το προσδοκώμενο αποτέλεσμα είναι μία απόφαση η οποία – κατά το δυνατόν – να εκφράζει το σύνολο των συμμετεχόντων στη συλλογικότητα.
Αφού η συζήτηση για κάποιο ζήτημα φτάσει στο τέλος της, ως τελική απόφαση επ’ αυτού κατακυρώνεται κατά κανόνα η πρόταση που διατυπώθηκε περισσότερες φορές (από τα περισσότερα άτομα δηλαδή). Στο τελικό στάδιο λήψης μιας απόφασης κατά τη διαδικασία της συναίνεσης δεν υπάρχει ψηφοφορία. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο τίθεται ένας διαχωρισμός ανάμεσα στην αναρχική συναίνεση και στις πιο συνηθισμένες αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, αυτές οι οποίες περιλαμβάνουν ψηφοφορία και «δικαίωση» της πλειοψηφίας.
Από τους υποστηρικτές της ομοφωνίας, η ψηφοφορία απορρίπτεται ως εξουσιαστικό μέσο επιβολής της πλειοψηφίας σε μια μειοψηφία που τυχαίνει να έχει διαφορετική γνώμη. Θεωρούν ότι δημιουργούνται τεχνητοί διαχωρισμοί μεταξύ των συμμετεχόντων στη συλλογικότητα, καθώς και υποβιβασμός των διαφωνούντων οι οποίοι βρίσκονται ξαφνικά σε μειονεκτική θέση. Ορισμένες φορές υπάρχει επιπροσθέτως εκ μέρους τους και μία ρητορική, η οποία κατά βούληση ταυτίζει ουσιαστικά την αμεσοδημοκρατική ψηφοφορία στο πλαίσιο μίας αυτοοργανούμενης συλλογικότητας με την «ψηφοφορία»  της φιλελεύθερης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (τις εκλογές ανάδειξης αντιπροσώπων), προκειμένου να τη δαιμονοποιήσει περαιτέρω (παρόμοια είναι και η ρητορική ταύτισης μεταξύ «πολιτικής» και «εξουσίας»), αλλά το επιχείρημα αυτό μάλλον στερείται οποιασδήποτε σοβαρότητας.
Η απόρριψη της ψηφοφορίας έχει περιγραφεί από διαφωνούντες με τη συναίνεση ως έχουσα διαφορετικά εγγενή αίτια. Αίτια τα οποία πηγάζουν από τη λανθασμένη, κατ’ αυτούς, αντίληψη ότι η ψηφοφορία ταυτίζεται με την αντιπροσώπευση – μία σχέση που έχει κατά κανόνα ως συνέπεια την εμφάνιση θεσμικών ή άτυπων ιεραρχιών. Επίσης, οι μειοψηφούντες συμμετέχοντες σε μία αμεσοδημοκρατική ψηφοφορία είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να ανατρέψουν, να μεταπείσουν και τελικά να κερδίσουν με το μέρος τους την πλειοψηφία, μέσω του διαλόγου και της επιχειρηματολογίας τους, ενώ σε κάθε περίπτωση έχουν συμμετάσχει ενεργά και ελεύθερα στη διαμόρφωση της απόφασης. Εξάλλου οι πλειοψηφίες και οι μειοψηφίες δεν είναι κάτι δεδομένο και σταθερό, αλλά μεταβάλλονται αναλόγως με τη μέρα και το θέμα συζήτησης. Οι οπαδοί της συναίνεσης κατά κανόνα αγνοούν αυτή τη διάσταση του ζητήματος, φτάνοντας πολλές φορές στο σημείο να ταυτίζουν την αναρχία… με τη συναίνεση!
Πρόβλημα όμως, υποστηρίζουν οι διαφωνούντες με τη συναίνεση, δημιουργείται και με το πώς λαμβάνεται η τελική απόφαση. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ψηφοφορία κάποιος ή κάποιοι από τους συμμετέχοντες θα πρέπει να συνοψίσουν τα όσα συζητήθηκαν και να πουν ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα. Ποιος όμως θα αναλάβει να το κάνει αυτό; Με τι κριτήρια θα μπορέσει να καταλάβει, να συνοψίσει και να εκφράσει τις πραγματικές επιθυμίες της συλλογικότητας; Θα ψυχανεμιστεί το γενικότερο κλίμα που έχει επικρατήσει κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ή θα ρωτήσει από την αρχή έναν-έναν (διενεργώντας κάποιου είδους άτυπη ψηφοφορία) τους συμμετέχοντες περί της γνώμης τους; Και μήπως με αυτόν τον τρόπο αυτόματα δημιουργείται κάποιου είδους ιεραρχία, όπου ο πιο ευφράδης, ή ο λιγότερο ντροπαλός, ή ο πιο «μπασμένος στα κόλπα» (δεδομένου ότι συνήθως υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα αντίληψης και πρακτικής εμπειρίας περί πολιτικής στα μέλη μιας συλλογικότητας), αυτόκλητα αποφασίζει να οργανώσει και να καθοδηγήσει την διαδικασία;
Είναι λογικό, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι περισσότερες συλλογικότητες να αποτελούνται από άτομα διαφορετικά μεταξύ τους – και μάλιστα σε πολλαπλά επίπεδα. Μπορεί κάποιοι να έχουν περισσότερες γνώσεις ή να είναι πιο ευφράδεις. Άλλοι ίσως είναι πιο κοινωνικοί, ενώ άλλοι πιο εσωστρεφείς. Είναι λογικό πως σε κάποιες περιπτώσεις, όσοι νιώθουν πως βρίσκονται σε «μειονεκτική» θέση, μπορεί να σιωπούν, να μην εκφράζουν την άποψή τους ή τις διαφωνίες τους κλπ. Με άλλα λόγια, η ίδια η ανθρώπινη πολλαπλότητα την οποία η συναίνεση υποστηρίζει πως υπερασπίζεται καθίσταται λόγος για την εμφάνιση άτυπων, προσωρινών και αναπόφευκτων «ιεραρχιών» κατά τη διάρκεια μίας συνέλευσης, γεγονός που σαμποτάρει απρόβλεπτα το σκεπτικό πίσω από τη συναίνεση.
Αναλυτικότερα, οι λόγοι για τους οποίους μπορεί κάποιος να αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση είναι δεκάδες: ίσως κάποιος να θεωρεί πως δεν έχει το κατάλληλο μορφωτικό ή εμπειρικό επίπεδο, ή μπορεί να αισθάνεται άβολα επειδή δεν γνωρίζει τα άτομα που συμμετέχουν στη συλλογικότητα, κλπ. Αυτή η ανομοιογένεια όμως μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα τη μονοπώληση της συζήτησης από άτομα τα οποία, χωρίς να στοχεύουν σε κάτι τέτοιο, καταλήγουν να καθοδηγούν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση τη διαδικασία. Ως συνέπεια αυτού, η τελική απόφαση της συλλογικότητας ταυτίζεται ουσιαστικά με την άποψη συγκεκριμένων ατόμων, χωρίς να εκπροσωπεί το σύνολο των συμμετεχόντων. Υπάρχει επομένως μία έμμεση επιβολή κάποιας μερίδας ατόμων σε μία άλλη (ανεξάρτητα με το αν η πρώτη είναι πλειοψηφία ή μειοψηφία). Πώς λοιπόν μπορούν να εκφραστούν όλα τα άτομα χωρίς να υπάρξει κάποιου είδους «καπέλωμα» στην όλη διαδικασία;
Εμείς πιστεύουμε πως η διενέργεια ψηφοφορίας στην τελική ευθεία της διαδικασίας θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μέσο έκφρασης όλων των ατόμων που συμμετέχουν στη συλλογικότητα. Φυσικά, η ψήφος του καθενός μπορεί να είναι επηρεασμένη από τα όσα περιγράψαμε παραπάνω, αλλά τουλάχιστον υπάρχει μία δικλείδα μέσω της οποίας μπορούν να εκφραστούν όλα τα άτομα,  αν για τον οποιονδήποτε λόγο δεν επιθυμούν να εκφραστούν δημόσια με λεκτικό τρόπο. Σε καμία περίπτωση δεν προτάσσουμε την ψηφοφορία ως εναλλακτική μορφή έκφρασης αντί του διαλόγου και της συζήτησης, ενώ φυσικά το ιδανικότερο κατά την άποψή μας θα ήταν να εκφράζουν όλοι οι συμμετέχοντες ελεύθερα την άποψή τους και τις διαφωνίες τους. Κατά τη διάρκεια ψηφοφορίας θα τίθενται προς ψηφοφορία προτάσεις που έχουν ακουστεί, χωρίς φυσικά να προσωποποιούνται έτσι ώστε να αποφευχθούν οποιασδήποτε μορφής διαχωρισμοί, ιεραρχίες και αντιπαλότητες (π.χ. ο Α πρότεινε το τάδε και τον ψήφισαν 10 άτομα, ενώ τον Β που πρότεινε το δείνα τον ψήφισαν 12 άτομα).
Σε περίπτωση που κάποιος διαφωνεί με την τελική απόφαση μπορεί εθελοντικά να αποχωρήσει από τη διαδικασία, χωρίς φυσικά σε καμία περίπτωση να είναι υποχρεωμένος να συμμετάσχει στην υλοποίηση του αποτελέσματος της συνέλευσης. Οι διαφωνούντες-αποχωρούντες μπορούν να σχηματίσουν μία δική τους συλλογικότητα ή να συμμετάσχουν σε κάποια άλλη. Εκτός αυτών των επιλογών όμως, κάποιος ο οποίος διαφωνεί ριζικά μπορεί να θέσει βέτο στη ληφθείσα απόφαση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η απόφαση ακυρώνεται, ενώ η διαδικασία επανεκκινείται από την αρχή μέχρι να βρεθεί ένας ελάχιστος κοινός παρανομαστής τον οποίον μπορούν να ανεχθούν όλοι.
Το να αποχωρήσουν οι διαφωνούντες από τη συλλογικότητα είναι κατά τη γνώμη μας εξουσιαστικό και αντικατοπτρίζει μία έμμεση επιβολή των αποφάσεων της πλειοψηφίας στη μειοψηφία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο απομονώνονται οι διαφωνούντες και διασπάται η δομή της συλλογικότητας (δημιουργώντας πρόβλημα στην ίδια τη συλλογικότητα). Το βέτο και η επανεκκίνηση της διαδικασίας μπορεί να προκαλέσει έναν ατέρμονα βρόχο. Τίθεται το εξής ερώτημα: αν τελικά δεν βρεθεί κοινή αποδεκτή λύση τι θα γίνει; Μήπως καταλήξει τελικά η συλλογικότητα να μην πάρει καμία απόφαση; Και αν τελικά ληφθεί μία απόφαση, πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι αυτή δεν είναι κατευθυνόμενη από την αμηχανία και τελικά την υποχώρηση του ατόμου που έχει θέσει βέτο, αισθανόμενο ότι αναγκάζεται να υποχωρήσει προκειμένου να μην μπλοκάρει τις διαδικασίες; Αλλά και σε περίπτωση που δεν συμβεί κάτι τέτοιο, η τελική απόφαση θα είναι ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής στον οποίο συμφωνούν όλοι, με αποτέλεσμα να μην είναι ευχαριστημένη η πλειοψηφία και να υποτάσσεται ουσιαστικά στη μειοψηφία.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αναρχική συναίνεση/ομοφωνία, σε ένα πλαίσιο συνελεύσεων της κοινωνικής βάσης, είναι ένας καθ’ όλα αμεσοδημοκρατικός τρόπος λήψης αποφάσεων που αναδεικνύει το άτομο και ταυτόχρονα τη συλλογικότητα, σέβεται τις μειοψηφίες και προωθεί το δικαίωμα πραγματικής έκφρασης όλων (ουδεμία σχέση με την τυπική «ελευθερία του λόγου» ή «ελευθερία του Τύπου», του φιλελευθερισμού). Δημιουργούνται ωστόσο προβλήματα, στο όνομα του σεβασμού της ατομικής αυτονομίας και του πλουραλισμού ως αυτοσκοπού, τα οποία πιστεύουμε ότι σε κάποιο σημείο θα μπορούσαν να επιλυθούν με χρήση ψηφοφορίας στο τελικό στάδιο.
 
Παραθέτουμε αποσπάσματα από το βιβλίο του David Graeber «Fragments of an Anarchist Anthropology» (μετάφραση δική μας, το βιβλίο όμως υπάρχει και μεταφρασμένο):
«….. Οι περισσότερες αναρχικές συλλογικότητες λειτουργούν με βάση την διαδικασία της συναίνεσης (consensus), η οποία έχει αναπτυχθεί έτσι ώστε να λειτουργεί ως αντίβαρο (το ακριβώς αντίθετο) στις αυταρχικές, διχαστικές, και σεχταριστικές διαδικασίες οι οποίες είναι δημοφιλείς στις υπόλοιπες ριζοσπαστικές ομάδες. Εφαρμοσμένη στη θεωρία, σημαίνει αποδοχή της ανάγκης για ποικιλομορφία στις θεωρητικές προσεγγίσεις, και ένωση των ατόμων που τις εκφράζουν κάτω από συγκεκριμένες κοινές δεσμεύσεις και αντιλήψεις. Στη διαδικασία της συναίνεσης, όλοι συμφωνούν από την αρχή σε συγκεκριμένες αρχές ενότητας και λόγους για την συμμετοχή τους στη συλλογικότητα. Αλλά πέρα από αυτό οι συμμετέχοντες επιπλέον αποδέχονται ότι κανένας δεν θα επιβάλλει στον άλλο την δική του άποψη και ούτε θα προσπαθήσουν να κάνουν κάτι τέτοιο. Έτσι η συζήτηση θα πρέπει να παραμένει εστιασμένη στις δράσεις της συλλογικότητας,  και να αποφασίσει ένα πλάνο με το οποίο όλοι μπορούν να ζήσουν και να συμφωνούν, χωρίς να αισθάνεται κάποιο μέλος της ομάδας ότι παραβιάζονται(violation) οι αρχές του. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να παρατηρήσει έναν παραλληλισμό εδώ πέρα: ένα σύνολο από άτομα με διαφορετικές προσεγγίσεις, ενωμένο υπό την κοινή τους επιθυμία για κατανόηση της κοινωνικής κατάστασης και κατεύθυνσής αυτής σε μεγαλύτερη ελευθερία. Παρά να προσπαθούν να αποδείξουν τις θέσεις και τις αρχές των υπολοίπων ως λανθασμένες, προσπαθούν να βρουν ανάλογες δράσεις έτσι ώστε να στηρίξουν/ενισχύσουν(reinforce) τις ανάγκες και τις αρχές των άλλων
«….. η παραδοχή πίσω από την ομαλή εφαρμογή της ομοφωνίας είναι ότι κανένας από τους συμμετέχοντες δεν θα πρέπει καν να προσπαθήσει να αλλάξει τη γενικότερη άποψη κάποιου άλλου. Το νόημα της διαδικασίας της ομοφωνίας είναι να δοθεί η δυνατότητα στη συλλογικότητα να αποφασίσει μία κοινή δράση. Αντί να ψηφίζονται προτάσεις, συζητιούνται, επεξεργάζονται και τροποποιούνται οι ήδη υπάρχουσες (ή τίθενται νέες προτάσεις από την αρχή) έτσι ώστε να καταλήξει η συλλογικότητα σε κάποιες προτάσεις με τις οποίες όλοι οι συμμετέχοντες μπορούν να ζήσουν (εννοεί μάλλον, να καταλήξουν σε κάποια απόφαση η οποία ικανοποιεί όλους τους συμμετέχοντες). Στο τελικό στάδιο της διαδικασίας, «ανακαλύπτοντας την συναίνεση/ομοφωνία» (“finding consensus”) υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι με τους όποιους κάποιος μπορεί να εκφράσει τυχόν ενστάσεις για τις αποφάσεις της συλλογικότητας: ο πρώτος τρόπος είναι το άτομο που ενίσταται να αποχωρήσει από την διαδικασία, όπου με αυτόν τον τρόπο δηλώνει ότι  διαφωνεί με τις αποφάσεις της συνέλευσης και δεν θα συμμετέχει αλλα ταυτόχρονα δεν θα εμποδίσει κάποιον από το να συμμετέχει στις αποφάσεις αυτές, και ο δεύτερος τρόπος είναι να μπλοκάρει την διαδικασία θέτοντας βέτο. Οποιοσδήποτε έχει το δικαίωμα να μπλοκάρει την διαδικασία σε περίπτωση που θεωρήσει ότι παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές και οι λόγοι για τους όποιους είναι μέλος της συλλογικότητας.
Κάποιος θα μπορούσε να μελετήσει πιο βαθειά τις εκπληκτικά πολύπλοκες μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί για να διασφαλιστεί το εγχείρημα της ομοφωνίας. Θα μπορούσε να το μελετήσει υπό την σκοπιά της προσαρμογής της διαδικασίας της ομοφωνίας όταν η συλλογικότητα έχει πολύ μεγάλο αριθμό ατόμων. Ή θα μπορούσε να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο η ίδια η ομοφωνία ενισχύει την θεμελιώδη αρχή της αποκέντρωσης, διασφαλίζοντας ότι κάποιος δεν θα φέρει προτάσεις ενώπιον μιας πολύ μεγάλης συλλογικότητας, εκτός και αν είναι αναγκασμένος να το κάνει για λόγους εξασφάλισης της ισότητας των δύο φύλων και της επίλυσης των συγκρούσεων. Το νόημα σε αυτήν την μορφή άμεσης δημοκρατίας είναι ότι είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με τις μορφές που συνήθως συσχετίζουμε τον όρο της άμεσης δημοκρατίας
«… σε όλον τον κόσμο παρατηρούμε ότι οι κοινότητες(communities) ισότητας, έχουν προτιμήσει να αποφασίζουν χρησιμοποιώντας κάποια μορφή της διαδικασίας της ομοφωνίας. Γιατί όμως; Η εξήγηση που προτείνω εγώ είναι η εξής: είναι ευκολότερο, σε μία κοινότητα όπου τα μέλη της βρίσκονται πρόσωπο με πρόσωπο, να ανακαλύψεις τι θέλουν να κάνουν τα περισσότερα μέλη της κοινότητας, παρά να προσπαθήσεις να ανακαλύψεις πώς θα πείσεις αυτούς που διαφωνούν με τις αποφάσεις. Η λήψη αποφάσεων με την διαδικασία της ομοφωνίας είναι συνηθισμένη στις κοινωνίες όπου δεν υπάρχει περίπτωση να εξαναγκαστεί  μία μειοψηφία(μειονότητα) να συμφωνήσει με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας (και αυτό είτε γιατί δεν υπάρχει κράτος(state)  το οποίο έχει μονοπώλιο στις δυνάμεις εξαναγκασμούς είτε γιατί το κράτος δεν έχει καμία σχέση με τις αποφάσεις που παίρνονται σε τοπικό επίπεδο). Από τη στιγμή λοιπόν που δεν υπάρχει περίπτωση να εξαναγκαστεί κάποιος που διαφωνεί με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας να τις ακολουθήσει, τότε το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε κάποιος(που συμμετέχει στη συλλογικότητα) να κάνει, είναι να αποφασίσει με ψήφο: ένας δημόσιος διαγωνισμός κατά τον οποίο κάποιος φαίνεται να χάνει(τον διαγωνισμό). Η ψηφοφορία είναι το μέσο το οποίο μπορεί να εγγυηθεί ταπεινώσεις, δυσαρέσκειες, μίση και στο τέλος την καταστροφή των κοινοτήτων. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων με ομοφωνία μπορεί να φαίνεται περίπλοκη και δύσκολη, αλλά επί της ουσίας είναι μία μακρά διαδικασία η οποία εξασφαλίζει ότι κανένας δεν θα φύγει από τη διαδικασία αισθανόμενος ότι οι απόψεις του έχουν αγνοηθεί παντελώς. »

Παραθέτουμε αποσπάσματα από το κείμενο του Ralf Burnicki «Anarchist Consensual Democracy» (είναι απομαγνητοφωνημένο κείμενο, μετάφραση δική μας):
«Εάν ήθελα να περιγράψω την αναρχική θεμελιώδη αρχή ή αλλιώς το μοντέλο της συναίνεσης, ίσως να ήταν βοηθητικό να την περιγράψω στην αρχή ως μοντέλο λήψης ανεξάρτητων αποφάσεων ή ως θεωρία άμεσης δημοκρατίας. Το μοντέλο αναφέρεται στην εγγενή αξία των πολιτικών αποφάσεων, και με αυτό εννοούμε ότι ο τρόπος με τον οποίο λαμβάνεται μία πολιτική απόφαση τίθεται στο επίκεντρο. Η «συναίνεση/ομοφωνία» ετυμολογικά κατάγεται από τις έννοιες της «συμφωνίας» και της «ομόνοιας/συνεννόησης». Η συναίνεση, επειδή είναι ανεξάρτητη(η διαδικασία λήψης αποφάσεων) από οποιαδήποτε κυριαρχία και αναφέρεται σε μία διαδικασία λήψης αποφάσεων η οποία προκύπτει από την πραγματική επικοινωνία, είναι σημαντική για την λήψη σοβαρών/συμπαγών(concrete) αποφάσεων(μάλλον εννοεί τις αποφάσεις που αφορούν σημαντικά ζητήματα ή ζητήματα τα οποία δεν αφορούν πχ το τι φάμε σήμερα). Στην θεωρία της άμεσης δημοκρατίας, διαδικασίες λήψεων «συμπαγών» αποφάσεων αφορούν για παράδειγμα, ερωτήματα για το πώς μπορούμε να παράγουμε κάτι. Παραδείγματα: πώς μπορούμε να κατασκευάσουμε έναν δρόμο; Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε μία κολεκτίβα; Μελετώντας την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, μία μορφή πολιτεύματος της οποίας κύριο χαρακτηριστικό είναι τα αντιπροσωπευτικά συστήματα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι μεγάλες μάζες του λαού  οι οποίες επηρεάζονται άμεσα από αυτού του είδους τα συστήματα και τις αποφάσεις, αγνοούνται.
Αντίθετα, η θεμελιώδης αναρχική αρχή της δημοκρατίας με ομοφωνία προβλέπει μία πολύ διαφορετική αρχή η οποία είναι γίνεται αντιληπτή/κατανοητή με δύο τρόπους. Πρώτον, στην αναρχική συναινετική δημοκρατία, τα άτομα τα οποία επηρεάζονται από τις αποφάσεις λαμβάνονται υπόψη σε αυτές(δηλαδή μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες λήψης αυτών και να συνδιαμορφώνουν με τους υπόλοιπους). Δεύτερον, όλα τα άτομα τα οποία δυσαρεστούνται από μία απόφαση, τους αποκαλώ αμφισβητίες, έχουν το δικαίωμα να θέσουν βέτο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Αυτό το δικαίωμα τους επιτρέπει να ακυρώσουν μία απόφαση έτσι ώστε η συζήτηση(και η όλη διαδικασία) να ξεκινήσει από την αρχή. ……. Ο στόχος της συναίνεσης είναι να εκλείψουν οι υπερισχύουσες/κυριαρχικές(overriding) αποφάσεις της πλειοψηφίας (εννοεί μάλλον, να εκλείψει το φαινόμενο της επιβολής των αποφάσεων της πλειοψηφίας στη μειοψηφία)
«… Επομένως αυτό που μας ενδιαφέρει είναι μία κριτική στο Κράτος(το γράφω με κεφαλαίο «Κ» γιατί έτσι το έχει και στο κείμενο δηλαδή ως State) που απαιτεί, όπως και η δημοκρατία, ο κύριος στόχος της πολιτικής να είναι τα συμφέροντα του λαού. Επειδή όμως αυτό δεν ισχύει στην πραγματικότητα, οι αναρχικοί ασκούν κριτική αντίστοιχα στο Κράτος. Επιπλέον, αυτό το Κράτος το οποίο σταθερά παράγει κυβερνήσεις, επιπλέον έχει μονοπώλιο στη βία. Αυτό εκδηλώνεται  με το ότι επιτρέπει στο ίδιο να χρησιμοποιήσει βία εναντίον των εχθρών του ή εναντίον των ανθρώπων που δεν ανταποκρίνονται στις «δεοντολογικές/κανονιστικές(normative)» ιδέες, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύει σε οποιονδήποτε άλλο να χρησιμοποιήσει βία. Το πλήθος είναι εντελώς εκτεθειμένο χωρίς να κατέχει κανένα μέσο άμυνας. Η άσκηση βίας είναι μοναδικό προνόμιο του Κράτους, και αυτό είναι άδικο. Η αναρχία είναι εμπνευσμένη ως μία μορφή οργάνωσης της κοινωνίας, αντί-κυβερνητική και αντί-καπιταλιστική, και ασχολείται/ενδιαφέρεται μόνο με την βάση του λαού(base level of population). Κάθε λαός/πλήθος παίρνει αποφάσεις οι οποίες βασίζονται στις ανάγκες των ανθρώπων και παίρνονται από αυτούς που επηρεάζονται από αυτές τις αποφάσεις. Έτσι, αν είναι αναγκαίο να παρθεί μία απόφαση, τότε αυτή λαμβάνεται σε μικρό-επίπεδο(micro level), και η διαδικασίας λήψης αυτής της απόφασης οργανώνεται από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους(αυτούς που επηρεάζονται από την απόφαση αυτήν)
«…. Μία συναινετική δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει εφαρμοζόμενη σε πληθυσμό εκατομμυρίων. Η αποκεντρωμένη οργάνωση της κοινωνίας είναι απαραίτητη, η επιστροφή της πολιτικής και των αποφάσεων που αφορούν τοπικές και κοινοτικές συνθήκες πίσω στις κολεκτίβες. Αυτό διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις κάθε φορά θα ελέγχονται από τα άτομα και ότι θα είναι προσβάσιμες οποιαδήποτε στιγμή. Οι αποφάσεις μπορούν να αλλάξουν εάν οι ανάγκες των ατόμων αλλάξου, μπορούν να ανακληθούν οποιαδήποτε στιγμή. Θα πρέπει όμως να έχουμε κατά νου, ότι μπορούν να παρθούν και αποφάσεις μεταξύ διαφορετικών περιφερειών/κολεκτίβων(interregional decisions), όπως είναι για παράδειγμα η κατασκευή ενός δρόμου ή το δίκτυο ηλεκτροδότησης. …… ……..
Για να συντονιστούν τα κοινά ενδιαφέροντα(τα τρέχοντα ζητήματα, αυτά τα θέματα που απασχολούν πολύ κόσμο και χαίρουν λύσης) των ανθρώπων, μπορούν να αναδειχθούν κάποιες επιτροπές διαμεσολάβησης μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων ή περιοχών. Αυτές οι επιτροπές προσπαθούν να παρουσιάσουν λύσεις ή να κάνουν συστάσεις για την λύση ενός προβλήματος. Αυτές οι συστάσεις έρχονται κατευθείαν από τις ρίζες των ομάδων και των κολεκτίβων(δηλαδή κατευθείαν από τα άτομα αυτά καθαυτά). Αυτό είναι σημαντικό μόνο όταν, οι υποδείξεις/προτάσεις αυτές έχουν συναποφασιστεί από όλους τους συμμετέχοντες(στην κολεκτίβα), από όλα τα άτομα. Με αυτόν τον τρόπο μία ομάδα η οποία εκφράζει διαφωνίες δεν θα αγνοηθεί. Οι ενδιάμεσες επιτροπές δεν έχουν κανένα δικαίωμα να υποβάλουν ως αποφάσεις ή υποδείξεις την κολεκτίβας που εκπροσωπούν τις δικές τους αποφάσεις(των συγκεκριμένων ατόμων που απαρτίζουν την επιτροπή εκπροσώπησης), όπως επίσης δεν έχουν κάποιο δικαίωμα στο να αποφασίσουν αυτές για το τι θα γίνει τελικά όσον αφορά το ζήτημα που συζητιέται (η παραπάνω πρόταση δεν αποτελεί αυτούσια μετάφραση κάποιας πρότασης αλλά μία περίληψη μερικών προτάσεων του κειμένου)

Ολόκληρο το κείμενο (στο οποίο υπάρχουν και παραδείγματα, και περιγράφονται πιο αναλυτικά κάποια πράγματα) μπορείτε να το βρείτε στο παρακάτω link: http://www.republicart.net/disc/aeas/burnicki01_en.htm

Παραθέτουμε απόσπασμα από το βιβλίο του Murray Bookchin «Κοινωνικός Αναρχισμός ή Life Style Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα»:
«……..Αν η ατομική «αυτονομία» προέχει οποιασδήποτε στράτευσης σε μια «συλλογικότητα», δεν υπάρχει οποιαδήποτε βάση για έναν κοινωνικά θεσπισμένο συντονισμό λήψης αποφάσεων ή ακόμη και διοικητικό συντονισμό. Το κάθε άτομο, που περιέχεται στη δική του «αυτονομία» είναι ελεύθερο να κάνει ότι θέλει – προφανώς, ακολουθώντας την παλιά φιλελεύθερη φόρμουλα, αν δεν εμποδίζει την «αυτονομία» των άλλων. Ακόμη και η δημοκρατική λήψη αποφάσεων απορρίπτεται ως εξουσιαστική. «Η δημοκρατική διακυβέρνηση παραμένει διακυβέρνηση» προειδοποιεί η Brown. «Ενώ επιτρέπει μεγαλύτερη συμμετοχή των ατόμων στην κυβέρνηση απ’ ότι επιτρέπεται στη μοναρχία ή στην ολοκληρωτική δικτατορία, αφορά εγγενώς ακόμη την καταπίεση των βουλήσεων κάποιων ανθρώπων. Αυτό έρχεται ξεκάθαρα σε ρήξη με το υπαρξιακό άτομο, που πρέπει να διατηρήσει την ακεραιότητα της βούλησής του ώστε να είναι υπαρξιακά ελεύθερο». Όντως, τόσο υπερβατολογικά ιερή είναι η βούληση του αυτόνομου ατόμου, κατά την άποψη της Brown που παραθέτει επιδοκιμάζοντας τον ισχυρισμό του Peter Marshall ότι, σύμφωνα με τις αναρχικές αρχές, «η πλειοψηφία δεν έχει πλέον δικαίωμα να επιβάλλεται στη μειοψηφία, ακόμη και στην μειοψηφία του ενός, παρά η μειοψηφία στην πλειοψηφία».
Υποτιμώντας τις ορθολογικές, διαμεσολαβητικές από το λόγο και άμεσο-δημοκρατικές διαδικασίες για τη συλλογική λήψη αποφάσεων ως «επιβολή» και «διακυβέρνηση», επιβραβεύει το δικαίωμα μιας μειοψηφίας ενός ηγεμονικού εγώ να απορρίπτει την απόφαση της πλειοψηφίας. Αλλά το γεγονός παραμένει ότι μία ελεύθερη κοινωνία είτε θα είναι δημοκρατική ή δεν θα επιτευχθεί καθόλου. Στην ίδια την υπαρξιακή κατάσταση, αν θέλετε, μιας αναρχικής κοινωνίας – μια άμεση ελευθεριακή δημοκρατία – οι αποφάσεις θα παίρνονταν σίγουρα ακολουθώντας μια ανοιχτή συζήτηση. Έπειτα η μειοψηφία που θα καταψηφίζονταν – ακόμη και η μειοψηφία του ενός – θα είχε όσες ευκαιρίες ήθελε να αντιπαραθέσει επιχειρήματα για να προσπαθήσει να αλλάξει αυτή την απόφαση. Η λήψη αποφάσεων με ομοφωνία, από την άλλη μεριά, καθιστά αδύνατο ένα συνεχιζόμενο διάλογο – την πολύ σημαντική διαδικασία της συνεχούς ανταλλαγής απόψεων, της διαφωνίας, της πρόκλησης και της αντί-πρόκλησης, χωρίς τις οποίες η κοινωνική καθώς και η ατομική δημιουργικότητα θα ήταν αδύνατες.
Το να λειτουργείς στη βάση της ομοφωνίας, αν σημαίνει κάτι για τη σημαίνουσα λήψη αποφάσεων είναι το εξής: είτε θα χειραγωγηθεί από μία μειοψηφία είτε θα καταρρεύσει εντελώς. Και οι αποφάσεις που παίρνονται ενσωματώνουν το χαμηλότερο κοινό παρανομαστή απόψεων και συγκροτούν το ελάχιστο δημιουργικό επίπεδο συμφωνίας. Μιλώ εδώ μέσα από μακρές και επίπονες διαδικασίες με τη χρήση της ομοφωνίας στην Clamshell Alliance της δεκαετίας του 1970. Ακριβώς τη στιγμή που το ημι-αναρχικό αντί-πυρηνικό κίνημα ήταν στην ακμή του, με χιλιάδες ακτιβιστές, καταστράφηκε μέσα από τη χειραγώγηση της ομοφωνίας από μία μειοψηφία. Η «τυραννία της απουσίας δομών» που η ομόφωνη λήψη αποφάσεων επέτρεψε σε κάποιους λίγους που ήταν καλά οργανωμένοι να ελέγξουν τους δυσκίνητους, αποθεσμοποιημένους και ευρέως ανοργάνωτους πολλούς μέσα στο κίνημα.
Η εμμονή για την επίτευξη της ομοφωνίας εμπόδιζε την ανταλλαγή απόψεων και τη δημιουργική τόνωση της συζήτησης, μέσα από ιδέες που θα μπορούσαν να αποφέρουν νέες προοπτικές για εξέλιξη. Σε οποιαδήποτε κοινότητα, ο διάλογος – και τα αντιφρονούντα άτομα – εμποδίζουν την κοινότητα να μένει στάσιμη. Υποτιμητικές λέξεις όπως «επιβάλλομαι» και «κυριαρχώ» κανονικά αναφέρονται στη σιωπή των διαφωνούντων, όχι στην εφαρμογή της δημοκρατίας. ειρωνικά θα έλεγα,  ότι είναι η ομόφωνη «γενική βούληση» που θα μπορούσε, κατά την αξιομνημόνευτη φράση του Ρουσσώ από το Κοινωνικό Συμβόλαιο, «να εξαναγκάσει τους ανθρώπους να είναι ελεύθεροι»……»

Βιβλιογραφία:
[1] Ralf Burnicki, «Anarchist Consensual Democracy» , http://www.republicart.net/disc/aeas/burnicki01_en.htm
[2] David Graeber, «Fragments of an Anarchist Anthropology», http://periferiesurbanes.org/wp-content/uploads/2010/10/paradigm14.pdf
[3] Murray Bookchin «Κοινωνικός Αναρχισμός ή Life Style Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα»
[4] http://p2pfoundation.net/Consent_vs._Consensus
[5] http://en.wikipedia.org/wiki/Anarchist_law#Consensus-based_social_contracts
[6] http://www.anarchy.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=272&Itemid=66&limit=1&limitstart=2

 
Πηγή: Φόρουμ athens.indymedia.org

Το μεγάλο κόλπο της ταχείας απεξάρτησης

Η έλλειψη Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά των ναρκωτικών, παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, έχει αφήσει ορθάνοιχτες τις πόρτες σε κάθε είδους τσαρλατανισμούς.

Η μέθοδος ταχείας απεξάρτησης από ναρκωτικά με την χορήγηση ναλτρεξόνης και άλλων σκευασμάτων απαγορεύεται να εφαρμόζεται σε ιδιωτικές κλινικές.

Παρά το γεγονός ότι υπήρξε πρόβλεψη εφαρμογής της μεθόδου σε δημόσια νοσοκομεία, λόγω των αμφισβητούμενων αποτελεσμάτων δεν εφαρμόσθηκε ποτέ. Χρόνια τώρα πάμπολλες ιδιωτικές κλινικές απρόσκοπτα έχουν ριχτεί στο «κυνήγι θησαυρού» με εύκολη λεία τους χρήστες.

Στη Θεσσαλονίκη πάνω από 17 κέντρα εφαρμόζουν διάφορες μεθόδους αποτοξίνωσης. Η «θεραπεία» προσφέρεται όχι μόνο σε ιδιωτικές κλινικές αλλά και σε ιδιωτικές βίλες και φάρμες. Η ταρίφα αρχίζει από 1.200 ευρώ και ξεπερνά μηνιαίως τις 3.000. Στο κέντρο της συμπρωτεύουσας, κλινική προσφέρει αιμοκάθαρση και κατόπιν χορήγηση nalorex με κόστος 14.000 ευρώ τη φορά. Στην περιοχή Σίνδο σε ιδιωτικό κέντρο η απεξάρτηση στοιχίζει 2.500 μηνιαίως, σε αγρόκτημα δυναμικότητας 30 ατόμων 3.000 ευρώ, ενώ στους Ταγαράδες ιδιωτική βίλα προσφέρει «ολοκληρωμένη θεραπεία» ενός έτους με 30.000 ευρώ.

Στην Αθήνα η απεξάρτηση δεν μεγαλουργεί μόνο στις ιδιωτικές κλινικές, αλλά επεκτείνεται και σε μεγαλογιατρούς του Κολωνακίου, που προσφέρουν αδρά τις πολύτιμες υπηρεσίες τους. Γνωστή είναι η δράση της κλινικής «Αγίου Νικολάου» στον Πειραιά, όπου με «εργαλείο» την οργάνωση «Μέριμνα ζωής» που έχουν συστήσει υπό μορφή ΜΚΟ, οι ιδιοκτήτες της δραστηριοποιούνται ποικιλοτρόπως.

Να θυμίσουμε ότι στη συγκεκριμένη κλινική («Κ.Ε.» 11.10.2009) απεβίωσε το 2009 ο τριαντάχρονος Ροδίτης Κώστας Σταυριανάκης στη διάρκεια χορήγησης ανταγωνιστών ηρωίνης υπό ύπνωση. Του χορηγήθηκε κοκτέιλ φαρμάκων, ενώ λίγες ώρες πριν είχε κάνει χρήση ηρωίνης.

Η ιατροδικαστική έκθεση ήταν σαφής: «Η κατασταλτική δράση αυτών των φαρμάκων και η κατασταλτική δράση των οπιούχων είναι συνεργιστική και θεωρείται εξόχως επικίνδυνη». Οι γονείς του άτυχου χρήστη έκαναν μήνυση κατά παντός υπευθύνου, όμως η δικογραφία βρίσκεται από τις 16/9/2010 στον τακτικό ανακριτή Πειραιά περιμένοντας τους μάρτυρες να εξετασθούν.

Παρά τις έντονες αντιδράσεις των επιστημονικών φορέων και της έκθεσης του σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας η λειτουργία της κλινικής συνεχίζεται ανενόχλητα. Μια υπόθεση που κρατάει χρόνια. Ηδη από το 2005 υπάρχει καταγγελία κατά των υπευθύνων της κλινικής «Αγ. Νικόλαος» από την πρόεδρο του ΟΚΑΝΑ Μένη Μαλλιώρη, που εκδικάζεται τρίτη φορά στις 22 Μαρτίου από την εισαγγελία Πειραιώς, έπειτα από δύο αναβολές που επέτυχαν οι κατηγορούμενοι.

Τι απαντά σε όλα αυτά ο αρμόδιος σε θέματα ναρκωτικών υφυπουργός Υγείας Μ. Τιμοσίδης; «Κάθε ονομαζόμενο θεραπευτικό πρόγραμμα που λειτουργεί χωρίς την εκ του νόμου προβλεπόμενη έγκριση και άδεια λειτουργίας είναι παράνομο. Βεβαίως γνωρίζουμε κάποια που λειτουργούν χωρίς τις προβλεπόμενες διαδικασίες και οποτεδήποτε κάτι τέτοιο έχει γίνει γνωστό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου εκδίδεται απόφαση βάσει της οποίας οι αρμόδιες υπηρεσίες της Νομαρχίας κάνουν τον έλεγχο προκειμένου να γίνει η διακοπή λειτουργίας της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Ο Εθνικός Σχεδιασμός έχει ολοκληρωθεί και πριν την ανακοίνωσή του από τον ίδιο τον πρωθυπουργό θα εξασφαλισθούν τα μέσα υλοποίησης, κυρίως πόροι και προσλήψεις. Σε αυτή τη φάση βρισκόμαστε».

Υπό τη σκιά, όμως, του μνημονίου και των περικοπών κανείς δεν γνωρίζει πότε θα υλοποιηθούν όλα όσα αναφέρει ο υφυπουργός. Ο Χαράλαμπος Πουλόπουλος, διευθυντής ΚΕΘΕΑ, τονίζει χαρακτηριστικά: «Η οικονομική κρίση, που καθυστερεί το Εθνικό Σχέδιο Δράσης και περιορίζει το κράτος πρόνοιας, αλλά και τα νομικά κενά επιτρέπουν σε επιτήδειους να εκμεταλλεύονται την αγωνία των εξαρτημένων και των οικογενειών τους. Χρειάζεται να ελεγχθεί η λειτουργία όχι μόνο του συγκεκριμένου προγράμματος (σ.σ.: που εφαρμόζεται στην κλινική “Αγιος Νικόλαος”) αλλά και πολλών ακόμα ιδιωτικών κέντρων σε όλη τη χώρα που κερδοσκοπούν εις βάρος όσων έχουν ανάγκη, με αμφιλεγόμενες και συχνά επικίνδυνες μεθόδους».
«Τα χάπια της αποτοξίνωσης ήταν υπνωτικά και βιταμίνες!»

Ο θάνατος του Κώστα Σταυριανάκη στην κλινική «Αγιος Νικόλαος», που είχε σοκάρει τη ροδιακή κοινωνία, δεν ήταν αρκετός για να σταματήσει την απόγνωση και άλλων τοξικομανών, που καταφεύγουν για να «σωθούν» σε διάφορα ιδιωτικά κέντρα αποτοξίνωσης.

Η ιστορία της Μαρίας που συναντήσαμε στο νησί αποδεικνύει την αδυναμία της πολιτείας να αντιμετωπίσει τη γάγγραινα των ναρκωτικών:

«Μικροπαντρεύτηκα. Χωρίζοντας, οι δυσκολίες για να ορθοποδήσω με έριξαν στα ναρκωτικά. Παθολόγος του Νοσοκομείου Ρόδου με μύησε στην ηρωίνη. Η απάθεια κυρίεψε την ψυχή μου, ο πόνος χάθηκε. Οταν δεν την έβρισκα, κατέφευγα στο υποκατάστατο του ΟΚΑΝΑ. Τα 8 mg τα αγόραζα από χρήστες της μονάδας προς 100-200 ευρώ. Κατάλαβα ότι έβαλα την κόλαση στη ζωή μου, χρειαζόμουν βοήθεια, έτσι αφέθηκα στα χέρια μιας ψυχολόγου στην περιοχή Μήδεια που, όπως έμαθα στην πιάτσα, “σε αποτοξινώνει με αιμοκάθαρση”.

»Στην αρχή με έστειλε σε ροδίτη ψυχίατρο στο Κολωνάκι. Δεν θα ξεχάσω τα χιλιάδες μπουκαλάκια που αντίκρισα στο ιατρείο του και τα αμέτρητα άτομα που περίμεναν. Ακούσαμε μια μητέρα να αναφέρει ότι πούλησε το σπίτι της, αλλά δεν το βάλαμε στα πόδια. Μου υποσχέθηκε ότι με μια ένεση και με τα χάπια που θα έπαιρνα θα καθάριζα. Με την ένεση βυθίστηκα. Δεκαεπτά ημέρες έπινα φάρμακα και κοιμόμουν συνεχώς. Οταν συνήλθα δεν ήξερα ποια ήμουν, αν ζούσα ή αν έχω πεθάνει. Η “ένεση αποτοξίνωσης” στοίχισε 7.000 ευρώ. Σύντομα ξανακύλησα στην ηρωίνη. Η ψυχολόγος μού πρότεινε μια κλινική κοντά στο λιμάνι του Πειραιά. Ηρθε ο ψυχίατρος και με πήρε από το αεροδρόμιο και με πήγε καρφί στον Πειραιά. Κατάλαβα ότι συνεργαζόταν με την κλινική. Παρ’ ότι είχα πάρει ηρωίνη άρχισαν την “αποτοξίνωση”, βάζοντάς μου ορούς· μετά έχασα τον κόσμο. Οταν ξύπνησα, υπέφερα από στερητικά, εμετούς και διάρροιες. Ο ψυχίατρος μου έγραψε τα χάπια του για να μην τα ξεχνάω και με έβαλε να δώσω και φάρμακα στην ψυχολόγο στη Ρόδο για να “σωθούν” κι άλλοι.

»Η αιμοκάθαρση κόστισε και χωρίς απόδειξη 17.000 ευρώ. Τα χρήματα τα έδωσα στην ψυχολόγο στη Ρόδο. Αρκετά και για τους τρεις. Για ένα χρόνο τα χάπια που μου έδιναν στοίχισαν 24.000 ευρώ. Σήμερα, οι γονείς μου χρωστούν 300.000 ευρώ. Γλίτωσα το 2008, όταν γιατρός του Νοσοκομείου Ρόδου ανέλυσε τα χαπάκια και βρήκε ότι ήταν υπνωτικά και βιταμίνες που πουλιούνται τρία ευρώ. Κάναμε φασαρία, μας απείλησαν, έτσι οι δικοί μου εγκατέλειψαν τη μήνυση.

»Κανείς δεν ενδιαφέρεται για μας και είναι περίεργο που σας ενδιαφέρει η ιστορία μου! Αν ο υπουργός Υγείας είχε παιδί ναρκομανή τότε θα έπραττε ουσιαστικά. Αφήνουν τους κομπογιαννίτες να πλουτίζουν από την απελπισία μας. Μας αντιμετωπίζουν σαν νάιλον σακούλες. Δεν ξέρουν ότι οι σακούλες κρύβουν τα καλύτερα παιδιά».


ΡΟΥΛΑ ΠΑΠΠΑ-ΣΟΥΛΟΥΝΙΑ

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=259020 

13-3-2011

Ποιός συγκλαίει με την ΕΛ.ΑΣ.;

Αφού προμηθευτείτε με χαρτομάντιλα, διαβάστε τη προχθεσινή Ανακοίνωση της “Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής”.

________________________________


ΑρΠρωτ.:  033 








ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Οι εικόνες βίας με συνεχή θύματα αστυνομικούς κάνουν σχεδόν καθημερινά το γύρο του κόσμου ως επικαιρότητα και παράλληλα ως προβληματισμός για την εικόνα των Ελλήνων Αστυνομικών, οι οποίοι όπως φαίνεται έχουν παντελώς εγκαταλειφθεί από την πολιτεία.
Ταυτόχρονα στην περιοχή της Λαυρεωτικής κάθε βράδυ ζούμε «την κόλαση του Δάντη» με αποτέλεσμα να έχουμε τραυματίες αστυνομικούς, βανδαλισμούς, πυρπολήσεις κρατικών οχημάτων και δεν ιδρώνει το αυτί κανενός.
Σαστίζει όλος ο κόσμος από ένα καιόμενο αστυνομικό αλλά και από την απόλυτη σιγή των αρμοδίων.
Η κυβέρνηση παραμένει απλός θεατής «υποθέτοντας» ότι η λαϊκή κατακραυγή και οι αντιδράσεις για το όποιο ζήτημα θα καταλαγιάσουν και θα αρκεστούν στο σύνηθες μέσο εκτόνωσης «το σάκο του μποξ» που λέγεται αστυνομικός.
Η αστυνομική ηγεσία κάνει καθημερινά το σταυρό της, έως ότου τουλάχιστον περάσουν οι ετήσιες κρίσεις, για την αποφυγή ακραίου συμβάντος που μπορεί να αποφέρει θύμα από την πλευρά των διαδηλωτών.
Ο απλός αστυνομικός που κάθε μέρα λοιδορείται, δέρνεται, καίγεται και που κρατά την οικογένεια του σε ένα διαρκές άγχος για το πότε θα γυρίσει σπίτι, πώς θα γυρίσει και αν θα γυρίσει, λέει ως εδώ!!!
Οι «κροκοδείλιες δηλώσεις», το «ναι μεν αλλά» και «το χτύπημα στην πλάτη» φτάνουν!!!
Κύριοι μας εγκαταλείψατε σε σημείο ώστε σε λίγο θα πληρώνουμε από την τσέπη μας τα καύσιμα των περιπολικών, τις μεταγωγές, τα αναλώσιμα των γραφείων, τις υπηρεσιακές μετακινήσεις, τις επισκευές των οχημάτων και πολλά άλλα!!!
Αναγκαστικά οδηγούμαστε στο να εγκαταλείψουμε την κοινωνική αστυνόμευση και ασχολούμαστε με την προστασία και φύλαξη της «ελίτ του τόπου» ενώ παράλληλα έχουμε «τεθεί» απέναντι σε κάθε κοινωνική ομάδα, χρησιμοποιούμενοι ως μέσο εκτόνωσης.

Η Ένωσή μας αναλαμβάνει πρωτοβουλίες περεταίρω ανάδειξης όλων των παραπάνω, με κινήσεις ουσίας και με συγκεκριμένες ενέργειες που ίσως ενοχλήσουν, αλλά θα συγκλίνουν όμως στον Έλληνα Αστυνομικό ο οποίος είναι εργαζόμενος, με οικογένεια με δικαιώματα και υποχρεώσεις και δεν είναι δυνατόν να ξεκινά από το σπίτι του για τη δουλειά και να μην ξέρει πως και αν θα επιστρέψει!!!



Για το Δ.Σ.

– Ο –                                                                             – Ο –

    Πρόεδρος                                                               Γεν.Γραμματέας


    ΜΑΚΡΗΣ Ιωάννης                                                      ΚΡΙΚΕΤΟΣΣπήλιος

________________________________


Αφού σκουπίσουμε καλά-καλά τα δάκρυά μας, έχουμε να πούμε, πως οι ανακοινώσεις σωματείων εργαζομένων, ένθεν και ένθεν, και δη οι ανακοινώσεις με καταγγελτικό ύφος που εστιάζουν σε γενικές γραμμές πάνω σε αδικίες που υπέστησαν οι εργαζόμενοι, εξυπηρετούν ένα συγκεκριμένο σκοπό:

Να ενημερωθεί και να ευαισθητοποιηθεί η υπόλοιπη κοινωνία απέναντι στην αδικία που βιώνει το συγκεκριμένο κομμάτι της.
Για να ακολουθήσει η συμπάθεια, η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη της υπόλοιπης κοινωνίας, ούτως ώστε να ασκηθούν συλλογικές πιέσεις στην εξουσία για να επιλυθούν τα προβλήματα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, οι παραπονεμένοι εργαζόμενοι είναι οι ορθώς αποκαλούμενοι μπάτσοι, και πιο συγκεκριμένα οι ΜΑΤατζήδες, οίτινες έχουν σαπίσει στο ξύλο με τον πιο αυθαίρετο και καταχρηστικό τρόπο την υπόλοιπη κοινωνία, στην οποία έχουν το θράσος να απευθύνονται τώρα.

Έχουν ασκήσει αυθαίρετη και καταχρηστική βία με αποδεδειγμένο, καταγεγραμμένο σε ήχο και εικόνα, κέφι και πάθος σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Από μαθητές του Γυμνασίου μέχρι και συνταξιούχους του ΙΚΑ, και μάλιστα πάνω στη διαμαρτυρία όλων αυτών για θέματα παραπλήσια αυτών για τα οποία διαμαρτύρονται και οι ίδιοι σήμερα.

Με σιδηρογροθιές, με κλοτσιές στα μούτρα πεσμένων διαδηλωτών, με ανάποδα κλομπ, με ψεκασμούς δακρυγόνου στα πρόσωπα, με παράνομες συλλήψεις, με ξυλοφόρτωμα των συλληφθέντων και χίλια δυο άλλα, που δεν αποτελούν σε καμιά περίπτωση μεμονωμένα γεγονότα, αφού όλα αυτά παρατηρούνται σε κάθε διαδήλωση. Η αυθαιρεσία τους είναι ο κανόνας εδώ και δεκαετίες.

Εξαίρεση γι αυτούς αποτελεί η μή αυθαιρεσία.

Και φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν ισχύει το “κάνουν το καθήκον τους” / “ακολουθούν διαταγές”. Φαίνεται ξεκάθαρα πως δεν εμποδίζουν απλά τους διαδηλωτές να πορευτούν σε “απαγορευμένα” μέρη, αλλά επιζητούν την ευκαιρία να ασκήσουν βία. Πράγμα που το ευχαριστιούνται, αφού διαφαίνεται περίτρανα ο ζήλος και το πάθος τους για τη βία.

Αν, θεωρητικά, εφαρμοζόταν ποτέ πιστά ο νόμος εναντίον τους, ένα μεγάλο ποσοστό από δαύτους θα έπρεπε να μπει στη φυλακή και ένα άλλο μεγάλο ποσοστό σε ψυχιατρικά ιδρύματα.

Οπότε το ερώτημα που τίθεται, είναι: Γιατί ανακοίνωση και όχι ένα ομαδικό mail;
Να το στείλουν στους άλλους μπάτσους να τους λυπηθούν. Στους ασφαλίτες, στους Ζητάδες, στους Δελτάδες και στα λοιπά είδη.
Τους υπόλοιπους δεν τους αφορά, αφού κανείς δαρμένος δεν ευαισθητοποιείται για τον δάρτη του.

Μέχρι και αυτοί που τους λάτρευαν άρχισαν τώρα να τους βρίζουν. Για τους φασίστες μιλάω.
(εξαιρείται η Ελένη Λουκά της ακροδεξιάς)

Η Κερατέα, για την οποία παραπονιούνται, και η οποία τους άλλαξε -προς μεγάλη χαρά όλων- τον αδόξαστο, είναι ένας οικισμός με ανθρώπους όλων των ιδεολογικών αποχρώσεων. Πολλοί από τους Κερατιώτες θεωρούσαν τους μπάτσους παιδιά τους. Τώρα που τους γνώρισαν το μοναδικό συλλογικό συναίσθημα που επικρατεί είναι το μίσος για τους μπάτσους. Νέοι, γέροι, μικρά παιδιά τους εύχονται τα χειρότερα. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη δήλωση ενός γέροντα “ Την αστυνομία την αγαπούσα, τώρα τη σιχάθηκα“.
Κάθε λαμπάδιασμα ΜΑΤατζή με μολότωφ, συνοδεύεται από “μπράβο” και χειροκροτήματα. Πράγμα που σημαίνει πως, στη συνείδηση των ανθρώπων αυτών (και όχι μόνο), οι ΜΑΤατζήδες δεν ανήκουν πια στο ανθρώπινο είδος.







video


Η κοινωνία τους έχει ξεβράσει από τους κόλπους της.

Το μόνο που κατάφεραν με αυτή την Ανακοίνωση, είναι να κάνουν τον κόσμο να χαρεί με τα προβλήματά τους. Όσο περισσότερα τα προβλήματά τους, τόσο μεγαλύτερη και η χαρά.

Εν ολίγοις, EPIC FAIL η Ανακοίνωση.

————————–

ΥΓ.1: Η πλάκα είναι που δυσανασχετούν με “τη φύλαξη και προστασία της ελίτ του τόπου”. 
Πότε προστάτεψαν και κάτι άλλο;

ΥΓ.2: Οι διαμαρτυρίες των υπόλοιπων εργαζομένων επιβραβεύονται με ξύλο από τα ΜΑΤ. Οι διαμαρτυρίες των ΜΑΤ με τι θα έπρεπε να επιβραβεύονται;

από jungle-report.blogspot.com 

Μας αφορά όλους! – Γιαννουλόπουλος Γιώργος.

Ονομάζομαι Γιαννουλόπουλος Γιώργος.

Είμαι ιδρυτικό μέλος της Πανελλήνιας Επιτροπής Χρηστών, πρώην χρηστών και επιζώντων της ψυχιατρικής, και εργάζομαι στην εργασιακή δομή «ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΜΑΣ» στο Ψ.Ν.Α. – Δαφνί.

Θα προσπαθήσω να σας εξηγήσω γιατί μας αφορά όλους χαρακτηρισμένους ή μη τρελούς. Και όποιος χαρακτηρισμένος τρελός προτιμά μια πολιτικά ορθή ορολογία για να περιγράφει αυτή την κατάσταση , λυπάμαι αλλά εγώ δεν κρύβομαι πίσω από το δάκτυλό μου.

Η σημερινή κατάσταση πραγμάτων και στη χώρα μας και διεθνώς απορυθμίζει και τρελαίνει όλο και πιο πολλούς κυρίως ευαίσθητους ανθρώπους οι οποίοι με τις κάτω από καθεστώς αδιεξόδου και οδύνης ενέργειές τους χαρακτηρίζονται – καταγράφονται ως ψυχασθενείς και εξουδετερώνονται δια παντώς.

Πρώτα όμως ορισμένα πράγματα για να μην νομίζετε ότι όλοι σε αυτόν το χώρο είμαστε ίδιοι, όπως μου είπε προ καιρού κάποιος θρασύτατα και με πείραξε άσχημα. Δυο κατηγορίες ανθρώπων το σύστημα χαρακτηρίζει τρελούς. Πρώτα τον αποκαλούμενο «τρελό του χωριού» για τον οποίο το σύστημα αδιαφορεί και την άλλη κατηγορία για την οποία η εξουσία, η κάθε εξουσία κάνει τα πάντα για να τη βάλει στο περιθώριο και κατά περιόδους ευκαιρίας δοθείσης να την εξοντώσει βιολογικά, ως πλεονάζουσα, ως περιττό βάρος, ως ενοχλητικό, ως διαλυτικό παράγοντα, ως απειλή για τη συνοχή της κοινωνίας , συνοχή την οποία χρειάζεται για να εξυπηρετεί τα οικονομικά της συμφέροντα.

Αυτός είναι ο λόγος  που η χώρα μας πχ το σύστημα διατηρεί ένα μηχανισμό που απασχολεί εκατοντάδες χιλιάδες άτομα τα οποία άμεσα ή έμμεσα ζουν, κινούνται, τρέφονται – πολλοί κερδοσκοπούν , χτίζουν καριέρες γύρω από την κατ’ ευφημισμό αποκαλούμενη ψυχική υγεία. Όποιος νομίζει ότι είναι υπερβολικός ο αριθμός ας σκεφτεί πόσες δεκάδες χιλιάδες οικογένειες εργάζονται άμεσα στη λεγόμενη ψυχική υγεία επί πόσα άτομα η κάθε οικογένεια και πόσες έμμεσα.  Από αυτή τη δεύτερη κατηγορία χαρακτηρισμένων τρελών, μια υποκατηγορία η αποκαλούμενη από εμένα ΦΡΕΝΟΒΛΑΒΗΣ θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα.

Πρόκειται για άτομα τα οποία δυστυχώς όχι μόνο τα έχουμε ανεχτεί, αλλά έχουν καταφέρει να μας καπελώσουν εν μέρει με την άμεση ή με την ακόμα πιο διαβρωτική έμμεση βοήθεια ορισμένων επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται και όπως περιόδους γράφονται και στον τύπο κερδοσκοπούν στον χώρο της ψυχικής υγείας και τμήματος του ψυχιατρικού κατεστημένου, ή όπως αναφέρεται συχνά και ιερατείο το οποίο ενδιαφέρεται για τη χωρίς κραδασμούς διαιώνισή του και  διαιώνιση των προνομίων του. Αυτοί θεωρούν τους αποκαλούμενους και από εμένα φρενοβλαβείς ως τα πρότυπα για εμάς τους υπόλοιπους.
Δυστυχώς όπως ανέφερα πριν γίνονται προσπάθειες από διάφορα κυκλώματα να προωθούν φρενοβλαβείς ως εκπρόσωπους δήθεν όλου του χώρου γιατί οι φρενοβλαβείς ελέγχονται εύκολα με την κολακεία και με την υπόσχεση παροχών για τις οποίες έχουν ιδιαίτερη αδυναμία. Σε κάθε ευκαιρία θα τους λένε να ζητούν μόνο οικονομικές παροχές.

Αυτό, το να βάλει κανείς παντιέρα την κατάστασή του ζητώντας μονίμως λεφτά δεν είναι παρά εκπόρνευση όπως είπε και κάποιος νεαρός γιατρός πριν χρόνια, και πολύ σωστά το είπε.

Σας καλώ όλους σε κάθε σχετική εκδήλωση να ζητάτε να πληροφορήστε ποια είναι η οικονομική κατάσταση και από πού προέρχονται τα έσοδα οποιουδήποτε ψυχασθενή απαιτεί οικονομικές παροχές από το κράτος γιατί υπάρχει περίπτωση να χρησιμοποιηθείτε σαν άλλοθι για οικονομικές διεκδικήσεις ατόμων των οποίων τα εισοδήματα είναι πολλαπλάσια και μονιμότερα από τα δικά σας.
Δεν χρησιμοποιώ αναίτια τη λέξη φρενοβλαβείς.

Εδώ να σημειώσω ότι οι έχοντες νευρολογικές διαταραχές ή σωματικές ή εγκεφαλικές κακώσεις που επηρεάζουν τον ψυχισμό τους δεν είναι τρελοί. Οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν σωματικά και χρειάζονται νευρολόγο, όχι ψυχίατρο. Δεν πρέπει να είναι σε ψυχίατρο οι άνθρωποι αυτοί.

Λίγα πράγματα για τους συλλόγους και τις διάφορες ομάδες και ομίλους. Η εξουσία και οι διάφοροι υποστηρικτές της θα μας ήθελαν να ήμαστε σαν τις μαϊμούδες στους ζωολογικούς κήπους, σαν εκθέματα για να μας επιδεικνύουν όπως κάνανε πριν μερικούς αιώνες οι αποικιοκράτες με τη μεταφορά και επιδείξεις στα τσίρκα τους  των ιθαγενών από τις διάφορες αποικίες τους, και θα ήθελαν πολύ να τοποθετήσουν, και κάνουν προσπάθειες γι’ αυτό στις ηγεσίες των συλλόγων – ομάδων κλπ ομίλων απολύτως ελεγχόμενα άτομα ή καλύτερα  κάποιους για να προσέχουν να κινείτε ο χώρος στα όρια που αυτοί θέτουν για εμάς και να μας απασχολούν με διάφορες απλοϊκές δραστηριότητες λες και έχουμε δείκτη νοημοσύνης  ηλιθίων, όλοι μας, ή τίποτε χειρότερο, μέχρις ότου αργά ή γρήγορα να τεζάρουμε από τα δηλητήρια που αυτοί μας πείσει ότι είναι ο μόνος δρόμος για να ελέγξουμε την «πάθησή μας».

Προσέξτε, έλεγχος, όχι θεραπεία γιατί ο στόχος δεν είναι ή θεραπεία είναι ό έλεγχος.

Ο θεραπευόμενος ψυχικά ή σωματικά είναι ένας πελάτης λιγότερος για τις πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρίες. Αυτοί θα είναι οι τρελοί αν θεραπεύσουμε οποιονδήποτε από οποιαδήποτε πάθηση.

(Με αυτό δε θέλω να πω ότι οι ψυχικές «παθήσεις» δεν «θεραπεύονται».

Το δρόμο θα τον δρόμο θα τον βρει ο καθένας μόνος του ακόμη κι αν χρειαστεί να ψάξει σε πολύ περίεργα μέρη. Να είστε βέβαιοι ότι τον έχουν βρει μερικοί. Η συνταγή δεν δίνεται στο πιάτο, ψάχτε το).

Βέβαια το ντόπιο υπηρετικό τους προσωπικό –των εταιριών- ακούει τη φωνή του κυρίου του και πράττει ανάλογα, κάνοντας και καμιά προβοκάτσια αν χρειαστεί. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσω ότι η συμμετοχή στις διάφορες ομάδες – ενώσεις κλπ ψυχασθενών, θα πρέπει να είναι για όσους το επιθυμούν ανώνυμη, γιατί κάθε καταγεγραμμένος ως ψυχικά διαταραγμένο άτομο καταστρέφεται στην ουσία επαγγελματικά ή και κοινωνικά και δεν γίνεται να πηγαίνει κάποιος για να ζητήσει βοήθεια νομίζοντας ότι πηγαίνει σε φίλους και να πέφτει σε σφηκοφωλιά με ωραίο περιτύλιγμα.

Και μην μου πει κανείς ότι πιστεύει αυτά που λένε κατά καιρούς οι αρμόδιοι ότι το να πας σε ψυχίατρο είναι τόσο απλό και χωρίς συνέπειες για το μέλλον σου σαν να πηγαίνεις σε οδοντίατρο. Και όσο για τις προτροπές των μελών αυτών των ενώσεων σε οποιοδήποτε, το τονίζω, μη καταγεγραμμένο μέλος το οποίο κατά τη γνώμη τους χρειάζεται ψυχιατρική βοήθεια να προσφύγει σε ψυχιάτρους και ψυχιατρείο σαν κάτι το απλό ή να το αναλαμβάνουν οι γιατροί μέλη αυτών των ενώσεων για «θεραπεία» καταγράφοντας τα στοιχεία του, θεωρώ ότι είναι εγκληματικό και τα εμπλεκόμενα άτομα τίποτα άλλο παρά προέκταση των χεριών της εξουσίας.

Όποιος έχει αντίρρηση ας μου εξηγήσει γιατί να καταγράφονται τα στοιχεία οποιουδήποτε έχει  ή του έχουν πει ότι έχει κάποιο πρόβλημα ψυχικής φύσης και να μην είναι ανώνυμος. Και αν μου πει κάποιος που έχει αντίρρηση ότι κάπου πρέπει να χρεωθούν τα ψυχοφάρμακα που ενδεχομένως να χρειαστούν θα προσβάλει τη νοημοσύνη μου.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ψυχιατρική δημιουργήθηκε σαν σώμα δίωξης «αντιφρονούντων» και σαν τέτοιο παραμένει. Κάθε κράτος ή συνασπισμός έχει άλλα κριτήρια για να χαρακτηρίσει κάποιον τρελό. Σήμερα τα κριτήρια βασίζονται στα κριτήρια της Αμερικανικής κατάταξης των ψυχικών ασθενειών.

Δηλαδή ότι πει πλέον το μεγάλο αφεντικό. Όταν αναφέρω ότι η ψυχιατρική δημιουργήθηκε σαν σώμα δίωξης αντιφρονούντων δεν εννοώ αυτό που πιστεύουν πολλοί ότι είναι απλώς η συνέχεια της ιεράς εξέτασης του μεσαίωνα. Η ψυχιατρική πήρε το χαρακτήρα σώματος δίωξης μετά την οριοθέτηση από το σύστημα της καρτεσιανής λογικής. Βαθμηδόν όποιος δεν σκεφτόταν με έναν ορισμένο τρόπο, δεν αντιλαμβανόταν την πραγματικότητα, από τη γωνία που επέτρεπε η εξουσία, βαφτιζόταν άρρωστος, τρελός, μη κανονικός, επικίνδυνος. Η εξουσία χρησιμοποίησε ιατρικούς όρους και ονόμασε γιατρούς του εγκληματίες μισθοφόρους της γιατί τότε οι γιατροί ήταν σε πολύ υψηλή εκτίμηση από όλο τον πληθυσμό ιδιαίτερα τα χαμηλά στρώματα, για τα οποία η άποψη του γιατρού ήταν θέσφατο. Και η ζωή ήταν πολύ πολύ φτηνή εκείνα τα χρόνια.

Αυτή είναι πολύ μεγάλη συζήτηση αλλά μπορείτε να ψάξετε μόνοι σας να ανακαλύψετε πόσο πίσω και τι καταστροφές προκάλεσε και προκαλεί η υιοθέτηση  από την ανθρωπότητα αυτού του άψυχου τρόπου σκέψης.

Αν η εξουσία είχε περισσότερο θράσος θα έβγαζε τρελό και τον Κάντ από τους κύριους αμφισβητίες της καρτεσιανής λογικής. Και κάτι για όσες κυρίες και όσους κυρίους συναδέλφους μου επιζητούν να ενσωματωθούν σε μυήσεις και συλλόγους σωματικά αναπήρων, πρώτον να αποδεχτούν σε μόνιμη βάση να τους ονομάζουν ανάπηρους και όχι όποτε θέλουν αυτοί για δικούς τους λόγους. Δεύτερον αφού πηγαίνουν να ενσωματωθούν σε αυτούς τους συλλόγους αποδεχόμενοι φυσικά ότι είναι ανάπηροι στο μυαλό, στη σκέψη, στην κρίση πως απαιτούν ίσα δικαιώματα, ίσες ευκαιρίες, ίση μεταχείριση, με τους μη ανάπηρους στο μυαλό αφού για να αξιοποιήσουν όλα αυτά που απαιτούν χρειάζεται ορθή κρίση, την οποία αφού ενσωματώνονται σε κινήματα αναπήρων ως ανάπηροι στο μυαλό αποδέχονται ότι δεν την έχουν. Δεν ξέρω αν κάπου εδώ μπερδευτήκατε αλλά είμαι βέβαιος ότι με λίγη προσπάθεια θα καταλάβετε τι εννοώ. Πιστεύω ότι εκείνοι που σπρώχνουν τους χαρακτηριζόμενους ψυχασθενείς να ενταχθούν σε κινήσεις αναπήρων το κάνουν για να στερήσουν τη σοβαρότητα και αντικειμενικότητα του λόγου τους, γιατί  ποιος δίνει σημασία στο τι λέει, τι ισχυρίζεται ή τι απαιτεί κάποιος που έχει αποδεχτεί ότι είναι ανάπηρος στο μυαλό. Στην καλύτερη των περιπτώσεων τα λόγια του τα θεωρούν φλυαρίες. Άρα θα θεωρείτε αυτονόητο ότι θα μιλάει για λογαριασμό του κάποιος άλλος. Εκεί είναι και το μεγάλο θέμα: αυτός ο κάποιος άλλος, αυτοί οι κάποιοι άλλοι. Σήμερα το τονίζω ακόμη μια φορά το να μιλά κάποιος για λογαριασμό μας λες και εμείς είμαστε ηλίθιοι μας προσβάλει όλους. Εκτός βέβαια τους φρενοβλαβείς. Εμείς οι άλλοι έχουμε μια έντονη απέχθεια σε κάθε είδους λόμπυ, μεσάζοντες, νταβατζίδες, ψυχοπατέρες από το εργατοπατέρες και σε κάθε είδους επαφή ή συνεννόηση όταν δεν γίνεται κάτω από το φως του ήλιου. Η λέξη λόμπυ και τα συναφή σημαίνουν για εμάς πρακτικές με τις οποίες δεν θέλουμε να έχουμε καμία σχέση.

Βέβαια είναι κατανοητό ότι κάθε επιχειρηματίας οποιασδήποτε φύσης φροντίζει πρώτα από όλα την επιχείρησή του, το μαγαζί του άσχετα αν το χαβιάρι που ενδεχομένως τρώει προέρχεται από τον πόνο και την οδύνη των άλλων. Και αυτό δεν το υποστηρίζουν μόνο οι αριστεροί. Επιστρέφοντας στο θέμα μας εμείς υποστηρίζουμε ότι οι παροχές του κράτους προς τους ψυχασθενείς θα πρέπει να είναι αντιστρόφως ανάλογες της οικονομικής κατάστασης του αιτούντος, την κρατική βοήθεια, γιατί ενώ πολύ ψυχασθενείς ζουν σε ένδεια κάποιοι άλλοι ενώ ζουν σαν μπέηδες απαιτούν κι’ άλλες παροχές από το κράτος.

Πριν κλείσω δεν αντέχω να μην αναφέρω ορισμένα πράγματα που μπορεί να φαίνονται ασύνδετα αλλά μπορεί και να μην είναι.

Πρώτον. Ίσως έχετε ακούσει ότι το 25% περίπου του πληθυσμού και μάλιστα με τις αναμενόμενες δυσκολότερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες του μέλλοντος ίσως περισσότερο από 25% θα χρειαστεί σε κάποια φάση της ζωής του ψυχιατρική βοήθεια. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε κάθε σπίτι αντιστοιχεί μία ψυχιατρική περίπτωση.

Δεύτερον. Στη Δανία όπως ενημερώθηκα από ένα δελτίο μιας ένωσης ψυχασθενών στο παρά πέντε ακύρωσαν μια νομοθετική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση άρνησης λήψης ψυχοφαρμάκων θα τα χορηγούσαν με τη βία. Στην Αγγλία έχω πληροφορηθεί ισχύει η υπό όρους με τη βία χορήγηση ψυχοφαρμάκων. Σε λίγο πιθανόν θα ισχύσει και εδώ με κάποιο καλό πλασάρισμα και προπαγάνδα.

Τρίτον. Ήδη συζητείται ότι τα άτομα που προβαίνουν σε ορισμένες ακραίες πολιτικές πρακτικές είναι ψυχικά διαταραγμένα.

Τέταρτο. Αν πάρουμε σαν δεδομένο ότι η αστυνομική βία του κράτους μπορεί να φέρει αντίδραση ενώ η ψυχιατρική βία όπως έχει αποδειχτεί είναι ηλιθίως αποδεκτή από τον πληθυσμό.

Πέμπτο.  Αν πάρουμε πάλι ως δεδομένο ότι μόνο οι φτωχοί και οι ανυπεράσπιστοι διώκονται στην ουσία ποινικά ή ψυχιατρικά, γιατί βλέπετε είναι ευκολότερο να χαρακτηριστεί τρελός ή κακοποιός ένας φτωχός και να καταστραφεί η ζωή του ενώ δεν τολμά να κάνει το ίδιο σε έναν πλούσιο και εδώ δεν εννοώ τους φρενοβλαβείς που οι ίδιοι στην ουσία επιζητούν να βγουν τρελοί και μπορείς να καταλάβεις τους λόγους παρατηρώντας τη συμπεριφορά τους.
Αν συνδέσουμε όλα τα παραπάνω ίσως μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι στο εγγύς μέλλον η ψυχιατρικές αρχές θα μπορούν να επεμβαίνουν σε κάθε σπίτι ενοχλητικού και να χορηγούν με τη βία ψυχοφάρμακα. Σε περίπτωση άρνησης λήψης τους από φτωχά άτομα που οι πράξεις τους τώρα δεν είναι δηλωτικές ψυχικής διαταραχής αλλά στο μέλλον θα είναι.

Και μάλιστα με την ανοχή του πληθυσμού ό όποιος θα τα έχει αποδεχτεί ως συνηθισμένη πρακτική ως κάτι το φυσιολογικό, όπως έχει αποδεχτεί πολλά άλλα, ένα είναι σίγουρο. Το μέλλον θα είναι πολύ άσχημο για όλους μας, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν ή δεν θα έχουν αποκτηνοποιηθεί. Και η έσχατη βλακεία των μη προνομιούχων είναι το να εμπιστευτούν αυτούς οι οποίοι τους αντιμετωπίζουν σαν ζώα προς εκμετάλλευση και η εκμετάλλευση έχει πολλά πρόσωπα. Το ίδιο και η ευγονική.

Ευχαριστώ.

Η ΥΓΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΝΟΜΙΟ. Από τους εμπόρους της εξάρτησης στο εμπόριο της απεξάρτησης.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΑΥΤΟΒΟΗΘΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ Α.Π.Θ.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η ΥΓΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΝΟΜΙΟ
Από τους εμπόρους της εξάρτησης στο εμπόριο της απεξάρτησης.
Εποχές περίεργες και δύσκολες. Εποχές γεμάτες κυνισμό και αδιαφορία. Εποχές που όλα
οφείλουν να μετρούνται και να κοστολογούνται. Τι και αν στο ζύγι χάνουν πάντα αυτοί που
έχουν τα λιγότερα; Έτσι επιτάσσει το νέο ήθος των καιρών.. δεν υπάρχουν πλέον αυτονόητα
και κεκτημένα.. όλα επαναξιολογούνται.. Γιατί λοιπόν η υγεία μας να μην είναι κομμάτι
αυτής της λογικής; Από τη στιγμή μάλιστα που μπορεί να αποτελέσει ένα από τα πλέον
προσοδοφόρα πεδία αποκόμισης κερδών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του υπό ψήφιση, τις επόμενες μέρες, νομοσχεδίου
του Υπουργείου Υγείας με γενικό τίτλο «Διαρθρωτικές αλλαγές στο σύστημα υγείας και
άλλες διατάξεις» και των επιχειρούμενων σε αυτό το νομοσχέδιο – μεταξύ των άλλων –
αλλαγών στο πεδίο της απεξάρτησης (άρθρο 5, παρ. στ). Οι προτεινόμενες αυτές αλλαγές,
οι οποίες είναι προφανώς αποτέλεσμα των πιέσεων των επιχειρηματιών που εμπορεύονται
τον ανθρώπινο πόνο στο το χώρο της απεξάρτησης, θα επιφέρουν την απόλυτη
απορρύθμιση και θα οδηγήσουν σε πολύ χειρότερη μοίρα τους εξαρτημένους
συνανθρώπους μας και τις οικογένειες τους. Στο υπό ψήφιση νομοσχέδιο προβλέπεται:
πρώτον, η αδειοδότηση ιδιωτικών προγραμμάτων απεξάρτησης και δεύτερον, η
χρηματοδότηση τους από διάφορους κρατικούς πόρους, όπως για παράδειγμα το
Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Και διερωτάται κανείς τα εξής:
– Η εγκληματική αδιαφορία των τελευταίων ετών του κράτους έναντι διαφόρων
παράνομων κερδοσκοπικών επιχειρήσεων στο χώρο της απεξάρτησης, παρόλες τις
καταγγελίες για τη λειτουργία τους ήταν τυχαία; Από ότι αποδεικνύεται, μάλλον
όχι.
– Το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις αυτές, πέρα από το παράνομο καθεστώς στο οποίο
λειτουργούν, λειτουργούν και χωρίς όρους και χωρίς προδιαγραφές, διαπράττοντας
μια σειρά αδικημάτων καθημερινά, θα ρυθμιστεί με την παραπάνω νομοθετική
ρύθμιση; Αν αυτό είναι το βασικό επιχείρημα ας ρίξουμε μια ματιά στις ιδιωτικές
ψυχιατρικές κλινικές ανά τη χώρα, όπου οι παράνομες καθηλώσεις, η ακραία
συνταγογράφηση και οι βάρβαρες πρακτικές είναι καθημερινό φαινόμενο και
απέχουν έτη φωτός από αυτό που εννοούμε με τον όρο περίθαλψη.
– Η ίδρυση ιδιωτικών μονάδων απεξάρτησης θα οδηγήσει σε παροχή καλύτερων και
φθηνότερων υπηρεσιών; Η διεθνής εμπειρία δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Αυτό που
έχει συμβεί είναι μια μεγάλη συρρίκνωση των δημοσίων και δωρεάν παρεχομένων
υπηρεσιών και αντικατάστασή τους με πανάκριβες ιδιωτικές υπηρεσίες. Στις
υπηρεσίες αυτές, οι έχοντες λαμβάνουν πλήρεις υπηρεσίες, ενώ οι μη έχοντες
αρκούμενοι στις πενιχρές καλύψεις των ασφαλιστικών τους ταμείων λαμβάνουν –
εάν είναι ασφαλισμένοι – το ελάχιστο των παρεχομένων υπηρεσιών. Για τα πλέον
αποκλεισμένα τμήματα του πληθυσμού που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξάρτησης
(μετανάστες, άνεργοι κλπ) το μόνο που προτείνεται είναι τα προγράμματα
υποκατάστασης, τα οποία απέχουν πολύ από αυτό που θεωρούμε αντιμετώπιση
της εξάρτησης. Η επικράτηση ακραίου ταξικού διαχωρισμού είναι εμφανής σε όσες
χώρες έχουν εφαρμοστεί ανάλογες πολιτικές.
– Η χρηματοδότηση αυτών των μονάδων από δημόσιους πόρους, όπως το
Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων σε ποια λογική υπακούει; Μάλλον στη λογική
του παραλόγου (στην καλύτερη περίπτωση), καθώς πως μπορεί να χαρακτηριστεί
μια πολιτική που προβλέπει τη χρηματοδότηση από το διαρκώς συρρικνούμενο
Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και των ιδιωτικών προγραμμάτων απεξάρτησης
παρά παράλογη; Με άλλα λόγια οι φορολογούμενοι πολίτες θα επιδοτούν μέσω
των φόρων τους, επιχειρηματίες, οι οποίοι με τα χρήματα αυτά θα στήνουν
προγράμματα, των οποίων τις υπηρεσίες με τη σειρά τους θα χρεώνουν πανάκριβα
στους πολίτες που τα έχουν χρηματοδοτήσει!!
Προφανώς και όλες αυτές οι κινήσεις υποτάσσονται σε μια συνολικότερη ακραία
νεοφιλελεύθερη πολιτική στο χώρο της υγείας. Μια πολιτική που απειλεί ευθέως την
ποιότητα της ζωής και της υγείας όλων μας. Σε αυτές τις πολιτικές οφείλουμε να
αντισταθούμε. Συλλογικά και μαζικά. Να αντισταθούμε στην επιχειρούμενη
εμπορευματοποίηση της απεξάρτησης και στην προσπάθεια υποβάθμισης των
δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών και να διεκδικήσουμε αυτά που μας οφείλονται:
– Δημόσιες, δωρεάν και άμεσα προσβάσιμες υπηρεσίες απεξάρτησης για όλους.
– Απόρριψη κάθε ιδέας νομιμοποίησης των παράνομων ιδιωτικών κέντρων
απεξάρτησης ή ίδρυσης νέων.
Στον αγώνα αυτό καλούμε όλους τους πολίτες και πολιτικούς, που θεωρούν ότι η υγεία
είναι δικαίωμα και όχι προϊόν που υπόκειται σε αγοραίες λογικές. Τέλος, καλούμε και
όλους τους βουλευτές να σταθούν προ των ευθυνών τους καταψηφίζοντας το εν λόγω
νομοσχέδιο.
Τα μέλη, οι εκπαιδευόμενοι και οι εργαζόμενοι του Προγράμματος Προαγωγής
Αυτοβοήθειας.
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης – Τμήμα Ψυχολογίας
Πρόγραμμα Προαγωγής Αυτοβοήθειας.
Μητροπόλεως 10, 54625. Τηλ.: 2310 –500477-8, Φαξ: 2310 500478.
Ιστοσελίδα: http://www.selfhelp.gr και http://selfhelpgreece.wordpress.com
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο: selfhelp@auth.gr

Άλλο κοινωνικός και αντικρατικός αγώνας κι άλλο πολιτική σπέκουλα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ

Η πολιτική είναι τεχνική εξαπάτησης. Κι αυτό είναι κοινή εμπειρία και συνείδηση. Η πολιτική σπέκουλα (κερδοσκοπία) είναι μια εξουσιαστική λογική που ποδοπατά πρόσωπα, καταστάσεις κι εκμεταλλεύεται ο,τιδήποτε μπορεί να αποκτήσει αξία και να πετύχει τον επιδιωκόμενο κάθε φορά στόχο. Η σαφήνεια της δράσης και του περιεχόμενου –πάνω στο οποίο στηρίζεται αυτή– είναι απαραίτητες προϋποθέσεις, που ξεχωρίζουν τους αναρχικούς και τους ειλικρινείς αγωνιστές από τους εξουσιαστές πολιτικούς και σπεκουλαδόρους.
Τα κινήματα και οι πολιτικοί εξουσιαστικοί μηχανισμοί, μικροί ή μεγάλοι, τόσο ως προς τον αριθμό όσο και ως προς την απήχηση στον κοινωνικό χώρο, σπεύδουν να εκμεταλλευτούν ένα γεγονός και να αλλοιώσουν την πραγματική διάσταση και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα. Ο τρόπος είναι απλός. Εντάσσεται και σχετίζεται, το συμβάν, με τη θέση που έχει ή δεν έχει σε πολιτικό ή κρατικό μηχανισμό το συγκεκριμένο άτομο που εμπλέκεται σ’ αυτό ή με τις απόψεις του.
Το ατύχημα που συνέβη στις 5 Ιανουαρίου στο Μενίδι δεν είναι δολοφονική ενέργεια, επειδή δεν συνδέεται με την πρόθεση και τον δόλο. Ενώ, αντίθετα, σαφώς συνδέεται με αυτά τα χαρακτηριστικά η επίθεση ομάδων ΔΕΛΤΑ και ΔΙΑΣ ενάντια σε διαδηλωτές.

Εάν, τώρα, ένας αναρχικός που επιβαίνει σε μια μοτοσυκλέτα περνώντας μπροστά από το κτίριο της ΓΑΔΑ με μεγάλη ταχύτητα, προκειμένου να προλάβει να περάσει το φανάρι και να φτάσει έγκαιρα στη δουλειά του, παρασύρει και τραυματίσει θανάσιμα ένα μπάτσο που προσπαθεί κι αυτός να περάσει το δρόμο κάθετα αυτό ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ.
Στην περίπτωση που επιτεθεί μόνος ή μαζί με άλλους συντρόφους του ενάντια σε ομάδα ΔΙΑΣ ή ΔΕΛΤΑ με ΠΡΟΘΕΣΗ να προκαλέσει σωματικές βλάβες σ’ αυτούς ή και θάνατο τότε δεν έχουμε ατύχημα.
Τα ατυχήματα όπου και να συμβαίνουν, είτε στο Μενίδι, είτε στην πλατεία Εξαρχείων, είτε στην Εκάλη παραμένουν ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ από οποιονδήποτε κι αν γίνονται.
Από κει πέρα, το τί είδους ρόλο έχει εκείνος που είναι ενταγμένος και δρα στο σύστημα κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης ή το εάν δραστηριοποιείται ενάντια σ’ αυτό, δεν μπορεί να συνδεθεί σώνει και καλά με κάποια από αυτά τα ατυχήματα. Η ισοπεδωτική λογική είναι συγγενής με την έννοια της συλλογικής ευθύνης.
Όσοι κινητοποιούνται κι εκφέρουν λόγο ενάντια στο ρατσισμό, τα πογκρόμ του κράτους και την κατασταλτική δράση των μηχανισμών του είναι χρήσιμο να τα αποσυνδέουν από θλιβερά περιστατικά όπως αυτό του θανάτου της 7χρονης Ρομά και να μην σκυλεύουν το νεκρό κορμί της. Επειδή με αυτό τον τρόπο δεν συνεισφέρουν στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Από την άλλη πλευρά, είναι κατανοητές οι αυθόρμητες αντιδράσεις των Ρομά της περιοχής, που δεν εντάσσονται σε πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά σε μια πηγαία αντίδραση και σε προγενέστερη αντίθεση των ανθρώπων της περιοχής με τους μπάτσους.
Δεν αθωώνουμε τους μπάτσους για το ρόλο που έχουν μέσα στο σύστημα κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης και γι’ αυτό συνεχίζουμε να πολεμάμε ενάντια στο κράτος και στους μπάτσους που σπεύδουν να το υπερασπιστούν επιτιθέμενοι σε αγωνιζόμενους ανθρώπους,
Όμως, δεν απαλλοτριώνουμε τον αυτοσεβασμό μας και δεν τον υποτάσσουμε σε ευκαιριακές σκοπιμότητες που αντικειμενικά –και πολλές φορές καθοριστικά– ευτελίζουν τις απελευθερωτικές διεργασίες.
Είναι ντροπή οι πολιτικές σκοπιμότητες των διάφορων κινημάτων να σκυλεύουν τα σώματα νεκρών.
Να παραμένουμε εναρμονισμένοι με αυτά που υποστηρίζουμε, τόσο ως αναρχικοί, όσο και ως αγωνιζόμενοι άνθρωποι και να είμαστε ικανοί να αποδίδουμε πάντα «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι».

 Αθήνα 7/1/2011

Συσπείρωση Αναρχικών

Πήτερ Μάρσαλ – “Απαιτώντας το αδύνατο – Η Ιστορία του Αναρχισμού”

Έχουν μαζευτεί εδώ και καιρό κάποια κείμενα ή αποσπάσματα βιβλίων που έχω μεταφράσει(πάντως δεν διεκδικώ σε καμιά περίπτωση τον τίτλο του μεταφραστή) και λέω να τα ποστάρω όλα, σημειώνοντας ότι για τυχόν λάθη που μπορεί να έχουν γίνει δεν ευθύνονται οι πρωτότυπες εκδόσεις στα αγγλικά αλλά το γεγονός ότι ΔΕΝ είμαι μεταφραστής.
Το “Απαιτώντας το αδύνατο- Μια Ιστορία του Αναρχισμού” του Πήτερ Μάρσαλ θεωρείται πλέον ένα από τα κλασικά βιβλία πάνω στην ιστορία και τις ιδέες του Αναρχισμού, και ίσως το πιο περιεκτικό. Ο Νόαμ Τσόμσκυ έχει δηλώσει ότι το προτείνει πάντα σε όποιον θέλει να έχει μια άποψη για τις ιδέες του αναρχισμού. Μαζί με το “Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης” του Ντανιέλ Γκερέν θεωρούνται τα πλέον περιεκτικά -τόσο στη γραφή όσο και στο μέγεθος- ιστορικά έργα της ιστορίας των αναρχικών και των ιδεών τους. Δυστυχώς λόγω του μεγέθους τους(εκτίμηση μου) δεν έχουν μεταφραστεί στην Ελληνική γλώσσα.
Ακολουθεί η μετάφραση(χωρίς επιμέλεια) της εισαγωγής του βιβλίου ενώ θα παρακαλούσα όποιον-α ενδιαφέρεται, να επικοινωνήσει μαζί μου για την πιθανότητα μιας ολοκληρωμένης συλλογικής μετάφρασης υπό τη μορφή pdf.

Εισαγωγή
Η ΑΝΑΡΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΟΣ, η συγκρότηση των απελπισμένων που πετώντας βόμβες εύχονται το τέλος του πολιτισμού. Η αναρχία είναι το χάος, όταν ο νόμος και η τάξη καταρρέουν και τα καταστροφικά πάθη των ανθρώπων εξεγείρονται. Η αναρχία ειναι μηδενισμός, η εγκατάλειψη όλων των ηθικών αξιών και το λυκόφως της λογικής. Aυτό είναι το φάντασμα της αναρχίας που στοιχειώνει την έδρα του δικαστή και το υπουργικό συμβούλιο. Στη λαική φαντασία και στη καθημερινή μας γλώσσα, η αναρχία σχετίζεται με τη καταστροφή και την ανυποταγή αλλά και με τη χαλάρωση και την ελευθερία. Ο αναρχικός απ’ οτι φαίνεται βρίσκει καλή παρέα στους βάνδαλους, τους εικονοκλάστες, τους άγριους, τους βάρβαρους και τους ρουφιάνους. Έχει αποθανατιστεί για της επόμενες γενιές στη νουβέλα του Τζόζεφ Κόνραντ “Ο Μυστικός Πράκτορας”(1907) ως ο φανατικός που προσβλέπει στη κατάρρευση των κυβερνήσεων και της πολιτισμένης κοινωνίας.
Δεν αποτελεί έκπληξη που ο αναρχισμός έτυχε αρνητικής δημοσιότητας. Είναι πολύ συνηθισμένο να απορρίπτουμε το ιδεατό του για γνήσια ελευθερία ως ουτοπικό στη καλύτερη των περιπτώσεων ή ακόμη χειρότερα, ως μια επικίνδυνη χείμαιρα.
Οι αναρχικοί απορίπτονται ως τρελοί υπονομευτές, ακαμπτοι εξτρεμιστές και επικίνδυνοι τρομοκράτες από τη μια ή ως αφελείς ονειροπαρμένοι και ευγενείς άγιοι απο την άλλη. Ο Αμερικανός πρόεδρος Θήοντορ Ρουσβελτ διακήρυξε στο τέλος του προπερασμένου αιώνα πως : “O αναρχισμός είναι το έγκλημα κατά ολόκληρου του ανθρώπινου γένους και όλη η ανθρωπότητα θα πρέπει να ενωθεί ενάντια στους αναρχικούς”.
Για να είμαστε ακριβείς μόνο μια μίκρη μειοψηφεία αναρχικών εφάρμοσε το τρόμο ως μια επαναστατική στρατηγική και κυρίως στη δεκαετία του 1890, όταν σε μια περίοδο πλήρους απελπισίας υπήρξε μια πλημυρίδα απο θεαματικές βομβιστικές επιθέσεις και πολιτικές δολοφονίες. Αν και συχνά σχετίζεται με τη βία, ιστορικά ο αναρχισμός υπήρξε μακράν λιγότερο βίαιος από άλλες πολιτικές συγκροτήσεις, και εμφανίζεται σαν μια αναιμική νεολαία που σπρώχνεται στην άκρη του δρόμου απο τις παρελαύνουσες ορδές των φασιστών και των απολυταρχικών κομμουνιστών.
Δεν έχει το μονοπώλιο στη βία και συγκρινόμενος με τον Εθνικισμό , το Λαικισμό και τη Μοναρχία εχει υπάρξει σχετικά ειρηνικός. Περαιτέρω, ως μια παράδοση που περικλείει σκεπτόμενους και ειρηνικούς ανθρώπους όπως ο Γκόντγουιν, o Προυντόν, o Κροπότκιν,  και ο Τολστόυ, με ευκολία μπορεί να απορριφθεί σαν ενγενώς τρομοκρατικος και μηδενιστικός. Από τους κλασικούς αναρχικούς μόνο ο Μπακούνιν εξύμνησε τη ποίηση της καταστροφής στα πρότερα έργα του και αυτό διότι όπως πολλοί άλλοι στοχαστές και καλλιτέχνες ένιωσε ότι πρώτα ήταν απαραίτητο να καταστραφεί το παλιό για να γεννηθεί το νέο.
Η κυρίαρχη γλώσσα και κουλτούρα σε μια κοινωνία τείνει να ανακλά τις αξίες και τις ιδέες αυτών που είναι στην εξουσία. Οι αναρχικοί πιο πολύ από τους περισσότερους υπήρξαν θύματα της τυρανίας στενών εννοιών, και παγιδεύτηκαν σε αυτό που οΤόμας Πέην αποκάλεσε “Η Βαστίλη της λέξης”. Αλλά είναι εύκολο να δούμε γιατί οι εξουσιαστές φοβούνται την αναρχία και “ταμπελώνουν” τους αναρχικούς ως καταστροφικούς φανατικούς. Γιατί αμφισβητούν τα ίδια τα θεμέλια της εξουσίας τους. Η λέξη “anarchy” προέρχεται από την Ελληνική λέξη “αναρxία”που σημαίνει την ύπαρξη “χωρίς αρχηγό” αλλά συνήθως μεταφράζεται και ερμηνεύεται ως “χωρίς εξουσιαστη”. Από την αρχή, ήτανε λογικό για τους εξουσιαστές να λένε στα αντικείμενα τους ότι χωρίς την εξουσία τους θα επέρχονταν ο όλεθρος. Όπως έγραψε ο Γέητς :”Πράγματα καταρρέουν,το κέντρο δεν μπορεί να κρατήσει, και μόνο αναρχία εξαπολυεται στο κόσμο”.
Kατά τον ίδιο τρόπο, οι υποστηρικτές του νόμου επιχειρηματολογούν πως ένα κράτος δίχως νόμους θα σήμαινε αβεβαιότητα, ατιμωρησία και βία. Άρα οι κυβερνήσεις και οι νόμοι είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της τάξης και της ηρεμίας.
Αλλά έγινε ολοένα και πιο ξεκάθαρο σε γενναίους και ανεξάρτητους διανοούμενους ότι ενώ τα Κράτη και οι κυβερνήσεις θεωρητικά αποσκοπούσαν στο να αποτρέπουν την αδικία, στην ουσία διαιώνιζαν την καταπίεση και την ανισότητα. Το Κράτος με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του, το νόμο, τη δικαιοσύνη, τις φυλακές και το στρατό έφτασε να θεωρήται όχι ως η θεραπεία, αλλά ως πρωταρχικό αίτιο της κοινωνικής αταξίας. Τέτοιοι ανορθόδοξοι στοχαστές πήγαν ακόμα παραπέρα με το να υπονοήσουν το εξής εξωπραγματικό, πως μια κοινωνία χωρίς εξουσιαστές δεν θα υποχωρούσε σε μια κατάσταση χαοτικής ακυβερνησίας, αλλά ίσως παρήγαγε τη πιο επιθυμητή μορφή μιας εύτακτης ανθρώπινης ύπαρξης.
Το “κράτος τη φύσης”, η κοινωνία δίχως κυβέρνηση, δε χρειάζεται τελικά να είναι ο εφιάλτης του Χόμπς, αυτός του μόνιμου πολέμου όλων εναντίων όλων, αλλά μάλλον μια κατάσταση ειρηνικής και παραγωγικής διαβίωσης. Σαφώς θα έμοιαζε πιο κοντά στο κράτος της φύσης του Λόκ, στο οποίο οι άνθρωποι ζούν από κοινού σε ένα κράτος “τέλειας ελευθερίας στο να καθορίζουν τις πράξεις τους”, στα πλαίσια ενός νόμου της φύσης,  και “ζούν σύμφωνα με τη λογική, δίχως ένα κοινό προιστάμενο στη γη με την εξουσία να κρίνει ανάμεσα τους”. Oι αναρχικοί μόνο αποφεύγουν τη πρόταση του Λόκ, ότι σε μια τέτοια κατάσταση η απόλαυση τη ζωής και της ιδιοκτησίας θα ήταν απαραίτητα αβέβαιη η άβολη.
Για αυτό το λόγο, ο Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν, ο πρώτος αυτο-αποκαλούμενος αναρχικός, γράφοντας το δέκατο ένατο αιώνα, διατύπωσε το ακόλουθο παράδοξο: “Η Αναρχία είναι Τάξη”. Αυτή η επαναστατική εισαγωγή του, αντηχεί έκτοτε, γεμίζοντας με φόβο τους εξουσιαστές μιας και μπορεί να ξεπεραστούν, και εμπνέει τους αλοτριωμένους και τους σκεπτόμενους με ελπίδα, μιας και μπορούν να φανταστουν μια εποχή που μπορεί και να είναι ελεύθεροι να κυβερνήσουν τους εαυτούς τους.
Το ιστορικό αναρχικό κίνημα έφτασε στο υψηλότερο σημείο του μέχρι σήμερα σε δύο από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις του εικοστού αιώνα – τη Ρωσική και την Ισπανική. Στη Ρωσική Επανάσταση, οι αναρχικοί προσπάθησαν να δώσουν νόημα στο σύνθημα “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ”, και σε πολλές περιοχές, ιδίως στην Ουκρανία, εγκαθίδρυσαν ελεύθερες κομμούνες.
Αλλά ενώ οι Μπολσεβίκοι συγκέντρωναν τις δυνάμεις τους, οι αναρχικοί άρχισαν να χάνουν έδαφος.  Ο Τρότσκυ ως επικεφαλής του Κόκκινου Στρατού, συνέτριψε το αναρχικό κίνημα με ηγέτη το Νέστορ Μάχνο στην Ουκρανία, και κατέστειλε τη τελευταία ελευθεριακή επανάσταση ναυτικών και εργατών, γνωστή ως “Ανταρσία της Κροστάνδης” στα 1921.
Μακράν το μεγαλύτερο αναρχικό πείραμα έλαβε χώρα στην Ισπανία τη δεκαετία του 1930. Στο ξεκίνημα του Ισπανικού Εμφυλίου, χωρικοί κυρίως από την Ανδαλουσία, την Αραγωνία και τη Βαλένθια, οργάνωσαν με οίστρο ενα δίκτυο απο κολεκτίβες σε χιλιάδες χωριά. Στην Καταλωνία, το πιο ανεπτυγμένο βιομηχανικά μέρος της Ισπανίας, αναρχικοί διαχειρίζοταν τις βιομηχανίες μέσω εργατικών κολεκτίβων, βασισμένων στις αρχές της αυτοδιαχείρησης. Ο Τζώρτζ Όργουελ έχει αφήσει μια αξιωσημείωτη καταγραφή της επαναστατικής ατμόσφαιρας στο βιβλίο του “Προσκήνημα στη Καταλωνία”(1938). Όμως η ανάμειξη της φασιστικής Ιταλίας και Γερμανίας στο πλευρό του Φράνκο και των ανταρτών του, και η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης να μειώσει την ήδη περιορισμένη παροχή οπλισμού μέσω των κομμουνιστών, σήμαινε πως το πείραμα ήταν καταδικασμένο. Κομμουνιστές και αναρχικοί πολέμησαν μεταξύ τους στη Βαρκελώνη το 1937, και ο Φράνκο θριάμβευσε σύντομα μετά. Εκατομμύρια Ισπανών αναρχικών πέρασαν στη παρανομία η έχασαν το δρόμο τους.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος που ακολούθησε διέλυσε το διεθνές αναρχικό κίνημα, και οι πιο αφοσιωμένοι περιορίστικαν στην κυκλοφορία μικρών περιοδικών και τη καταγραφή περασμένων μεγαλείων. Μόνο η στρατηγική της πολιτικής ανυπακοής του Γκάντι, που χρησιμοποιήθηκε για να εκδιώξει τους Άγγλους από την Ινδία και το όραμα του για μια αποκεντροποιημένη κοινωνία βασισμένη σε αυτόνομα χωριά, φάνηκε να δείχνουν κάποια φωτεινά σημεία ελευθεριακής σκέψης. Όταν ο Τζώρτζ Γούντκοκ έγραψε τη δικιά του ιστορία του αναρχισμού στις αρχές του 1960, μετά λύπης συμπέρανε ότι το αναρχικό κίνημα ήταν ένας χαμένος σκοπός και ότι το αναρχικό ιδεώδες μπορούσε πρωτίστως να μας βοηθήσει στο “να κρίνουμε τη κατάσταση μας και να δούμε τους στόχους μας”. Επίσης ο ιστορικός Τζέημς Τζόλλ πρόσθεσε την δικιά του ελεγειακή νότα σύντομα μετά και ανακοίνωσε την αποτυχία του αναρχισμού ως μιας σοβαρής πολιτικής και κοινωνικής δύναμης”, ενω ο κοινωνιολόγος Ίρβαιν Χόροβιτζ επιχειρηματολόγησε λέγοντας πως “ήταν καταδικασμένος απο την αρχή σε αποτυχία”.
Τα γεγονότα σύντομα τους απέδειξαν λάθος. Ο αναρχισμός σαν ενα ηφαίστιο αξιών και ιδεών ήταν ανενεργός και όχι εξαφανισμένος. Η δεκαετια του εξηντα γνώρισε μια αξιοσημειωτη αναγενηση αν και σε μια πρωτοεμφανιζομενη και πιο εξαπλωμένη μορφη. Πολλα απο τα θεματα της Νεας Αριστερας – η αποκεντρωση, η κατοχή του ελεγχου απο τους εργατες, η συμμετοχικη δημοκρατια – ήταν κεντρικές αναρχικές προτεραιοτητες. Bαθια σκεφτομενοι Μαρξιστες οπως ο E.Π. Τόμσον ξεκίνησαν να αποκαλουν τους εαυτους τους “ελευθεριακους σοσιαλιστες” ωστε να αποστασιοποιηθούν απο τις απολυταρχικες τακτικες των κομματων της πρωτοπορίας. Η αναπτυξη της αντικουλτουρας, βασισμενη στην ατομικοτητα, τη κοινότητα, και την απολαυση, εξεφραζε μια βαθεια αναρχικη ευαισθησια, αν οχι μια αυτό-συνηδητή γνωση. Για μια ακομα φορα εγινε ρεαλιστικο το να απαιτεις το ακατόρθωτο.
Κουρασμένοι απο τους απρόσωπους μονολιθικούς θεσμούς, το κενο παραπλανητικο λογο των πολιτικων καριερας, και τη γκριζα εργασιακη μονοτονια, η δυσαρεστημένη νεολαία ύψωσε τη μαύρη σημαία σε Λονδίνο, Παρισι, Άμστερνταμ, Βερολινο, Σικαγο, Πολη του Μεξικο, Μπουενος Αιρες και Τοκυο. Οι μαθητικές εξεγερσεις του 1968 ειπηρξαν ελευθεριακης εμπνευσης. Στο Παρισι οι αφίσες στους δρομους παραδοξως διακυρησαν “Να ειστε ρεαλιστες, απαιτητε το ακατόρθωτο”, “Απαγορευεται να απαγορευεις” και “Η φαντασια στην Εξουσια”.
Οι Καταστασιακοί καλουσαν για ενα εκτεταμενο μετασχηματισμο της καθημερινότητας. Οι Provos και οι Kabouters στην Ολλανδια συνεχιζαν τη παράδοση της δημιουργικης αντιπαραθεσης. Οι αυθορμητες εξεγερσεις και αντιπαραθέσεις αυτης της περιοδου εδειξαν ποσο ευαλωτα θα μπορουσανε να ειναι τα συνχρονα συγκεντρωτικα Κρατη.
Οι ιστορικοί κράτησαν σημειωσεις. Tο “L’Anarchisme: de la doctrine a l’action(1965), του Ντανιέλ Γκερέν αντανακλασε αλλα και βοηθησε να αναπτυχθει μια ελευθεριακή ευαισθησία τη δεκαετία του ’60: εγινε best seller και μεταφραστηκε σε πολλές γλωσσες. Ο Γκερέν κατεληξε οτι μπορει να υπαρξει Κρατικος κομμουνισμός, αλλα οχι αναρχισμος ο οποιος ήταν εκτός των αναγκών του σύγχρονου κόσμου. και αισθάνθηκε οτι η προβλεψη του επαληθευτηκε πληρως απο τα γεγονότα της Πραγας και του Παρισιου το 1968. Ο Τζόλ υποχρεωθηκε να αναγνωρίσει οτι ο αναρχισμος συνεχιζε να ειναι μια ζωντανη παραδοση και οχι μονο ψυχολογικού η ιστορικου ενδιαφεροντος. Ο Γούντοκ επισης εξομολογηθηκε οτι υπήρξε βιαστικος στο να ανακυρηξει τον αναρχισμο ενα βημα πριν το θανατο. Σαφώς, βρισκοτανε  μακρια απο τον επιθανατιο ρονχο του και ειχε γινει “ενας Φοίνικας σε μια αφυπνηζομενη ερημο”.
Ο αναμενόμενος μετασχηματισμος της καθημερηνοτητας δεν ηρθε στη δεκαετια του ’70, αλλα η επιροη των αναρχικων συνεχισε να αποκαλυπτεται σε πολλα πειράματα επανω στη ζωη σε κοινοτητες στην Ευρωπη και τη Νοτια Αμερικη στα οποια επιχειρήθηκε να δημιουργηθουν ελευθερες ζωνες μεσα στα Εταιρικα Κρατη.
Το κίνημα για τον ελενγχο στα χερια των εργατων και την αυτοδιαχειρηση αντηχούσε τις αρχες του αναρχο-συνδικαλισμου. Τα κινηματα ειρηνης και γυναικών ειχανε εντυπωσιαστει απο την αναρχικη κριτικη στη κυριαρχια και την ιεραρχία, και ειχανε υιοθετησει σε διαφορους βαθμους την αναρχικη εμφαση στην αμεση δράση και τη συμμετοχικη δημοκρατια. Το κινημα των Πρασινων ειναι αναρχικό στην επιθυμια του να αποκεντροποιησει την οικονομια και να αποδομήσει τη προσωπικη και πολιτικη εξουσια. Αναρχικοι εχουν επιρεασει τα πεδια της εκπαιδευσης, των συνδικατων, του κοινοτικου σχεδιασμου και της κουλτούρας.
Η πρόσφατη ταση προς πιο στρατικοποιημενες, συγκεντρωτικες και μυστικοπαθεις κυβερνήσεις δημιουργησε ενα αντι-κινημα ανθρωπων που αμφισβητουν την εξουσία και επιμενουν να σκεφτονται για τους εαυτους τους.
Στα απομεινάρια των ολοκληρωτικων σοσιαλιστικων καθεστώτων, υπάρχει μια διαδεδομένη απαίτηση για περισσότερο αυτό-προσδιορισμό και θεμελιώδεις ελευθερίες. Στις ανεξάρτητες δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ο ρόλος του Κράτους έχει έρθει και πάλι στη συζήτηση, και νέοι ριζοσπάστες διαβάζουν Μπακούνιν και Κροπότκιν για πρώτη φορά. Πρίν την επέμβαση των τάνκς, οι -μαθητικής έμπνευσης- διαδηλώσεις στη Κίνα το Μάιο του 1989 έδειξαν τις δημιουργικές πιθανότητες της μή-βίαιης άμεσης δράσης και οδήγησαν σε καλέσματα για αυτόνομα συνδικάτα και αυτοδιαχείρηση στα αναρχικά πρότυπα.
Στη Δύση, πολλοί από τη Δεξιά στράφηκαν επίσης στους αναρχικούς στοχαστές για έμπνευση. Ενα νέο κίνημα υπέρ του αναρχο-καπιταλισμού αναδύθηκε το οποίο ήθελε την απορύθμιση ης οικονομίας και να δώσει ένα τέλος στον κυβερνητικό παρεμβατισμό. Αν και στη πραξη εκαναν το αντιθετο, η πρωθυπουργος της Βρετανίας Μαργκαρετ Θατσερ προσπαθησε να “οπισθοχωρισει τα συνορα του κράτους”, ενω στις Η.Π.Α. ο προεδρος Ροναλντ Ρηγκαν ηθελε να τον θυμουνται πρωταρχικά για το οτι “ξεφορτωθηκε τη κυβερνηση απο τις πλατες των ανθρώπων”. Το Φιλελευθερο κομμα το οποιο ωθησε αυτες τις ιδεες παραπερα, εγινε το τριτο μεγαλυτερο κομμα στις Ηνωμενες Πολιτειες τη δεκαετια του 1980.
Ειναι ξεκάθαρη πρόθεση αυτού του βιβλίου να αναδείξει την ύπαρξη μιας μεγάλης αναρχικής παράδοσης η οποία προσφέρει πολλές ιδέες και αξίες σχετικές με τα σύγχρονα θέματα και προβλήματα. Δεν έχει σκοπό, όπως πολλές άλλες μελέτες του αναρχισμού, να είναι μια μεταμφιεσμένη μορφή προπαγάνδας, επιτιθέμενη στις Μαρξιστικές  και Φιλελεύθερες κριτικές, μόνο και μόνο για  να θεμελιώσει την ιστορική σημασία και σύνδεση του αναρχισμού. Ουτε προσφερει, οπως η προσφατη δουλειά του David Miller, εναν απολογισμο του αναρχισμου ως ιδεολογια, ως ενα κατανοητό δογμα που εκφραζει τα συμφεροντα μια κοινωνικης ομαδας.
Το “ Απαιτώντας το Ακατορθωτο” ειναι πρωτίστως μια κριτική ιστορία των αναρχικών ιδεών και κινημάτων, αναζητώντας την προέλευση και ανάπτυξη τους, απο τους αρχαίους πολιτισμούς μέχρι σήμερα. Eξετάζει συγκεκριμένους στοχαστές αλλά δε θεωρεί τις δουλειές τους ως αυτο-αναφορικά και ολοκληρωμένα κείμενα.
Προσπαθεί να τοποθετήσει τους στοχαστές και τα έργα τους σε ενα συγκεκριμένο ιστορικό και προσωπικό πλαίσιο αλλά και ως μέρος των ευρύτερων παραδόσεων.
Το από που μπορεί κάποιος να ξεκινήσει και να τελειώσει σε μια τέτοια μελέτη είναι προφανώς υπο συζήτηση. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει πως η μελέτη του αναρχισμού θα έπρεπε να ξεκινήσει με τον Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν, τον πρώτο αυτο-αποκαλούμενο αναρχικό, και να περιοριστεί μόνο στους επόμενους στοχαστές που αποκάλεσαν τους εαυτούς τους αναρχικούς. Από μια τέτοια μελέτη θα έπρεπε υποθετικά να εξαιρεθει ο Γκόντγουιν, ο οποιος θεωρείται συνήθως ο πρώτος μεγάλος αναρχικός στοχαστής, όπως και o Τολστόυ, ο οποίος ήταν επιφυλακτικός στο να αποκαλεί τον εαυτό του αναρχικό, εξαιτίας των αρνητικών συνειρμών της λέξης επί των ημερών του. Θα έπρεπε επίσης να περιορίσει τον εαυτό του σε συγκεκριμένες περιόδους της ζωής των πιο σημαντικών στοχαστών.
Ο Προυντόν, για παράδειγμα, προς το τέλος της ζωής του υποχώρησε απο τον αναρχισμό, και ο Μπακούνιν και o Κροπότκιν συστρατεύθηκαν κάτω απο το αναρχικό λάβαρο στην ωριμότητα τους.
Γενικά, προσδιορίζω ως αναρχικό αυτό το άτομο το οποίο απορρίπτει όλες τις μορφές της εξωτερικής κυβέρνησης και το κράτος, και πιστεύει ότι η κοινωνία και τα άτομα θα μπορούσαν να λειτουργήσουν καλύτερα χωρίς αυτούς.
Ο φιλελεύθερος από την άλλη είναι αυτός ο οποίος έχει την ελευθερία ως υπέρτατο αγαθό και θα ήθελε να περιορίσει τη δύναμη της κυβέρνησης στο ελάχιστο κι αυτό σε ότι αφορά την ασφάλεια.
Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ αναρχικού και φιλελεύθερου είναι λεπτή, και στο παρελθόν οι δύο όροι έχουν χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά ο ένας για τον άλλο. Άλλα ενώ όλοι οι αναρχικοί είναι φιλελεύθεροι, όλοι οι φιλελεύθεροι
δεν είναι αναρχικοί. Ακόμα και έτσι, είναι μέλη της ίδιας φατριας,
μοιράζονται τους ίδιους απογόνους και έχουν πολλές ομοιότητες. Και κάποιες φορές σχηματίζουν δημιουργικές ενώσεις.
Σε αυτή τη μελέτη έχω ακολουθήσει το παράδειγμα του Kropotkin ο οποίος, στο διάσημο άρθρο του για την Encyclopaedia Britannica(1910), εντοπίζει την αναρχική “τάση” πίσω, μέχρι το Λάο Τζού και τον αρχαίο κόσμο. Είμαι πρόθυμος να θεμελιώσω τους δικαιολογημένους ισχυρισμούς για μια αναρχική παράδοση αφού ο αναρχισμός δεν εμφανίστηκε απότομα τον δέκατο ένατο αιώνα και μόνο οταν κάποιος αποφάσισε να αποκαλέσει τον εαυτό του αναρχικό. Θα ήθελα επίσης να ξεσκεπάσω αυτό που ο Μάρρευ Μπουκτσίν αποκάλεσε “μια κληρονομιά ελευθερίας” και να ξανασχηματίσω μια ακτή ελευθεριακής σκέψης που έχει καλυφθεί η αποκρυφθεί κατά το παρελθόν απο την κυρίαρχη εξουσιαστική κουλτούρα. Πρωταρχικα περιορισα τον εαυτο μου στους στοχαστες; ποιητες σαν το Shelley και συγγραφεις σαν τους Φράντς Κάφκα, Β. Traven και Ούρσουλα Λε Γκέν που εκφραζουν μια βαθεια αναρχική ευαισθησία τους έχω αφήσει με επιφυλακτικότητα έξω και η πλουσια φλεβα της αναρχικης τεχνης ακουμπήθηκε μονο. Τα κινητρα μου πηγαζουν πρωταρχικα απο τη θεληση μου να δειξω την εκταση και το βαθος της αναρχικης φιλοσοφιας και να αποβαλω την λαϊκή προκαταληψη οτι η αναρχικη παραδοση δεν εχει παραξει στοχαστες πρώτου μεγεθους.
Το “Απαιτώντας το Ακατορθωτο” έχει ως σκοπό το να είναι μια ιστορία της αναρχικής σκέψης και δράσης. Ενώ επιχειρεί να τοποθετήσει τους στοχαστές και τις ιδέες στο ιστορικό και κοινωνικό τους πλαίσιο, η έμφαση που θα δοθεί θα είναι στην ανάπτυξη του αναρχισμού σε ένα πλούσιο, βαθύ και αυθεντικό σώμα ιδεών και αξιών. Θα πρέπει να είναι λοιπόν ιστορικού αλλά και φιλοσοφικού ενδιαφέροντος. Δεν έχει γραφτεί με σκοπό τη προπαγάνδα, αλλά οι δικές μου συμπάθειες δίχως άλλο θα λάμψουν στο δρόμο.
Μια μελέτη του αναρχισμού θα δείξει ότι η διάθεση για ελευθερία δεν είναι μόνο ένα κεντρικό μέρος της συλλογικής μας εμπειρίας αλλά ανταποκρίνεται σε ένα βαθύ ανθρώπινο συναίσθημα. Η ελευθερία είναι απαραίτητη για την αυθεντική σκέψη και δημιουργικότητα. Είναι επίσης και μια φυσική επιθυμία εφόσον μπορούμε να δούμε πως σε κανένα ζώο δεν του αρέσει να μπαίνει σε κλουβί και όλα τα συνειδητά όντα
απολαμβάνουν την ελεύθερη ικανοποίηση των επιθυμιών τους.
Ο αναρχισμός περαιτέρω αναζητά στη κοινωνική ζωή ότι φαίνεται να λειτουργεί στη φύση: το κάλεσμα για αυτό-διαχείριση στη κοινωνική ζωή αντικατοπτρίζει την αυτό-ρύθμιση και αυτό-οργάνωση της ίδιας της φύσης. O αναρχισμός απορρίφθηκε από τους αντιπάλους του ως γελοίος και παράλογος. Οι Εξουσιαστικοί Μαρξιστές αντηχούν τον Λένιν και τον απορρίπτουν μαζί με άλλες μορφές “ αριστερού” κομμουνισμού ως μια “ βρεφική διαταραχή”.  Από αυτή τη σκοπιά βρίσκουν παρέα στους ορθόδοξους Φροϋδικούς που πιστεύουν οτι ο πολιτισμός μπορεί να υπάρξει μόνο στη βάση της εκτεταμένης απώθησης των ενστικτωδών ορμών.  Υπονοείται ότι οι αναρχικοί προβάλουν στο κράτος όλο το μίσος που ένιωσαν για την πατρική εξουσία. Έτσι μια σοβαρή ηθική και κοινωνική φιλοσοφία υποβαθμίζεται σε μια πατροκτόνα ευχή με άσχημο τέλος η απορρίπτεται ως μια μορφή θεραπείας βρεφικής νεύρωσης. Ισχυρίζονται περεταίρω οτι ο αναρχισμός υπολείπεται φιλοσοφικής βάσης και η έκκληση του είναι θεμελιωδώς συναισθηματική.
Αν αυτοί οι ισχυρισμοί είναι ακριβείς, θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί γιατί μερικά από τα καλύτερα μυαλά αυτού του αιωνα, οπως ο Μπέρτραντ Ράσελ και ο Νόαμ Τσόμσκυ εξέλαβαν την αναρχική φιλοσοφία τόσο σοβαρά, ακόμα και αν δεν ενστερνίσθηκαν πλήρως τα συμπεράσματα της. Θα αποδεικνυόταν επίσης δύσκολη η καταγραφή της ευρείας επιρροής του αναρχισμού σαν ένα κοινωνικό κίνημα αυτό τον αιώνα, ιδίως στην Ισπανία, αν δεν προσέφερε μια λογική και χρήσιμη απάντηση σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Mακριά από το να είναι ουτοπικός η αταβιστικός, ο αναρχισμός μάχεται ευθέως με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα και οι κοινότητες τόσο στις εξελιγμένες βιομηχανικές κοινωνίες όσο και στις αγροτικές.
Η συνεχιζόμενη έλξη που ασκεί ο αναρχισμός πιθανότατα εντοπίζεται στην  αδιάκοπη συσχέτιση του με τις λογικές αλλά και συναισθηματικές παρορμήσεις που  βρίσκονται βαθιά στο καθένα μας. Είναι ταυτοχρόνως άποψη, τρόπος ζωής αλλά και κοινωνική φιλοσοφία. Αντιπροσωπεύει μια επεξηγηματική ανάλυση των ήδη υπαρχόντων θεσμών και πρακτικών, και την ίδια στιγμή προσφέρει την προοπτική για μια ριζοσπαστικά μετασχηματισμένη κοινωνία. Πάνω από όλα διαφυλάσει τη μαγευτική ιδέα της προσωπικής αλλά και κοινωνικής ελευθερίας -και με την αρνητική έννοια της απελευθερωσης απο ολα τα εξωτερικα δεσμα και την επιβαλλόμενη εξουσια – αλλα και με τη θετικη εννοια της ελεύθερης  απολαυσης της πληρους αρμονιας της υπαρξης.
Όποια και να είναι η μελλοντική του επιτυχία ως ιστορικό κίνημα, ο αναρχισμός θα παραμείνει ένα θεμελιώδες μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας, γιατί το πάθος για την ελευθερία είναι μια από τις πιο βαθιές μας ανάγκες και το όραμα για μια ελεύθερη κοινωνία είναι ένα από τα παλαιότερα όνειρα μας. Κανένα δεν μπορεί να κατασταλλεί πλήρως. Και τα δύο θα επιβιώσουν όλων των εξουσιαστών και των Κρατών τους.
http://wp.me/pPn6Y-55z

Πειθαρχία τέλος – Ζωή Μαγική

«Όλα ήταν στη θέση τους.
Οι πεινασμένοι στην Αφρική. Οι ειδικοί στην τηλεόραση. Οι κακοί στη φυλακή. Οι αναρχικοί στα Εξάρχεια. Αυτοί που αποφασίζουν στη Βουλή. Τα λεφτά μας στα δάνεια. Η αστυνομία στην επόμενη γωνία. Τα σπίτια μας στις τράπεζες. Οι εχθροί μας στην Τουρκία και τη Μακεδονία. Τα πάρκινγκ μας στα πάρκα. Η ψυχαγωγία μας στα bar. Τα παιδιά μας στο σχολείο. Οι φίλοι μας στο Facebook. Η τέχνη στα μουσεία. Οι επιθυμίες μας στις διαφημίσεις. Τα δέντρα μας Χριστούγεννα στο Σύνταγμα. Η ομορφιά στα κέντρα αδυνατίσματος. O έρωτας στις 14 Φλεβάρη. Εμείς στους τέσσερις τοίχους. 
Πειθαρχία τέλος – Ζωή Μαγική 
Η αστυνομία στην Αφρική. Οι πεινασμένοι στις τράπεζες. Οι αναρχικοί στη Βουλή. Τα Εξάρχεια στην καρδιά μας. Οι κακοί στα κέντρα αδυνατίσματος. Οι φίλοι πλάι μας. Τα bar στις φυλακές. Αυτοί που αποφασίζουν στο σχολείο.Τα λεφτά μας στα πάρκα. Τα πάρκα στα πάρκινγκ τους. Οι εχθροί μας στο facebook. Οι ειδικοί στα σπίτια τους. Η τηλεόραση στα σκουπίδια. Η ψυχαγωγία στα σχολεία. Η τέχνη παντού. Οι διαφημίσεις στα μουσεία. Τα παιδιά μέσα μας. Τα μπαλέτα στους δρόμους. Ο έρωτας στην επόμενη γωνία. Τα σπίτια στα δέντρα. Τα δέντρα στους δρόμους. Η ομορφιά στους δρόμους . Οι επιθυμίες μας στους δρόμους. Εμείς; Στους τέσσερεις τοίχους;»

Επιστολή του Αν.καθηγητή του τμήματος Ψυχολογίας του ΑΠΘ Κων.Μπαϊρακτάρη για τον διορισμό Ομάδας Εργασίας Ψυχαργώς 2011-2020

Προς
τον Γενικό Γραμματέα του
Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Γεν. Διεύθυνση Διοκ.Υποστήριξης και Τεχνικών Υποδομών
Διεύθυνση Προσωπικού
Τμήμα Συλλογικών Οργάνων

Αξιότιμε κ. Γενικέ,

Από το Διαδίκτυο πληροφορήθηκα για τον ορισμό μου ως μέλους της Ομάδας Εργασίας για την αναθεώρηση του Προγράμματος «Ψυχαργώς 2011-2020» (Αρ. Πρωτ. ΔΥ1δ/οικ.122308/6/12/2010).  Σας ευχαριστώ για την επιλογή του προσώπου μου αλλά θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι δεν ρωτήθηκα ποτέ ο ίδιος.
Επιτρέψτε μου παρά ταύτα να παραθέσω  επιγραμματικά τους λόγους διαφοροποίησής μου και την αδυναμία μου να συμμετάσχω στη συγκεκριμένη  Ομάδα Εργασίας.
1. Γνωρίζετε ότι η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση αποσκοπούσε από την έναρξή της στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 στην άρση της ιδρυματικής και ψυχιατρικής βαρβαρότητας  στα ελληνικά Ψυχιατρεία, την Αποϊδρυματοποίηση και την εφαρμογή ενός άλλου επιστημονικού παραδείγματος. H ακύρωση της ψυχιατρικής βαρβαρότητας προϋποθέτει την ακύρωση του επιστημονικού παραδείγματος που οδηγεί σε αυτή.  Προϋποθέτει την ακύρωση του Μονόλογου των ειδικών. Γιατί ο Μονόλογος αυτός  οδηγεί στις  καταστάσεις βαρβαρότητας και στον στιγματισμό.  Γιατί ο Μονόλογος αυτός μπορεί και αναπαράγεται μέσα από την αφαίρεση του Λόγου και των δικαιωμάτων συνανθρώπων  που  βιώνουν καταστάσεις ψυχικού πόνου.
Η διαρκής αναπαραγωγή αυτού του επιστημονικού Μονόλογου, η κυριαρχία του και η συστηματική διάχυσή του στο κοινωνικό σώμα είναι στην ουσία μια πολιτική πρακτική που υπηρετεί μια ιδεολογία αντικειμενοποίησης  και χειραγώγησης  των υποκειμένων και όχι της χειραφέτησής τους.. Μια ιδεολογία που εμποδίζει στην ουσία την ακύρωση των μηχανισμών και των διεργασιών αποκλεισμού ή  περιθωριοποίησης μίας σειράς ατόμων ή ομάδων αφού και η ίδια εμφανίζεται, εγκαθιδρύεται και αυτοτροφοδοτείται μέσω της ενίσχυσης αυτών ακριβώς των διεργασιών και μηχανισμών.  Ο Μονόλογος λοιπόν των ειδικών αναπαράγεται και στη σύνθεση της  συγκεκριμένης Ομάδας Εργασίας.
Παραγνωρίζεται ότι μετά από αρκετές δεκαετίες  προσπαθειών τα ίδια τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία, χρήστες ή πρώην χρήστες  υπηρεσιών ψυχικής υγείας ή επιζώντες της Ψυχιατρικής όπως αυτοπροσδιορίζονται είναι σε θέση και στην Ελλάδα, όχι μόνο να έχουν άποψη για ζητήματα που τους αφορούν άμεσα, αλλά  αποτελεί πλέον, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο,  αναγνωρισμένο δικαίωμά τους. Η απουσία λοιπόν των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία από μια τέτοια ομάδα πιστοποιεί για μένα μια αναχρονιστική αντίληψη, επιβεβαιώνει την αναπαραγωγή  και επιβολή του  Μονόλογου των ειδικών στερώντας από αυτά θεμελιώδη δικαιώματα.
2. Η  Υγεία  αποτελεί δημόσιο αγαθό και το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας αναφαίρετο δικαίωμα. Η μεταρρύθμιση λοιπόν  δεν είναι μια τεχνική-διοικητική πράξη ούτε μια πράξη περιορισμένη και εγκλωβισμένη σε  μια δημοσιονομική λογική που απαλλάσσει  το κράτος από την βασική του αυτή υποχρέωση, πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για χρήματα φορολογουμένων ή για κοινοτικούς πόρους.
Η αποπομπή αυτής της βασικής υποχρέωσης του  κράτους  και η μεταβίβαση και της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στις λεγόμενες κερδοφόρες μη κερδοσκοπικές εταιρίες ή τις κρατικοδίαιτες μη-κυβερνητικές οργανώσεις εξυπηρετεί μεν την «ταχεία» απορρόφηση των τεράστιων κονδυλίων που θα διατεθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα επόμενα χρόνια,  δεν απαντάει όμως στα ερωτήματα και στις ανάγκες για ένα βιώσιμο και διαρκές  δημόσιο υποστηρικτικό σύστημα.
Η χωροταξική μετεγκατάσταση των συνανθρώπων μας  στα πλαίσια του Ψυχαργώς χωρίς την αλλαγή του επιστημονικού παραδείγματος  αποδεικνύει από την μέχρι τώρα πρακτική και εμπειρία ότι αποτελεί  μεταφορά της ιδρυματικής λογικής και του κοινωνικού ελέγχου στην κοινότητα
Ακόμα η ανοχή της βαρβαρότητας και των απάνθρωπων συνθηκών  στις ψυχιατρικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ιδιωτικές Ψυχιατρικές Κλινικές) ενισχύει την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους παρακαλώ να δεχτείτε τη μη συμμετοχή μου στη συγκεκριμένη Ομάδα Εργασίας.
Θα ήθελα να σας παρακαλέσω να αναρτηθεί  αυτή μου η επιστολή στην ιστοσελίδα του Υπουργείου και να κοινοποιηθεί στα υπόλοιπα πρόσωπα της Ομάδας Εργασίας.
Με εκτίμηση
Κώστας Μπαϊρακτάρης
Αναπλ. Καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας
Α. Π. Θ.

Από την πατριωτική στην ταξική συνείδηση

Εθνική, θρησκευτική, πατριωτική, ταξική συνείδηση. Όποιος κι αν είναι ο επιθετικός προσδιορισμός της συνείδησης, αυτή αποκτάται από το ίδιο το άτομο που δρα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Η απόκτησή της βασίζεται σε βιώματα και όχι σε εμφυτεύσεις ιδεών και προτύπων. Σε συνθήκες κοινωνικής αποσάθρωσης, όπως κατεξοχήν η κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, οι άνθρωποι επαναπροσδιορίζουν το πλαίσιο αναφοράς τους προκειμένου να ενισχύσουν τις άμυνές τους (οικογένεια, πατρίδα, τάξη), αλλά ταυτόχρονα είναι ευάλλωτοι στον ετεροκαθορισμό του πλαισίου αυτού από την εξουσία που επιχειρεί να χειραγωγήσει με τον πλέον αδίστακτο τρόπο. Μήπως λοιπόν αντί να επιχειρήσουμε να αποδομήσουμε τα “μη χρήσιμα” πλαίσια, να τολμήσουμε να τα υφαρπάξουμε από τα χέρια της εξουσίας; Μπορεί τελικά το πατριωτικό να μετατραπεί σε ταξικό;
Από τους διάφορους ορισμούς  της συνείδησης, ας κρατήσουμε τον παρακάτω.

Συνείδηση: η συναίσθηση της προσωπικής ένταξης σε ένα χώρο ή σε ένα σύνολο και της ευθύνης που προκύπτει από αυτή: H ιστορική ~ ενός λαού. H ταξική ~ συσπειρώνει εκείνους που υπερασπίζονται κοινωνικά συμφέροντα.

Ανεξάρτητα από την επιστημονική ή την ψυχολογική προσέγγιση του όρου συνείδηση, σε κάθε περίπτωση πρόκειται για νοητική ατομική διεργασία που καθορίζεται δυναμικά από τις εξωτερικές προσλαμβάνουσες. Παρόλο λοιπόν που προϋποθέτει την ένταξη του ατόμου εντός ενός κοινωνικού πλαισίου, η ανάπτυξή της έχει προσωπικό χαρακτήρα. Δε φυτεύεται, ούτε ορίζεται, αλλά βιώνεται.

Ο πατριωτικός μπαλαντέρ

Αναμφίβολα, ο πατριωτισμός χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον και αποτελεσματικά για την επικράτηση της οικονομικής δικτατορίας, την υποδαύλιση του εθνικού μίσους και εν τέλει την αδρανοποίηση της ταξικής πάλης. Ιστορικά λειτούργησε θαυμάσια με τη μορφή του «τελευταίου καταφύγιου των απατεώνων». Σε κάθε περίσταση οπότε το κεφάλαιο τα έβρισκε μπαστούνια, ανέσυρε τον πατριωτικό μπαμπούλα από την εργαλειοθήκη του και καταπλάκωνε τον ενοχλητικό κοινωνικό έλεγχο και φυσικά την ίδια την αστική δημοκρατία. Από τα χιτλερικά Φρέικορπς έως τον πόλεμο των Φόκλαντ και το Patriot Act, ο εθνικοπατριωτικός μπαλαντέρ εμφανίζεται ως διά μαγείας να καταπνίξει την κοινωνική αντίσταση στις αποτυχημένες συνταγές της «συναίνεσης με το κεφάλαιο». Στην πιο κρίσιμη στιγμή, το κράτος ενισχύει τις ψευδεπίγραφες εθνικές αντιθέσεις, άλλοτε ανεξέλεγχτα όπως κατά το μεσοπόλεμο, άλλοτε ελεγχόμενα και αποτελεσματικά όπως με τη θατσερική επικράτηση στην πιο κρίσιμη καμπή του νεκροφιλικού νεοφιλελευθερισμού της, μέσω ενός πολέμου στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Η εκμετάλλευση του πατριωτισμού έχει γίνει η αιτία για τη μεγαλύτερη υποδούλωση των ίδιων των «πατριωτών».
Μη γελιούνται όσοι διαχωρίζουν τον πατριωτισμό από τον εθνικισμό. Απλώς, στην παρούσα ιστορική φάση των εθνών-κρατών (και παρά την κρίση του διαχειριστικού αυτού μεταφεουδαρχικού μορφώματος), ο δεύτερος αποτελεί υποσύνολο του πρώτου. Ο πατριωτισμός είναι απλώς υπέρτερος του εθνικισμού, καθώς κάποιος μπορεί να προσδιορίζεται ως πατριώτης αλλά όχι εθνικιστής, όμως το αντίθετο είναι αδύνατο να συμβαίνει. Σε κάθε περίπτωση, η πατριωτική συνείδηση έχει προσδιορισμό. Μπορεί να συνδέεται με τη γη, το έθνος, ή το λαό (σ.σ. όλους τους κατοίκους εκτός της άρχουσας τάξης). Αυτός ο τελευταίος πατριωτισμός μπορεί να φανεί χρήσιμος, γιατί αποτελεί ένα ισχυρό θεμέλιο για το χτίσιμο της ταξικής συνείδησης. Το ζητούμενο είναι πώς θα απομονωθεί από το εθνικιστικό υποσύνολο και πώς θα αποδυναμωθούν τα ερείσματα των πατριδοκάπηλων της εξουσίας και του κεφαλαίου.

Γη και ελευθερία

«Ελευθερία ή Θάνατος» χαράσουν στα πανοφώρια τους οι «Minutemen» της Αμερικάνικης Επανάστασης. Το ίδιο ακριβώς αποτελεί το μόττο της Γαλλικής Επανάστασης στην «Περίοδο του Τρόμου» (1793-94). Το 19ο αιώνα, το σύνθημα δύο εθνικοαπελευθερωτικών επαναστάσεων, των Ελλήνων και των Ιρλανδών, δεν αναφέρει τίποτε για πατρίδα ή έθνος: «ελευθερία ή θάνατος» και «ορκισμένος ελεύθερος» αντίστοιχα. Κατεξοχήν εθνικές επαναστάσεις, έχουν ως πρόταγμα την ελευθερία. Από τα τέλη του 19ου αιώνα και όλον τον 20ο, με τις τελευταίες μεγάλες αυτοκρατορίες να γκρεμίζονται από δύο παγκόσμιους πολέμους, η πατρίδα παίρνει τη θέση της ελευθερίας. Κατεξοχήν πατριωτικό χαρακτήρα αποκτούν και τα κομμουνιστικά κινήματα του τρίτου κόσμου. Η πατρίδα στη λαϊκή συνείδηση γίνεται συνυφασμένη με την ελευθερία, ενέχοντας την έννοια της αυτοδιαχείρισης. Με λίγα λόγια η πατρίδα σαφώς και συνδέεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με το έδαφος και το έθνος, αλλά ως υπέρτερο αγαθό εμπεριέχει την αυτοδιάθεση της κοινωνίας, άρα εν τέλει ενισχύεται το έμψυχο σε σχέση με το άυλο. Μία χρήσιμη υπενθύμιση σε αυτό το σημείο. Ο όρος πατριωτισμός αποκτά τη σημερινή του σημασία την περίοδο της Αναγέννησης εβρισκόμενος σε αντίθεση με τη θεοκρατία. Πρόκειται δηλαδή για προοδευτική ριζοσπαστικοποίηση των κοινωνιών με στόχο την αυτοδιάθεση και το αυτεξούσιο (σ.σ. σε αντίθεση με το χριστιανικό δόγμα, όπου αυτεξούσιος είναι μόνο ο Θεός και ο άνθρωπος έχει χάσει αυτό το χαρακτηριστικό λόγω της αμαρτίας).
Με άλλα λόγια, το επικίνδυνο δεν είναι όταν ο λαός επικαλείται τον πατριωτισμό ή κινητοποιείται από αυτόν. Το επικίνδυνο είναι όταν το κράτος τον οικειοποιείται εξολοκλήρου και καταφέρνει να ταυτίσει την πατριωτική συνείδηση με την εξουσία του.
Ο Παπανδρέου βαφτίζει το μνημόνιο πατριωτική κίνηση, με το πρόσχημα ότι η πτώχευση θα σημάνει την εθνική καταστροφή. Ο Σαμαράς επικαλείται κι αυτός τον πατριωτισμό του για να υποστηρίξει το ακόμη ταχύτερο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Ο Καρατζαφέρης τσιτάρει Σολωμό με σκοπό να τον διαψεύσει με κυνισμό από τα έδρανα της βουλής: «εθνικό είναι ό,τι με συμφέρει». Οι ακροδεξιοί σκούζουν για κρεμάλες και Γουδί, αποκαλώντας τον Παπανδρέου προδότη επειδή ξεπουλάει την πατρίδα τους στους ξένους και ταυτόχρονα είναι πάντα έτοιμοι να υπηρετήσουν σα σκυλιά τον «εθνικό επιχειρηματία».
Τι κι αν όλα αυτά σημαίνουν ότι ο πατριωτισμός στην πράξη δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ψυχολογικό τριπάκι; Μήπως οι αντιφάσεις αυτές τον κάνουν λιγότερο βιωματικό; Η απάντηση είναι απλή: όχι! Πρόκειται για έναν πανίσχυρο μηχανισμό ετεροπροσδιορισμού και ως τέτοιον οφείλουμε να τον αντιμετωπίσουμε, όπως παραδοσιακά η άρχουσα τάξη το κάνει αποτελεσματικότατα, ακόμη και μέσω της διαστροφής της ίδιας του της ουσίας.
Υπάρχουν άραγε προϋποθέσεις ταύτισης της πατρίδας και της τάξης σε συνειδησιακό επίπεδο; Δεν είναι «πατρίδα» ούτε το νεοφιλελεύθερο σκυλολόι του ΠΑΣΟΚ, ούτε το επιχειρηματικό κρατικοδίαιτο συνάφι, ούτε οι δολοφόνοι που σφάζουν μετανάστες στις πλατείες της Αθήνας. Ο δρόμος προς την ταξική συνείδηση είναι ανοικτός, αρκεί να αρχίσουν να ενεργοποιούνται οι βασικές συνειδησιακές διεργασίες στον απέραντο μικροαστικό πολτό των νεοπρολετάριων. Και όμως υπάρχει η πρώτη ύλη για τη μετάβαση από την πατριωτική στην ταξική συνείδηση, κι αυτή δεν είναι άλλη από τον… λαδέμπορα. Ακόμη κι αν εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας υπήρξαν ή συνεργάστηκαν με «λαδέμπορες», στο συλλογικό ασυνείδητο είναι καταγεγραμμένος ο αντιπατριωτικός χαρακτήρας του μεγάλου κεφαλαίου και των συνεργατών του. Και μάλιστα αρκετά έντονα. Το μόνο που χρειάζεται είναι η (μετα)μορφοποίηση επί πραγματικών όρων αυτού ακριβώς του πατριωτικού αισθήματος. Η έννοια της πατρίδας λειτουργεί ως πλαίσιο αναφοράς, όπου μπορεί να χτιστεί η οριζόντια αντίληψη της ταξικής συνείδησης, ακόμη κι αν -αρχικά- αφορά τον Έλληνα εργάτη ή ακόμη και μικρομεσαίο ιδιοκτήτη. Και με αυτόν τον τρόπο κλείνει η πόρτα στον ψευδεπίγραφο λαϊκό εθνικισμό, ο οποίος επιχειρεί να υποτάξει τον εργάτη στη σκλαβιά της «αλυσίδας του αίματος».
Και βέβαια ας μην ξεχνάμε ότι η μόνη ομάδα που έχει πλήρη ταξική συνείδηση είναι η άρχουσα τάξη (κεφάλαιο και εξουσία).

Η τέχνη του πολέμου

Μία βασική αρχή του πολέμου, όταν αντιμετωπίζεις έναν υπέρτερο εχθρό, είναι να μεταφέρεις το πεδίο της μάχης εκεί που σε εξυπηρετεί και κυρίως εκεί που μπορείς να συγκεντρώσεις τις μεγαλύτερες δυνάμεις σου, ώστε να στρέψεις τις πιθανότητες τακτικής νίκης προς το μέρος σου. Επιπροσθέτως, το σοβιετικό παράδειγμα κατά τον Β’ ΠΠ μας υπενθυμίζει ότι η σύμπτυξη του μετώπου και η επιλογή της αρχικής ήττας σε μία μάταιη -με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα- αντίσταση, μπορούν να οδηγήσουν στη στρατηγική νίκη. Συνταγή ήττας, η διασπορά δυνάμεων χωρίς κεντρικό άξονα ισχύος. Έτσι λοιπόν, σε μία πολεμική περίοδο όπως η σημερινή είναι κρίσιμης σημασίας ο ορισμός πλαισίου αναφοράς ώστε να αντιμετωπιστούν οι υπέρτερες (σε ισχύ, αλλά όχι αριθμό) δυνάμεις του κεφαλαίου. Η αναφορά σε ένα ευρύτερο (και ανύπαρκτο) εργατικό κίνημα πέραν των συνόρων, περιγράφει ακριβώς τη συνταγή της ήττας, ειδικά σε μία περίοδο που αδρανοποιημένη και μαζικά αστικοποιημένη κοινωνία δε διαθέτει καν το στοιχειώδη «οπλισμό». Στόχος λοιπόν η συγκέντρωση δυνάμεων σε σημεία που μπορεί να επιτευχθούν τακτικές νίκες. Μία γειτονιά, ένα εργοστάσιο, μία υπηρεσία, ενδεχομένως να αποδειχτούν αρκετές για το άναμα της σπίθας. Σε αυτόν τον πόλεμο δεν απεμπολείς τα εργαλεία που έχεις στη διάθεσή σου και ο πατριωτισμός ως βιωματικό χαρακτηριστικό ριζοσπαστισμού της αδρανούς κοινωνίας δεν είναι διόλου άχρηστο. Επιπλέον όμως, δημιουργεί ένα πολύ ορατό πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσονται χωρίς ιδιαίτερο κόπο δυνάμεις αλληλεγγύης μεταξύ του πληθυσμού και δυνητικά μπορεί να αποτελέσει ένα κατεξοχήν αποτελεσματικό όπλο απέναντι στη λαίλαπα του κοινωνικού αυτοματισμού.

Διεθνοποίηση της ελληνικής αντίστασης

Τα εργατικά κινήματα και οι δυνάμεις αλληλεγγύης δεν κατασκευάζονται, ούτε όμως αποτελούν σχέδια επί χάρτου. Ιστορικά αναπτύσσονται μέσω του παραδείγματος και ενισχύονται από την εξέλιξη ενός συλλογικού οράματος. Αυτή είναι και η πεμπτουσία της ανατροπής από τα κάτω. Είτε πρόκειται για την επανάσταση των βαλκανικών πληθυσμών απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, είτε τον Ισπανικό Εμφύλιο, ο ρομαντισμός της επανάστασης των αδύναμων κινητοποίησε διεθνώς τις δυνάμεις αλληλεγγύσης. Υπήρξε όμως πρώτα αυτή η ρημάδα η επανάσταση των αδυναμων. Αυτή η μαγιά ανατροπής σε συγκεκριμένο πλαίσιο, είτε εδαφικό, είτε εθνικό.
Τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε ένα είδος αλυσιδωτής (κινηματικής) αντίδρασης να αναπτύσσεται στον ευρωπαϊκό χώρο. Κι αν το φοιτητικό κίνημα της Αγγλίας και της Ιταλίας δεν έχει άμεση σχέση με το εργατικό κίνημα της Ελλάδα και της Ισπανίας, η βάση όπου αυτά χτίζονται σε εθνικό επίπεδο είναι κοινή. Όπως ακριβώς και η κρίση που μπορεί να αναπτύσσεται με διαφορετικές εκφάνσεις στα ευρωπαϊκά κράτη, δεν παύει όπως να έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό: την αντίστροφη αναδιανομή του πλούτου. Σε αυτήν την κρίσιμη καμπή της μαζικότερης επίθεσης του κεφαλαίου από τον καιρό του μεσοπολέμου, οι τακτικές νίκες των διάσπαρτων κινημάτων είναι υπερπολύτιμες. Στο σημείο αυτό όμως ελλοχεύει ο παραδοσιακός κίνδυνος της φασιστικοποίησης της βάσης, μέσω της λαϊκίστικης εκμετάλλευσης του πατριωτικού αισθήματος και της πυροδότησης των κοινωνικών αυτοματισμών. Όποιος κλείσει τα μάτια του απέναντι σε αυτά το δεδομένα, τότε γίνεται συμμέτοχος στην επανάληψη της φριχτής πραγματικότητας της δεκαετίας του ’30. Κι αν, προκειμένου να διεθνοποιηθεί το ελληνικό παράδειγμα, πρέπει να αγγιχτούν οι πατριωτικές χορδές του Έλληνα εργάτη και μικρομεσαίου, ας γίνει. Όχι όμως με την «Θεοδωράκειο» μέθοδο της αναμόχλευσης του Εθνικού Μύθου, που ενδέχεται να αποτελέσει κερκόπορτα για την εισβολή του λαϊκίστικου φασισμού, αλλά με την εμπέδωση του αντιπατριωτικού ρόλου του κεφαλαίου, εθνικού και διεθνούς. Η ταξική συνείδηση, ως προϊόν προσωπικής νοητικής διεργασίας των ανθρώπων που συναπαρτίζουν την κοινωνία, έπεται ως φυσικό επακόλουθο. Η επικράτηση του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου και η θεμελίωση του ατομικισμού που επιτεύχθηκαν συστηματικά τις τελευταίες δεκαετίες, θα πρέπει να μας διδάξει μερικά πράγματα σε σχέση με τη λανθασμένη τακτική της χωρίς προϋποθέσεις αποδόμησης του πλαισίου, είτε αυτό λέγεται πατρίδα, είτε οικογένεια.


από sxoliastesxwrissynora.wordpress.com

Αν ήξεραν οι φτωχοί πόση χλιδή κατέχουν οι πλούσιοι θα είχαν επαναστατήσει

Αν ήξεραν οι φτωχοί πόση χλιδή κατέχουν οι πλούσιοι θα είχαν επαναστατήσει

Πλατεία Συντάγματος, πλατεία Ομόνοιας, οδός Αιόλου, οδός Αθηνάς , οδός Σταδίου, παντού μεγάλα και φανταχτερά καταστήματα με τις βιτρίνες τους στολισμένες.

Ακριβώς κάτω από τις βιτρίνες, τόσο κοντά στα επώνυμα και γεμάτα φινέτσα προϊόντα, οι άστεγοι και οι κατατρεγμένοι χαλάνε την εικόνα της αρμονίας και της επιχειρούμενης αποχαύνωσης.

Άνθρωποι σε χάρτινα στρώματα με μισή κουβέρτα, στην καλύτερη περίπτωση, για σκέπασμα και στέγη συγχρόνως.

Κοντά στις 650 χιλιάδες οι άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στις λίστες του ΟΑΕΔ και με τη φτώχια να έχει μπει στα σπίτια και τις ψυχές του 40% των Ελλήνων, είναι φανερό πως το «κόμμα» των νεόπτωχων χτυπάει αυτοδυναμία ενώ παράλληλα η συσσώρευση πλούτου και η αχαλίνωτη χλιδή «χτυπάει κόκκινο».

Την ίδια στιγμή υπάρχουν σπίτια που στο παιδικό δωμάτιο έχουν ενυδρείο με …. καρχαρίες, διαθέτουν παιδική τουαλέτα με τζακούζι και για τον κανακάρη τής οικογένειας είναι σταθμευμένα στο γκαράζ ….. 90 (ενενήντα) αυτοκίνητα.

Κάθε αυτοκίνητο κοστίζει όσο και το οικογενειακό εισόδημα μιας μεσαίας, από οικονομική άποψη, οικογένειας.
Δηλαδή, οι ζωές 90 οικογενειών, χωράνε σε ένα γκαράζ. Άλλες τόσες θα βρίσκονται στοιβαγμένες στην ντουλάπα με τα ρούχα, άλλες τόσες στην αποθήκη παπουτσιών, πολύ περισσότερες στις θήκες των κοσμημάτων και ασύγκριτα πιο πολλές στις τραπεζικές θυρίδες και στα βιβλιάρια καταθέσεων.

Η δε κυρία του σπιτιού, που μπορεί να φημίζεται για τα φιλανθρωπικά της αισθήματα, ξοδεύει 5.000 ευρώ για μια κρέμα ειδική για την αναδόμηση των βλεφάρων, και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για τις σκηνοθετικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις του κανακάρη της.

Για τον εβδομαδιαίο ανεφοδιασμό του σκάφους της οικογένειας ξοδεύονται 50 με 70 χιλιάδες ευρώ ώστε να καλύπτονται και τα πιο απαιτητικά γούστα των μελλοντικών καλεσμένων που περιλαμβάνουν καλλιτέχνες, ηθοποιούς , υπουργούς, τραγουδιστές, μόδιστρους και λοιπές αντιμνημονιακές δυνάμεις.

Τόση χλιδή και τόση πλεονεξία δίπλα σε τόση δυστυχία και τόση ανέχεια.

Λες και μπορεί ένας άνθρωπος να οδηγεί ταυτόχρονα 90 αυτοκίνητα, να μένει σε 10 σπίτια και να καταναλώνει τόνους τροφίμων.

Οι παραπάνω συμπεριφορές έρχονται να επιβεβαιώσουν την αλαζονεία και τη ματαιοδοξία που κυριαρχεί στα μυαλά και τις πρακτικές όλων αυτών που δεν ξέρουν, κυριολεκτικά, πόσο πλούτο έχουν.

Θυμίζει τη συμπεριφορά μιας άλλης πολύ πλούσιας κληρονόμου η οποία, καθισμένη στην ιδιωτική της παραλία, άκουσε την αναγγελία της ώρας στο ραδιόφωνο και διαπίστωσε ότι δεν ταυτιζόταν με την ένδειξη του ολόχρυσου ρολογιού της. Η άμεση αντίδρασή της ήταν να πετάξει το ρολόι στη θάλασσα, αρνούμενη να δεχτεί το γεγονός ότι το σύμπαν δεν είναι συγχρονισμένο μαζί της. Και αφού δεν μπορούσε να καταστρέψει το σύμπαν, κατάστρεψε το ρολόι που της θύμισε ότι ίσως υπάρχουν και πράγματα που δεν μπορεί να εξουσιάζει, όπως είναι ο χρόνος.

Αν οι φτωχοί του κόσμου μπορούσαν να φανταστούν πόσο πολύς πλούτος βρίσκεται σε τόσο λίγους ανθρώπους θα είχαν σίγουρα επαναστατήσει.

Όμως, δυστυχώς, η υπεύθυνη δημοσιογραφία και η υπεύθυνη ενημέρωση δεν συμπεριλαμβάνουν τέτοιου είδους ενοχλητικές ειδήσεις, χαλάνε τη διάθεση των αφεντικών.

Χρήστος Επαμ. Κυργιάκης

Ο Εορταστικός καταναλωτισμός και η διαχρονική έννοια του Δώρου

Κάθε χρόνο οι πόλεις στολίζονται όλο και πιο νωρίς για να υποδεχθούν τα Χριστούγεννα. Πανύψηλα δένδρα, χιλιάδες λαμπάκια, εκατοντάδες αγιοβασίληδες προσπαθούν με κάθε τρόπο να οδηγήσουν τους καταναλωτές στην εμποροπανήγυρη. Είναι η περίοδος που και οι πιο μετριοπαθείς καταναλωτές συναγωνίζονται τους φαν των κάθε λογής mall. Οι τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές διαφημίσεις, τα ιλουστρασιόν φυλλάδια στις εφημερίδες κάθε χρόνο πασχίζουν να μας δείξουν ότι πρωτοχρονιά χωρίς κατανάλωση δεν συνάδει. Και όλα αυτά συνυφασμένα με την πρακτική του δώρου.
Δώρο στη/ο σύντροφο, συγγενή, παιδιά, ανίψια, γονείς, φίλους. Δώρα σε όλους. Ο περιβόητος 13ος μισθός επιστρέφει στο χώρο εκταμίευσης. Ο οποίος –τι ειρωνεία– αποκαλείται και αυτός δώρο Χριστουγέννων. Από πότε αλήθεια, τα αφεντικά μας χαρίζουν;
Θυμόμαστε όλοι πέρσι (Σημ.: εννοεί κατά την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008) τέτοιες μέρες, που στις μεγάλες πόλεις του ελλαδικού χώρου ξεσπούσαν μεγάλης έκτασης συγκρούσεις, τις εκκλήσεις δημάρχων, υπουργών και εμπόρων για ηρεμία και παράλληλη εφαρμογή χαριστικών διατάξεων για μη φορολόγηση τους.
Για πολλούς κλάδους την περίοδο των Χριστουγέννων καταγράφεται το 40-50% του ετήσιου τζίρου τους. Τα νοικοκυριά υπολογίζεται ότι δαπανούν πάνω από 4 δις ευρώ για εορταστικές αγορές αυτή την περίοδο. Εννοείται πως μοχλός όλων αυτών είναι το χρήμα –πλαστικό και μη- που ρυθμίζει πολλές φορές και τις σχέσεις των ανθρώπων και συχνά διαμεσολαβείται μέσω του δώρου. Το δώρο σήμερα αποτελεί σημαντικό κομμάτι της σύγχρονης οικονομίας, μέσω της κατανάλωσης που παράγει και η οποία αποτελεί βασικό πυλώνα της. Άλλωστε, όπως έχει ειπωθεί από τον Έντγκαρ Μορέν, η διαφήμιση ως ένα βαθμό προσφέρει μια φανταστική πληρότητα «που καταπραΰνει τις μη ικανοποιήσιμες ανάγκες και διεγείρει τις πραγματοποιήσιμες, και εν τέλει προσαρμόζει τον άνθρωπο στις κυρίαρχες διαδικασίες της αγοράς».
Αλλά το δώρο, αποτελεί μόνο μια προσωπική υπόθεση ή έκφραση συναισθημάτων; Γιατί πρέπει το δώρο να ταυτίζεται μόνο με αγαθά και συγκεκριμένα εμπορεύσιμα υλικά; Η ευρεία χρήση του δώρου συναντάται από την απαρχή της κοινοτικής ζωής των ανθρώπων. Αποτελεί θεμελιώδη κοινωνική σχέση, με ποικιλία μορφών εκδήλωσης: ως δώρο σε γιορτές, επετείους, κληροδοτήματα, ευεργετήματα. Ο Μαρσέλ Μως (Mauss) από το 1925 συνέλαβε τον σημαντικό ρόλο που παίζει στις ανθρώπινες σχέσεις και ανέδειξε το ολικό κοινωνικό φαινόμενο και την πολυδιάστατη λειτουργία του στις λεγόμενες πρωτόγονες κοινωνίες. Η πρώτη σημαντική διαπίστωση είναι ότι το δώρο συνιστά οικουμενικό φαινόμενο, το οποίο έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο στις αρχαϊκές κοινωνίες, γιατί ήταν ο βασικός τρόπος ανταλλαγής αγαθών. O Mauss έδειξε ότι το δώρο και η ανταπόδοση δεν γινόταν με υστεροβουλία, αλλά με γενναιοδωρία και, επιπλέον, ότι η ανταπόδοση ήταν τόσο επιτακτική σαν να την επέβαλε το ίδιο το δώρο.
Στις προνομισματικές και συνάμα εξισωτικές κοινωνίες υπήρχαν διαδεδομένες σχέσεις πάσης φύσεως ανταλλαγής. Για να διερευνήσουμε τις συνθήκες με τις οποίες λειτούργησε στις αρχαϊκές κοινωνίες, είναι σκόπιμο να ξεπεράσουμε τον τρόπο και τις κατηγορίες της σκέψης με τις οποίες το αντικρίζουμε σήμερα.
Στις αρχαϊκές κοινωνίες, το δώρο εξυπηρετεί την ανταλλαγή και όχι την ανάμνηση προσώπου, η σύνδεση εισάγεται με τη μορφή αμοιβαίας εξάρτησης μεταξύ δωρητή και δέκτη. O δέκτης υπόκειται στην υποχρέωση της ανταπόδοσης μέσα σε κάποιον χρόνο, έτσι μπορεί π.χ. το δώρο να είναι κρέας το καλοκαίρι και η ανταπόδοση να είναι λάδι τον χειμώνα. Συνεπώς, το δώρο σχετίζεται με την αρχή της ύπαρξης του κοινοτικού βίου στην ανθρώπινη ιστορία.
Οι κοινωνίες όπου στις συναλλαγές επικρατεί η αρχή του δώρου και της ανταπόδοσης είναι βασικά εκείνες που αναφέρονται ως εξισωτικές ή ακέφαλες κοινωνίες. Στις κοινωνίες αυτές η ανταπόδοση χαρακτηρίζει τις σχέσεις μεταξύ των ομάδων. Ανθρωπολόγοι, την δεκαετία του ‘60, όπως ο R. Lee, στρέφονται στη συστηματική μελέτη κοινωνιών των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, που είχαν μέχρι τότε αγνοηθεί.
H κοινωνική τους οργάνωση, που είναι η αρχαιότερη και καλύπτει όλη σχεδόν την προϊστορία, έχει εξισωτικό χαρακτήρα. Για τις ανταλλαγές μεταξύ των ομάδων ισχύει η αρχή της ανταπόδοσης. Στο εσωτερικό τους, όμως, η τροφή και κάθε άλλο αγαθό διανέμονται σε όλους εξ ίσου. Η μελέτη των εξισωτικών κοινωνιών, στις οποίες εκτός από το στάδιο της κυνηγο-τροφοσυλλογής περιλαμβάνεται και το πρώτο στάδιο της γεωργικής παραγωγής, απέδειξε ότι αυτές οι κοινωνίες διέπονται από την αρχή της ίσης διανομής στις εσωτερικές σχέσεις και της ανταπόδοσης στις εξωτερικές. Με τις αρχές αυτές –το δώρο και την ανταπόδοση–, επί σειρά χιλιετιών, η ανθρωπότητα πέτυχε να διατηρηθεί και να εξαπλωθεί χωρίς την ύπαρξη εξουσίας και ιεραρχίας.
Όταν εμφανίστηκε ο διαχωρισμός της κοινότητας σε οίκους, η αρχή της ίσης διανομής περιορίστηκε στο εσωτερικό κάθε οίκου. Από την άλλη πλευρά, οι πρώτοι αρχηγοί ήταν εξαρτημένοι από την κοινότητα και είχαν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν ίση διανομή στην ομάδα, όπως διαπίστωσε στη N. Αμερική ο Π. Κλάστρ (Clastres).
Ξεκινούν, όμως, σταδιακά οι διαχωρισμοί και οι άνισες σχέσεις και ταυτόχρονα το δώρο αλλάζει περιεχόμενο και χρήση. Από την εποχή του Χαλκού, οπότε αναδύονται οι φύλαρχοι, οι σχέσεις συμμαχίας μεταξύ τους ρυθμίζονται με την ανταλλαγή σπάνιων και πανάκριβων δώρων. Από την περίοδο αυτή, το δώρο γίνεται κύριο μέσον προσδιορισμού της ιεραρχίας. Για παράδειγμα, οι φόροι παρουσιάζονταν σαν δώρο των υπηκόων στον ηγεμόνα. Εκείνο που περιορίζει και, τελικά, αντικαθιστά το δώρο στις σχέσεις ανταλλαγών είναι το νόμισμα και η μετατροπή των αγαθών σε εμπορεύματα.
Από τις εξισωτικές στις ιεραρχικές κοινωνίες, από τις α-νομισματικές στις εμπορευματικές σχέσεις το δώρο από κοινωνικό έγινε ατομικό, από την δόμηση και αναπαραγωγή κοινωνικών σχέσεων στην κατασκευή ιδιοτελών καταστάσεων (τα τελευταία χρόνια πολλές εταιρείες χρησιμοποιούν το λεγόμενο «επιχειρηματικό δώρο» για πελάτες ή προμηθευτές).
Σήμερα, σύμφωνα με τον Μ. Γκοντελιέ (Godelier) το δώρο αποτελεί ένα μέσο επιβολής εξουσίας, ένα μέσο κυριαρχίας. Από τον πλούσιο στον φτωχότερο, από τον ισχυρό στον αδύνατο, από τον διευθυντή στον υφιστάμενο, από το κράτος στον πολίτη.
Αντίθετα, το προσωπικό δώρο μεταξύ συγγενών και φίλων δεν προϋποθέτει την ανταπόδοση, δεν θέλει να είναι ένα μέσο κυριαρχίας, αλλά αποτελεί την «ονειρεμένη αντίθετη όψη», το «ανεστραμμένο όνειρο» των σχέσεων εξουσίας, συμφέροντος, χειρισμού και υποταγής που προϋποθέτουν οι εμπορευματικές σχέσεις και η αναζήτηση του κέρδους.
Αλλά το «χωρίς υπολογισμό» δώρο εξιδανικεύεται και λειτουργεί σαν το τελευταίο καταφύγιο της χαμένης αλληλεγγύης. Μιας αλληλεγγύης που παίρνει τη μορφή της μαζικής φιλανθρωπίας με ημερομηνία λήξης το πέρας των εορτών. Τότε που τελειώνουν και τα δακρύβρεχτα ρεπορτάζ των τηλεοπτικών σταθμών.
Από την άλλη πλευρά, γίνεται «μόδα» η «υιοθέτηση» ενός ορφανού από την Αφρική, η ενίσχυση μιας εξαθλιωμένης περιοχής του τρίτου κόσμου, ώστε να αποκτήσει νοσοκομείο και σχολείο. Είτε αυτό λειτουργεί ως απενοχοποίηση του πολιτισμού δυτικού τύπου, είτε ως κατασκευή ψευδών συνειδήσεων, το σίγουρο είναι ότι το δώρο και η αλληλεγγύη έχουν εδώ και καιρό απολέσει την αρχέγονη αξία της ανταπόδοσης και της ισοδιανομής.
Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας
Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 89, Δεκέμβριος 2009

Kάποιες τάσεις του Αναρχισμού

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΥ
Αναρχοατομικισμός
Υποστηρίζει ως αναγκαία την αναγνώριση της «εμπράγματης ιδιοκτησίας» του κάθε ατόμου. Ο κύριος εκπρόσωπος αυτού του ρεύματος είναι ο Κάσπαρ Σμίντ, πιο γνωστός ως Μαξ Στίρνερ. Ο ατομικιστικός αναρχισμός είναι μια μορφή άκρατου φιλελευθερισμού, με κύρια στοιχεία του τον ακραίο ατομικισμό, τον εγωισμό, τη συμβατική υποχρέωση, την ατομική ιδιοκτησία κλπ. Καθώς ορισμένοι ατομικιστές αποδέχονταν την ελεύθερη αγορά, ο αναρχοκαπιταλισμός έχει περιγραφεί ως σύγχρονη απόρροια του αναρχοατομικισμού.


Αναρχοκολεκτιβισμός
Συνοπτικά ο κολεκτιβιστικός αναρχισμός (αναρχοκολεκτιβισμός) είναι μια μορφή άκρατου σοσιαλισμού (εξού και η άρνηση στη δικτατορία του προλεταριάτου), όπου κύρια στοιχεία της κοινωνικής οργάνωσης είναι η συλλογική κατοχή και διαχείριση των φυσικών πόρων και μέσων παραγωγής από κάθε κοινότητα, η έμφαση στο κοινωνικό καθήκον και η διανομή των παραγόμενων αγαθών στα άτομα αναλόγως με την εργασία που παρείχαν (μέσω ενός μισθολογικού συστήματος). Ο αναρχοκολεκτιβισμός στοχεύει στην εγκαθίδρυση της αναρχίας μέσω μίας κοινωνικής επανάστασης της εργατικής τάξης, η οποία θα καταργήσει τον καπιταλισμό. Απόρροια του αναρχοκολεκτιβισμού αποτελεί ο αναρχοκομμουνισμός, ο οποίος όμως δεν δέχεται καθόλου την ύπαρξη χρήματος ή μισθολογικού συστήματος.


Αναρχοκομμουνισμός
Φρονεί επίσης ότι τα μέσα παραγωγής (γαίες, εργοστάσια, μεγάλες επιχειρήσεις) πρέπει να τα κατέχουν και να τα διαχειρίζονται συνεργατικά εθελοντικές ομάδες στη βάση της άμεσης δημοκρατίας και της αμοιβαίας βοήθειας, συνήθως σε επίπεδο τοπικής κοινότητας[5]. Όμως ο αναρχοκομμουνισμός αντιτίθεται ρητά όχι μόνο στην αστική ελευθερία της νομής, κατοχής και εκμετάλλευσης ιδιωτικής ιδιοκτησίας, αλλά και στην ύπαρξη μισθολογικού συστήματος. Για τους αναρχοκομμουνιστές η διανομή των αγαθών στα άτομα πρέπει να γίνεται ελεύθερα αναλόγως με τις ανάγκες τους. Κύριος εκφραστής της θεωρίας αυτής ήταν ο Π. Κροπότκιν, ο οποίος επιχείρησε να τη στηρίξει επιστημονικά μελετώντας το εξελικτικό πλεονέκτημα που προσδίδουν στα μέλη μίας κοινότητας η αλληλοβοήθεια και η αλληλεγγύη.


Αναρχοσυνδικαλισμός
Αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα στη Γαλλία, Ισπανία και την Ιταλία, ενώ επεκτάθηκε και σε άλλες χώρες. Αντιτίθεται στο κράτος, στην κοινοβουλευτική πολιτική πάλη και στα πολιτικά κόμματα, αλλά δίνει τον πρώτο ρόλο στα συνδικάτα και θεωρεί την απεργία βασική μέθοδο πάλης ενάντια στην αστική τάξη. Έτσι για τους αναρχοσυνδικαλιστές η ταξική πάλη συνήθως περιορίζεται στους χώρους εργασίας, μα όσον αφορά τον τελικό στόχο της αναρχικής κοινωνίας δεν διαφέρουν από τους αναρχοκολεκτιβιστές ή τους αναρχοκομμουνιστές. Ο αναρχοσυνδικαλισμός απέκτησε ιδιαίτερη ισχύ στην Ισπανία, με αποκορύφωμα την Ισπανική Επανάσταση του 1936 κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο.


Αναρχοχριστιανισμός
Αναρχοχριστιανισμός ή χριστιανικός αναρχισμός λέγονται οι διάφορες παραδόσεις που συνδυάζουν τον αναρχισμό με το χριστιανισμό. Οι αναρχοχριστιανοί ή xριστιανοί αναρχικοί πιστεύουν ότι η ελευθερία είναι δικαιολογημένη πνευματικά μέσω της διδασκαλίας του Ιησού. Όσον αφορά τη στάση των αναρχοχριστιανών απέναντι στην εξωτερική εκκλησιαστική ιεραρχία, δεν υπάρχει κοινή στάση,καθώς μερικοί στρέφονται κατά της εκκλησιαστικής ιεραρχίας ενώ άλλοι δεν την πολεμούν. Το έργο του Λέοντα Τολστόι Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας είναι ένα βασικό κείμενο στο σύγχρονο xριστιανικό αναρχισμό. Επίσης υπάρχει μεγάλος σεβασμός στις κοινότητες μοναχών, ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες του παρελθόντος (π.χ. ασκητές της ερήμου της Νιτρίας). Ο αναρχοχριστιανισμός είναι πιο κοντά στον «κοινωνικό» αναρχισμό από ό,τι στον αναρχοατομικισμό. Συχνά είναι πασιφιστικός και απορρίπτει τον πόλεμο και, γενικότερα, τη βία. Γνωστές αναρχοχριστιανικές κινήσεις είναι η Κίνηση των Καθολικών Εργατών (Catholic Worker Movement) και η Μαθητική Χριστιανική Κίνηση (Student Christian Movement).


Αναρχοκαπιταλισμός
Αναρχοκαπιταλισμός, ή αναρχισμός της ελεύθερης αγοράς, αποκλήθηκε η τάση εκείνη του αναρχοατομικισμού που αρνείτο μεν την ύπαρξη του κράτους, ως αυτόνομου μηχανισμού εξουσίας επί της κοινωνίας, αλλά δεχόταν την ύπαρξη του συστήματος της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και του κινήτρου του χρηματικού κέρδους ως μοχλού της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οι κύριοι θεωρητικοί του αναρχοκαπιταλισμού οραματίστηκαν ένα κοινωνικό μοντέλο στηριγμένο αποκλειστικά στην ατομική ιδιοκτησία και στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι βασικοί τους στόχοι ήταν η διαμόρφωση ενός δικαίου στηριγμένου στα αρνητικά δικαιώματα, η ιδιωτικοποίηση όλων των κρατικών θεσμών και η εξάλειψη κάθε μορφής άμεσου εξαναγκασμού έναντι οιουδήποτε πολίτη. Πίσω από τις αρχές τους υφέρπει μια προσήλωση στα φυσικά δικαιώματα και στη λοκιανή κοσμοθέαση. Πολλοί αναρχοκαπιταλιστές θεώρησαν ως εμβρυακό μοντέλο αναρχοκαπιταλιστικής κοινωνίας τη μισοδιαλυμένη από τους πολέμους και ουσιαστικά ακυβέρνητη επί χρόνια Σομαλία.


Αναρχοπρωτογονισμός (Πριμιτιβισμός)
Ο πριμιτιβισμός (αναφέρεται και ως πρωτογονισμός ενώ παλιότερα ονομαζόταν αναρχοπρωτογονισμός) είναι ένας κλάδος-τάση του αναρχισμού. Η τάση αυτή εστιάζει στο ρόλο της μετάβασης από τις πρώτες τροφοσυλλεκτικές και ασχολούμενες με το κυνήγι κοινωνίες στις αγροτικές κοινωνίες στην δημιουργία ιεραρχικών κοινωνιών και στην αλλοτρίωση των ανθρώπων. Από τους υποστηρικτές της θεωρίας αυτής προτείνεται η επιστροφή σε λιγότερο διαβρωμένους από τον πολιτισμό τρόπους ζωής μέσω της αποβιομηχάνισης, της κατάργησης του καταμερισμού της εργασίας και εγκατάλειψη της τεχνολογίας. Η επιστήμη και η τεχνολογία θεωρούνται ως μη ουδέτερες, και πιστεύεται ότι πάντα ενσωματώνουν τις αξίες και τους σκοπούς όσων τις παράγουν και τις ελέγχουν.
Ο πριμιτιβισμός ασκεί κριτική κυρίως σε δύο ζητήματα: στον πολιτισμό και την τεχνολογία. Είναι κατά του καταμερισμού εργασίας και κατά της εξειδίκευσης. Έπειτα από διάφορες διενέξεις, το πρόθεμα «αναρχο-» αφαιρέθηκε και ονομάζεται πλέον πρωτογονισμός ή πριμιτιβισμός. Πηγή έμπνευσης για τον πριμιτιβισμό αποτελούν οι Λουδδίτες.


Πράσινος αναρχισμός
Ο πράσινος αναρχισμός δεν είναι μια συγκεκριμένη πολιτική θεωρία, αλλά ένα σύνολο διαφόρων φιλοσοφικών, οικολογικών και κοινωνικών κινημάτων με πολλά κοινά και κάποιες, όμως, διαφορές: αποτελεί ένα κράμα από κοινωνικούς οικολόγους, φεμινιστές, καταστασιακούς, αναρχοπρωτογονιστές, οικοαναρχικούς, υποστηρικτές του αντιβιομηχανισμού και μετααριστερούς. Η κριτική των πράσινων αναρχικών επικεντρώνεται κυρίως στους «οργανισμούς της εξουσίας» μέσα στην κοινωνία. Τέτοιοι οργανισμοί, για παράδειγμα, είναι: το κράτος, ο καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση, η κτηνοτροφία, η πατριαρχία, η τεχνολογία ή / και η εργασία. Αυτοί οι οργανισμοί, σύμφωνα με τους πράσινους αναρχικούς, είναι εγγενώς καταστροφικοί και εκμεταλλευτικοί (στους ανθρώπους και στο περιβάλλον) οπότε δεν μπορούν να μεταρρυθμιστούν. Το κίνημα αυτό συνήθως υποστηρίζει την άμεση και αυτόνομη δράση, το σαμποτάζ, την εξέγερση, την επανασύνδεση με τη φύση και ιδίως τη βιοπεριοχή (π.χ. μία επικράτεια οικοκοινοτήτων με κοινό «οικολογικό πρότυπο»), ώστε να δημιουργηθεί σημαντική και πραγματική αλλαγή.


Μετααριστερός αναρχισμός
Ο μετααριστερός αναρχισμός σχηματίστηκε με επίκεντρο την κριτική στον «αριστερίστικο» κλασικό κοινωνικό αναρχισμό και τη σύνδεσή του με το εργατικό κίνημα και τις πρακτικές του. Οι μετααριστεροί συνήθως είναι θεωρητικά επηρεασμένοι τόσο από ορισμένες πτέρυγες του αναρχοκομμουνισμού, όσο και από κάποιους αναρχοατομικιστές (π.χ. τον Μαξ Στίρνερ). Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η απόρριψη κάθε τύπου τυπικής οργάνωσης (π.χ. σε συνδικάτα) ως ιεραρχικής πρακτικής[6], η άρνηση της αρχής της πλειοψηφίας σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες χάριν της αρχής της συναίνεσης και η στηλίτευση της επικέντρωσης του κοινωνικού βίου στη λειτουργία της οικονομίας, μέσω καταπιεστικών θεσμών όπως η υποχρεωτική εργασία και το σύστημα αξιών που απορρέει από αυτήν[7]. Συνήθως στον λόγο τους απορρίπτουν τη δημοκρατία (είτε πλειοψηφική-άμεση, είτε αντιπροσωπευτική-φιλελεύθερη) ως εξουσιαστικό πολιτικό σύστημα, βασισμένο σε έναν εκ των προτέρων αποδεκτό διαχωρισμό μεταξύ των πολιτικών υποκειμένων ο οποίος κάνει απαραίτητη την ψηφοφορία, εφικτή τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» και σχεδόν αδύνατη την πραγματική επαναστατική ανατροπή[8]. Αντιπροτείνουν δίκτυα αυτοτελών συνελεύσεων που λειτουργούν συναινετικά και χωρίς αυστηρές δεσμεύσεις δράσης για τις μειοψηφίες, συνήθως όμως με κάποιες πλειοψηφικές δικλείδες ασφαλείας[9]. Ο μετααριστερός αναρχισμός επικαλύπτεται σημαντικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό και με ορισμένες όψεις του πράσινου αναρχισμού.


Εξεγερσιακός αναρχισμόςς
Ο σύγχρονος εξεγερσιακός αναρχισμός εμφανίστηκε στην Ιταλία κατά τα μολυβένια χρόνια (περίπου από το 1968 ως τις αρχές της δεκαετίας του 1980). Έχει τις βάσεις του σε ορισμένες παλαιότερες αντιοργανωτικές τάσεις του αναρχοκομμουνισμού και στον ιλλεγκαλισμό των αρχών του εικοστού αιώνα. Στηρίζεται στην απόρριψη των μόνιμων δομών οργάνωσης και αντιπροτείνει τη δράση μέσα από ομάδες συνάφειας και αυτόνομες ζώνες στο εσωτερικό των αστικών κέντρων, εστίες κατανεμημένης αυτοδιαχείρισης. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι η έμφαση στη διαρκή άμεση δράση και σύγκρουση με το κράτος αντί για τη ρητορική προπαγάνδα. Οι εξεγερσιακοί βλέπουν στην καθημερινή ανυπακοή και εξέγερση τον σπόρο της πραγματικής επανάστασης, στόχος της οποίας θα πρέπει να είναι η άνθιση της ατομικότητας του καθενός μέσα από συνθήκες ισότητας πρόσβασης στους οικονομικούς πόρους. Έτσι, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό σοσιαλισμό, δεν γίνεται αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής δράσης ή κοινωνικού γίγνεσθαι.