Yearly Archives: 2010

Α φορισμοι

Για να τα καταφερει κανεις στην κοινωνια δεν αρκει να ειναι ανοητος, απαιτουνται και οι καλοι τροποι
Βολταιρος

Οι πραγματικες μορφες διακυβερνησης, λοιπον, ειναι εκεινες στις οποιες ο ενας, ή οι λιγοι, ή οι πολλοι, κυβερνουν με γνωμονα το κοινο συμφερον, αλλα οι κυβερνησεις που κυβερνουν με γνωμονα το ιδιωτικο συμφερον, ειτε του ενος, ειτε των λιγων, ειτε των πολλων, ειναι διαστροφες. Γιατι τα μελη του κρατους, αν ειναι πραγματικοι πολιτες, θα οφειλαν να συμμετεχουν στα προνομια του.
Αριστοτελης

Το κειμενο ειναι (θα επρεπε να ειναι) εκεινο το ασυστολο ατομο που δειχνει τα αχαμνα του στον Πολιτικο Πατερα
 Ρολαντ Μπαρθ

Μας ειπατε οτι θελατε να μας βαλετε σε καταυλισμους, να χτισετε σπιτια και να μας φτιαξετε κλινικες. Γεννηθηκα εκει που δεν υπαρχουν αδιεξοδα και τα παντα διαπνεονταν απο τον ελευθερο ανεμο. Εκει θελω να πεθανω και οχι μεσα σε τεσσερις τοιχους.
 Φυλαρχος Δεκα Αρκουδες

Το πρωταρχικο καθηκον ενος συγγραφεα ειναι να προδωσει την πατριδα του
 Μπρενταν Μπιχαν

Το αποτελεσματικοτερο οπλο στα χερια του καταπιεστη ειναι τα μυαλα των καταπιεσμενων
 Στιβεν Μπικο

Ενας ειδικος ειναι εκεινο το ατομο που εχει κανει ολα τα λαθη που μπορουν να γινουν σε ενα περιορισμενο πεδιο
 Νιλς Μπορ

Η θεωρια σου ειναι τρελη, αλλα οχι αρκετα τρελη ωστε να ειναι αληθινη
 Νιλς Μπορ

Αν δεχτουμε ως δεδομενο και αποδεκτουμε απροβληματιστα οτι η κοινοτητα αποτελειται απο το συνολο ασχετων μεταξυ τους, μοναδικων, εσωστρεφων, και εξαιρετικα ιδιωτικων εγωισμων, οτι το τηλεφωνο, το ραδιο, η τηλεοραση, και οι υπολογιστες αποτελουν τα βασικα μας παραθυρα στον κοσμο, οτι τα εμπορικα κεντρα και οι χωροι σταθμευσης τους ειναι τα φυσιολογικα πεδια για την δημοσια συνευρεση, οτι τα επεξεργασμενα και πακεταρισμενα τροφιμα, που μεταφερονται χιλιαδες μιλια απο απομακρυσμενα σημεια του πλανητη, αποτελουν βασικες πηγες διατροφης, οτι ο ‘χρονος ειναι χρημα’, η ευφραδεια ικανοτητα που αποδιδει οικονομικα, και η βιαστικη αναγνωση ενα ζητουμενο, και πως, πανω απο ολα, η γραφειοκρατια συνοψιζει τον νευραλγικο τομεα της κοινωνιας, ο γιγαντισμος ειναι μετρο επιτυχιας, και οτι η πελατειακη σχεση με τους επαγγελματιες και την κεντρικη εξουσια αποτελουν αποδειξη του δημοσιου χωρου, τοτε θα χαθουμε ανεπανορθωτα ως ατομικοτητες, αβουλοι ως εγωισμοι, και αμορφοι ως προσωπικοτητες. Οπως και ο φυσικος κοσμος γυρω μας, θα εξελιχθουμε στα θυματα της απλουστευτικης διαδικασιας που θα μας καταστησει ανοργανους και αδρανεις.
 Μαρεϊ Μπουκτσιν

Ειναι πιθανο να αποθηκευσει κανεις εκατομμυρια δεδομενα στο μυαλο του και παρ’ ολα αυτα να παραμεινει αμορφωτος
 Αλεκ Μπερν

Το σημαντικοτερο πραγμα στην επιστημη δεν ειναι τοσο η αποκτηση νεων δεδομενων οσο η ανακαλυψη νεων τροπων σκεψης γυρω απο αυτα
 Ουϊλλιαμ Μπραγκ

Δεν νοιωθω αλλη αναγκη για καμια αλλη πιστη απο την πιστη μου στην καλωσυνη των ανθρωπινων οντων. Ειμαι τοσο απορροφημενη απο το θαυμα της γης και της ζωης επανω της που δεν μπορω να σκεφτω τον παραδεισο και τους αγγελους
 Περλ Μπακ

Δεν υπαρχει καμια τυχη, ειμαστε ολοι παγιδευμενοι σε μια μοναδικη μοιρα
 Τσαρλς Μπουκοφσκι

Σχεδον οι παντες γεννιουνται ευφυεις και θαβονται ηλιθιοι
 Τσαρλς Μπουκοφσκι

Ακουστε με ανθρωποι: Πρεπει να αντιμετωπισουμε μια αλλη φυλη τωρα – μικροσωμη και ταπεινη οταν οι πατεραδες μας την πρωτοσυναντησαν, αλλα τωρα μεγαλη και επιβλητικη. Παραξενα πολυ εχουν βαλθει να βρωμισουν το εδαφος και η αγαπη τους για τις ιδιοκτησιες ειναι μια αρρωστια αναμεσα τους. Οι ανθρωποι αυτοι εχουν φτιαξει πολλους κανονες που οι πλουσιοι μπορουν να παραβαινουν αλλα οι φτωχοι οχι. Μαζευουν φορους απο τους φτωχους και τους αδυναμους για να υποστηριξουν τους πλουσιους και αυτους που εξουσιαζουν.
 Φυλαρχος Καθιστος Ταυρος

Ειμαι ακομη αθεος, δοξα τον θεο
 Λουις Μπουνιουελ

Το πιο ασχημο απο ολα ειναι οτι οι ανθρωποι που ξερουν πραγματικα πως να κυβερνησουν την χωρα ειναι απασχολημενοι οδηγωντας ταξι και κοβοντας μαλλια
 Τζωρτζ Μπερνς

Αν αναλογιστουμε οτι οι γυναικες εχουν αντιμετωπιστει ως ιδιοκτησια, ειναι υποτιμητικο για τις γυναικες να φερομαστε στα παιδια μας ως ιδιοκτησιες προς διαθεση αναλογα με το πως μας βολευει
 Ελιζαμπεθ Καντι Σταντον

Κανεις δεν συνειδητοποιει πως καποιοι ανθρωποι καταβαλλουν τεραστια ενεργεια μονο και μονο για να ειναι φυσιολογικοι
 Αλμπερ Καμι

Ειναι πολλοι εκεινοι που εχουν απορριψει την γενναιοδωρια προκειμενου να εξασκησουν την αγαθοεργια
 Αλμπερ Καμι

Η αφηρημενη τεχνη ειναι ενα προϊον των αταλαντων, που πωλειται απο τους αστοιχειωτους στους εντελως αποχαυνωμενους
 Αλ Καπ

Η ελευθερια της εκφρασης ειναι ο πινακας, η αδιαφιλονικητη συνθηκη, σχεδον ολων των αλλων μορφων ελευθεριας
 Μπενζαμιν Καρντοζο

Οσο περισσοτερο αυξανεται ο φοβος των ναρκωτικων και του εγκληματος, των μητερων που ζουν απο την προνοια, των μεταναστων και των παρανομων, τοσο πιο ευκολα ελεγχεται ο πληθυσμος
 Νοαμ Τσομσκι

«Αποκτησε πλουτη ξεχνωντας τα παντα εκτος απο τον εαυτο σου», ενα υποτιμητικο και απαξιωτικο δογμα που εγκατασταθηκε στα μυαλα των ανθρωπων με αρκετη βια. Τα φυσιολογικα ανθρωπινα συναισθηματα επρεπε να κατασταλλουν, ειναι αναντιστοιχα προς την καπιταλιστικη ιδεολογια, η οποια εγκωμιαζει το ιδιωτικο κερδος ως την ανωτερη ανθρωπινη αξια ενω αρνειται τα δικαιωματα των ανθρωπων που δεν μπορει να εγγυηθει η αγορα εργασιας
 Νοαμ Τσομσκι

Ανθρωποι εκλεπτυσμενοι αρκετα ωστε να εφαρμοσουν την ταξικη αναλυση και να εντοπισουν ενεργειες στις οικονομικες τους ριζες θα οφειλαν να εφαρμοσουν την ιδια αναλυση και στους διανοουμενους και τα δικα τους συμφεροντα…. Αν ειναι καθολου πιθανο οτι η ιδεολογια θα μπορουσε γενικα να χρησιμευσει ως μασκα για το προσωπικο συμφερον, τοτε θα ηταν ενα φυσικο συμπερασμα οτι οι διανοουμενοι, ερμηνευοντας την ιστορια ή διαμορφωνοντας πολιτικες προτασεις, θα τεινουν να υιοθετουν ελιτιστικες θεσεις, καταδικαζοντας τα λαικα κινηματα και την μαζικη συμμετοχη στην ληψη αποφασεων, δινοντας εμφαση αντι στην εποπτεια εκεινων που κατεχουν την γνωση και την κατανοηση που απαιτειται (αυτο ισχυριζονται) ωστε να διαχειριστουν την κοινωνια και να ελεγξουν την κοινωνικη αλλαγη
 Νοαμ Τσομσκι

Ο νομος της ζουγκλας ειναι η επιβιωση. Ο κανονας του πολιτισμου ειναι η συνεργασια
 Ελντριτζ Κλιβερ

Η Κεντρικη Υπηρεσια Πληροφοριων κατεχει ολους οσους εχουν καποια σημασια στα σημαντικοντερα μιντια
 Ουϊλλιαμ Κολμπι, πρωην διευθυντης της ΣΙΑ

Οι απλοι ανθρωποι πιστευουν οτι οι χρησμοι ειναι «ο λογος των πνευματων», αλλα οι πιο μορφωμενοι αναγνωριζουν οτι υπαρχουν ωστε να επιβαλλουν σημαντικες κοινωνικες αλλαγες
 Κομφουκιος

Το ανωτερο ατομο αναγνωριζει το δικαιο, το κατωτερο ατομο καταλαβαινει το κερδος
 Κομφουκιος

Οτι δεν ειμαστε μια συλλογη ατομων διασκορπισμενων στον κοσμο, αλλα αντιθετα μια αρμονια χρωματων και φωνων, μια διαρκης κραυγη επιθυμιων και σκεψεων που γεννιουνται, μεγαλωνουν, που με αγαπη γονιμοποιουν σε μια καρδια και μια βουληση, μια κυψελη ελπιδας. Αποκαλουμε αυτο υπαρξη και μορφη αρμονικης και συλλογικης κοινοτικης σκεψης. Πως δεν παραιτουμαστε απο το να ειμαστε αυτοι που ειμαστε. Πως θα συνεχισουμε να υπερασπιζομαστε την αυτονομια μας. Θα υπερασπιστουμε επισης καθε εναν που ειναι σαν και εμας, που θελει να ζησει διαφορετικα για το χρωμα του, το τραγουδι του, το οραμα του για την ζωη και την ελευθερια του, με αξιοπρεπεια.
 Εθνικο Κονγκρεσο Ιθαγενων

Η βασικη δουλεια των Αμερικανων ειναι η δουλεια
 Καλβιν Κουλιντζ

Η αιωνιοτητα ειναι ενα πενταετες αναπτυξιακο προγραμμα
 Ε.Ε. Καμινγκς

Ο ανθρωπιστης που δεν περιοριζεται απο καμια πεποιθηση εγινε τοσο ανοικτομυαλος μεχρι που εχασε τα μυαλα του
 Τζ. Β. Κανινγχαμ

Δεν θεωρω προσβολη, αλλα μαλλον κοπλιμεντο να με αποκαλουν αγνωστικιστη. Δεν υποκρινομαι οτι γνωριζω πραγματα που πολλοι αγνωμονες ειναι βεβαιοι για αυτα – αυτο σημαινει ολο και ολο ο αγνωστικισμος
 Κλαρενς Νταροου

Σκεφτειτε απλα την τραγωδια της διδασκαλιας των παιδιων στο να μην αμφιβαλλουν
 Κλαρενς Νταροου

Προκαλουν κενα στο πνευμα μας, δακρυα και φοβους. Μονοπλευρες ιστοριες για χρονια και χρονια και χρονια. Ειμαι κατωτερος; Ποιος ειναι κατωτερος; Ναι, πρεπει να τσεκαρουμε το εσωτερικο, ενος συστηματος που νοιαζεται μονο για μια κουλτουρα, και για αυτο πρεπει, ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΠΙΣΩ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ!!!
 Ζακ ντε λα Ροχα

Αν δεν ηταν η δυσαρεσκεια των λιγων που δεν ηταν ικανοποιημενοι με την κατασταση τους θα ζουσαμε ακομη στις σπηλιες. Η ευφυης δυσαρεσκεια ειναι η πηγη του πολιτισμου
 Ευγενιος Ντεμπς

…πριν απο χρονια αναγνωρισα την συγγενεια μου με ολα τα ζωντανα πλασματα, και το εβαλα καλα στο μυαλο μου οτι δεν ημουν στο ελαχιστο καλυτερος απο τον χειροτερο στην γη. Ειπα τοτε, και το λεω και τωρα, πως οσο υπαρχει κατωτερη ταξη, ειμαι μελος της, πως οσο υπαρχουν εγκληματικα στοιχεια, ειμαι μαζι τους, και πως οσο υπαρχει εστω και μια ψυχη στην φυλακη, δεν ειμαι ελευθερος
 Ευγενιος Ντεμπς

Αν θελησεις να αναζητησεις πραγματικα την αληθεια, ειναι απαραιτητο οπως μια εστω φορα στην ζωη σου αμφιβαλλεις, μεχρι τελους, για τα παντα.
 Ρενε Ντεκαρτ

Ειμαι ο κανενας! Εσυ ποιος εισαι; Εισαι – κανενας- και εσυ; Τοτε ειμαστε δυο; Μην το πεις, θα το διαφημισουν – ξερεις εσυ!
 Εμιλι Ντικινσον

Δεν υπαρχει κατι ευκολοτερο απο την καταδικη του κακοποιου, τιποτε δυσκολοτερο απο την κατανοηση του
 Φιοντορ Ντοστογιεφσκι

Ολες οι γενικευσεις ειναι επικινδυνες, ακομα και αυτη εδω
 Αλεξανδρος Δουμας 

Οι καλοι τυποι τερματιζουν τελευταιοι
 Λεο Ντιροσερ

Θα σε αφησω να γινεις το ονειρο μου αν με αφησεις να γινω το δικο σου
 Μπομπ Ντιλαν

Κοιταζοντας στο παρελθον, συνειδητοποιω οτι μια ζωη καθορισμενη απο την υποταγη ειναι μια πραγματικα βολικη ζωη. Ζωντας κατα αυτον τον τροπο μειωνει στο ελαχιστο την αναγκη για σκεψη
 Αντολφ Αϊχμαν

Θα επρεπε να ειναι εφικτο να εξηγηθουν οι νομοι της φυσικης σε εναν μπαρμαν
 Αλμπερτ Αϊνσταϊν

Τα σημαντικοτερα προβληματα που αντιμετωπιζουμε σημερα δεν γινεται να επιλυθουν με το ιδιο επιπεδο σκεψης που ειχαμε οταν τα δημιουργησαμε
 Αλμπερτ Αϊνσταϊν

Ειναι πραγματικο θαυμα οτι η περιεργεια επιβιωνει της επισημης παιδειας
 Αλμπερτ Αϊνσταϊν

Αν σκοτωσεις εναν ανθρωπο εισαι δολοφονος, αν σκοτωσεις δεκα ανθρωπους εισαι τερας, αν σκοτωσεις δεκα χιλιαδες εισαι εθνικος ηρωας
 Βασιλης Επαμεινωνδου

Ο μεγαλυτερος κινδυνος για το μελλον των ανθρωπων βασιζεται κυριως στην αδυναμια τους να αναγνωρισουν τον μυθιστορηματικο χαρακτηρα της ‘κοινης λογικης’
 Εριχ Φρομ

Οι μηχανισμοι εξουσιας γενικα δεν εχουν μελετηθει ιδιαιτερα απο την ιστορια. Η ιστορια εχει μελετησει εκεινους που κατειχαν εξουσια- αποσπασματικες ιστοριες βασιλιαδων και στρατηγων, αντιθετα προς αυτο εχει υπαρξει η ιστορια των οικονομικων διαδικασιων και των υποδομων τους. Ξανα, διαφορετικα απο αυτο, διαθετουμε ιστοριες θεσμων, ολων οσων εχουν θεωρηθει ως η υπερδομη σε σχεση με την οικονομια. Αλλα η εξουσια και οι στρατηγικες της, ταυτοχρονα γενικη και λεπτομερης, και οι μηχανισμοι της, δεν εχει μελετηθει ποτε. Αυτο που εχει μελετηθει ακομα λιγοτερο ειναι σχεση μεταξυ της εξουσιας και της γνωσης, της αρθρωσης της μιας επι της αλλης….
 Μισελ Φουκω

Η αρχαιολογια των ανθρωπινων επιστημων πρεπει να εδραιωθει μεσω της μελετης των μηχανισμων εξουσιας που εχουν επηρρεασει τα ανθρωπινα σωματα, τις πραξεις και τις μορφες της συμπεριφορας. Και αυτη η ερευνα μας βοηθα να ανακαλυψουμε ξανα μια απο τις συνθηκες της εμφανισης των ανθρωπιστικων σπουδων: την μεγαλη προσπαθεια του δεκατου ενατου αιωνα στην πειθαρχια και την κανονικοποιηση
 Μισελ Φουκω

Ο ρυθμος της επιστημης επιβαλλει τον ρυθμο της τεχνικης. Η θεωρητικη φυσικη μας επιβαλλει την ατομικη ενεργεια, η επιτυχης παραγωγη της σχαστικης βομβας μας επιβαλλει την κατασκευη της υδρογονοβομβας. Δεν επιλεγουμε τα προβληματα μας, δεν διαλεγουμε τα προϊοντα μας, ωθουμαστε, υποχρεωνομαστε, απο τι; Απο ενα συστημα που δεν εχει σκοπο και τελος να υπερβει, καθιστα τον ανθρωπο εξαρτημα του
 Εριχ Φρομ

Η αληθεια ειναι αυτο που επιβεβαιωνει αυτο που ηδη πιστευουμε
 Νορθροπ Φραϊ

Δεν πρεπει να χασεις την πιστη σου στην ανθρωποτητα. Η ανθρωποτητα ειναι ενας ωκεανος, αν μερικες σταγονες του ωκεανου βρωμισουν, ο ωκεανος δεν βρωμιζει
 Μαχατμα Γκαντι

Η βιογραφικη ιστορια, οπως διδασκεται στα σχολεια, παραμενει σε μεγαλο βαθμο η ιστορια ηλιθιων: γελοιων βασιλιαδων και βασιλισσων, παρανοϊκων πολιτικων ηγετων, ψυχαναγκασμενων ταξιδιωτων, αμορφωτων στρατηγων – τα απονερα των ιστορικων ρευματων
 Μαρτιν Γκαρντνερ

Μαθαινουμε απο την εκθεση στην ζωη απλα. Πολλα που θεωρουνται παιδεια δεν ειναι καν αυτο παρα τελετουργια. Το γεγονος ειναι πως μορφωνομαστε οταν δεν το γνωριζουμε
 Ντεϊβιντ Γκαρντνερ

What’s going on?
 Μαρβιν Γκεϊ

Την αντιληψη μας για τον κοσμο παρεχουν εκεινοι που κερδοσκοπουν απο την αγνοια μας
 Γκαβιν Τζι Γκλοου

Ποιητης ειναι εκεινος που μπορει να αφυπνισει το καλο που κοιμαται στα στηθη των ανθρωπων
 Μαχατμα Γκαντι

Οποιος ελεγχει τα μιντια – τις εικονες – ελεγχει την κουλτουρα
 Αλεν Γκινσμπεργκ

Ειδα τα καλυτερα μυαλα της γενιας μου να καταστρεφονται απο την τρελα…
 Αλεν Γκινσμπεργκ

Απεχθανομαι ο,τιδηποτε με διδασκει απλα χωρις να αυξανει ή αμεσα επιταχυνει την δραση μου
 Γκετε

Υπαρχουν δυο ειδων ανθρωποι που θα σου πουν οτι δεν μπορεις να κανεις την διαφορα σε αυτον τον κοσμο: εκεινοι που φοβουνται να προσπαθησουν, και εκεινοι που φοβουνται οτι θα τα καταφερεις
 Ρεϊ Γκοφορθ

Μιας και καθε προσπαθεια της εκπαιδευτικης μας ζωης φαινεται να σκοπευει να κανει καθε παιδι ξενο προς τον εαυτο του, πρεπει αναγκαστικα να παραγει ατομα ξενα μεταξυ τους, και σε ισοβιο ανταγωνισμο μεταξυ τους
 Εμμα Γκολντμαν

Η δημιουργια μιας νεας κουλτουρας δεν σημαινει μονο την επιτευξη νεων ανακαλυψεων σε ατομικη βαση. Σημαινει επισης και κυριοτερα την κριτικη εκλαικευση των παραδεδομενων αληθειων, την κατασταση τους, τροπον τινα, σε κοινωνικες, δινοντας τους κατα συνεπεια την συνεπεια ως βαση για ζωτικες δρασεις, καθιστωντας τις συντονιστικα στοιχεια διανοητικης και κοινωνικης σχετικοτητας
 Αντονιο Γκραμσι

Δεν υπαρχουν χρηματα για την ποιηση, αλλα δεν υπαρχει και ποιηση για το χρημα
 Ρομπερτ Γκρεϊβς

Το σημαντικοτερο αποτελεσμα της παιδειας ειναι να βοηθησει τους μαθητες να ανεξαρτητοποιηθουν απο την επισημη παιδεια
 Πωλ Γκρεϊ

Η σιωπη ειναι επιχειρημα που εκφραζεται με αλλα μεσα
 Τσε Γκεβαρα

Οι περισσοτεροι σχεδον απο αυτους που βλεπω ξερουν την αληθεια αλλα απλα δεν ξερουν οτι την ξερουν
 Γουντι Γκαθρι

Δεν ζητησα ποτε να ειμαι πολιτης
 Κρις Χανα

Εφοσον καποιος αλλος ελεγχει την ιστορια σου η αληθεια θα παραμενει μυστηρια
 Μπεν Χαρπερ

Εφοσον οι εταιρειες παραμεινουν ο κυριαρχος παραγωγικος θεσμος στην κοινωνια, ασχετα με το ποιος βρισκεται στην εξουσια, η μακροπροθεσμη ταση της κοινωνιας θα ειναι η προωθηση του εταιρικου συμφεροντος
 Μαϊκλ Χαρρινγκτον

Ειμαι πραγματικα τρομοκρατημενος απο τον συγχρονο ανθρωπο. Τοση απουσια συναισθηματος, τοση στενοτητα οριζοντα, τοση ελλειψη παθους και πληροφορησης, τοση ρηχοτητα σκεψης
 Αλεξαντερ Χερτζεν

Everybody knows
 Λεοναρτ Κοεν

από athens.indymedia.org

Ένα πλήγμα στον πολιτισμό ή η ουσία του; ΟΨΕΙΣ TΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ

Από την Ιερά Εξέταση στα Ψυχιατρεία

Τα εγκλήματα της ψυχιατρικής επιστήμης εκτείνονται σε μεγάλο βαθμό. Δεν είναι απλά τα βασανιστήρια, τα ηλεκτροσόκ, οι ενέσεις, τα ψυχοφάρμακα, πράξεις οι οποίες τρομοκρατούν ολόκληρα κοινωνικά κομμάτια και άτομα. Στις εκατοντάδες χρόνια ύπαρξης του θεσμού των ψυχίατρων και των νοσηλευτικών ιδρυμάτων «ψυχικών νοσημάτων» έχουν εμφανιστεί άπειρες δοξασίες, μύθοι και δόγματα που κατασκευάστηκαν προκειμένου να εξοντώσουν ψυχικά διάφορους αντιστεκόμενους ανθρώπους, άλλους οι οποίοι δεν «συμβάδιζαν» με το θεωρούμενο ως κοινωνικό σύνολο ή απλά αντιφρονούντες.

Από τους δούλους στην αρχαία Ελλάδα, τους διωγμούς της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τις σταυροφορίες, τα κυνήγια μαγισσών στο Μεσαίωνα και τους κονκισταδόρες (κατακτητές) των Ινδιάνων, ως τα γκούλαγκ της κομμουνιστικής Ρωσίας, τους θαλάμους αερίων των ναζί, το Γκουαντανάμο και τα λευκά κελιά της κάθε είδους δημοκρατίας, πάντα υπήρχαν ευυπόληπτοι επιστήμονες πρόθυμοι να καλύψουν με «τεκμηριωμένα» στοιχεία τη συστηματική εξόντωση ανθρώπων και το βιασμό συνειδήσεων.
Βοηθούμενοι τους τελευταίους αιώνες και από επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων, (κοινωνιολόγοι, εγκληματολόγοι κ.ά.), είχαν πάντα την κατάλληλη συνταγή για να διαστρεβλώσουν σημαντικά και αναπόσπαστα κομμάτια της ανθρώπινης ζωής, ανθρώπινα ήθη, συναισθήματα και ανάγκες, που έπρεπε να καταστέλλουν συνεχώς προκειμένου να τρομοκρατούν τους ανθρώπους και να τους έχουν σε καθεστώς διαρκούς εξαθλίωσης, αφαίμαξης, εκμετάλλευσης από κάθε σκοπιά.

Ελάχιστοι επιστήμονες μπορεί να παραδέχονται σήμερα τα εγκλήματα της ψυχιατρικής. Και όπως συνηθίζεται σε ένα απλό ιατρικό ζήτημα η απάντηση των υποκριτών ήταν και θα παραμείνει η ίδια: η επιστήμη εξελίσσεται! Και η συνέχεια ύπαρξης «σωφρονιστικών» ιδρυμάτων αλλά και θεωριών που φανατίζουν και διαιωνίζουν τη μισαλλοδοξία για τον αλλόθρησκο, τον τρελό κ.ά., αποτελεί βασικό στήριγμα του εκάστοτε κρατικού οικοδομήματος.

Και τα εγκλήματα αυτά θα πρέπει να θεωρούνται μάλλον ως «παράπλευρες απώλειες», όπως ακριβώς τέτοιες θεωρούνται οι θάνατοι εκατομμυρίων ανθρώπων από τυφλούς βομβαρδισμούς, από εμπάργκο που επιβάλλονται σε χώρες «παρίες», από την τρομοκρατία των φαρμακοβιομηχανιών που αρνούνται την περίθαλψη σε ολόκληρους πληθυσμούς που δεν μπορούν να αγοράσουν τα πανάκριβα φάρμακά τους.

Θεωρούμε λειτουργικό για τη διερεύνηση του ζητήματος αυτού να δούμε την επίδραση της θρησκείας στη θεμελίωση διαφόρων τέτοιων δογμάτων, παράλληλων με την επιστημονική εξέλιξη και πόσο συνέβαλαν στη διατήρηση του εξουσιαστικού κατεστημένου, που με τον καιρό άλλαζε μορφή μέχρι να φτάσει στο σημερινό.

Ιερά Εξέταση

Η Ιερά Εξέταση, αυτό το απεχθές συλλογικό όργανο ψυχικής και σωματικής εξουθένωσης του ανθρώπου εξευτέλισε, βασάνισε και θανάτωσε εκατομμύρια ανθρώπους για την υπεράσπιση της χριστιανικής πίστης. Σύνθημά της: Φωτιά στο κορμί για να σωθεί η ψυχή. Η επινόηση των μάγων και μαγισσών ήταν η πρόφαση για την επιβολή αντιανθρώπινων δογμάτων καταστολής κυρίως σε βάρος γυναικών, η καταπίεση των οποίων είναι βασικό στήριγμα των εκάστοτε εξουσιαστικών καθεστώτων. Είναι ενδιαφέρον πάντως το πόσες ομοιότητες παρουσιάζουν αυτά που αναφέρονται παρακάτω με καταστάσεις που διαδραματίζονται στο σημερινό δημο-κρατικό κόσμο.

Από τον 4ο αιώνα που ανακηρύχθηκε επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο Χριστιανισμός δεν έλειψε η εξάπλωση διαφόρων παγανιστικών ιδεών, στην παρανομία φυσικά και κυρίως σε αγροτικές περιοχές. Με κώδικες του Ιουστινιανού και του Θεοδόσιου εισάγονται οι πρώτες ποινές για τη «μαγεία» προκειμένου να «εξαγνιστούν» οι παγανιστικές πίστεις και παραδόσεις.

Το διάταγμα του Πάπα Ιννοκέντιου του Δ΄ «AD ESTIRPRANDA» το Μάιο του 1250 θεωρείται ο θεμέλιος λίθος αυτού του άθλιου οικοδομήματος. Στην πραγματικότητα όμως ο θεσμός αυτός προϋπήρχε με την ονομασία «Ειδικό Δικαστήριο κατά των αιρετικών» που βρισκόταν στα χέρια των Δομινικανών και ο Ισπανός Ντομίνγκο ντε Γκούζμαν, ο «Άγιος» Δομίνικος, είναι ο πρωτεργάτης του και θεσπιστής των  απάνθρωπων κανόνων που είχε συντάξει.

Το 1209 ο πάπας Ιννοκέντιος ο Γ΄, πέντε χρόνια μετά την λήξη των σταυροφοριών, εξαγγέλλει την έναρξη των διώξεων κατά των Albigenses, μιας ομάδας αιρετικών στη Νότια Γαλλία. Στα μέσα του 14ου αιώνα, ένα εκατομμύριο γάλλοι δολοφονούνται με την υποψία ότι ανήκουν στους Albigansians. Το 1377 το νοσοκομείο-άσυλο (Bethlehem Royal Hospital) του Λονδίνου αρχίζει να χρησιμοποιείται σαν ψυχιατρείο. Από τότε χρονολογείται η καθιέρωση του όρου «φρενοκομείο» (Bedlam).
«Οι παράγοντες που συνέβαλαν στη δημιουργία της νοοτροπίας από την οποία απέρρεε το κυνήγι των μαγισσών, είναι υπερβολικά περίπλοκοι. Σαν κυριότεροι πρέπει να θεωρούνται η καταπιεστική στάση της Εκκλησίας απέναντι στα σεξουαλικά θέματα, καθώς και οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Τα τρία συστατικά στοιχεία της ιδέας της μαγείας ήταν η βασκανία, η συμμαχία με το Διάβολο και η ετεροδοξία. Αυτά μπορούν αντίστοιχα να θεωρηθούν σαν σχέσεις της μάγισσας με τον άνθρωπο, με τον Διάβολο και με τον Θεό. Η Εκκλησία εκμεταλλεύτηκε την πρώτη για να τιμωρήσει την δεύτερη, με σκοπό να εξαφανίσει την τρίτη (ετεροδοξία). Το γεγονός ότι ο κόσμος πίστευε από παλιά στη βασκανία χρησιμοποιήθηκε σαν καταλύτης της καταδικαστικής μανίας. Οι αποδείξεις της συμμαχίας με το Διάβολο που αποκτώνται με εξαναγκασμούς και βασανιστήρια, ήταν οι πιο γρήγοροι κι αποτελεσματικοί τρόποι για να επιβληθούν οι δικαστές στα θύματά τους, ενώ το φανερό κίνητρο ήταν το ξερίζωμα της ετεροδοξίας. Και από την στιγμή που άρχισε μια τέτοια διαδικασία, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρησιμοποιήθηκε ακόμα και για να διεγείρει και να ικανοποιήσει τα πιο άγρια και κτηνώδη ένστικτα». (Αγγελική Θ. Στεργίου, Μισογυνία, Ένα στίγμα για τον κοινωνικό άνθρωπο και τον πολιτισμό του, Θεσσαλονίκη 1985, σελ.48-48).

Η παπική βούλα του 1219 έδινε τη γραμμή: «Καθένας από σας πρέπει να ζωστεί το σπαθί, να μη λυπηθεί ούτε αδερφό ούτε τον πιο στενό συγγενή του». Οι συλληφθέντες οδηγούνται σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες εξοπλισμένες με τα πιο σύγχρονα μέσα βασανισμού. Στις ανακρίσεις παρευρίσκονται και γιατροί για να προλαβαίνουν τα ατυχήματα και να παρατείνεται ο πόνος. Δεν υπάρχει δημοσιότητα, δεν υπάρχει υπεράσπιση, οι μάρτυρες κατηγορίας δεν αποκαλύπτονται ποτέ. Τι μας θυμίζει, τι μας θυμίζει…

Τα πιο διαδεδομένα μέσα βασανισμού, ανάλογα των βασανιστηρίων των ρωμαϊκών μηχανισμών κατά τους διωγμούς των πρώτων χριστιανών, είναι: ο σχοινισμός, το «πουλάρι», τα αναμμένα κάρβουνα, τα ξυλοπάπουτσα και το μαρτύριο του νερού. Η θανάτωση γινόταν κυρίως με την πυρά και τον τροχό.
Υπολογίζεται ότι μόνο επί θητείας Τορκουεμάδα, ενός ανθρωποειδούς μοναχού που διορίστηκε γενικός ιεροεξεταστής στην Ισπανία το 1483, θανατώθηκαν 10.000 άτομα σε 1,5 χρόνο, αριθμός απίστευτος σε σχέση με την πληθυσμιακή πραγματικότητα της εποχής. Είναι η εποχή όπου νομιμοποιείται οποιαδήποτε μέθοδος ενοχοποίησης του κατηγορούμενου και τα όποια βασανιστήρια που γίνονται προκειμένου να υπάρξει «ομολογία» καθαγιάζονται και ενθαρρύνονται. Ομαδικές συλλήψεις, σφαγές με στόχο οποιαδήποτε θρησκευτική παρέκκλιση που κατά βάθος αφορούσε λαϊκά και  κοινωνικά κινήματα και ομάδες. Και εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς την τύχη των ανυπότακτων ανθρώπων. Οι αρμοδιότητες είχαν αυξηθεί και πλέον τιμωρούνταν και εγκλήματα κατά ζωής, ηθών και ιδιοκτησίας. Και φυσικά η Εκκλησία εμφανιζόταν αμέτοχη, κατά το Ecclesia abhorret a sanguine (Η Εκκλησία απεχθάνεται το αίμα), αφού τα ειδικά δικαστήρια των διεστραμμένων εκτελεστών έφεραν σε πέρας το έργο της διατήρησης της εξουσιαστικής τάξης.

Παράλληλα, το ένα μετά το άλλο τα φορτία με σκλάβους από την Αφρική «ξεφορτώνουν» στην Αμερική και σε άλλες αποικίες. Το 1543 ο Martin Luther δημοσιεύει το φυλλάδιό του «Concerning the Jews and their Lies» όπου κατηγορούνται οι Εβραίοι ότι δηλητηρίασαν πηγές και δολοφόνησαν παιδιά χριστιανών. Το 1568 η ισπανική Ιερά Εξέταση διακηρύττει ότι όλος ο πληθυσμός της Ολλανδίας είναι αιρετικός και τον καταδικάζει σε θάνατο. Το 1572 στη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου» (24 Αυγούστου) περίπου 30.000 Ουγενότοι (γάλλοι προτεστάντες, οπαδοί του Καλβίνου) δολοφονούνται μέσα σε λίγες ώρες. Το 1610 γίνεται η τελευταία εκτέλεση για μαγεία στην Ολλανδία. Το 1620 η ίδρυση του Σωφρονιστηρίου του Αμβούργου, σημειώνει την απαρχή για τη δημιουργία μιας ατέλειωτης αλυσίδας παρόμοιων ιδρυμάτων «βοήθειας και τιμωρίας». Το 1656 ο Λουδοβίκος XIII υπογράφει διάταγμα για την ίδρυση του Γενικού Νοσοκομείου του Παρισιού.
Η λειτουργία και οι σκοποί του Γενικού Νοσοκομείου δεν είχαν καμία σχέση με την ιατρική… Λίγα χρόνια μετά τη δημιουργία του έχει 6.000 εγκλείστους, δηλαδή σχεδόν το 1% του πληθυσμού. Το 1684 γίνεται η τελευταία εκτέλεση για μαγεία στην Αγγλία. Το 1692 γίνονται δίκες μαγισσών στο Salem της Μασαχουσέτης στην Αμερική. Εδώ δεν είναι λίγοι αυτοί που κατηγορούν τις γυναίκες τους για μάγισσες με δήθεν στοιχεία για να τις εξοντώσουν και να πάρουν την περιουσία τους. Το 1745 πραγματοποιείται η τελευταία εκτέλεση για μαγεία στη Γαλλία, το 1793 στην Πολωνία ενώ μόλις το 1826 στην Ισπανία, μετά από διαδοχικές καταργήσεις και επαναθεσπίσεις της Ιεράς Εξέτασης. Είναι σημαντικό το πόσο αλληλένδετα εμφανίζονται κληρικοί, συγγραφείς και επιστήμονες αλληλοσυμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον στην επιβολή των σχεδιασμών της εξουσίας.

Από τη μαγεία στον αυνανισμό

Με την παρακμή των θρησκευτικών αντιλήψεων και θεσμών στο 17ο αιώνα και την παράλληλη ενίσχυση της «κοσμικής» εξουσίας περιορίστηκε γρήγορα η χρηστικότητα της θεωρίας της μαγείας. Τη θέση αυτής πήρε ο αυνανισμός που πρόσφερε στους επιστήμονες μια νέα πρόφαση για να συνεχίσουν τις διαστροφικές μελέτες τους και τα εγκλήματά τους. Με βαθιές ρίζες σε Ιουδαιο-Χριστιανικές πηγές έδωσε τροφή για άπειρες εφαρμογές από ψυχίατρους, χειρούργους και παιδίατρους και αυτό φαίνεται και από γνωστά ονόματα της ψυχιατρικής το 19ο και 20ο αιώνα, όπως ο Benjamin Rush και στη συνέχεια ο Sigmund Freud (θεωρίες περί libido [γενετήσια ορμή], ψυχισμού κ.ά.)
Η επιστημονική παράνοια προχωρά ακάθεκτη και το 1711 πρωτοδημοσιεύεται στο Λονδίνο από έναν ανώνυμο κληρικό η θεωρία ότι ο αυνανισμός προκαλεί τρέλα και ανατυπώνεται σε πολλές γλώσσες. Το 1752 ανοίγει το πρώτο, επίσημα, ψυχιατρείο στη Φιλαδέλφεια στην Αμερική. Το 1758 ο Simon-Andre D.Tissot δημοσιεύει στη Λωζάννη το «Αυνανισμός ή μια διατριβή για τις ασθένειες που προκαλούνται από την αυτό-ικανοποίηση». 
Σύμφωνα με αυτό οι κίνδυνοι που εγκυμονεί ο αυνανισμός είναι τρομακτικοί. Είναι μια επίγεια κόλαση, χωρίς καθαρτήριο. Το 1762 δημοσιεύεται στη Γενεύη το «Φιλοσοφικό Λεξικό» του Βολταίρου που επιφύλασσε όμως άσχημη τύχη στους οπαδούς του. Το 1765 ο νεαρός Chevalier de la Barre που αρνείται να γονατίσει στο πέρασμα μιας θρησκευτικής πομπής, βασανίζεται άγρια, του ξεριζώνεται η γλώσσα και αποκεφαλίζεται. Το σώμα του καίγεται δημόσια στην πυρά, μαζί με ένα αντίτυπο του «Φιλοσοφικού Λεξικού». Το 1784 χτίζεται στη Βιέννη το Narrentum, το πρώτο ευρωπαϊκό ίδρυμα με μοναδικό σκοπό τη «θεραπεία της παραφροσύνης». Οι περιγραφές του το 1843, το σκιαγραφούν σαν μια «άθλια και βρωμερή φυλακή, κατάκλειστη και μ’ αρρωστημένη ατμόσφαιρα, που η μυρωδιά της πνίγει, ενώ η θέα των έξαλλων, αλυσοδεμένων και (των περισσότερων) γυμνών ασθενών προκαλεί αηδία στον επισκέπτη». Η επιστημονική παράνοια συνεχίζεται… Το 1816 ο Jean Esquirol διαβεβαιώνει πως ο αυνανισμός αναγνωρίζεται σ’ όλες τις χώρες σαν η συνηθέστερη αιτία παραφροσύνης και το 1838 προσθέτει την επιληψία, την μελαγχολία και την αυτοκτονία στις καταστάσεις που προκαλούνται από τον αυνανισμό. Την εποχή αυτή αρχίζουν και μονιμοποιούνται τα ψυχιατρικά ιδρύματα σε διάφορες χώρες, σε κάθε μία με τις δικές της ιδιαιτερότητες. Στις ΗΠΑ π.χ. επιχειρείται συνεχώς να συνδεθούν οι «ελεύθεροι» μαύροι με ψυχικά νοσήματα προκειμένου να διαιωνιστεί η καταπίεσή τους, αφού οι σκλάβοι θεωρούνται πιο υγιείς!

«Η εφεύρεση της αυνανιστικής υπόθεσης και οι ιατρικές (και ιδιαίτερα οι ψυχιατρικές) χρήσεις της, ερμηνεύουν παραδειγματικά το πνεύμα του θεραπευτικού ιμπεριαλισμού και μεσσιανισμού. Όπως ο σκοπός του ευαγγελικού ιεραπόστολου είναι να υποτάσσει όλο και περισσότερες ψυχές στο Χριστιανισμό, έτσι και ο σκοπός του ευαγγελικού γιατρού είναι να υποτάσσει όλο και περισσότερα σώματα στην Ιατρική. Στο Χριστιανισμό αυτό γίνεται με το χαρακτηρισμό όλων των ανθρώπων ως αμαρτωλών (το δόγμα του προπατορικού αμαρτήματος) που η σωτηρία τους μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη βοήθεια της χριστιανικής Εκκλησίας. Στην Ιατρική αυτό επιτυγχάνεται με το χαρακτηρισμό όλων των ανθρώπων ως τρελών (η αυνανιστική υπόθεση, που πρόσφατα επαναδιατυπώνεται ως εκατό τοις εκατό απόδειξη της ψυχασθένειας) που η θεραπεία τους μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη βοήθεια του ιατρικού επαγγέλματος». (Thomas Szasz, Η Βιομηχανία της Τρέλας – Τόμος Β΄, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 116-117).

Την περίοδο 1850-1900 φτάνει στο απόγειο της επιβολής του το δόγμα που θεωρεί τον αυνανισμό σαν αιτία της τρέλας. Το 1880, o καθένας που επιθυμούσε να αλυσοδέσει τα σεξουαλικά ενεργά παιδιά και ψυχασθενείς (αυτές τις δυο πιο ευάλωτες από τις υπάρχουσες ομάδες καταπιεσμένων), ή να τους διακοσμήσει με αλλόκοτα αντικείμενα, να τους βάλει σε ειδικές θήκες από γύψο, δέρμα ή καουτσούκ, να τους κακοποιήσει, να τους τρομοκρατήσει ή ακόμα και να τους ευνουχίσει καυτηριάζοντας ή απονευρώνοντας ακόμα τα γεννητικά τους όργανα, θα έβρισκε έναν φιλάνθρωπο και αξιοσέβαστο ιατρικό κανόνα που θα του επέτρεπε να τα κάνει όλα αυτά με εφησυχασμένη τη συνείδησή του. Η τρέλα του αυνανισμού, που ήταν αυτή την εποχή αποδεκτή σαν πραγματικότητα, επηρέαζε το ιατρικό επάγγελμα. Το 1859 ο John Stuart Mill γράφει στο «Για την Ελευθερία»: «Ο μόνος λόγος που θα δικαιολογούσε την άσκηση βίας πάνω σ’ ένα μέλος της κοινωνίας και ενάντια στη θέλησή του, είναι η πρόληψη του ενδεχόμενου να κάνει κακό σε άλλους. Το ίδιο του το συμφέρον (ιατρικό ή ηθικό) δεν συνιστά ικανή δικαιολογία… Κάθε άνθρωπος είναι ο σημαντικότερος υπερασπιστής της δικής του υγείας, σωματικής, ψυχικής και πνευματικής» και το 1869 στο «Καθυπόταξη των Γυναικών»: «Υπήρξε ποτέ κάποια μορφή επιβολής που δεν εμφανίστηκε σαν κάτι το φυσικό σ’ εκείνους που την υπέστησαν;… Η πλειοψηφία των ανδρών δεν μπορεί ακόμα να ανεχθεί την ιδέα πως συνυπάρχει ισότιμα (με τις γυναίκες)… 

Σήμερα η εξουσία χρησιμοποιεί ηπιότερη γλώσσα, ισχυριζόμενη σ’ αυτόν που την υφίσταται πως τον καταπιέζει για το καλό του…».
Κι ενώ οι θεωρίες διάφορων τσαρλατάνων διαδέχονται η μία την άλλη ώσπου να φτάσουμε σήμερα στα καταξιωμένα ιατρικά μέσα του ηλεκτροσόκ, των ενέσεων,[της λοβοτομής (E. Moniz, 1936), της σπασμοηλεκτροθεραπείας (Cerletti, 1938) και πολλών άλλων που ίσως δε γνωρίζουν παρά ελάχιστοι]. Και δεν φτάνουν οι διάφορες αυτές θεωρίες. Συνοδεύονται και από διάφορα κατασκευάσματα πολιτικών –και όχι μόνο– σκοπιμοτήτων.
[Ιδιαίτερη θέση σ’ αυτά έχει το βιβλίο «Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», που δημοσιεύεται το 1903 στη Ρωσία. Το βιβλίο αυτό, γραμμένο με εντολή του τσάρου Νικόλαου ΙΙ από τον ελληνο-ορθόδοξο μοναχό Sergei Nillus, στόχευε στην αναγόρευσή του σε αποδεικτικό στοιχείο για την «κατάκτηση του κόσμου που σχεδιάζεται από μια ομάδα συνωμωτών Εβραίων γνωστών σαν «Σοφοί της Σιών». Με αρχικό σκοπό να διεγείρει τους ρώσους χωρικούς κατά των Εβραίων, το πλαστό αυτό ντοκουμέντο αποτέλεσε σπουδαία πηγή της αντι-σημιτικής φιλολογίας του 20ου αιώνα.]

Τα συμπεράσματα πολλά… Ένα είναι σίγουρο, πως αιώνες καταπίεσης και τρομοκρατίας από τα εξουσιαστικά καθάρματα δε μπόρεσαν να εξαφανίσουν την ανθρωπινότητα και την αξιοπρέπεια, που παραμένουν ζωντανές και δείχνουν το δρόμο της ανθρώπινης ελευθερίας που είναι ασυμβίβαστη με το κράτος και τους μηχανισμούς του…

ΠΗΓΕΣ

• Thomas Szasz, Η Βιομηχανία της Τρέλας, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1991.
• Μισέλ Φουκώ, Ψυχική Αρρώστεια και Ψυχολογία, 2η έκδοση, Εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 1988.
• Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, Τόμος 1ος, Εκδόσεις Δ. Γιαλέλλης, Αθήνα 1976.
• Κυριάκος Σιμόπουλος, Βασανιστήρια και Εξουσία, 5η έκδοση, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 2003.
• Αγγελική Θ. Στεργίου, Μισογυνία, Ένα στίγμα για τον κοινωνικό άνθρωπο και τον πολιτισμό του, Θεσσαλονίκη 1985.
• Βίλχελμ Ράιχ, Η Μαζική ψυχολογία του φασισμού, Τόμος 1ος, 3η έκδοση, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα 1975.
• Sigmund Freud, Άπαντα, Τόμος 1ος, 2ος, 7ος, Εκδόσεις Πανεκδοτική, Αθήνα 1962, 1963, 1967.

Αναρχική Ομάδα ΞΑΝΑ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
(Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΕΘΡΙΑΣ φ. 22, Φεβρουάριος 2004)

Πηγή: http://www.anarchypress.gr/

Περι εξουσίας, στολών και του πειράματος της “φυλακής” του Στάνφορντ.

Μια μικρή διάλεξη του Φ.Ζιμπαρντο πάνω στο ζήτημα του ατόμου που δρα σε ένα χώρο εξουσίας.
Πόσοι από μας είναι άτρωτοι στην σαγήνη της εξουσίας; Πόσοι από μας θα μπορούσαν να γίνουν βασανιστές; Αυτά τα άτομα που έκαναν τά βασανιστήρια στο Αμπού Γράιμπ πόσο διαφορετικοί είναι από  εμας, που δεν βασανίζουμε; Πως αλλάζει η συμπεριφορά ενός ανθρώπου όταν αλλάζει την εμφάνισή του, π.χ. φοράει κάποιο στυλ ρούχων ή κάποια στολή;

Αυτά και άλλα από τον Φ. Ζιμπάρντο, έναν που συμετείχε και καθοδηγούσε τέτοια πειράματα, όπως το Πείραμα του Στάνφορντ.



http://www.dailymotion.com/video/xdzy9q_philip-zimbardo_people?start=447#from=embed

*(ξεκινηστε το βιντεο να παιζει απο την αρχη)

Anthens Indymedia.

Peter Lehmann: Ο αγωνιστής της τρέλας, επίτιμος διδάκτωρ του ΑΠΘ



Του Αρίστου Αναγνώστου

O Peter Lehmann βίωσε την εμπειρία της ψυχιατρικής βίας και το στίγμα του τρελού. Αυτή όμως η εμπειρία αποτέλεσε για τον ίδιο την αφορμή για ν’ αντλήσει συμπεράσματα και να ξετυλίξει πρακτικές που δεν βοήθησαν μόνον τον ίδιο, αλλά και χιλιάδες συνανθρώπους του που ήταν θύματα των ίδιων «ψυχιατρικών μεθόδων».
Τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, σε δημόσια τελετή θα ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Ψυχολογίας του Α.Π.Θ με αφορμή το Ευρωπαϊκό Συνέδριο ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία που θα διεξαχθεί στη Θεσσαλονίκη.
Η πρόταση του Τμήματος Ψυχολογίας
«O Peter Lehmann είναι μια ευρέως αναγνωρισμένη προσωπικότητα, όχι μόνο ως συγγραφέας και εκδότης, αλλά και ως ενεργός πολίτης και συνήγορος χιλιάδων περιθωριοποιημένων ανθρώπων και ατόμων που εξ αιτίας του στιγματισμού τους ως «ψυχικά ασθενείς» υφίστανται παγκοσμίως την παραβίαση των δικαιωμάτων τους εντός και εκτός ψυχιατρικών ιδρυμάτων και υπηρεσιών.
Η συμβολή του, επιστημονικά και ανθρωπιστικά, στην ανάπτυξη των κινημάτων αυτοβοήθειας ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία ξεπερνάει τα εθνικά σύνορα της Γερμανίας και εξαπλώνεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η συμβουλευτική του δράση, μέσω εθνικών και διεθνών οργανώσεων, σε διεθνείς οργανισμούς με στόχο την αποκατάσταση και υπεράσπιση των δικαιωμάτων κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων αποτελεί σημαντικό στοιχείο αυτής της αναγνωρισιμότητας.
Το επιστημονικό–θεωρητικό του έργο δεν είναι μόνον σε έκταση σημαντικό αλλά θέτει και νέα επιστημολογικά ερωτήματα και ζητήματα αμφισβήτησης υπαρκτών επιστημονικών προσεγγίσεων, ανοίγοντας δρόμους αναθεώρησής τους σε θεωρία και πράξη.
Οι δημοσιεύσεις του γύρω από τις βίαιες πρακτικές, την κατάχρηση των ψυχοφαρμάκων και την αναζήτηση εναλλακτικών στην Ψυχιατρική πρακτικών αποτελούν εργαλεία υποστήριξης, εμπλοκής και αυτοβοήθειας των ίδιων των ενδιαφερομένων. Αποτελούν όμως και για μας τους ειδικούς σημαντικά ερεθίσματα όχι μόνον για μια κριτική στάση απέναντι στις θεωρίες μας, αλλά κυρίως για την αναζήτηση μιας άλλης προσέγγισης και πρακτικής, μιας άλλης δηλαδή συνάντησης με τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία», αναφέρουν τα μέλη της Εισηγητικής Επιτροπής, Κωνσταντίνος Μπαϊρακτάρης, Αναπληρωτής Καθηγητή Κλινικής Ψυχολογίας, Φοίβος Ζαφειρίδης, Ψυχίατρος- Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχολογίας των Εξαρτήσεων και Μαρία Δικαίου, Κοινωνική Ψυχολόγος-Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας του Α.Π.Θ.
«Πιστεύουμε ότι η απονομή του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα στον Peter Lehmann θα δώσει διεθνώς μια νέα ώθηση στα κινήματα αυτοβοήθειας ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία και τον αγώνα τους για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Θα δώσει επίσης μία μεγάλη ώθηση και στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στην Ελλάδα που ακόμη βρίσκεται στα σπάργανα.
Τέλος, πιστεύουμε ότι η απονομή αυτή, είναι σημαντική και για το ίδιο το Τμήμα Ψυχολογίας του Α.Π.Θ. γιατί με την πράξη αυτή δεν επιβεβαιώνει μόνο εκ νέου το άνοιγμα του προς νέες επιστημονικές προσεγγίσεις, αλλά συνδέει αυτό το άνοιγμα με τη συμβολή στις προσπάθειες ακύρωσης του κοινωνικού αποκλεισμού· με τη συμβολή του στην αναζήτηση και εφαρμογή θωριών και πρακτικών που δεν παραβιάζουν ανθρώπινες αξίες και ανθρώπινα δικαιώματα», υπογραμμίζει η εισηγητική επιτροπή, στην πρόταση της οποίας παρατίθεται το πλουσιότατο επιστημονικό, ανθρωπιστικό και συγγραφικό έργο του Peter Lehmann. Πολλά άρθρα και μελέτες του έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά. 
Η ζωή και η δράση του
Ο Peter Lehmann γεννήθηκε το 1950, στο Calw της Γερμανίας. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, Τμήμα Επιστημών Αγωγής, Κοινωνικής Εργασίας και Κοινωνικής Παιδαγωγικής από όπου αποφοίτησε το 1977 ως διπλωματούχος Κοινωνικός Παιδαγωγός. Τον ίδιο χρόνο βιώνει μια σημαντική διακοπή της βιογραφικής του πορείας που οδηγεί στην ακούσια, χωρίς δικαστική απόφαση, εισαγωγή του σε δημόσιο Ψυχιατρείο στην Γερμανία. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του βίωσε μια σειρά από παραβιάσεις της σωματικής του ακεραιότητας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του αλλά και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του. Απαξιωτικές για τα δικαιώματά του εμπειρίες είχε και μετά την έξοδό του από το Ψυχιατρείο όπως υπερβολική χορήγηση ψυχοφαρμάκων, άρνηση πρόσβασης στον ψυχιατρικό του φάκελο κ.λ.π.
Οι προσωπικές αυτές εμπειρίες τον οδήγησαν από το 1979 σε επιστημονικές και ανθρωπιστικές δράσεις κατά της ψυχιατρικής αυθαιρεσίας και στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία τόσο στη Γερμανία όσο και διεθνώς.
Με ιδιαίτερο ζήλο και συνέπεια ασχολήθηκε πρωταγωνιστικά, σε επιστημονικό και πρακτικό επίπεδο, με: την ανάπτυξη της αυτοβοήθειας και αυτο-οργάνωσης ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία με έμφαση στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων· με την κριτική του παραδοσιακού ψυχιατρικού μοντέλου· με την αντιπαράθεση με την κατασταλτική ιδρυματική ψυχιατρική ενάντια στις διακρίσεις των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία· με την ενημέρωση για την επίδραση και τις αρνητικές παρενέργειες ψυχοφαρμάκων και ηλεκτροσόκ και για τη μείωση των επιπτώσεων κατά την διακοπή των ψυχοφαρμάκων· με τη διεκδίκηση για το δικαίωμα της πρόσβασης στον ψυχιατρικό φάκελο και για τη παροχή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε περιόδους κρίσης έναντι των βιολογικά κατευθυνόμενων ψυχιατρικών ενεργειών· τέλος, με την ανάπτυξη και υπεράσπιση εναλλακτικών απαντήσεων από αυτές της Ψυχιατρικής.
Ο Peter Lehmann συνεχίζει αδιάλειπτα μέχρι σήμερα τη δράση του για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία τόσο σε θεωρητικό-επιστημονικο όσο και σε ανθρωπιστικό επίπεδο. Επαγγελματικά, ασχολείται ως εκδότης με τον τομέα των εκδόσεων σε αντίστοιχα θέματα, με έδρα το Βερολίνο.
Είναι Ιδρυτικό μέλος και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Irren-Offensive, πρώτης αμιγούς οργάνωσης αυτοβοήθειας ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στο Βερολίνο. Επίσης είναι ιδρυτικό μέλος του δικτύου European Network of (ex-)Users and Survivors of Psychiatry αλλά και Ιδρυτικό μέλος του World Network of (ex-)Users and Survivors Psychiatry (ENUSP).

tvxs.gr

Ernesto ‘Che’ Guevara

Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής, γιος της Σέλια ντε λα Σέρνα και του Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς, το μεγαλύτερο από τα συνολικά πέντε παιδιά της οικογένειας. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό γέννησής του, γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1928. Κατά τον βιογράφο του, Τζον Λι Άντερσον, η πραγματική ημερομηνία γέννησής του τοποθετείται νωρίτερα, στις 14 Μαΐου του ίδιου έτους. Η άποψη αυτή στηρίζεται σε μαρτυρία μίας αστρολόγου, στην οποία φέρεται να εξομολογήθηκε η μητέρα του πως ήταν ήδη τριών μηνών έγκυος όταν παντρεύτηκε τον Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς.
Η οικογένεια του ήταν μια από τις οικογένειες της αργεντινής ολιγαρχίας, με ισπανικές και ιρλανδικές καταβολές. Παρόλα αυτά οι γονείς του νεαρού Ερνέστο δεν απέφευγαν καθόλου την επαφή με ανθρώπους χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Πολλά μέλη της ολιγαρχίας θεωρούσαν προκλητικό αυτό τον τρόπο ζωής επειδή το ζεύγος Γκεβάρα έδειχνε φανερά ότι σεβόταν και δεχόταν προοδευτικές ιδέες. O πατέρας του χαρακτηρίζεται ως τυχοδιώκτης, που εγκατέλειψε τις αρχικές του σπουδές αρχιτεκτονικής, προκειμένου να δραστηριοποιηθεί στον επιχειρηματικό χώρο, ενώ η μητέρα του υπήρξε ένθερμη καθολική που αργότερα όμως μεταστράφηκε στο φιλελευθερισμό της αριστεράς.





Ο Ερνέστο Γκεβάρα σε ηλικία τριών ετών
Ο Ερνέστο ήταν μόλις δύο ετών όταν διαπιστώθηκε ότι πάσχει από άσθμα. Η ασθένεια αυτή τον συνόδεψε όλη του τη ζωή και συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη της προσωπικότητάς του. Αντί να προφυλάσσεται, προσπαθούσε να σκληραγωγηθεί μέσω του αθλητισμού. Σε ηλικία εννέα ετών, παρουσίασε βαριά επιπλοκή στο άσθμα που τον ταλαιπωρούσε και διαπιστώθηκε «σπαστικός βήχας». Εξαιτίας της κατάστασης της υγείας του, δεν φοίτησε κανονικά στο σχολείο. Αρχικά, έμαθε να γράφει και να διαβάζει από την μητέρα του, ενώ αργότερα φοίτησε στο δημόσιο σχολείο ολοκληρώνοντας κανονικά μόνο τη δεύτερη και τρίτη τάξη, παρακολουθώντας τα μαθήματα των υπολοίπων όταν του επέτρεπε η υγεία του και μελετώντας κυρίως στο σπίτι.

Στην παιδική του παρέα υπήρχαν παιδιά από διάφορα κοινωνικά στρώματα της περιοχής. Ήδη τότε φανερώθηκε το χάρισμα και η κοινωνικότητα του Γκεβάρα, χαρίσματα τα οποία καλλιεργούσαν συνεχώς οι γονείς του. Ήταν πλέον καθημερινό το φαινόμενο να μπαινοβγαίνουν τα παιδιά της γειτονιάς και της περιοχής συνεχώς στο σπίτι των γονέων του. O Γκεβάρα ήταν παράλληλα σοβαρό και εσωστρεφές αγόρι, το οποίο από νωρίς άρχισε να ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνία. Κατά την περίοδο της εφηβείας του, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση και ειδικότερα για το έργο του Πάμπλο Νερούδα, ενώ συγχρόνως έγραφε και ο ίδιος ποιήματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τα λογοτεχνικά του ενδιαφέροντα εκτείνονταν από κλασικά έργα του Τζακ Λόντον ή του Ιουλίου Βερν μέχρι πραγματείες του Σίγκμουντ Φρόυντ και του Μπέρτραντ Ράσελ. Σύμφωνα με τον πατέρα του, «όταν έγινε δώδεκα χρονών κατείχε μία παιδεία που αναλογούσε σε έναν νέο δεκαοκτώ ετών, ενώ η βιβλιοθήκη του ήταν γεμάτη από κάθε είδους βιβλία περιπέτειας και ταξιδιωτικά μυθιστορήματα». Σε μεγαλύτερη ηλικία, ανέπτυξε επίσης ενδιαφέρον για τη φωτογραφία.

☆To 1942 εγγράφηκε στο δημόσιο λύκειο Ντέαν Φούνες της Κόρδοβα. Οι σχολικοί του βαθμοί υπήρξαν πολύ καλοί στη λογοτεχνία, την ιστορία και τη φιλοσοφία, αλλά και πολύ κακοί στην αγγλική γλώσσα, τα μαθηματικά και τη φυσική ιστορία. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε να συντάσσει ένα είδος φιλοσοφικού λεξικού, καταγράφοντας τα αναγνώσματά του ή κρατώντας σημειώσεις σχετικά με αυτά. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο λύκειο, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στον τομέα της εφαρμοσμένης μηχανικής. Γράφτηκε στη Σχολή Εφαρμοσμένης Μηχανικής του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες και για ένα διάστημα εργάστηκε στην κατασκευή δημοσίων έργων, κυρίως σε μικρές πόλεις. Η ασθένεια της γιαγιάς του, Άνας, η οποία είχε υποστεί εγκεφαλική αιμορραγία και κατόπιν ημιπληγία, τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την εργασία του προκειμένου να την φροντίσει κατά τις τελευταίες μέρες της ζωής της. Τόσο η δική της κατάσταση, που οδήγησε στο θάνατό της, όσο και η προσωπική του εμπειρία με το άσθμα τον επηρέασαν βαθιά, και πιθανώς συνέβαλαν στην απόφαση του να ασχοληθεί τελικά με την ιατρική.

☆Το 1948 γράφτηκε στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1953, χωρίς όμως να ακολουθήσει την κλινική πρακτική που απαιτείτο προκειμένου να είναι σε θέση να εξασκήσει το επάγγελμα του γιατρού. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, στα τέλη του 1950, εξασφάλισε άδεια ώστε να εργαστεί ως νοσοκόμος σε εμπορικά πλοία του αργεντινού στόλου. Τους επόμενους μήνες πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στην νότια και στην κεντρική Αμερική, στη διάρκεια των οποίων έζησε από κοντά της κοινωνικές συνθήκες στις λατινοαμερικανικές χώρες. Επηρεασμένος από τις εμπειρίες αυτές, άρχισε να ασχολείται όλο και περισσότερο με τα πολιτικά ζητήματα και τον Μαρξισμό.

Μετά την αποφοίτησή του από την ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στη Γουατεμάλα, με ενδιάμεσους σταθμούς τη Βολιβία, το Περού, τον Παναμά, την Κόστα Ρίκα, τη Νικαράγουα και το Ελ Σαλβαδόρ. Εκεί γνώρισε την Περουβιανή οικονομολόγο Ίλδα Γκαδέα, η οποία εργαζόταν στην κρατική υπηρεσία του Ινστιτούτου Προώθησης της Παραγωγής. Η Γκαδέα ήταν εξόριστη εξαιτίας της συμμετοχής της στη Λαϊκή Επαναστατική Αμερικανική Συμμαχία (American Popular Revolutionary Alliance, APRA) του Περού, και διέθετε γνωριμίες με πολιτικά πρόσωπα. Με τη βοήθειά της, ο Γκεβάρα ήρθε σε επαφή με ένα ευρύ κύκλο εξόριστων και αριστερών διανοουμένων. Κατά το δεύτερο μήνα της παραμονής του στη χώρα, και ενώ η πολιτική της κατάσταση εντεινόταν λόγω των μεταρρυθμίσεων του φιλελεύθερου λαϊκού καθεστώτος του προέδρου Χάκομπο Άρμπενς (Jacobo Albenz Guzmán), ο Γκεβάρα πραγματοποίησε τις πρώτες του επαφές με πολιτικούς της κυβέρνησης. Στις 15 Φεβρουαρίου του 1954 ανέφερε σε επιστολή του προς τη θεία του πως είχε λάβει οριστικά θέση υπέρ της κυβέρνησης της Γουατεμάλας, επιλέγοντας το κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα (Partido Guatemalteco de Trabajo) και σχετιζόμενος με άλλους αριστερούς διανοούμενους. Στα τέλη του ίδιου μήνα, κατέγραψε επίσης την πολύ κακή οικονομική του κατάσταση.

Για ένα σύντομο διάστημα, ο Γκεβάρα εγκατέλειψε τη Γουατεμάλα και μετέβη στο Ελ Σαλβαδόρ, προκειμένου να ανανεώσει τη βίζα παραμονής του. Λίγο μετά την επιστροφή του, επιχειρήθηκε από τη CIA ένοπλη δράση, με επικεφαλής το συνταγματάρχη Κάρλος Καστίγιο Άρμας, για την ανατροπή της κυβέρνησης του Άρμπενς και με αφορμή την άφιξη ενός πλοίου με όπλα από την Τσεχοσλοβακία. Ο Γκεβάρα συμμετείχε στην ένοπλη πολιτοφυλακή της κομμουνιστικής νεολαίας που αντιστάθηκε, αλλά παρά τη διάθεσή του να αγωνιστεί στο μέτωπο, κατετάγη τελικά ως γιατρός. Στις 27 Ιουνίου, ο Άρμπενς ανακοίνωσε την παραίτησή του και αναζήτησε άσυλο στη μεξικανική πρεσβεία. Ο Γκεβάρα, επίσης καταζητούμενος του νέου καθεστώτος, αναζήτησε άσυλο στην πρεσβεία της Αργεντινής κατόπιν προτροπής του φίλου του, Σάντσες Τοράνσο. Οι πολιτικές εξελίξεις στη Γουατεμάλα σημάδεψαν βαθιά τον Γκεβάρα και η εμπειρία που αποκόμισε στη χώρα χαρακτηρίζεται ως σημείο πολιτικής καμπής για τον ίδιο.



Επανάσταση στην Κούβα
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1954, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό, που αποτελούσε κοινό προορισμό εξόριστων Λατινοαμερικανών, από χώρες όπως το Πουέρτο Ρίκο, το Περού, η Βενεζουέλα, η Γουατεμάλα και η Κούβα. Στην πόλη του Μεξικού, συνάντησε τον Κουβανό εξόριστο Νίκο Λόπες, γνώριμό του από την περίοδο της παραμονής του στη Γουατεμάλα, ενώ επανασυνδέθηκε και με την Ίλδα Γκαδέα. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, εργάστηκε ως γιατρός και ως φωτογράφος, εν μέσω πολλαπλών επαγγελματικών κρίσεων και οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε κατά διαστήματα. Το καλοκαίρι του 1955, ήρθε σε επαφή με τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ, από τον οποίο πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του 1955, o Γκεβάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον Φιντέλ Κάστρο, o οποίος ήταν αρχηγός των “Moνκαντίστας”, και είχε καταφύγει στο Μεξικό μετά την αποφυλάκισή του, αποτέλεσμα της χάρης που του δόθηκε από τον Μπατίστα. Την πρώτη συνάντησή τους ακολούθησαν πολυάριθμες συναντήσεις και συζητήσεις γύρω από την πολιτική κατάσταση στη Λατινική Αμερική και το ενδεχόμενο της οργάνωσης μίας επανάστασης ενάντια στη δικτατορία του Μπατίστα. Την ίδια περίπου περίοδο, η Γκαδέα του ανακοίνωσε πως ήταν έγκυος και ο Γκεβάρα της πρότεινε γάμο, ο οποίος τελέστηκε τελικά στις 18 Αυγούστου 1955, στο ληξιαρχείο του μεξικανικού χωριού Τεποτσοτλάν.

Πεπεισμένος πως ο Κάστρο είχε τις προϋποθέσεις να αποτελέσει ένα χαρισματικό ηγέτη της κουβανικής επανάστασης, ο Γκεβάρα συμμετείχε στο κίνημα της 26ης Ιουλίου (ισπ. Movimiento 26 de Julio, M-26-7), με στόχο την ένοπλη δράση για την ανατροπή του κουβανικού καθεστώτος. Ο Γκεβάρα συμφώνησε να τους συνοδεύσει με την ιδιότητα του γιατρού, ωστόσο έλαβε κανονικά μέρος στην στρατιωτική εκπαίδευση των ανταρτών, το βασικό στάδιο της οποίας ξεκίνησε στις αρχές του 1956, υπό τις οδηγίες του Μεξικανού παλαιστή Αρσάνιο Βαγένας σε ζητήματα εκγύμνασης και αυτοάμυνας, καθώς και του πρώην συνταγματάρχη του Ισπανικού Δημοκρατικού Στρατού, Αλπέρτο Μπάγιο. Στα απομνημονεύματα του Μπάγιο, πληροφορούμαστε πως ο Γκεβάρα επέδειξε μεγάλη θέληση κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, αποτελώντας τον καλύτερο μαθητή του. Την ίδια περίοδο, θεωρείται πιθανό πως απέκτησε το παρωνύμιο Τσε (Che), εξαιτίας της συχνής χρήσης της λέξης che (φίλος ή και επιφώνημα: Ε εσύ!) που έκανε ο ίδιος μιλώντας, έκφραση που αν και είχε εισαχθεί στη γλώσσα των Αργεντινών, φαινόταν αστεία στους Κουβανούς.

Στις 25 Νοεμβρίου του 1956, 82 επαναστάτες, μεταξύ αυτών και ο Τσε Γκεβάρα, ταξίδεψαν με το πλοιάριο Granma, από τον ποταμό Τούξπαν του Mεξικoύ με προορισμό την Κούβα, στην οποία έφθασαν τελικά στις 2 Δεκεμβρίου. Κατά την απόβασή τους, δέχθηκαν επίθεση από τα στρατεύματα του καθεστώτος, από την οποία επέζησαν 15-20 αντάρτες που κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να καταφύγουν στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα. Με σημείο εκκίνησης την επίθεση αυτή, ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα στον ανταρτοπόλεμο διαφοροποιήθηκε σταδιακά, αντιλαμβανόμενος o ίδιος όλο και λιγότερο ως μοναδικό καθήκον του την ιατρική συμπαράσταση, και λαμβάνοντας ενεργό μέρος στις ένοπλες δραστηριότητες τον επαναστατών. Η αποφασιστικότητά του και οι ικανότητες του, σύντομα οδήγησαν στην άνοδό του στην ιεραρχία του αντάρτικου σώματος, κερδίζοντας το σεβασμό των υπολοίπων ανταρτών, χωρίς να απουσιάζει και το αίσθημα του φόβου που προκαλούσε ενίοτε η σκληρότητά του, υπεύθυνος ο ίδιος για εκτελέσεις ανταρτών που λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες του κουβανικού καθεστώτος. Υπήρξε ο πρώτος αντάρτης, στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957. Αν και μέχρι τότε αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, χωρίς να έχει διακριθεί ιδιαιτέρως σε στρατιωτικό επίπεδο αλλά έχοντας επιδείξει γενναιότητα και αρχηγικές δεξιότητες, ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού (για λόγους παραλλαγής έφερε τον αριθμό 4), έχοντας έτσι μόνο τον Κομαντάντε εν Σέφε Φιντέλ Κάστρο ως ανώτερό του.

☆Η μεγαλύτερη ίσως στρατιωτική επιτυχία του Τσε Γκεβάρα υπήρξε η κατάκτηση της Σάντα Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958, μία καθοριστική στιγμή στην ιστορία της κουβανικής επανάστασης. Είχαν προηγηθεί δύο χρόνια ανταρτοπολέμου στην Σιέρρα Μαέστρα εναντίον του πολύ μεγαλύτερου στρατού του Μπατίστα, o οποίος δεχόταν και την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος και την 1η Ιανουαρίου του 1959, ο δικτάτορας Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα, με προορισμό την Δομινικανή Δημοκρατία. Την μάχη στη Σάντα Κλάρα ακολούθησαν και άλλες σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις, πριν την τελική επικράτηση των ανταρτών.

Μέλος της κυβέρνησης της Κούβας

☆Μετά την επιτυχία του αντάρτικου στρατού και κατά τους πρώτους μήνες της κατάληψης της εξουσίας, ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε διοικητής του φρουρίου Λα Καμπάνια, με αρμοδιότητα να εξετάζει τις εφέσεις των υποθέσεων των δύο Επαναστατικών Δικαστηρίων (Tribunales Revolucionarios, TR) που λειτουργούσαν δικάζοντας στρατιωτικούς και αστυνομικούς ή πολίτες. Στις 7 Φεβρουαρίου 1959, ψηφίστηκε ένα διάταγμα μέσω του οποίου αποκτούσαν την κουβανική υπηκοότητα όλοι οι αλλοδαποί διοικητές του αντάρτικου στρατού. Ο νόμος αυτός, επρόκειτο εμφανώς να εφαρμοστεί αποκλειστικά στην περίπτωση του Τσε Γκεβάρα, αποτελώντας ένα είδος φόρου τιμής και αναγνώρισης στο πρόσωπό του και τη συμβολή του στην κουβανική επανάσταση.

Μαζί με τους Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ Κάστρο και Καμίλο Σιενφουέγος, αποτέλεσε μετά την επανάσταση σημαντικό μέλος της νέας κουβανικής κυβέρνησης, η οποία σύντομα ξεκίνησε να πραγματοποιεί ριζικές μεταρρυθμίσεις, καθιερώνοντας για παράδειγμα δωρεάν σύστημα υγείας, όπως και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που εξασφάλιζε και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα (μέχρι τότε κυρίως αναλφάβητα) σχολική μόρφωση. Στην κυβέρνηση, ο Γκεβάρα υποστήριξε περισσότερο τις κομμουνιστικές ιδέες απ’ όσο ο Φιντέλ Κάστρο. Αν και ήταν ένθερμος υποστηρικτής μίας ριζικής αγροτικής μεταρρύθμισης στη χώρα, χαρακτήρισε τον πρώτο σχετικό νόμο της κυβέρνησης ως μετριοπαθή, «που δεν αποτολμούσε να υπεισέλθει στα ουσιαστικότερα ζητήματα, όπως ήταν η κατάργηση της μεγάλης γαιοκτησίας». Στις 7 Οκτωβρίου, ο Κάστρο του ανέθεσε την αρχηγία του Τομέα Βιομηχανίας του Εθνικού Ινστιτούτου της Αγροτικής Μεταρρύθμισης (Insituto Nacional de la Reforma Agragia, INRA), ρόλος που προστέθηκε στα καθήκοντά του ως διοικητής της Λα Καμπάνια αλλά και αρχηγός του Τμήματος Εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του έργου του, ο Γκεβάρα απευθύνθηκε στον οικονομολόγο Σαλβαδόρ Βιλασέκα, ξεκινώντας μαζί του μία σειρά από μαθήματα ανώτερων μαθηματικών.

Στην ακμή της πολιτικής του δραστηριότητας ως μέλος της κυβέρνησης, ο Τσε διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας, στις 26 Νοεμβρίου 1959, διατηρώντας παράλληλα την ευθύνη για το τμήμα βιομηχανίας του INRA και την πολιτιστική επιμόρφωση του στρατού. Ανάμεσα στις πρώτες του ενέργειες, ήταν μία σειρά μέτρων με στόχο τον έλεγχο του αποθέματος συναλλάγματος, καθώς και η ρευστοποίηση των τραπεζών του καθεστώτος του Μπατίστα. Στα τέλη του έτους, και ενώ οι τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν ήδη αναστείλει τις πιστώσεις των εισαγωγών, άρχισε να διερευνά, σε συνεργασία με τον Φιντέλ Κάστρο και άλλους κομμουνιστές ηγέτες, το ενδεχόμενο της σοβιετικής στήριξης. Το Φεβρουάριο του 1960, υποδέχθηκε τον Αναστάς Μικογιάν, μέλος του πολιτικού γραφείου του κομμουνιστικού κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και ένθερμο υποστηρικτή της προσέγγισης με την Κούβα, όπως άλλωστε ήταν αρχικά και ο ίδιος ο Τσε. Το επόμενο διάστημα, εντάθηκε η αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της κουβανικής κυβέρνησης, ενώ στις 13 Οκτωβρίου κηρύχθηκε εμπάργκο σε όλα τα εμπορεύματα με προορισμό την Κούβα, αποκλείοντας τη χώρα από κάθε οικονομική δραστηριότητα. Μία εβδομάδα αργότερα, ο Τσε Γκεβάρα σχολίασε τον αποκλεισμό, αναφερόμενος σε ελλείψεις που δεν θα ήταν δυνατό να καλυφθούν, αλλά και εκφράζοντας αισιοδοξία για την πορεία της κρατικοποιημένης πλέον βιομηχανίας. Παράλληλα, έκανε γνωστό πως δεν ήταν πλέον πρόεδρος της τράπεζας, αναλαμβάνοντας νέα καθήκοντα.

☆Στα τέλη Οκτωβρίου του 1960, συμμετείχε ως επικεφαλής μίας διπλωματικής αποστολής, με στόχο την εξασφάλιση της στήριξης του σοβιετικού μπλοκ, με τις κύριες διαπραγματεύσεις να πραγματοποιούνται στη Σοβιετική Ένωση. Συναντήθηκε με τον Χρουστσόφ στη Μόσχα ενώ αργότερα επισκέφτηκε το Πεκίνο όπου συνάντησε τον Μάο Τσετούνγκ και έγινε γενικά θερμά δεκτός. H περιοδεία του περιλάμβανε ακόμα την Κορέα και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. H αποστολή εξασφάλισε τελικά ευνοϊκές συμφωνίες, για την εξαγωγή τεσσάρων εκατομμυρίων τόνων ζάχαρης, σε τιμή υψηλότερη από εκείνη της παγκόσμιας αγοράς, εξασφαλίζοντας παράλληλα τον εφοδιασμό της Κούβας με πετρέλαιο και αγορές βιομηχανικών μονάδων με ευέλικτες πιστώσεις. Στις 23 Φεβρουαρίου 1961 διορίστηκε υπουργός του νεοσύστατου Υπουργείου Βιομηχανίας της Κούβας, σκοπός του οποίου ήταν η οργάνωση των πολυάριθμων βιομηχανικών μονάδων που είχαν αποκτηθεί, καθώς και των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων που υπάγονταν στο Τμήμα Βιομηχανίας του INRA.

Τον Απρίλιο του 1961, κατά τη διάρκεια της αμερικανικής εισβολής του Κόλπου των Χοίρων, ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε επικεφαλής των κουβανικών στρατευμάτων που θα υπερασπίζονταν την επαρχία Πινάρ ντελ Ρίο, όπου σύμφωνα με ενδείξεις των μυστικών υπηρεσιών, αναμενόταν η πρώτη επίθεση. Χάρη στην αποτελεσματική αντίδραση της κουβανικής αεροπορίας και την αντίσταση της πολιτοφυλακής, η αμερικανική εισβολή απέτυχε, ενώ το στράτευμα του Γκεβάρα παρέμεινε σε αμυντική διάταξη και ανενεργό, καθώς η συγκέντρωση αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων κοντά στο Πινάρ ντελ Ρίο αποτέλεσε τελικά προσπάθεια αντιπερισπασμού.

☆Συνεχίζοντας το έργο του ως υπουργός βιομηχανίας, επεδίωξε να προωθήσει την ταχεία εκβιομηχάνιση της χώρας, πρόγραμμα που υπήρξε όμως πρόωρο, αντιμετωπίζοντας πολλές δυσκολίες στην εφαρμογή του και καταλήγοντας σε αποτυχία. Τον Αύγουστο του 1961 συμμετείχε στις συνεδριάσεις της ολομέλειας του Διαμερικανικού Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου, καταψηφίζοντας το δεκαετές σχέδιο του Τζον Φ. Κένεντι «Συμμαχία για την Πρόοδο» (Alliance for Progress), το οποίο χαρακτήριζε ως μία προσπάθεια αναχαίτισης των επαναστατικών κινημάτων στη Λατινική Αμερική και κατασκεύασμα κατά της Κούβας. Την ίδια περίπου περίοδο, διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην απόφαση εγκατάστασης σοβιετικών πυραύλων στο έδαφος της Κούβας, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών, οδηγώντας τελικά στην Κρίση των πυραύλων, τον Οκτώβριο του 1962.

Σε ότι αφορά την οικονομική πολιτική, ο Τσε Γκεβάρα ήταν αντίθετος στην αντιγραφή του σοβιετικού οικονομικού μοντέλου της «οικονομικής αυτοδιαχείρισης», καθώς θεωρούσε πως οι ιδιαίτερες συνθήκες της Κούβας απαιτούσαν διαφορετικές πρακτικές και υπερασπιζόταν το συγκεντρωτισμό στον τομέα της βιομηχανίας.

Απομάκρυνση από την Κούβα

☆Στις 11 Δεκεμβρίου του 1964 εκπροσώπησε την Κούβα στη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Στην ομιλία του ξεχωρίζει η έντονη διαμαρτυρία του ενάντια στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και τις λατινοαμερικανικές δικτατορίες, η συμπαράταξή του στο θέμα του πυρηνικού αφοπλισμού και το ειρηνευτικό σχέδιο που προτείνει για την Καραϊβική. Λίγες ημέρες αργότερα, ξεκίνησε μία τρίμηνη διεθνή περιοδεία, κατά την οποία επισκέφτηκε την Αλγερία, την Κίνα, τη Γκάνα, τη Γουινέα, το Μάλι, το Κονγκό, την Τανζανία, με μικρές στάσεις στο Παρίσι, την Ιρλανδία και την Πράγα. Στις 24 Φεβρουαρίου, έλαβε μέρος στη διάσκεψη του δεύτερου Οικονομικού Σεμιναρίου Αφροασιατικής Αλληλεγγύης, πραγματοποιώντας την τελευταία δημόσια παρουσία στο διεθνές προσκήνιο. Η ομιλία του προκάλεσε αρκετές εντάσεις στο σοβιετικό μπλοκ, δηλώνοντας πως οι σοσιαλιστικές χώρες όφειλαν να επωμιστούν το κόστος των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, ενώ θεωρείται πιθανό πως προκάλεσε επίσης ρήξη στη σχέση του με τον Κάστρο, αν και δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά στα απομνημονεύματα του ίδιου του Γκεβάρα. Τον Μάρτιο του 1964, επέστρεψε στην Αβάνα.

Οι διαφορές του με τον Κάστρο σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της Κούβας με την Σοβιετική Ένωση ή την οικονομική πολιτική πιθανώς συνέβαλαν στην απόφαση του Τσε να εγκαταλείψει την Κούβα, σκοπεύοντας να μεταφέρει την επανάσταση σε όλον τον κόσμο. Την 1η Απριλίου συνέταξε το αποχαιρετιστήριο γράμμα του προς τον Φιντέλ Κάστρο.

 Κονγκό
Πρώτος σταθμός του Τσε Γκεβάρα, μετά τη φυγή του από την Κούβα υπήρξε το Κονγκό (σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό), ενισχύοντας και βοηθώντας οργανωτικά τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό. Μαζί με τον δεύτερο στην ιεραρχία Βικτόρ Ντρέκε και δώδεκα ακόμα Κουβανούς πολεμιστές, έφθασε εκεί στις 24 Απριλίου του 1965, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν και άλλοι Κουβανοί, συνθέτοντας συνολικά μία φάλαγγα με περισσότερα από εκατό μέλη. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Αλγερίας εκείνη την περίοδο και φίλο του, Αχμέντ Μπεν Μπέλα, «η κατάσταση που κυριαρχούσε στην Αφρική, η οποία φαινόταν να διαθέτει μεγάλη δυναμική για μία επανάσταση, οδήγησε τον Τσε στο συμπέρασμα πως η Αφρική αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο του ιμπεριαλισμού. Ήταν λοιπόν στην Αφρική που αποφάσιζε να αφιερώσει τις προσπάθειές του».. Η έλλειψη οργάνωσης και συνοχής των κονγκολέζικων δυνάμεων καταγράφεται στα ημερολόγια του Τσε Γκεβάρα ως ο κύριος λόγος της αποτυχίας της επανάστασης.
Στα τέλη του έτους, εγκατέλειψε το Κονγκό, μαζί με τους επιζώντες της κουβανικής ομάδας (έξι μέλη της είχαν πεθάνει σε μάχη) και πέρασε τους επόμενους έξι μήνες στο Νταρ ες Σαλάμ της Τανζανίας. Στο διάστημα αυτό, ολοκλήρωσε μία σειρά χειρόγραφων σημειώσεων σχετικά με την εμπειρία του στο Κονγκό, ενώ εργάστηκε επίσης πάνω σε δύο ακόμα βιβλία, φιλοσοφικών και οικονομικών σημειώσεων. Το Φεβρουάριο του 1966 ταξίδεψε μεταμφιεσμένος και με πλαστό διαβατήριο, με προορισμό την Πράγα. Εκεί άρχισε να επεξεργάζεται την ιδέα ενός νέου αντάρτικου στη Λατινική Αμερική, με αρχικό στόχο το Περού και αργότερα εστιάζοντας στη Βολιβία.


Βολιβία
Μετά από μία σύντομη παραμονή στην Αβάνα, ο Γκεβάρα εγκαταστάθηκε στην Βολιβία και ειδικότερα στην ορεινή περιοχή Νιανκαουασού (Ñancahuazú), όπου επρόκειτο να οργανωθεί ο πυρήνας του αντάρτικου στρατού, του οποίου τα μέλη είχαν εκπαιδευτεί νωρίτερα στην Κούβα. Ο Τσε κατέγραψε τα βιώματά του εκείνο το διάστημα, στον ελεύθερο χρόνο που διέθετε, κρατώντας τις σημειώσεις που αργότερα εκδόθηκαν σε βιβλίο. Οι συγκρούσεις με τον βολιβιανό στρατό ήταν τακτικές. O Τσε Γκεβάρα και οι αντάρτες του δεν κατάφεραν να προσελκύσουν τους φτωχούς Βολιβιανούς αγρότες και η προσπάθειά του να φέρει την επανάσταση και στην Βολιβία κατέληξε σε αποτυχία. Ένας σημαντικός λόγος για την αποτυχία αυτή ήταν το γεγονός ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Βολιβίας δεν τον υποστήριξε στην προσπάθειά του. Επιπλέον, ιδιαίτερης σημασίας υπήρξε και η ενίσχυση του βολιβιανού στρατού από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στις 8 Οκτωβρίου, η ομάδα των ανταρτών καθοδηγούμενη από τον Τσε Γκεβάρα, περικυκλώθηκε. Κατά τη διάρκεια της τελικής μάχης, στην περιοχή του φαραγγιού του Τσούρο, η ομάδα αναγκάστηκε να διασκορπιστεί και ο Γκεβάρα τραυματίστηκε στη δεξιά κνήμη, ενώ συγχρόνως το όπλο του αχρηστεύτηκε από έναν πυροβολισμό. Τελικά συνελήφθη και αργότερα μεταφέρθηκε στον πλησιέστερο οικισμό Λα Χιγκέρα. Την καταδίωξη του Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία παρακολουθούσε επίσης η CIA, με επικεφαλής τον πράκτορα Φέλιξ Ροντρίγκεζ (Félix Rodríguez), ο οποίος μετέφερε την πληροφορία της σύλληψής του στο αρχηγείο της υπηρεσίας του και σύντομα μετέβη ο ίδιος στη Λα Χιγκέρα.


Η σύλληψη και το τέλος
Οκτωβρίου 1967. Εκείνη την Κυριακή ο καιρός ήταν ζεστός, και στις οκτώμισι το βράδυ περιφερόμαστε με έναν άγγλο φίλο στην κεντρική πλατεία της Σάντα Κρουζ στην ανατολική Βολιβία, όταν κάποιος μας έγνεψε από το τραπεζάκι ενός καφενείου.
“Έχω νέα για σας”, μας είπε. “Ο Τσε;”, ρωτήσαμε, γιατί το ενδεχόμενο να συλληφθεί ο Τσε στριφογύριζε στο μυαλό μας από μία εβδομάδα. Πριν από λίγες ημέρες βρισκόμαστε στη μικρή πόλη Βαγεγκράντε και είχαμε ακούσει το συνταγματάρχη Χοακίν Σεντένο Ανάγια, διοικητή της όγδοης μεραρχίας των βολιβιανών ενόπλων δυνάμεων, να εκφράζει τη βεβαιότητα ότι τα στρατεύματά του θα βάλουν τον Τσε στο χέρι πριν από το τέλος της εβδομάδας. Μας εξήγησε μάλιστα ότι είχαν ενισχυθεί από 600 “ρέιντζερ”, φρέσκους από το στρατόπεδο εκπαίδευσης που διηύθυναν οι Ειδικές Δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών βορείως της Σάντα Κρουζ. Είπε ακόμη πώς έγινε η περικύκλωση των ανταρτών. Δυνατότητα διαφυγής υπήρχε μόνο από τη μία πλευρά, κι εκεί ο στρατός είχε σκορπίσει στρατιώτες μεταμφιεσμένους σε αγρότες, ώστε να σημάνουν αμέσως συναγερμό μόλις δουν τους αντάρτες να περνούν από αυτό το σημείο. Από τα στοιχεία που μας είχαν δώσει κάτοικοι ενός χωριού στο οποίο μπήκαν οι αντάρτες περί το τέλος Σεπτεμβρίου, καθώς και από τη μαρτυρία δύο ανταρτών που είχαν συλληφθεί, δεν μας έμενε η παραμικρή αμφιβολία ότι ο Τσε ήταν ο επικεφαλής τούτης της περικυκλωμένης ομάδας.
“Ο Τσε συνελήφθη”, μας είπε ο γνωστός μας στο καφενείο, “αλλά είναι τραυματισμένος σοβαρά και μπορεί να μη βγάζει τη νύχτα. Οι υπόλοιποι αντάρτες παλεύουν απεγνωσμένα να τον πάρουν πίσω, ενώ ο διοικητής του λόχου ζητά να τους στείλουν ελικόπτερο ώστε να μπορέσουν να τον φυγαδεύσουν μακριά. Ο διοικητής είναι σε τέτοια αναστάτωση, ώστε τα λόγια του ήταν εντελώς ακατάληπτα. Το μόνο που κατόρθωσαν να ξεχωρίσουν εκείνοι που τον άκουγαν ήταν η κραυγή ‘Τον πιάσαμε, τον πιάσαμε'”.
Ο πληροφοριοδότης μας συνέχισε λέγοντας ότι πρέπει να νοικιάσουμε ελικόπτερο και να πετάξουμε αμέσως στην περιοχή των ανταρτών. Δεν ήξερε αν ο Τσε ήταν ακόμη ζωντανός ή αν είχε πεθάνει, αλλά διαισθανόταν ότι οι πιθανότητες να ζήσει ήταν πλέον ελάχιστες. Δεν είχαμε χρήματα να νοικιάσουμε ελικόπτερο, ακόμη κι αν υπήρχε κάποιο διαθέσιμο, άσε που σε κάθε περίπτωση στη Βολιβία είναι αδύνατη η πτήση μετά τη δύση του ήλιου. Έτσι νοικιάσαμε ένα τζιπ και στις 4 το πρωί της Δευτέρας 9 Οκτωβρίου πήραμε το δρόμο για τη Βαγεγκράντε.
Φθάσαμε πεντέμισι ώρες αργότερα και κατευθυνθήκαμε αμέσως στο αεροδρόμιο. Ο μισός πληθυσμός της μικρής πόλης έμοιαζε να περιμένει εκεί, οι μαθητές ντυμένοι στα άσπρα και οι ερασιτέχνες φωτογράφοι ανυπόμονοι να εξασφαλίσουν φωτογραφίες των νεκρών ανταρτών. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, εδώ είχαν φέρει το σώμα του βολιβιανού αντάρτη “Κόκο” Περέντο και του Κουβανού “Μιγκέλ”. Και στο νεκροταφείο κοντά στο αεροδρόμιο είχε ήδη ταφεί η “Τάνια”, η όμορφη αντάρτισσα που σκοτώθηκε με άλλους εννέα στις 31 Αυγούστου στο Ρίο Γκράντε, σε ενέδρα όπου οδηγήθηκε με μπαμπεσιά. Οι κάτοικοι της Βαγεγκράντε έχουν πλέον εθιστεί σε τούτα τα πήγαιν’ έλα του στρατού.
Τα παιδιά έμοιαζαν περισσότερο αναστατωμένα. Έδειχναν με το χέρι στο βάθος του ορίζοντα και χοροπηδούσαν, καθώς τα μάτια τους βλέπουν μακρύτερα από τα μάτια των ενηλίκων. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα διακρίναμε ένα σημαδάκι στον ουρανό που σύντομα μεταμορφώθηκε σε ελικόπτερο. Μετέφερε δύο νεκρούς φαντάρους, δεμένους στα πέδιλά του. Τους έλυσαν βιαστικά και τους φόρτωσαν χωρίς πολλά πολλά σε ένα φορτηγό για να τους κουβαλήσει στην πόλη. Καθώς όμως το πλήθος διαλυόταν, εμείς μείναμε πίσω και φωτογραφίσαμε τα κιβώτια με τα ναπάλμ, προσφορά των βραζιλιάνικων ενόπλων δυνάμεων, που βρίσκονταν στην περιφέρεια του αεροδρομίου. Και με τηλεφακό πήραμε φωτογραφίες ενός άνδρα με πράσινη στολή χωρίς διακριτικά, για τον οποίο μάθαμε ότι είναι πράκτορας της CIA.
Τέτοια επίδειξη θράσους από ξένους δημοσιογράφους -γιατί ήμαστε οι πρώτοι που έφθασαν στη Βαγεγκράντε- δεν ήταν νοητή, κι έτσι ο πράκτορας της CIA συνοδευόμενος από μερικούς βολιβιανούς αξιωματικούς επιχείρησε να μας πετάξει έξω από την πόλη. Ήμαστε όμως εφοδιασμένοι με κάμποσα διαπιστευτήρια ώστε να μπορούμε να αποδείξουμε την “καλή μας πίστη”, οπότε ύστερα από αρκετή συζήτηση μας επιτράπηκε να παραμείνουμε. Το ένα και μοναδικό ελικόπτερο σηκώθηκε και πάλι και κατευθύνθηκε προς την εμπόλεμη ζώνη, τριάντα περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικά, μεταφέροντας και το συνταγματάρχη Σεντένο. Λίγο μετά τη μία το μεσημέρι επέστρεψε με το συνταγματάρχη θριαμβευτή, ανίκανο να κρύψει το πλατύ του χαμόγελο. Ο Τσε πέθανε, ανακοίνωσε. Είδε το πτώμα και δεν χωρά η παραμικρή αμφιβολία. Ο συνταγματάρχης Σεντένο είναι έντιμος άνθρωπος, άμαθος να αποκαλύπτει περισσότερα από τα απολύτως απαραίτητα και δεν υπήρχε λόγος να τον αμφισβητήσουμε. Τρέξαμε στο μικρό ταχυδρομικό γραφείο και δώσαμε τα τηλεγραφήματά
μας προς τον έξω κόσμο σε έναν αιφνιδιασμένο και δύσπιστο υπάλληλο. Κανείς μας δεν πίστευε και πολύ ότι θα κατάφερναν να φθάσουν στον προορισμό τους.
Τέσσερις ώρες αργότερα, στις 5 ακριβώς, το ελικόπτερο γύρισε και πάλι, κουβαλώντας αυτή τη φορά ένα και μοναδικό μικρό σώμα δεμένο στα πέδιλά του. Αντί όμως να προσγειωθεί κοντά στο σημείο που βρισκόμαστε, όπως έκανε τις προηγούμενες φορές, σταμάτησε στο κέντρο του αεροδρομίου, μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των δημοσιογράφων. Αμέσως μας απαγορεύτηκε να διασπάσουμε τον κλοιό που σχημάτισαν αποφασισμένοι στρατιώτες. Πολύ γρήγορα, το πτώμα φορτώθηκε σε ένα κλειστό βαν μάρκας σέβρολετ που ξεκίνησε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Πηδήξαμε στο τζιπ που περίμενε εκεί δίπλα και ο τολμηρός οδηγός μας πήρε το βαν στο κατόπι. Σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου, η σέβρολετ έκανε μια απότομη στροφή και μπήκε στον περίβολο ενός νοσοκομείου. Οι στρατιώτες επιχείρησαν να κλείσουν την πύλη προτού περάσουμε, αλλά ήμαστε αρκετά κοντά και τους εμποδίσαμε να το πετύχουν.
Η σέβρολετ ανηφόρισε μια απότομη πλαγιά και σταμάτησε μπροστά σε ένα μικρό παράπηγμα με καλαμωτή οροφή και τη μία πλευρά ανοιχτή στον ουρανό. Κατεβήκαμε από το τζιπ και τρέξαμε στην πίσω πόρτα του βαν προτού ανοίξει. Την ώρα που άνοιγε, πετάχτηκε έξω ο πράκτορας της CIA, ουρλιάζοντας στα αγγλικά: “Εντάξει, ας ξεκουμπιστούμε τώρα γρήγορα”. Ο κακομοίρης ούτε που μπορούσε να φανταστεί ότι δύο άγγλοι δημοσιογράφοι περίμεναν στις δύο πλευρές της πόρτας.
Μέσα στο βαν, πάνω σε φορείο, βρισκόταν η σορός του Τσε Γκεβάρα. Δεν αμφέβαλα ούτε στιγμή ότι ήταν αυτός. Τον είχα δει μία και μοναδική φορά πριν από τέσσερα ακριβώς χρόνια στην Αβάνα και δεν ήταν από τις μορφές που ξεχνάς εύκολα. Από τότε, η προσωπική μου ανάμνηση είχε αναμφίβολα επηρεαστεί από τις συχνές φωτογραφίες του στον τύπο και ομολογώ ότι είχα λησμονήσει το κορακίσιο χρώμα του μικρού γενιού του. Μου φάνηκε πιο κοντός και πιο αδύνατος απ’ ό,τι θυμόμουν. Οι μήνες της ζωής στη ζούγκλα είχαν προφανώς αφήσει τα ίχνη τους. Παρά τα ερωτηματικά, δεν υπήρχε καμία απολύτως αμφιβολία ότι επρόκειτο για τον Γκεβάρα. Όταν έβγαλαν έξω το πτώμα και το ακούμπησαν σε ένα πρόχειρο τραπέζι μέσα στο παράπηγμα που τους λιγότερο ταραγμένους καιρούς χρησίμευε για πλυσταριό, ήμουν πια βέβαιος ότι ο Γκεβάρα ήταν νεκρός.
Το σχήμα του γενιού, το περίγραμμα του προσώπου και τα πλούσια κυματιστά μαλλιά δεν μπορούσαν να ανήκουν σε άλλον. Φορούσε πράσινη στολή εκστρατείας στο χρώμα της ελιάς και ένα τζάκετ με φερμουάρ. Στα πόδια φορούσε πράσινες ξεθωριασμένες κάλτσες και χειροποίητα παπούτσια. Καθώς ήταν ντυμένος, δυσκολευόμουν να δω πού ακριβώς είχε πληγωθεί. Είχε δύο φανερές οπές στη βάση του λαιμού και αργότερα, όταν καθάριζαν το σώμα, είδα μία ακόμη πληγή στο στομάχι. Δεν αμφισβητώ ότι είχε πληγές στα πόδια και κοντά στην καρδιά, αλλά δεν τις είδα.
Οι γιατροί εξέταζαν τις πληγές του λαιμού και η πρώτη μου αντίδραση ήταν να υποθέσω ότι έψαχναν για τη σφαίρα, αλλά στην πραγματικότητα ετοίμαζαν το σωληνάκι που θα οδηγούσε τη φορμόλη στο σώμα για να το συντηρήσει. Ένας από τους γιατρούς άρχισε να καθαρίζει τα χέρια του νεκρού αντάρτη που ήταν καλυμμένα με αίμα. Αλλά κατά τα άλλα δεν υπήρχε τίποτε απωθητικό στο πτώμα. Ο Τσε έμοιαζε ζωντανός. Τα μάτια του ήταν ανοιχτά και λαμπερά, και δεν δυσκολεύτηκαν καθόλου να του τραβήξουν το χέρι έξω από το τζάκετ. Πρέπει να μην είχε πεθάνει πριν από πολλές ώρες και τη στιγμή εκείνη δεν πίστευα ότι δολοφονήθηκε μετά τη σύλληψή του. Όλοι υποθέταμε τότε ότι πέθανε από τις πληγές του και από έλλειψη ιατρικής φροντίδας τις πρώτες ώρες του πρωινού της Δευτέρας.
Οι άνθρωποι γύρω από το πτώμα ήταν περισσότερο αποκρουστικοί από το νεκρό: Μια καλόγρια που δεν μπορούσε να κρύψει το χαμόγελό της και κάποιες φορές γελούσε δυνατά. Αξιωματικοί που κατέφθαναν με τις ακριβές τους μηχανές για να απαθανατίσουν τη σκηνή. Και, προφανώς, ο πράκτορας της CIA. Έμοιαζε να είναι επικεφαλής της όλης επιχείρησης και γινόταν έξαλλος κάθε φορά που κάποιος τον σημάδευε με τη φωτογραφική του μηχανή. “Από πού είσαι εσύ;”, τον ρωτήσαμε στα αγγλικά, προσθέτοντας για πλάκα: “Από την Κούβα; Το Πόρτο Ρίκο;” Δεν έδειξε να διασκεδάζει και απάντησε κοφτά στα αγγλικά: “Από πουθενά”. Τον ξαναρωτήσαμε αργότερα, αλλά τούτη τη φορά απάντησε στα ισπανικά “Que dice?” και υποκρίθηκε ότι δεν καταλαβαίνει αγγλικά. Ήταν ένας κοντός, γεροδεμένος τριανταπεντάρης με βαθουλωτά γουρουνίσια μάτια και κουρεμένο κεφάλι. Δύσκολο να καταλάβεις αν ήταν Βορειοαμερικάνος ή κουβανός εξόριστος, γιατί μιλούσε αγγλικά και ισπανικά με την ίδια ευκολία και χωρίς ίχνος ιδιαίτερης προφοράς. Αργότερα ανακάλυψα ότι λέγεται Εντι Γκονζάλες και ήταν ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου στην Αβάνα πριν από την κουβανέζική επανάσταση.





To ημερολόγιο
Το ημερολόγιο που κρατούσε ο Ernesto Che Guevara για την επαναστατική του δράση στη Βολιβία αρχίζει στις 7 Νοεμβρίου 1966 με τις φράσεις «Μια νέα περίοδος αρχίζει σήμερα. Φθάσαμε στο κτήμα τη νύχτα». Εντεκα μήνες αργότερα, στις 7 Οκτωβρίου 1967, γράφει την τελευταία του σελίδα που αρχίζει με τις φράσεις «Εντεκα μήνες πέρασαν από την έναρξη του αντάρτικου. Η ημέρα πέρασε χωρίς περιπλοκές, σχεδόν βουκολικά…». Την επομένη συνελήφθη ύστερα από μάχη και δύο μέρες μετά εκτελέστηκε χωρίς δίκη, δηλαδή δολοφονήθηκε.
Ο Fidel Castro, φίλος και συναγωνιστής του Che Guevara, στην εισαγωγή του στο Ημερολόγιο του Che Guevara, που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 1968, γράφει τα εξής: «Ο Che και το εκπληκτικό του παράδειγμα κερδίζουν αυξανόμενη δύναμη στον κόσμο. Οι ιδέες του, η εικόνα του, το όνομά του είναι οι σημαίες του αγώνα εναντίον της αδικίας των καταπιεσμένων και των εκμεταλλευομένων και ξεσηκώνουν με πάθος το ενδιαφέρον των φοιτητών και των διανοουμένων σε όλον τον κόσμο… Λίγες φορές στην Ιστορία, ίσως ποτέ, ένα πρόσωπο, ένα όνομα, ένα παράδειγμα είχε καταστεί παγκόσμιο με τέτοια ταχύτητα και παθιασμένη δύναμη. Και αυτό επειδή ο Che ενσωματώνει στην καθαρότερη και πιο ανιδιοτελή μορφή του το διεθνιστικό πνεύμα που χαρακτηρίζει τον κόσμο σήμερα και που θα τον χαρακτηρίζει πιο πολύ αύριο».
Τριάντα χρόνια μετά, το διεθνιστικό πνεύμα έχει εξασθενήσει μέχρις εξαφανίσεως, αλλά η μορφή και οι ιδέες του Che Guevara διατηρούν τη λάμψη τους. Ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους η ιστορία του Che Guevara βρίσκει σήμερα μιαν απροσδόκητη προβολή, από την οποία κανείς δεν κινδυνεύει και πολλοί έχουν να κερδίσουν. Γίνεται πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες και εξώφυλλο σε περιοδικά για τα οποία ο Che Guevara θα εξέφραζε, αν μπορούσε, μόνο περιφρόνηση. Η μορφή του και το όνομά του ταυτίζονται, από ευφυείς βιομηχάνους και εμπόρους, με καταναλωτικά προϊόντα από τα οποία θα προκύψει κέρδος. Καφέδες, μπίρες, μπλουζάκια, ρολογάκια κλπ. θα φέρουν το όνομα και τη μορφή του Che Guevara.
Αναρωτιέται κανείς, γιατί όλα αυτά; Η προφανής απάντηση: γιατί έτσι κερδίζουν. Το αποτέλεσμα μιας πράξης όμως δεν μας υποδεικνύει κατ’ ανάγκη και το κίνητρο αυτής της πράξης. Η εμπορευματοποίηση του ονόματος και της εικόνας ασφαλώς θα φέρουν κέρδη, αλλά από αυτό και μόνο δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το κέρδος ήταν το κίνητρο.
Ορισμένοι γράφουν ότι η σημερινή «ανάσταση» του Che Guevara ¬ με τις πολλές εκδηλώσεις, με τα πολλά δημοσιεύματα και γενικά με την ποικιλότροπη αναφορά στο όνομά του και στη δράση του ¬ οφείλεται στο ότι ο Che Guevara αποτελεί πλέον πολιτιστικό και όχι πολιτικό σύμβολο, αποτελεί πρότυπο ηθικής στάσης και όχι πολιτική πρόταση. Το να αποκαλείται ένας επαναστάτης πρότυπο ηθικής στάσης είναι περίπου ταυτολογία (κυρίως όταν ο θάνατος δεν επέτρεψε τη φθορά του χρόνου ή / και της εξουσίας) και φυσικά δεν εξηγεί τίποτε. Εξάλλου ποιος από όσους κερδίζουν από την εκμετάλλευση της μνήμης του ενδιαφέρεται για την ηθική των ανθρώπων της εποχής μας; Η άποψη ότι η εικόνα του Che Guevara αποτελεί πολιτιστικό και όχι πολιτικό σύμβολο είναι τουλάχιστον ανόητη και άνευ περιεχομένου.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την «αναβίωση» του Che Guevara. Οι ομοϊδεάτες και παλιοί σύντροφοί του στην Κούβα, στη Βολιβία και αλλού τιμούν τη μνήμη του και εκφράζουν την αγάπη και τον σεβασμό τους. Οι βιογράφοι του ενδιαφέρονται να συμβάλουν στη γνώση της πρόσφατης ιστορίας, με την οποία η ζωή του Che Guevara ήταν συνυφασμένη. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, εκείνοι που δεν ενδιαφέρονται για τη μνήμη του ή για την ιστορία του, αλλά για τη με το αζημίωτο γελοιοποίηση και τον εξευτελισμό του. Διότι η εμφάνιση της μορφής του Che Guevara εκεί όπου συνήθως βλέπουμε τον Micky Mouse ή τη Μέριλιν Μονρό ισοδυναμεί με μια προσπάθεια ταύτισής του με ζωοειδείς παιδικούς ήρωες και με σύμβολα του sex, με ουσιαστικό στόχο τη γελοιοποίηση του νεκρού επαναστάτη.
Ευτυχώς η εξέλιξη της Ιστορίας δεν βρίσκεται στα χέρια των πολιτικών, των ιστορικών ή των παμπόνηρων εμπόρων, και όταν η ανάγκη προκύψει η κοινωνία θα αναπτύξει νέους επαναστάτες και νέους αρχηγούς.

 Είπε:
Η διάλυση του στρατού αποτελεί τη βασική αρχή της δημοκρατίας.


Είμαστε ρεαλιστές, επιδιώκουμε το αδύνατο! (Seamos realistas, pidamos
lo imposible!)

Athens Indymedia

Ψυχική ασθένεια, ΜΜΕ και ελληνική πραγματικότητα: Ερευνητικά δεδομένα

Πώς αναπαρίσταται η ψυχική ασθένεια στον Ελληνικό Τύπο;
Στο πλαίσιο έρευνας του Προγράμματος κατά του Στίγματος της Ψυχικής Ασθένειας συλλέγονται και αναλύονται καθημερινά δημοσιεύματα με άξονα την αναπαραγωγή στερεοτύπων και την ύπαρξη στιγματιστικών διατυπώσεων.

Άρθρο της Μαρίνας Οικονόμου, Επίκουρης Καθηγήτριας Ψυχιατρικής
Τα κύρια ευρήματα έδειξαν τα εξής:
* τα δημοσιεύματα που αφορούν θέματα ψυχικής υγείας – ασθένειας είναι λίγα στον αριθμό συγκριτικά με την έκταση που παίρνουν άλλα θέματα που απασχολούν τον Τύπο.
* Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας. τα δημοσιεύματα πολύ συχνά είναι μικρά σε έκταση, αλλά έχουν δυσανάλογα μεγάλους τίτλους, οι οποίοι δε συμπνέουν πάντα με το περιεχόμενό τους και, ακόμη και στην περίπτωση που το άρθρο δεν έχει αμιγώς στιγματιστική χροιά, υπερτονίζονται τα κλασικά στερεότυπα.
* οι φωτογραφίες που συνοδεύουν τα δημοσιεύματα είναι και αυτές στην πλειοψηφία τους στιγματιστικές.
* τα στερεότυπα και το στίγμα κυριαρχούν στα δημοσιεύματα που δεν είναι αμιγώς επιστημονικά.
* το στερεότυπο που επικρατεί είναι αυτό της βίας και της επικινδυνότητας, ενώ συχνά αναπαράγονται και οι περισσότεροι από τους μύθους που συνοδεύουν τα άτομα με ψυχική ασθένεια.
* η πλειονότητα των δημοσιευμάτων βασίζεται στην προσωπική γνώμη του δημοσιογράφου, με λίγες εξαιρέσεις όπου φιλοξενείται και η γνώμη του ειδικού.
* η «φωνή» των ατόμων με ψυχική ασθένεια αλλά και των οικογενειών τους είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
* το ποσοστό μεταφορικής χρήσης των ψυχιατρικών όρων είναι ιδιαίτερα υψηλό.
* η σχιζοφρένεια παρουσιάζεται ως η πιο στιγματισμένη ασθένεια στον Ελληνικό Τύπο.
Από που ενημερώνεται η κοινή γνώμη;
Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.
Πανελλαδική έρευνα στο γενικό πληθυσμό έδειξε ότι η πλειοψηφία ενημερώνεται για θέματα που αφορούν στην ψυχική υγεία / ασθένεια από τα ΜΜΕ. Ως βασική πηγή πληροφόρησης του κοινού αναδείχθηκε η τηλεόραση (66%) ενώ από τα άλλα Μέσα ακολουθούν οι εφημερίδες (6,6%), τα περιοδικά (4,3%) και το ραδιόφωνο (3,7%).
Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας. Η τηλεόραση αναδείχθηκε ως η βασική πηγή πληροφόρησης και για τους εφήβους. Μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε πανελλήνιο ερευνητικό δείγμα δήλωσαν σε ποσοστό 34% ότι ενημερώνονται από την τηλεόραση, ενώ πολύ λιγότερο από τις εφημερίδες και τα περιοδικά (17,6%). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει μάλιστα το γεγονός ότι οι μαθητές ανέφεραν το σχολείο ως πηγή ενημέρωσης σε ένα ποσοστό μόλις 7,4%.
Η πανελλαδική έρευνα δείχνει όμως και άλλα στοιχεία αποκαλυπτικά για τα ΜΜΕ και τις γνώσεις και στάσεις του γενικού πληθυσμού. Το κοινό αναφέρεται στις σοβαρές ψυχικές ασθένειες κυρίως με όρους που χρησιμοποιεί στην καθημερινότητα, όπως «τρέλα» και «ψυχοπάθεια». Η πλειοψηφία (65,8%) αναφέρει ότι δεν έχει ακούσει ή πληροφορηθεί κάτι σχετικό με τη σχιζοφρένεια, σαν το θέμα να απουσιάζει παντελώς από τις δημόσιες συζητήσεις και το ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Από αυτούς που έχουν κάποια στοιχειώδη έστω πληροφόρηση, ως βασική πηγή αναφέρεται η τηλεόραση στην οποία όμως κυριαρχούν αρνητικές περιγραφές, που συνδέουν κυρίως τη σχιζοφρένεια με τη βίαιη ή επικίνδυνη συμπεριφορά (60.5%). Οι γνώσεις του κοινού φάνηκαν να είναι ελλιπείς και εμποτισμένες με μύθους και αρνητικά στερεότυπα, όπως ότι τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν διχασμένη προσωπικότητα (81.3%), δεν μπορούν να εργασθούν (78%), ή είναι βίαια και επικίνδυνα (74.6%). Από την άλλη μεριά, η έρευνα έδειξε πως η γνώση και η εξοικείωση με τη συγκεκριμένη πραγματικότητα του ατόμου που έχει σχιζοφρένεια ή κάποια άλλη ψυχική διαταραχή, είναι αυτή που συντελεί ουσιαστικά στη μείωση της αρνητικής κοινωνικής αντίδρασης.
Τα παραπάνω ερευνητικά ευρήματα καταδεικνύουν το βαθμό της άγνοιας και των παρανοήσεων που περιβάλλουν την ψυχική ασθένεια, αλλά και τον κομβικό ρόλο που παίζουν τα ΜΜΕ στη διαμόρφωση των προσλήψεων της κοινής γνώμης γύρω από το θέμα. Συνεπώς, η συμβολή των επαγγελματιών των ΜΜΕ μπορεί να αποβεί καθοριστικής σημασίας στην προσπάθεια αποκατάστασης της επιστημονικής αλήθειας και διάχυσής της στο ευρύ κοινό. Για να μπορέσουν όμως οι επαγγελματίες των ΜΜΕ να ανταποκριθούν αποτελεσματικά σε αυτό το δύσκολο έργο θα πρέπει να έχουν τη βοήθεια της ψυχιατρικής, επιστημονικής κοινότητας. 

Πηγή: tvxs.gr

“Διαταραχή άρνησης αποπληρωμής του χρέους προς τράπεζες και κράτος”

Στο νέο DSM θα πρέπει να σκεφτούν  να εισάγουν την νέα Διαταραχή άρνησης αποπληρωμής του χρέους προς τράπεζες και κράτος
Ως εκ τούτου:
  • Όσοι δε συμμορφώνονται  θα οδηγούνται σε νέοϊδρυθέντες θεραπευτικές δομές (βλ. άσυλα)* , προς όφελος των υπολοίπων νομοταγών πολιτών και της αρμονίας της κοινωνίας μας.

*Τα άσυλα θα είναι μια ευγενική προσφορά της φαρμακοβιομηχανίας Bayern

  • Ζητείται, επίσης, από όλους τους λειτουργούς ψυχικής υγείας να συνδράμουν σε αυτή τη κατεύθυνση. Είτε καταγγέλλοντας την αδικία (βλ. ρουφιανιά), είτε με το να εξωθούν το συντομότερο τους ψυχικά πάσχοντες εις τα ειδικά κέντρα θεραπείας (;)
  • Σχετικές έρευνες έχουν βρει πως η εν λόγω διαταραχή έχει βιολογική προέλευση, καθώς τα άτομα που τη παρουσιάζουν φαίνεται να έχουν αυξημένα επίπεδα του ενζύμου μησυμορφοριζόνης. Οι ακέραιες τούτες μελέτες συνεχίζονται και χρηματοδοτούνται από αξιόπιστες φαρμακευτικές εταιρίες…
  • Ο doctor Pantoflos Hilter που ανακάλυψε το ένζυμο μησυμορφοριζόνης προτάθηκε για το νόμπελ ιατρικής…
  • Νέες μελέτες δείχνουν 2 επίπεδα της διαταραχής. Αυτό του χρόνιου νοσήματος, αλλά και της υποτροπιάζουσας εκδοχής. Ως εκ τούτου λοιπόν ορίζεται ως χρόνια και υποτροπιάζουσα διαταραχή.
  • Σημείωση προς τους λειτουργούς Ψυχικής Υγείας: Η διαταραχή να διαγιγνώσκεται και σε όσους έχουν σκεφτεί να σπάσουν τράπεζα. Επιπρόσθετα, όσοι σκέφτηκαν έστω και μια στιγμή, πως τα ΑΝΑΓΚΑΙΑ φοροεισπρακτικά μέτρα για την ανόρθωση της οικονομίας και της πατριωτικης μας συνείδησης, είναι άδικα, χρίζουν την ίδια νοσηλεία και χρειάζεται να δοθεί η δέουσα ΠΡΟΣΟΧΗ στους “αρνητές πληρωμής χρεών”.
  • Η επιστημονική κοινότητα εκφράζει τη βαθιά της ανησυχία για τις εκρηκτικές διαστάσεις που έχει πάρει η διαταραχή σε ανήλικο πληθυσμό  Τα ποσοστά είναι αδικαιολόγητα στην ύστερη εφηβεία (ποσοστά που φθάνουν τα πρώιμα ενήλικα χρόνια) και παρουσιάζουν ανοδικές τάσεις στα νηπιακά χρόνια, όπου παρατηρείται ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗ ανυπακοή!!!
  • Λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης που επικρατεί και τη δυσκολία συντήρησης των θεραπευτικών δομών και στελέχωσης τους από επιστημονικό προσωπικό, “οι αρνητές αποπληρωμής χρεών” θα μεταφέρονται και στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας ώστε να φυλάσσονται εκεί 24 ώρες το 24ωρο.
  • Παρά τις όποιες αντιδράσεις και τον χαρακτηρισμό των ψυχικά αρρώστων από μία μερίδα πολιτών ως “θύματα της εποχής”, η επιστημονική κοινότητα δεσμεύεται ότι θα παραμείνει προσηλωμένη στους στόχους της και το θεάρεστο έργο της.
  • Όσοι αντιδρούν με τις επιταγές της επιστημονικής κοινότητας τους υπενθυμίζουμε την ήδη υπάρχουσα διαταραχή “μη συμμόρφωσης στο λόγο του ειδικού”. Να προσέχουν άπαντες τις αντιδράσεις και τις τοποθετήσεις τους, για να μη χρειαστεί το κράτος σε συνεργασία με την επιστήμη και την αστυνομία να πάρουν σκληρότερα μέτρα!!!
Antistavros

Burnout: Η Ψυχολογικοποίηση της Αλλοτρίωσης*

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Κοινωνία και Ψυχική Υγεία… (www.socialexclusion.gr)

Κώστας Μπαϊρακτάρης**


Επέλεξα να συζητήσω μαζί σας αυτό το θέμα τόσο για το επιστημονικό-θεωρητικό και ιδεολογικό ενδιαφέρον που έχει όσο και για τις επιπτώσεις που επιφέρει η αποδοχή, η αφομοίωση και προπάντων η εσωτερίκευση της θεωρίας του Burnout στους επαγγελματίες εκείνους που ασχολούνται στην πράξη με τον ανθρώπινο πόνο και τις ανθρώπινες ανάγκες. Τυγχάνει δε πολλοί από εμάς να είμαστε οι ίδιοι μάρτυρες της κατασκευής αυτής της θεωρίας αλλά και των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών μέσα στις οποίες προέκυψε. Δηλαδή, των συνθηκών εκείνων που το σύστημα, για να διαχειριστεί τα ελλείμματα των πολιτικών του, χρειάζεται επιστήμονες που να κατασκευάζουν θεωρίες και να εφαρμόζουν πρακτικές ικανές να διασφαλίσουν τη διαχείριση των αντιθέσεων που αυτό από τη φύση του δημιουργεί και αναπαράγει. Θεωρίες και πρακτικές οι οποίες λειτουργούν ως ανάχωμα απέναντι σε προσεγγίσεις που αμφισβητούν το κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα μέσα από το οποίο προκύπτουν οι δομές, οι υπηρεσίες και τα διάφορα διαχειριστικά συστήματα περίθαλψης, πρόνοιας και εκπαίδευσης. Αυτοί οι χώροι αποτελούν και τα κυριότερα πλαίσια εντοπισμού και διάγνωσης του «φαινομένου» της επαγγελματικής εξουθένωσης.
Θεωρώ ότι έχει ιδιαίτερα επιστημονικό, αλλά πρωτίστως πολιτικό, ενδιαφέρον το γεγονός ότι η προσέγγιση αυτή προκύπτει σε μια ιστορική περίοδο όπου ριζοσπαστικές θεωρίες και παρεμβάσεις αφομοιώνονται στο κυρίαρχο σύστημα. Απογυμνώνονται από τα πρωτοποριακά τους στοιχεία και μετατρέπονται σε τεχνικές και εργαλεία στα πλαίσια της κυρίαρχης ιδεολογίας. Αναφέρομαι στη χρονική περίοδο από τη δεκαετία του ’70 κι έπειτα, κατά την οποία τα ριζοσπαστικά κινήματα αρχίζουν να μεταφέρονται σιγά σιγά αλλά συστηματικά -με τη βοήθεια και της νεοσυντηρητικής Ανθρωπιστικής/Υπαρξιακής Ψυχολογίας ή της λεγόμενης Κριτικής Ψυχολογίας- στα άνετα βιωματικά δωμάτια με τα μαξιλάρια και στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, ξεκομμένα από την κοινωνική παρέμβαση και αλλαγή. Με αυτό τον τρόπο, η αμφισβήτηση, η πολιτική-ιδεολογική αντιπαράθεση, ο διάλογος και η πολιτική δράση αντικαθίστανται με τις «Ομάδες Αντιπαράθεσης», τους «Μαραθώνιους», τα «Ψυχοδράματα», το… «Πάτημα της Γάτας», αλλά και με μια πλήρως αυτονομημένη από τις κοινωνικές ανάγκες και παρεμβάσεις ακαδημαϊκή «κριτική» προσέγγιση. Το πολιτικά, κριτικά, σκεπτόμενο υποκείμενο μετατρέπεται σε άτομο-αντικείμενο που χρήζει εσωτερικής ψυχολογικής αλλαγής και ατομικής ανάπτυξης. Ωθείται έτσι από τους Ψυχο-Εκπαιδευτές αλλά και τους «Κριτικούς Ψυχολόγους» να βγάλει έξω από το σύστημα σκέψης και πράξης του τη συνάρτηση της αλλαγής του με την αλλαγή του πολιτικο-κοινωνικού συστήματος, προτάσσοντας τη δική του «ανάπτυξη» (ατομικισμός) ή ανακυκλώνοντας την ανέξοδη κριτική του ορθολογισμού με in vitro «δομήσεις» και «αποδομήσεις» θεωριών και θεσμών σε συνθήκες κοινωνικής απραξίας. Η φυσική διαλεκτική σχέση ατόμου και περιβάλλοντος αντικαθίσταται έτσι από τη σχέση ατόμου-ατόμου με διαχειριστή της σχέσης τον ειδικό ή τον θεραπευτή. Λίγο αργότερα, ακόμα και ο ανθρώπινος πόνος και η ανθρώπινη ανάγκη εκλαμβάνονται ως επιβαρυντικοί παράγοντες για τον ίδιο τον διαχειριστή τους. Επινοείται μεταξύ άλλων η θεωρία του Burnout (Freudenberger, 1974)[1] και προσφέρεται το επιστημονικό-ψυχολογικό άλλοθι για μια βελούδινη, επιστημονικά και ιδεολογικά τεκμηριωμένη, απόσπαση από το κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο.


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ταχεία διάδοσή της στις λεγόμενες εναλλακτικές δομές στον ψυχοκοινωνικό τομέα. Η στιγμή της αφομοίωσής τους από το κυρίαρχο σύστημα παραβλέπεται. Αδυνατούν να επινοήσουν το καινούργιο και παραδίδονται στα ανταλλάγματα της προσαρμογής τους. Η νέα προσαρμογή και η έλλειψη οραμάτων οδηγούν στη μετατροπή πολιτικών επιλογών σε ψυχολογικά προβλήματα και οι πρωταγωνιστές των αλλαγών μεταμορφώνονται σε θύματα της λεγόμενης επαγγελματικής εξουθένωσης. Αναφέρομαι στην κατασκευή μιας κατά βάση ενιαίας θεωρίας, της θεωρίας του Burnout που αποκoρυφώνεται με το ευρέως διαδεδομένο Maslach Burnout Inventory (Μaslach, 1981).[2]






Η θεωρία αυτή είναι σχετικά νέα και εντοπίζεται χρονικά πριν από μια τριακονταπενταετία περίπου. Συναντάμε διάφορες αποχρώσεις της και σε ορισμένες περιπτώσεις μετατροπές όπως, για παράδειγμα, ως προς το είδος της αλληλεπίδρασης ατόμου-εργασιακού πλαισίου. Διαφοροποιήσεις που δεν ακυρώνουν, όμως, τον βασικό της πυρήνα, αλλά αποτελούν απλές ανακατασκευές ή παράγωγα της βιομηχανίας επιστημονικών εργασιών και δημοσιεύσεων. Δεν θα αναφερθώ στις τεχνικές λεπτομέρειες και την επιστημονική νομιμοποίησή της αλλά σε βασικά στοιχεία τα οποία κατά την άποψή μου, μέσα από την απουσία τους, αποκαλύπτουν τόσο την απόπειρα ψυχολογικοποίησης της αλλοτρίωσης όσο και τη σκοπιμότητα των κατασκευαστών της να διαχειριστούν αυτούς που ασχολούνται με τον ανθρώπινο πόνο και τις ανθρώπινες ανάγκες.


Σε όλες αυτές τις προσεγγίσεις το Burnout ή επαγγελματική εξουθένωση ή κάψιμο ή πιο ρεαλιστικά η… Bαρεμάρα, ξεκινάει κύρια από τη στιγμή της επαγγελματικής ένταξης. Μια μεγάλη αυθαιρεσία, για μια κατασκευή που ορίζει ως αποκλειστικό της αντικείμενο όσους εκπαιδεύονται και καλούνται να προσφέρουν τις έμμισθες αλλά ακόμη και εθελοντικές, υπηρεσίες τους σε ανθρώπους· ακόμα πιο σημαντικό, όσους καλούνται να παράσχουν τη βοήθειά τους σε αυτούς που έχουν ανάγκη, που πάσχουν, που νοσούν.


Η άποψή μου είναι ότι για να κατανοήσουμε τη θεωρία αυτή ως απόπειρα ψυχολογικοποίησης της αλλοτρίωσης θα πρέπει να την αναζητήσουμε πολύ πριν την ένταξη στους χώρους εργασίας. Θα πρέπει να την προσεγγίσουμε ως μέρος μίας διεργασίας που προϋπάρχει αυτής. Προϋπάρχει μέσα στα πλαίσια μιας αλλοτριωτικής διαδικασίας την οποία υφιστάμεθα όλοι, είτε στα πλαίσια της διαπαιδαγώγησής μας, είτε στα πλαίσια της κοινωνικοποίησής μας, είτε στα πλαίσια της εκπαίδευσής μας στο καπιταλιστικό σύστημα. Διαδικασία που στοχεύει σε συμπεριφορές υποταγής και συμμόρφωσης σε κυρίαρχους κανόνες, πρακτικές, πολιτικές, συστήματα και ιδεολογίες. Άρα, το συγκεκριμένο πολιτικό-οικονομικό και κοινωνικό σύστημα στο οποίο είμαστε ενταγμένοι φροντίζει να μας εξοπλίσει πολύ πριν την επαγγελματική μας ένταξη με όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, ώστε να το αποδεχτούμε και να το αφομοιώσουμε ως δεδομένο, μοναδικό και αμετάβλητο. Να αποδεχθούμε το επιστημονικό παράδειγμα που το υπηρετεί. Να αποδεχθούμε και να εσωτερικεύσουμε ως αδιαμφισβήτητες τις επιμέρους θεωρίες και πρακτικές που προκύπτουν από αυτό. Συνεπώς, να αναπαράγουμε και να συντηρήσουμε ως αμετάβλητο το εργασιακό-κοινωνικό πλαίσιο (δομές, θεσμούς, συστήματα, πολιτικές). Δηλαδή, ένα επιστημονικό παράδειγμα κλειστό στην ανατροπή ή την αλλαγή του, γιατί το αντίθετο θα οδηγούσε στην ανατροπή/αλλαγή όλου του συστήματος διαχείρισης τόσο των υποκειμένων με τα οποία ασχολείται ο επαγγελματίας, όσο βέβαια (αυτό είναι και το ιδιαίτερο στη θεωρία αυτή) και της λογικής διαχείρισης, προσαρμογής και αφομοίωσης του ίδιου του επαγγελματία. Η ελευθερία του ανθρώπου σε επίπεδο δημιουργίας, παραγωγής νέας γνώσης, εφαρμογής νέων πρακτικών και αναζήτησης ανθρωπίνων αξιών αποτρέπεται από τους όρους του ίδιου του παραδείγματος, τις εφαρμογές του και την ιδεολογία που υπηρετεί.


Ο εργαζόμενος εισέρχεται συνήθως στο δημόσιο επαγγελματικό βίο εκπαιδευμένος στη λογική ότι δεν θα είναι δημιουργικός, δεν θα επινοεί, δεν θα συνδιαμορφώνει το πλαίσιο, τις σχέσεις, την οργάνωση, γιατί όλα αυτά είναι ήδη παγιωμένα και θεσμοθετημένα στα πλαίσια μιας προκαθορισμένης και ιεραρχικά δομημένης οργάνωσης, που υπακούει σε συγκεκριμένες και προκαθορισμένες πολιτικές αλλά και επιστημονικές θεωρήσεις. Γνωρίζει ότι για να υπάρξει και να γίνει αποδεκτός σαν επαγγελματική οντότητα, δηλαδή για να επιβιώσει επαγγελματικά, θα πρέπει να συμμορφωθεί στους κανόνες και να κινείται με τους όρους ενός προϋπάρχοντος πλαισίου. Να αποδεχτεί και να ενσωματωθεί σε μια συγκεκριμένη εσωτερική κατανομή εργασίας και σχέσεων εξουσίας (καθηκοντολόγιο). Αναφερόμαστε σε μια συνθήκη πλήρους απανθρωποποίησης αλλά και αποποίησης από το ίδιο το άτομο της βασικής του ανθρώπινης ιδιότητας, δηλαδή της ελευθερίας για ατομική και συλλογική δημιουργία. Αυτή είναι και η έσχατη μορφή της αποξένωσής του από την ίδια του τη φύση.


Η αλλοτρίωση επέρχεται έτσι ως μια κατάσταση που καθιστά το υποκείμενο επικυρωμένο πλέον αντικείμενο μιας ψυχολογικής θεωρίας, η οποία για να νομιμοποιηθεί αλλά και για να ανταποκριθεί στην ιδεολογική της αποστολή θα πρέπει να πιστοποιήσει, μιμούμενη έναν άκριτο θετικισμό, την ουδετερότητα και αντικειμενικότητά της με την κατασκευή ειδικών μεθοδολογικών εργαλείων και την πραγματοποίηση πληθώρας ερευνών.


Δεν είναι λοιπόν ο επαγγελματικός χώρος ούτε οι πληθυσμιακές ομάδες καθαυτές η αφετηρία της αλλοτρίωσής μας, είναι ο τρόπος που συναντάμε και εμπλεκόμαστε στη συγκεκριμένη δομή, με τους προ- και ετεροκαθορισμένους στόχους που αυτή εξυπηρετεί και το θεωρητικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται.


Ως προς τις υπηρεσίες που προσφέρονται στο δημόσιο τομέα είναι γνωστό το αξίωμα ότι «το άτομο αλλάζει και όχι το σύστημα», όπως επίσης και η κυρίαρχη αντίληψη ότι «αλλάζει το άτομο και όχι η δομή». Σε κάθε περίπτωση, το επιδεχόμενο μεταβολή είναι το άτομο, δηλαδή αυτό που πρέπει να προσαρμοστεί στη λογική και τη λειτουργία μιας δομής. Το άτομο που στην περίπτωσή μας είναι ο ίδιος ο εργαζόμενος, ο οποίος αναγνωρίζεται επιπλέον ως το πάσχον υποκείμενο που χρήζει βοήθειας, θεραπείας ή υποστήριξης. Με λίγα λόγια, στις πολιτικές που διέπουν τη δημιουργία, οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών ενυπάρχουν και οι όροι διαχείρισης, όχι μόνον των πολιτών που προσφεύγουν σε αυτές, αλλά και των εργαζομένων που τις στελεχώνουν. Η αποδοχή αυτών των όρων είναι ταυτόχρονα και αποδοχή της ίδιας της ανελευθερίας τους, δηλαδή του υπαρξιακού τους περιορισμού και της αλλοτρίωσής τους. Η συνθήκη αυτή καλλιεργεί και τις προϋποθέσεις όχι μόνον της αφομοίωσης στο υπάρχον αλλά και της αναπαραγωγής του. Αλλαγές που επιτρέπονται ή γίνονται ανεκτές είναι αλλαγές που δεν ακυρώνουν ή δεν ανατρέπουν το ιδεολογικά-επιστημονικά αρτηριοσκληρωτικά δομημένο σχήμα. Οι κυρίαρχες πολιτικές Παιδείας και Υγείας π.χ. επιβάλλουν την αφομοίωση των εμπλεκομένων με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελούν σταθεροποιητικούς παράγοντες του συστήματος και όχι πηγή δημιουργίας, αλλαγών, ανατροπών και αναζήτησης θεωριών και πρακτικών που να ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες -πραγματικές και όχι κατασκευασμένες- ανάγκες των ανθρώπων και της κοινωνίας. Δεν είναι μόνον οι πολιτικές που χαρακτηρίζουν ένα σύστημα ως διαχειριστή των ανθρώπινων αναγκών αλλά και οι «λειτουργοί» εκείνοι που αφομοιώνονται σε αυτό και αποδέχονται την υπαρξιακή τους ακύρωση. Δεν αρκεί, ωστόσο, ο δημόσιος τομέας ως τέτοιος για την εξήγηση του φαινόμενου της αλλοτρίωσης του υποκειμένου και τη μετατροπή του σε μέρος ενός μηχανισμού. Είναι αυτός σε άμεση συνάρτηση με το επιστημονικό παράδειγμα, τις θεωρίες και τις πρακτικές του.


Στον ιδιωτικό τομέα, που λειτουργεί με καθαρά κερδοσκοπικούς κανόνες, στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς, η αλλοτρίωση είναι ακόμη πιο ορατή, καθώς επιπροσθέτως η υγεία, η κοινωνική φροντίδα και η εκπαίδευση μετατρέπονται από κοινωνικά αγαθά σε εμπορεύσιμα προϊόντα. Η εμπορευματοποίηση της υγείας και της παιδείας συμβαδίζουν με τη συστηματική υποβάθμιση της δημόσιας και καθολικής φροντίδας υγείας, καθώς και της δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Η επέκταση του ιδιωτικού τομέα σε εξωνοσοκομειακές και νοσοκομειακές υπηρεσίες, η αναπτυσσόμενη αγορά στον τομέα της ψυχικής υγείας (ψυχοπάζαρο) και η παραπαιδεία στον τομέα της εκπαίδευσης είναι οι χώροι όπου πλέον ο άνθρωπος και οι ανάγκες του μετατρέπονται σε εμπόρευμα, γίνονται αντικείμενο κερδοσκοπίας και πολλές φορές αισχροκέρδειας. Η απασχόληση στην ελεύθερη αγορά, με κατασκευασμένες πολλές φορές ανάγκες, δεν αποτελεί σύμφωνα με τον Μαρξ, μια δραστηριότητα ικανοποίησης αναγκών των συνανθρώπων μας αλλά το μέσο για την αποκόμιση οικονομικού κέρδους. Δηλαδή, η αποξένωση εδώ δεν προκύπτει από τη λεγόμενη επιβάρυνση από τον ανθρώπινο πόνο ή ανάγκη, αλλά από τη στυγνή μετατροπή τους σε χρηματική αξία. Η πιο χυδαία μορφή της αλλοτρίωσης. Και όταν η επιχειρηματική δραστηριότητα αναφέρεται στην καταπολέμηση του Burnout, όπως συμβαίνει ήδη με διάφορα κερδοσκοπικά κέντρα, τότε ακόμα και η χυδαιότητα του συστήματος γίνεται εμπορεύσιμη. Είναι επίσης γνωστό ότι μεγάλες επιχειρήσεις και διεθνή μονοπώλια χρησιμοποιούν πολλές φορές τη θεωρία του Burnout και τα εργαλεία της για τη χειραγώγηση, την προσαρμογή και την αύξηση της αποδοτικότητας των εργαζομένων. Επιδιώκουν δηλαδή την ψυχολογικοποίηση των πραγματικών αναγκών των εργαζομένων σε βάρος των ταξικών τους συμφερόντων.
Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι θα πρέπει να διαπιστώσουμε ότι η θεωρία του Burnout πληρεί εκείνα τα επιστημολογικά κριτήρια που, στα πλαίσια του κυρίαρχου ορθολογιστικού συστήματος σκέψης, της επιτρέπουν να σταθεί στο επιστημονικό-ψυχολογικό τοπίο και να ενεργεί σε αυτό ως αποδεκτό επιστημονικό θεωρητικό μοντέλο. Δηλαδή συντίθεται από μία αιτιολογική, μια διαγνωστική και μία θεραπευτική-αποκαταστασιακή διάσταση. Χαρακτηριστικό γνώρισμά της, όμως, είναι ότι αναφέρεται σε ανθρώπους που εργάζονται σε υπηρεσίες, δομές ή οργανισμούς που προσφέρουν υπηρεσίες στον άνθρωπο. Η ψυχολογικοποίηση, δηλαδή η ενοχοποίηση του ατόμου ή του απομονωμένου -από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα- πλαισίου εργασίας, η «ουδέτερη» και «αντικειμενοποιημένη» τους αποτύπωση, ολοκληρώνονται μέσα από τη μετατροπή του ίδιου του εργαζόμενου σε πάσχον υποκείμενο. Από αυτό το σύστημα σκέψης και τις επιμέρους διαφοροποιήσεις προκύπτουν και οι τεχνικές αντιμετώπισης. Από τις αλλαγές στο άτομο ή την ομάδα μέχρι τη «βελτίωση» του εργασιακού περιβάλλοντος ή την εξαγορά της επιβάρυνσης από τον συνάνθρωπο με υλικά και ψυχικά κίνητρα και επιδόματα. Κατασκευάζονται διαγνωστικά-θεραπευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται εκτενώς σε ατομικό ή ομαδικό επίπεδο. [3]






Πέραν αυτών, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει να επιμείνουμε στον κοινό τόπο μεταξύ των διαφόρων θεωρητικών μοντέλων. Σε αυτόν ακριβώς παρατηρούμε ότι: α) η επαγγελματική εξουθένωση εντοπίζεται κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας, β) αναφέρεται σε επαγγελματίες που εργάζονται κύρια στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, γ) εντοπίζεται ιδιαίτερα στην εκπαίδευση, στον τομέα της υγείας αλλά και της ψυχικής υγείας, δ) χαρακτηρίζεται από την ιατροκεντρική λογική και με βάση αυτή παρατηρούνται, εντοπίζονται, καταγράφονται, διαγιγνώσκονται και κατηγοριοποιούνται τα συμπτώματα της επαγγελματικής εξουθένωσης (σωματικά, ψυχολογικά, συμπεριφορικά), καθώς και οι θεραπευτικές πρακτικές για την αντιμετώπισή τους, ε) δεν συμπεριλαμβάνει, στους αιτιολογικούς παράγοντες του φαινομένου που κατασκευάζει, το επιστημονικό υπόδειγμα που προσδιορίζει τις πρακτικές, τις δομές και τη λειτουργία τους, τις σχέσεις των επαγγελματιών μεταξύ τους ή με τον πληθυσμό που εξυπηρετούν· πρόκειται ακριβώς για εκείνο το υπόδειγμα που θεωρείται σταθερό και αμετάβλητο αναδεικνύοντας την «ουδετερότητα» και «αντικειμενικότητά» του σε βασικό ιδεολογικό πυλώνα όλης της θεωρίας, στ) το άτομο αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εργάζεται αυτό, αποσπώνται και αυτονομούνται αυθαίρετα από το εκάστοτε ιστορικό-πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο και ζ) ο ανθρώπινος πόνος, η φροντίδα του πάσχοντα ή η κάλυψη αναγκών των συνανθρώπων μας θεωρούνται ως οι κύριοι επιβαρυντικοί παράγοντες. Δηλαδή, ο ανθρώπινος πόνος και η ανθρώπινη ανάγκη αποκτούν αιτιολογικά χαρακτηριστικά ως προς την πρόκληση καθαυτού του φαινόμενου της επαγγελματικής εξουθένωσης.


Η φροντίδα και η προσφορά στον άνθρωπο εκλαμβάνονται a priori ως μία παθογόνος συνθήκη, η οποία προκαλεί συγκεκριμένα «συμπτώματα» και διαμορφώνει την «κλινική εικόνα» στη διαταραχή του Burnout!!! Η ανάδειξη της απασχόλησης με τον ανθρώπινο πόνο ή την ανθρώπινη ανάγκη σε παθογενετικό παράγοντα και η νοσογραφική της αποτύπωση μόνον την υπαρξιακή απομάκρυνση του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό και τη φύση του θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει. Αυτό αποκαλύπτει και τη μετατροπή της αλλοτρίωσης σε ψυχολογική διαταραχή.


Τα θεωρητικά μοντέλα που χαρακτηρίζονται από τη μετατροπή του υποκειμένου σε αντικείμενο, ανεξάρτητα αν χαρακτηρίζονται ως βιολογικά, ψυχολογικά, βιοψυχοκοινωνικά ή «εναλλακτικά-κριτικά» (όπως π.χ. η λεγόμενη Ανάλυση Λόγου, το θεσμοθετημένο «επιστημονικό κουτσομπολιό») ενισχύουν νομοτελειακά τη διεργασία αλλοτρίωσης, δηλαδή την αποξένωσή μας από τον άλλον και ταυτόχρονα από τον εαυτό μας.


Η ειδοποιός διαφορά της θεωρίας του Burnout από τις άλλες ψυχολογικές θεωρίες είναι ότι σε αυτή αντικειμενοποιείται και μετατρέπεται ο ίδιος ο ειδικός/επαγγελματίας σε εν δυνάμει πάσχον υποκείμενο εξ αιτίας της απασχόλησής του με τον ανθρώπινο πόνο ή την ανθρώπινη ανάγκη. Χαρακτηριστική στιγμή ενός αυτό-εγκλωβισμού!!! Έτσι, ως πάσχουσα πλέον οντότητα θα πρέπει να τύχει εκείνης της φροντίδας ή της διαχείρισης που μέχρι πρότινος επιφύλασσε για τους άλλους. Επικυρώνονται, λοιπόν, η οικουμενικότητα της θεωρητικής κατασκευής και η καθολικότητα των εργαλείων και τεχνικών αντιμετώπισης μιας κατασκευασμένης κλινικής εικόνας. Η ψυχολογικοποίηση της αλλοτρίωσης ολοκληρώνεται χωρίς να θυσιάζεται το επιστημονικό παράδειγμα και χωρίς να θίγεται το θεσμικό και το κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο.


Ο κυρίαρχος επιστημονικός τρόπος σκέψης συμβάλλει ώστε και εμείς, είτε ως μαθητές, είτε ως φοιτητές, είτε ως εκπαιδευτές, είτε ως επαγγελματίες σε διάφορες υπηρεσίες να δυσκολευόμαστε να συνειδητοποιούμε τον τρόπο με τον οποίο υφιστάμεθα τη διαδικασία αλλοτρίωσης. Εσωτερικεύουμε –ό,τι χειρότερο- όλη αυτή τη λογική της αλλοτρίωσης και γινόμαστε όχι μόνον αποδέκτες αλλά και φορείς της. Ιδιαίτερα αισθητή είναι αυτή η συνθήκη στο χώρο των σημερινών πανεπιστημίων ο οποίος, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις, αναπαράγει την επιστημονική κληρονομιά με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να την αφοπλίζει ακόμα και από τα νεωτερικά στοιχεία που κάποτε τη χαρακτήριζαν. Εξαιτίας δε της κατασκευής και αναπαραγωγής εξουσιαστικών μηχανισμών και σχέσεων έξω από το πεδίο της αναζήτησης της γνώσης και της κοινωνικής χρησιμότητας ο μεν πανεπιστημιακός βολεύεται σε μια δουλειά και σε μια απαξιωμένη πλέον κοινωνικά θέση, οι δε φοιτητές συναινούν στην καταστροφή της πιο δημιουργικής περιόδου της ζωής τους με αντάλλαγμα ένα πτυχίο. Συμμορφώνονται και υποτάσσονται σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο που τους καλλιεργεί την ψευδαίσθηση επαγγελματικής αποκατάστασης και μάλιστα σε μια κατεύθυνση σύνδεσης του πανεπιστημίου με την αγορά εργασίας και όχι με την κοινωνία και τον άνθρωπο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι συζητήσεις που γίνονται τα τελευταία χρόνια, σε διάφορες συνδικαλιστικές οργανώσεις, ως προς την αναγνώριση και κατάταξη του Burnout στις επαγγελματικές ασθένειες και την κατάταξη επαγγελμάτων που σχετίζονται με αυτές στα «βαρέα και ανθυγιεινά». Ακραίο δε παράδειγμα αλλοτρίωσης είναι αυτό που συναντάμε στο χώρο της ψυχικής υγείας. Όπου για παράδειγμα, στα πλαίσια αναπαραγωγής του μύθου για την επικινδυνότητα του πάσχοντος υποκειμένου, υποχρεούται ή εξαναγκάζεται ο νοσηλευτής να καθηλώσει τον συνάνθρωπό του. Θεωρείται -και από τους συνδικαλιστές πολλές φορές- ότι ασκεί ένα «βαρύ και ανθυγιεινό» επάγγελμα και όχι μια αυθαίρετη και στυγνή πράξη βίας που προκύπτει από ένα συγκεκριμένο ψυχιατρικό μοντέλο το οποίο και μεταφράζει με τον «επιστημονικό» του λόγο την άσκηση βίας σε απολιτική, αποϊδεολογικοποιημένη και ουδέτερη «θεραπευτική πράξη». Αντί λοιπόν να διεκδικούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την υποστήριξη των συνανθρώπων μας με σεβασμό στην προσωπικότητά τους, στα δικαιώματά τους και στην αξιοπρέπειά τους, αναπαράγονται συνθήκες βίας, ενοχοποιούνται άνθρωποι που βιώνουν δυσκολίες στη ζωή τους και γίνονται κυριολεκτικά αντιληπτοί ως αιτία πρόκλησης επιβαρυντικών συνθηκών για τους εργαζόμενους. Με την ολοκληρωτική παράδοση του εμπλεκομένου σε αυτή τη διεργασία αποξένωσης και την απουσία κάθε αντίστασης προκύπτει και το ιδεολογικό παράδοξο που συναντούμε ως πρακτική στους ψυχιατρικούς χώρους, το γνωστό «Το πρωί καθηλώνουμε, το βράδυ διαδηλώνουμε».


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επίσης, αποκτά η ερευνητική έξαρση και οι συζητήσεις που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και ιδιαίτερα για τις Μ.Ε.Θ. (Μονάδες Εντατικής Θεραπείας) ή τις Μ.Α.Θ. (Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας). Με πλήρη «επιστημονική» κάλυψη και με την ενεργοποίηση της θεωρίας του Burnout μεταλλάσσονται, ως εκ θαύματος, οι εξοντωτικές συνθήκες εργασίας ή η διαρκής έλλειψη προσωπικού και οι απαράδεκτες πολιτικές υγείας -τόσο γενικά στον τομέα υγείας όσο και στον ιδιαίτερα κρίσιμο τομέα των εντατικών- σε ψυχολογικό πρόβλημα των εργαζομένων (ιατρών και νοσηλευτών). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ιδεολογικής χρήσης της συγκεκριμένης θεωρίας, δηλαδή της ενοχοποίησης των εργαζομένων, της ατομίκευσης του προβλήματος και της αυθαίρετης απόσπασής του από το συνολικό του πλαίσιο (σύστημα υγείας, πολιτικές υγείας). Και όταν το πρόβλημα γίνει αποδεκτό ως ψυχολογικό, τότε η απομάκρυνση από την πραγματικότητα, άρα και η αποξένωση βρίσκει την ολοκλήρωσή της στην Ψυχολογία-Ψυχοθεραπεία (ομάδες, βιωματικά, ψυχολογική υποστήριξη) ή στην εξαργύρωση της επιβάρυνσης με άλλα ανταλλάγματα. Μία προσβολή και απαξίωση τόσο των εργαζομένων όσο και της αξίας της ζωής των ίδιων των περιθαλπόμενων. Κατασκευάζονται έτσι συνθήκες που δεν σέβονται ούτε τους λειτουργούς υγείας, ούτε τους νοσηλευόμενους. Κατ’ επέκταση, γίνονται αποδεκτές εκείνες οι πολιτικές υγείας που απαξιώνουν συστηματικά τη δημόσια υγεία και δημιουργούν τις συνθήκες για την προώθηση της εμπορευματοποίησής της· της μετατροπής ενός αγαθού από ανθρώπινο δικαίωμα σε εμπόρευμα με αποτέλεσμα να ακυρώνεται η καθολικότητα του δημόσιου συστήματος υγείας και να αυξάνεται γεωμετρικά ο ιδιωτικός τομέας. [4]


Άπειρα είναι επίσης τα παραδείγματα από τις εκπαιδευτικές-επιμορφωτικές πολιτικές διαφορών οργανισμών που ασχολούνται με τον ψυχοκοινωνικό τομέα (εξαρτήσεις, ψυχική υγεία, κ.λπ.). Εδώ μεγάλο μέρος της εκπαίδευσης του νέου αλλά και του παλαιού προσωπικού (κατά προτίμηση ομαδική/βιωματική) καταλαμβάνει η πρόληψη ή η αντιμετώπιση του «καταγεγραμμένου» Burnout. To ιδεολογικά ζητούμενο σε αυτές τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες δεν είναι η ενεργοποίηση του ατόμου, η δημιουργική του εμπλοκή και η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης αλλά η συναίνεσή του ότι αποτελεί ένα εν δυνάμει «πρόβλημα» σε ένα εξ ορισμού επιβαρυντικό περιβάλλον. Η διαπίστωση του κινδύνου ανοίγει εντέχνως τον δρόμο της ψυχολογικοποίησης και της θεραπευτικής αιχμαλωσίας. Ο διαθέσιμος θεραπευτικο-τεχνολογικός εξοπλισμός είναι πλούσιος. Έτσι μετατρέπεται σε πρόταγμα η «ανάπτυξη» και «ωρίμανση» του υποκειμένου μέχρι του σημείου της πλήρους αφομοίωσης των θεωριών και πρακτικών του πλαισίου, δηλαδή της συμμόρφωσής του σε ένα παγιωμένο πλαίσιο. Ενώ δηλαδή πιστοποιείται η παθογένεια του περιβάλλοντος, ενοχοποιείται ταυτόχρονα ο ανθρώπινος πόνος και η ανθρώπινη ανάγκη. Η αναγνώριση αυτής της επιβάρυνσης ανταμείβεται και προβάλλει το συνδικαλιστικό αίτημα των επιδομάτων (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι τρεις επιπλέον μέρες άδειας ετησίως για την «επαγγελματική εξουθένωση» στους εργαζόμενους σε δομές του ΟΚΑΝΑ). Επί πλέον πραγματοποιούνται σεμινάρια, αναλύονται οι θεωρίες, περιγράφονται τα συμπτώματα, προτείνονται πρακτικές αντιμετώπισης και όλοι υποδύονται τα θύματα ή τα εν δυνάμει θύματα του τέρατος της «Βαρεμάρας». Συνήθως βέβαια εγκαταλείπουν τα σεμινάρια περισσότερο κουρασμένοι από πριν και έτσι επιβεβαιώνονται εκ νέου οι προφητείες της συγκεκριμένης θεωρίας!!!


Δεν είναι τυχαίο που δεν συναντούμε πρακτικές που να προκύπτουν και να προτείνονται από αυτές τις θεωρίες και οι οποίες να οδηγούν τους εργαζόμενους στην ανατροπή ή στην κατάργηση του συστήματος, της δομής ή της υπηρεσίας που εργάζονται. Γιατί, στην περίπτωση αυτή, κατάργηση θα σήμαινε και αμφισβήτηση των ίδιων των θεωρητικών-επιστημονικών μοντέλων στα οποία στηρίζονται. Επειδή όμως, όπως προανέφερα, αυτό δεν εμπεριέχεται στη λογική αυτής της θεωρίας περιορίζεται κανείς σε διακοσμητικού τύπου αλλαγές. Αλλαγές ή καταργήσεις δομών συναντούμε τις περισσότερες φορές με δημοσιονομικά κριτήρια στα πλαίσια της υποβάθμισης π.χ. των υπηρεσιών Υγείας ή Παιδείας και της ιδιωτικοποίησής τους. Αναφερόμαστε δηλαδή στη συντήρηση τόσο των ίδιων των δομών-θεσμών όσο και στη συντήρηση των διαχειριστών τους. Αυτό είναι και η πεμπτουσία της θεωρίας της «επαγγελματικής εξουθένωσης»: η συντήρηση των διαχειριστών της συντήρησης και κατ’ επέκταση η συντήρηση του ίδιου του συστήματος.


Η θυματοποίησή του ατόμου από τον πόνο ή την ανάγκη του συνανθρώπου του είναι το μέσο ολοκλήρωσης της αλλοτρίωσής του από τον ίδιο του τον εαυτό. Στην κλασική κατά τον Μαρξ αποξένωση του ανθρώπου από το δημιούργημά του, δηλαδή από το προϊόν που παράγει, έρχεται να προστεθεί η αποξένωση από τον ίδιο του τον εαυτό βιώνοντας τον συνάνθρωπό του, δηλαδή και τον ίδιο, ως επιβαρυντικό παράγοντα. Γι’ αυτό και η ίδια η θεωρία του Burnout είναι προϊόν της ίδιας της αλλοτρίωσης που τη χαρακτηρίζει.


* Το άρθρο αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της ομιλίας που πραγματοποιήθηκε στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο του κλάδου Κλινικής Ψυχολογίας και Ψυχολογίας της Υγείας της ΕΛΨΕ με θέμα: «Σύγχρονες Εξελίξεις στην εμπειρικά τεκμηριωμένη Κλινική Ψυχολογίας και Ψυχολογία της Υγείας», Θεσσαλονίκη, 9-11.11. 2008.


** Αναπληρωτής καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας, Τμήμα Ψυχολογίας Α.Π.Θ., e-mail: trella@psy.auth.gr.


[1] Freudenberger, H. J. (1974). Staff burn-out. Journal of Social Issues, 30, 159-165.


[2] Maslach, C. & Jackson S. E. (1981). The measurement of experienced burnout. Journal of Organizational Behavior. 2, 99-113.


[3] Σε αυτή ακριβώς τη λογική παρατηρούνται τις τελευταίες δεκαετίας πολυάριθμες έρευνες και δημοσιεύσεις αναφορικά με το Burnout. Διαπιστώνει κανείς μια συναίνεση ως προς την συμπτωματοκεντρική προσέγγιση του ατόμου ή του πλαισίου, αποσπασμένα από το κοινωνικο-πολιτικό περιβάλλον. Τέσσερις είναι οι κυριότερες προσεγγίσεις: 1) Το μοντέλο της Maslach (Maslach & Jackson, 1981, ό.π.), γνωστό και ως «μοντέλο των τριών διαστάσεων», δηλαδή της συναισθηματικής εξάντλησης, της αποπροσωποίησης και της αδυναμίας προσφοράς, 2) Η προσέγγιση των Edelwich & Brodsky [Edelwich J., Brodsky A. (1980). Burn-Out – Stages of Disillusionment in the Helping. New York: Human Sciences Press], οι οποίοι καταγράφουν την εξουθένωση ως διαδικασία που αποτελείται από τις φάσεις του ενθουσιασμού, της αδράνειας, της ματαίωσης και της απάθειας, 3) Το μοντέλο του Cherniss [Cherniss, C. (1980). Staff Burnout – Job Stress in the Human Services. Beverly Hills, California: Sage Publications, Inc], που αναφέρεται σε μια διαδραστική κατάσταση όπου παρατηρείται στο άτομο το εργασιακό άγχος, η εξάντληση και η απάθεια, και 4) Η προσέγγιση των Pines & Aronson, [Pines, A. & Aronson, E. (1981). Career burnout. New York: MacMillan], οι οποίοι διευρύνουν τους τομείς επαγγελματικής εξουθένωσης εκτός από τον τομέα της υγείας και σε άλλους τομείς. Εντοπίζουν και καταγράφουν συμπτώματα τόσο στο σωματικό όσο και στο ψυχικό επίπεδο.


[4] «Η υγεία είναι ένα υπαρξιακό αγαθό. Είναι μία αξία χρήσης, η οποία στις κοινωνίες μας είναι συλλογική και δημόσια – όμοια με τον αέρα, το πόσιμο νερό, την εκπαίδευση ή την ασφαλή μετακίνηση και τη δικαστική ασφάλεια. Η φροντίδα υγείας είναι μία κοινωνική ανάγκη. Και η κοινωνική οργάνωση της φροντίδας υγείας πρέπει να είναι προσανατολισμένη προς αυτή την ανάγκη – και όχι προς άλλους στόχους και συμφέροντα τα οποία καθορίζονται από την αγορά και τα κέρδη.» [Deppe, H. U. (2007). Παρούσα κατάσταση και προοπτικές των καθολικών συστημάτων υγείας. Κοινωνία & ψυχική Υγεία, 6ο τεύχος, σ. 17].

ΠΕΡΙ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΒΙΑΣ. ΑΝΤΙΒΙΑΙΟΙ ΝΑΙ, ΜΗ ΒΙΑΙΟΙ ΟΧΙ*

Η ΒΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ που προέρχεται από το ρήμα βιάζω, το οποίο σημαίνει μια ενέργεια ικανή ν’ αλ­λάξει σε σημαντικό βαθμό τις συνθήκες ύπαρξης άλλων έμ­βιων όντων, τάξεων, πραγμάτων κ.ο.κ. Αντιστοίχως στην πο­λιτική η λέξη βία συνδέεται στενά με την καταπίεση, την επι­βολή, τον εξαναγκασμό, την κατάχρηση. Μ’ αυτή την έννοια συνδέεται επίσης στενά με τη δράση των κατόχων της εξου­σίας, οι οποίοι πάντοτε ανατρέχουν στη βία, είτε αυτή είναι νόμιμη, είτε παράνομη από δικαιικής πλευράς, προκειμένου να ασκήσουν την κυριαρχία την οποία κατέχουν. Στην άσκη­ση της πολιτικής εξουσίας η χρήαη της βίας συνδέεται πράγ­ματι με την ανάγκη επιβολής της θέλησης των κυρίαρχων, κάτι που συνιστά έναν από τους ουσιαστικότερους λόγους για τους οποίους οι αναρχικοί, που είναι τέτοιοι αφού οραματί­ζονται μια κοινωνική και συλλογική συμβίωση θεμελιωμένη στην αμοιβαία ελευθερία και συνεπώς με τη βία εξορισμένη από τη διαχείριση των σχέσεων και των αποφάσεων, σκέ­φτονται και δρουν ώστε να συγκροτήσουν κοινωνίες στις ο­ποίες δεν θα υφίστανται πλέον συγκεντρωτικές και ιεραρχικές μορφές της πολιτικής εξουσίας.



Με μια πρώτη ματιά, το βλέμμα για το πού βαδίζει oκό­σμος προσκρούει σε μια αναπόφευκτη διαπίστωση: το καθη­μερινό γίγνεσθαι στο οποίο, ηθελημένα ή αθέλητα, συμμετέ­χουμε και, πολύ πιο συχνά απ’ ότι μας αρέσει, πρωταγωνι­στούμε, αναμφίβολα καθορίζεται από τη βία, ακριβέστερα εμποτίζεται από τη βία. Αυτό συμβαίνει στις υποχρεωτικές σχέσεις μας με τη γραφειοκρατία, στην επαφή με τους μηχα­νισμούς, την κουλτούρα της εξουσίας που σταθερά καθορίζει την ποιότητα και την ποσότητα των επιβολών των οποίων εί­ναι κάτοχος και φορέας, στην οργανωμένη και ένοπλη ισχύ όλων των μιλιταρισμών που δικαιολογούν τις απαιτήσεις τους με το άλλοθι ότι μας προσφέρουν σιγουριά και εξασφαλίζουν τη διατήρηση των δημοκρατικών ελευθεριών, στη συστηματι­κή και δολοφονική εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπινων υπάρξεων εκβιαζόμενων από την πείνα και την αθλιότητα στις οποίες υποβάλλονται, στην αντιδραστική θέληση αντα­πόδοσης και στην όσια ανάγκη που προκαλεί τις εξεγέρσεις, αλλά σπανίως καταφέρνει να μετατραπεί στη χαρά της εξέ­γερσης. Τα δελτία ειδήσεων, με εικόνες και λέξεις, μας δεί­χνουν καθημερινά κοιμητήρια που χωρίς σταμάτημα σκορ­πίζονται στον πλανήτη όπου φιλοξενούμαστε εμείς οι άνθρω­ποι.
Ένα πρόβλημα όχι μόνο ηθικό






Αν θεωρηθούν δεδομένες οι σκέψεις που μόλις παρατέθη­καν και παραμένοντας στο πλαίσιο της πολιτικής, ο’ αυτό το άρθρο μ’ ενδιαφέρει να εξετάσω κάποιες βαθύτερες σκέψεις για το νόημα της χρήσης των βίαιων μεθόδων στις οποίες μπορεί να προσφύγουν οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευό­μενοι, οι υποταγμένοι γενικά, για ν’ αντιτεθούν στις κυρίαρχες δυνάμεις, είτε κατά την όσια πράξη της εξέγερσης εναντίον της καταπίεσης που υφίστανται, είτε κυρίως όταν συνειδητο­ποιούν την ανάγκη πραγμάτωσης εναλλακτικών αρχών και ι­δανικών.


Παρότι γνωρίζω ότι στο ζήτημα της βίας η σχέση της με την ηθική είναι ουσιαστική, εγώ πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ηθικό, ή μάλλον δεν είναι μόνο και κυρίως ηθικό. Πράγματι χρειάζεται να θυμόμαστε ότι, όντας η ηθική σε όλα τα επίπεδα ένα ναρκοπέδιο, είναι πολύ επικίνδυνο, αλλά κυ­ρίως ακατάλληλο, να την επιλέγουμε σαν μοναδική βάση για την αποτίμηση της αξίας των επιλογών μας. Η ηθική ασχο­λείται και αναζητεί την ορθότητα των ανθρώπινων συμπερι­φορών σε σχέση με τις έννοιες του καλού και του κακού, οι οποίες εφόσον με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στον καθορισμό τους προκύπτουν αναπόφευκτα οπτικές όχι μόνο διαφορετι­κές, αλλά και πολύ εύκολα αντιτιθέμενες. Μπορούμε ευλόγως να ισχυριστούμε ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν διαφο­ρετικές ηθικές, που ενίοτε παρουσιάζονται σαν μοναδικές, έ­τσι ώστε η επιλογή μιας απ’ αυτές, προφανώς με αιτιολογη­μένους λόγους, να σημαίνει σχεδόν μοιραία τον αποκλεισμό ή την καταδίκη όλων των άλλων. Υπάρχουν έτσι, παραδείγ­ματος χάριν, πολλές θρησκευτικές ηθικές, με την κάθε μια άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θρησκεία της αναφοράς της, υ­πάρχει μια ηθική της ελευθερίας, μια ηθική της προσταγής, μια ηθική της εξουσίας, μια ηθική της βίας, μια ηθική της μη βίας, κ.ο.κ. Η κάθε μια έχει έγκυρες και δικαιολογημένες αι­τιολογίες, που είναι αναμφισβήτητες για όποιον τις ενστερνί­ζεται. Ποτέ κανείς δεν ενστερνίστηκε μια ηθική επιλογή κα­θεαυτή, αφού πίσω από κάθε μια τους υπάρχουν πάντοτε μία ή περισσότερες επιλογές υπαρξιακής ή φιλοσοφικής έννοιας.


Το κύριο πρόβλημα το οποίο πρέπει να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε, είναι αν έχει νόημα αυτό που κάνουμε. Να διερωτηθούμε δηλαδή κατά πόσο η συνειδητή και προγραμ­ματισμένη χρήση βίαιων μορφών εξέγερσης εναντίον των κα­ταπιεστικών δομών που θα επιθυμούσαμε να συντρίψουμε, είναι λειτουργική, κατά πόσο δηλαδή είμαστε όντως σε θέση να έχουμε αντίστοιχα και συμφυή αποτελέσματα, ακόμη και από ηθική άποψη, μ’ εκείνες τις ιδανικές προϋποθέσεις που θα έπρεπε να κινητοποιούν τις πράξεις μας και να μας ωθούν να τις επιλέξουμε.


Για να γίνω πιο κατανοητός, θεωρώ ότι πρώτα απ’ όλα εί­μαι υποχρεωμένος να ξεκαθαρίσω τους λόγους που μπορούν να μας οδηγήσουν στην τελική μας επιλογή. Οφείλουμε δηλα­δή να έχουμε πλήρως συνειδητοποιήσει ότι πριν επιλέξουμε το πώς θα δράσουμε, είναι απαραίτητο να έχουμε φτάσει σε μια κάποια βεβαιότητα σε σχέση μ’ αυτό, από τη στιγμή που οποιαδήποτε ενέργεια σαφώς βίαιη, είναι καθεαυτή φορέας μιας ικανής δόσης δύναμης εναντίον αυτού που θα τη δεχθεί, εφόσον τείνει να τον εκμηδενίσει και στην καλύτερη περίπτω­ση να τον υποτάξει. Πράγματι, η χρήση βίας εμπεριέχει κατά βάθος τη θέληση να εκμηδενιστεί ο αντίπαλος, να εξουδετε­ρωθεί, να τιμωρηθεί, να υποταχθεί, να εξουδετερωθεί. Και υ­πάρχει μεγαλύτερη δύναμη απ’ αυτή που δίνει τη δυνατότητα εκμηδένισης του; Ως εκ τούτου μια τέτοια επιλογή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει με επιπολαιότητα, ελαφρότη­τα ή βιασύνη, αλλά πρέπει να είναι προϊόν προσεκτικής σκέ­ψης και μελέτης.
Μια αναρχική άποψη






Η δική μου είναι μια, όχι η, αλλά μια, αναρχική άποψη. Συνεπώς έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά της αναρχικής οπτι­κής που, όντας μερική, σχετική και όχι απόλυτη, όπως όλες οι οπτικές που δεν περιορίζονται σ’ ένα συγκεκριμένο πεδίο δράσης, αντιπροσωπεύει μια θεώρηση ικανή να συμπεριλάβει οικουμενικές αξίες, τις οποίες προτείνει με τη συνείδηση ότι εμπεριέχουν μια εγκυρότητα ικανή να επεκταθεί στους πάν­τες και σε όλες τις περιπτώσεις. Και η αναρχική άποψη ως αρχή προϋποθέτει πριν από οτιδήποτε άλλο, την άνευ όρων άρνηση κάθε μορφής καταπιεστικής εξουσίας και κυριαρ­χίας, καθώς δέχεται την ύπαρξη μιας ισότητας κοινωνικά διάχυτης, επιδιώκει τη διαρκή άσκηση της ελευθερίας και αρ­νείται οποιαδήποτε άσκηση βίας για την υλοποίηση των απο­φάσεων και της συλλογικής θέλησης, αποφάσεων που παίρ­νονται μέσω οριζόντιων, μη ιεραρχικών και μη άκαμπτων δο­μών.


Ποιο είναι κατά βάθος το πρόβλημα σε σχέση με την πιθα­νότητα πραγμάτωσης μιας μελλοντικής αναρχικής κοινωνίας; Όπως βλέπω εγώ τα πράγματα, αυτό έχει να κάνει με το ξε­πέρασμα και την κατεδάφιση των ιστορικά, δομικά και κυ­ρίως πολιτιστικά παγιωμένων εμποδίων, τα οποία εδραιώνουν την τάξη της εξουσίας και της ιεραρχίας. Η θεσμοθέτηση της σημερινής εξουσίας, πράγματι, που νομιμοποιεί την α­ναγκαιότητα ύπαρξης της ιεραρχικής προσταγής και την ά­σκηση της μέσω της χρήσης της συντεταγμένης ισχύος, έχει ουσιαστικά δύο μορφές δικαιολόγησης:


1) Η πιο παλιά και α­ταβιστική είναι θρησκευτικού τύπου, σύμφωνα με την οποία ο ένας ή περισσότεροι θεοί, από τη στιγμή που δεν εμπι­στεύονται την ανθρώπινη ατέλεια την οποία έχουν δημιουρ­γήσει οι ίδιοι από το ύψος της υπεράνθρωπης εξουσίας τους, υποχρεώνουν την ανθρωπότητα να υπακούει σε ορισμένους επιλεγμένους απ’ αυτούς ανθρώπους, προκειμένου να πραγ­ματοποιηθεί το θεϊκό θέλημα, αποκαλυφθέν και γενικά θεσπι­σθέν μέσω των ιερών κειμένων»


2) Η άλλη, λαϊκού χαρακτή­ρα, είναι το χομπσιανό homo nominis lupus , σύμφωνα με το οποίο, απ’ τη στιγμή που από τις απαρχές της φυσικής κατά­στασης κάθε άνθρωπος είναι εχθρός των άλλων ανθρώπων, για να μπορέσει να ζήσει με ασφάλεια και αρμονία, στην κοι­νωνία την οποία συγκροτεί έχει ανάγκη να βρει κάποιον να προστάζει, κάποιον που να είναι σε θέση να επιβάλλει με την ισχύ εκείνη την τάξη η οποία είναι απαραίτητη για μια κοινή ζωή και για την οποία υπάρχει η διαδεδομένη πεποίθηση πως διαφορετικά δεν θα μπορούσε να υπάρξει.


Το καθήκον των αναρχικών λοιπόν είναι να κάνουν προ­τάσεις και να δράσουν προκειμένου να δείξουν και να πείσουν ότι οι δικαιολογίες για τη θεϊκή βούληση και την ανάγκη προσταγής από τα πάνω έχουν καθοριστεί ιστορικά και δεν είναι τίποτα άλλο από απλές ανθρώπινες πεποιθήσεις, επιβαλ­λόμενες και νομιμοποιημένες με το πέρασμα του χρόνου από τη θέληση των ανά καιρούς ισχυρών. Όχι μόνο δεν ισχύουν, αλλά μπορούν ν’ αντικατασταθούν πλήρως από μια θεώρηση που βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, στη συλλογική διεύ­θυνση των πραγμάτων χωρίς έλεγχο από τα πάνω, στη δυνα­τότητα οργάνωσης χωρίς ιεραρχία και προσταγή, σε μορφές οριζόντιας διαχείρισης. Μπορούμε κάλλιστα να μη μας κυ­βερνούν, αλλά να αυτοκυβερνιόμαστε, αντικαθιστώντας τη δύναμη επιβολής με την αμοιβαιότητα, την αλληλεγγύη και την αποτελεσματική συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, οι οποίες δεν θα υπάρχει πλέον ανάγκη να επιβάλλονται με τη δύναμη και τη δικαιική νομιμότητα των ένοπλων σωμάτων των προορισμένων για την ασφάλεια και τη δημόσια τάξη, δηλαδή από τους εκτελεστές της θέλησης των αυταρχικών θε­σμών.
Απουσία της βίας


Αναρχικά λοιπόν, οι αποφάσεις για τα διάφορα ζητήματα θα πρέπει να παίρνονται και να υλοποιούνται με τη συμμετο­χή των πάντων, αφού δεν μπορούν και δεν πρέπει να επιβάλ­λονται, αλλά να είναι αποτέλεσμα επιθυμίας και συναίνεσης όλων των ατόμων που συμμετέχουν και συναποτελούν τη δε­δομένη κοινωνία. Αυτή είναι μια από τις θεμελιώδεις αρχές που μας διακρίνει. αυτό δεν αρκεί και είναι υπερβολικά απατηλό να περιοριστούμε να καταργήσουμε τους μπάτσους και αυτούς που τους διατάζουν. Αντιθέτως, πρέπει προπάν­των να καταφέρουμε να εξαφανίσουμε την αναγκαιότητα, ε-σωτερικευμένη και εκ των πραγμάτων, της δουλειάς και της παρουσίας τους. Αυτό μπορεί να συμβεί μονάχα αντικαθι­στώντας την αυταρχική βία μιας κεντρικής κυβέρνησης, που επιβάλλεται προστατευόμενη από τους μπάτσους, με μορφές ελευθεριακής αυτοκυβέρνησης από τις οποίες απουσιάζει η βία και δεν έχουν καμία ανάγκη τους μπάτσους. Ο Μαλατέστα είχε κατανοήσει κάτι τέτοιο και είχε προτάξει πε­ρισσότερα από ένα επιχειρήματα προκειμένου να το καταλά­βουν οι σύντροφοι και όλοι αυτοί που ενδιαφέρονται για τις αναρχικές προτάσεις. «Η εξάλειψη του σωματικού καταναγ­κασμού δεν αρκεί για ν’ αναδειχθεί η αξιοπρέπεια ενός ελεύθερου ατόμου, αλλά αυτό πρέπει να έχει μάθει ν’ αγαπά τους ομοίους του, να σέβεται τα δικαιώματα που θέλει να σέβονται οι άλλοι για λογαριασμό του, ν’ αρνείται τόσο να τον διατά­ζουν όσο και να διατάζει… Ο χωροφύλακας δεν είναι ακριβώς βίαιος, αλλά το τυφλό όργανο στην υπηρεσία του βίαιου» .


Έχει συνεπώς νόημα, προκειμένου να υλοποιηθούν οι α­ναρχικές πολιτικές προτάσεις, η χρήση βίαιων μέσων και ορ­γάνων προκειμένου ν’ αντιπαλευτεί η καταπίεση και η επιβο­λή των κρατών και των εκμεταλλευτών; Αξίζει τον κόπο και είναι σύμφωνο και συναφές με τις αρχές μας, να εκθέτουμε σε κίνδυνο τόσο τη δική μας, όσο και τη ζωή των άλλων, στον αγώνα για την ελευθερία; Από μια πρώτη ματιά θ’ απαντού­σαμε, σε κάθε περίπτωση, όχι. «Οι αναρχικοί είναι εναντίον της βίας. Αυτό είναι γνωστό. Η κεντρική ιδέα του αναρχισμού είναι η εξάλειψη της βίας από την κοινωνική ζωή είναι η ορ­γάνωση των θεμελιωδών κοινωνικών σχέσεων βάσει της ελεύ­θερης θέλησης των ατόμων, χωρίς την παρέμβαση του χωρο­φύλακα».


Στην πραγματικότητα η απάντηση δεν είναι ούτε απλή, ούτε άμεση, ούτε δεδομένη, όπως συμβαίνει πάντοτε με ερω­τήματα εξαιρετικά σύνθετα, εφόσον για τους αναρχικούς εί­ναι θεμελιώδης η μελέτη του προβλήματος της αντίστασης. Δεδομένου ότι είναι ανήθικο να υποφέρεις και να μην εξεγεί­ρεσαι και, πέρα από ανήθικο, είναι και βλαπτικό, αφού δεν κάνεις τίποτ’ άλλο από το να επικυρώνεις την καταπίεση χω­ρίς να προσφέρεις κάποια πιθανότητα απελευθέρωσης.


Για τους αναρχικούς είναι θεμελιώδες και αναγκαίο να εξεγείρον­ται και να εναντιώνονται στη βία των συντεταγμένων εξου­σιών, έτσι ώστε αυτή να σταματήσει να αποτελεί εργαλείο των πολιτικών ρυθμίσεων. «Η βία δικαιολογείται μόνο όταν είναι αναγκαία για την υπεράσπιση του εαυτού μας και των άλλων απέναντι στη βία. Όταν παύει να υπάρχει αυτή η α­ναγκαιότητα, αρχίζει το έγκλημα… Ο σκλάβος βρίσκεται πάν­τοτε σε κατάσταση νόμιμης άμυνας και συνεπώς η βία του εναντίον του αφέντη, εναντίον του καταπιεστή, είναι πάντοτε δικαιολογημένη ηθικά και το μόνο κριτήριο που μπαίνει είναι η χρησιμότητα και η οικονομία δυνάμεων σε σχέση με τον ανθρώπινο κόπο και πόνο».


Ιδού που επανέρχεται πλήρως ο ηθικός προβληματισμός. Αλλά μπορεί να συζητηθεί μόνο όταν οριστούν γενικά και οι­κουμενικά η ιδέα και ο σκοπός απ’ όπου εμπνέεται. Η αρχή απότην οποία εμπνέεται δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την ηθική, έχει όμως να κάνει ο έσχατος σκοπός ο οποίος πρέπει να επι­τευχθεί, δηλαδή η αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία σύμφωνα με τις αναρχικές αρχές της κοινωνικής ελευθερίας, που καθίστα­ται έτσι η βάση οποιασδήποτε μελλοντικής ηθικής. Ο Μαλατέστα ορίζει την έννοια και τα όρια της χρήσης της βίας, σύμ­φωνα με τον σκοπό του θριάμβου του αναρχισμού. Όντας αυτός αντίθετος με τη βία, αλλά και μη θέλοντας να την υφί­σταται, θεωρεί δίκαιη και δικαιολογημένη την εξέγερση, α­κόμη και τη βίαιη, προκειμένου να απελευθερωθούμε από τον καταπιεστή. Όμως, αφού ο θεμελιώδης σκοπός, δεν είναι η απελευθέρωση απ’ αυτόν ή τον άλλο καταπιεστή συγκεκριμέ­να, αλλά γενικά από την καταπίεση που θεμελιώνεται με τη βία, εφόσον επιτευχθεί ο πρωταρχικός σκοπός και απελευθε­ρωθούμε, η χρήση της βίας πρέπει ν’ αποκλείεται εξ ολοκλή­ρου. Χρησιμοποιείται μόνο αν δεν υπάρχει άλλο δυνατό μέσο απελευθέρωσης και συνιστά συνεπώς αποκλειστικό εργαλείο άμυνας απέναντι στη βία της κυριαρχίας, κι όχι εργαλείο δια­χείρισης και κοινωνικής συγκρότησης. Για τους αναρχικούς η βία είναι αντικοινωνική.
Η αναγκαιότητα της άμυνας






Ο Μαλατέστα εκφράζει και διατυπώνει μια οικουμενική αρχή, ικανή να δώσει νόημα στην επιλογή της δράσης: η βία είναι μια θλιβερή αναγκαιότητα και δικαιολογείται μόνο από την αναγκαιότητα της άμυνας και της μη υποταγής. Καθώς ασπάζομαι πλήρως αυτή την άποψη και, παρότι αναγνωρίζω πως είναι δύσκολο να περιορίσουμε σε μια πρόταση μια τόσο σύνθετη προβληματική, λέω ότι οι αναρχικοί είναι αντιβίαιοι, χωρίς να είναι μη βίαιοι.


Όπως όλες οι διατυπώσεις αρχών, που εκ φύσεως ανάγον­ται σε πολύ ευρύτερα επίπεδα στοχασμού, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε και τη συγκεκριμένη, χρειάζεται να αναγνω­ριστεί πλήρως το πνεύμα και το νόημα της, διαφορετικά υ­πάρχει ο κίνδυνος να εργαλειοποιηθεί, αν όχι να μυθοποιη­θεί. Λόγω μιας τέτοιας ανάγκης θα ήθελα να πω κάποια πράγματα για την προσέγγιση του Μαλατέστα, γιατί θεωρώ ότι πρέπει να γίνει πλήρως κατανοητή. Ο δικός μας Ερίκο ήταν ένας πεισμένος εξεγερτικός και τέτοιος παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, αν και στις τελευταίες σκέψεις του άρ­χισε να ασκεί κάποια κριτική, που όμως δεν άγγιζε στο ελάχιστο τη βασική του πεποίθηση. Αυτό ισχύει τόσο για την ά­μεση δράση στην οποία ενεπλάκη, όσο και για τις θεωρητικές του απόψεις. Από τη Συμμορία τον Ματέζε μέχρι την Κόκκι­νη Βδομάδα, για να παραθέσουμε τα πιο γνωστά ιστορικά γε­γονότα, με την καρδιά, τη σκέψη και με μεγάλη γενναιοψυχία, πληρώνοντας πάντοτε σε πρώτο πρόσωπο, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της οργάνωσης και της προώθησης της λαϊ­κής εξέγερσης, η οποία επιθυμούσε να εξελιχθεί σε κοινωνική επανάσταση. Όμως αφιέρωσε σελίδες και σελίδες σ’ έναν προσεκτικό θεωρητικό στοχασμό προκειμένου να ξεκαθαρί­σει ποια θα πρέπει να είναι η αναρχική συνδρομή στον εξεγερτικό αγώνα, ασχολούμενος κυρίως με ποια θα πρέπει να είναι αυτή στην περίπτωση νίκης. Αν υπάρχει ένα όριο στη σκέψη του, έγκειται στο ότι σ’ όλη του τη ζωή δεν κατάφερε ποτέ να βρει άλλον πιθανό δρόμο για την επανάσταση πέρα από την εξέγερση, για την οποία όμως κάθε σκέψη του ακο­λουθεί ενσυνείδητα ένα ακριβές σχήμα: για να καταφέρουμε να οικοδομήσουμε την αναρχία κατά αρχήν πρέπει να εξεγερ­θούμε, είναι το περίφημο αναγκαίο κακό το οποίο δεν μπο­ρούμε να παραβλέψουμε, προκειμένου να γκρεμίσουμε το σύστημα της καταπιεστικής εξουσίας αλλά είχε άκρως ξεκαθαρισμένες ιδέες για το τι θα είναι η εξέγερση.






Η εξέγερση είναι ο λαός που ξεσηκώνεται, το σύνολο των εκμεταλλευόμενων, των απόβλητων, των περιθω­ριοποιημένων και όλων των καταπιεσμένων, οι οποίοι, μη διατεθειμένοι πλέον να υποφέρουν, αποφασίζουν με την καρδιά τους να σπάσουν τις αλυσίδες και ν’ ανατρέψουν τους κα­ταπιεστές τους. Είναι ένας πραγματικός λαϊκός αγώνας, κι αν χρειαστεί, ένας λαϊκός πόλεμος. Τίποτα το πρωτοποριακό, το ελιτίστικο, καμία σχέση με τη συνειδητή μειοψηφία που δρα αυθαιρέτως στο όνομα του λαού. Τάχθηκε πάντοτε εναντίον των βομβιστών, αυτών που κάνουν επιθέσεις, των μιμητών του Ραβασόλ, αυτών που, με γενναιοψυχία, επιτίθενται με το ίδιο τους το χέρι στον εχθρό, διεξάγοντας έναν πόλεμο που, όπως όλοι οι πόλεμοι, γίνεται για να κερδηθεί και επιδιώκει την εκμηδένιση του αντιπάλου. Η αναγκαία βία είναι μόνο αυτή της άμυνας, συμπεριλαμβάνοντας στην άμυνα και την επιθυμία απελευθέρωσης από την καταπίεση, ενώ δεν μπορεί να είναι τέτοια αυτή που, στο όνομα της απελευθερωτικής θέλησης, υιοθετεί τη λογική της πολεμικής επίθεσης στον ε­χθρό για να τον καταστρέψει. Είναι προφανές γα αυτόν, αλλά και για κάθε πεισμένο αναρχικό, ότι η βία πρέπει να σταμα­τήσει μόλις η εξέγερση καταστήσει ανενεργούς τους καταπιεστές και τους τυράννους, ακριβώς για να μην επιτρέψει την εμφάνιση απαίσιων μορφών βίας, οι οποίες λόγω του υπάρ­χοντος μίσους και της καταπιεσμένης μνησικακίας, θα μπο­ρούσαν να εκδηλωθούν μέσα στο ντελίριο της νίκης.
Η σύγκρουση των εξουσιών






Δεν είναι δύσκολο να έρθουμε στο σήμερα, όπου αυξάνει μια κατακερματισμένη χρήση της βίας εκ μέρους ανατρεπτι­κών τάσεων ποικίλης έμπνευσης. Από τις Ερυθρές Ταξιαρ­χίες και τους άλλους εγχώριους μαχόμενους σχηματισμούς στον ισλαμικό φονταμενταλισμό που δρα σε παγκόσμιο επίπε­δο. Με διαφορετική ιδεολογική βάση, δρουν όλες σπέρνοντας τον τρόμο, είτε μεταξύ των γραμμών του εχθρού που θέλουν να χτυπήσουν, είτε μεταξύ των ανθρώπων των περιοχών που χτυπιούνται. Σύμφωνα με τα αναρχικά κριτήρια τα οποία πα­ρουσιάσαμε εδώ, οι βίαιες ενέργειες των ανατρεπτικών επιθέ­σεων που βλέπουμε καθημερινά, δεν έχουν σε τίποτα να κά­νουν με μια εξεγερτική θέληση. Σε ότι αφορά τη Δύση, μου φαίνεται, αντιθέτως, έκφραση μαχόμενων, που προσπα­θούν να διεξάγουν έναν ανελέητο πόλεμο, ο οποίος ουσιαστι­κά εκλαμβάνεται από τις μάζες που θα ήθελαν να εμπλέξουν σαν ασαφής και ξένος. Είναι ένας προσωπικός πόλεμος ο ο­ποίος, άσχετα με τις προθέσεις, σε κάποιες περιπτώσεις δια­κηρυγμένες σε κάποιες άλλες όχι, έχει τη γεύση της σύγκρου­σης μεταξύ αντιτεθέμενων εξουσιών και διεξάγεται στο όνομα του περίφημου λαού του 19ου αιώνα, ο οποίος όμως, αντί να εξεγείρεται στο πλευρό τους, κοιτάζει τρομαγμένος και ζητά την προστασία των ισχυρών ανθρώπων των θεσμών προκει­μένου να προστατευθεί. Σε ότι αφορά την Ανατολή και τη Μέση Ανατολή, επειδή η πολιτιστική και κοινωνική κατάστα­ση είναι εντελώς διαφορετική, θα πρέπει ν’ αναλυθεί ξεχωρι­στά και με σοβαρότητα, κι εδώ δεν είναι το κατάλληλο μέρος για κάτι τέτοιο.


Προσωπικά προτιμώ να μη θεωρώ την εξέγερση σαν τη μοναδική επαναστατική δραστηριότητα. Τη βρίσκω περιορι­στική και περισταλτική. Μάλιστα, όσο περισσότερο περνά ο καιρός, τόσο περισσότερο πείθομαι ότι δεν είναι αυτός ο κύ­ριος δρόμος που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε, με την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις και ενέργειες για να υπάρξει η λαϊκή αφύπνιση. Κατά τη γνώμη μου η αναρχία δια­κρίνεται κυρίως λόγω της μορφής της κοινωνίας και της αυ-τοδιευθυντικής μεθόδου που προτείνει, και όχι λόγω της εναντίωσής της στο υπάρχον. Στην πραγματικότητα η εναν-τίωσή της είναι άμεση συνέπεια της σαφώς εναλλακτικής της τοποθέτησης απέναντι στην κυριαρχία. Όχι αντιστρόφως, ότι δηλαδή τοποθετούμαστε εναλλακτικά απέναντι στην κυριαρ­χία λόγω κυρίως της εναντίωσής μας στο υπάρχον. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι αντίθετος στις λαϊκές εξεγέρσεις. Αυτές θα υπάρχουν όσο θα υπάρχουν αδικίες, καταπίεση και εκμετάλ­λευση. Κι όταν ο λαός αφυπνιστεί κι έχει την ευκαιρία, όπως κάθε άλλος αναρχικός, θα συμμετέχω πεισμένος και θα κάνω αυτό που μου αναλογεί, γιατί η εξέγερση εναντίον των αυ­ταρχικών ενεργειών της εξουσίας είναι καθεαυτή δίκαιη. Αλ­λά η γνώση μου λέει ότι δεν είναι αυτός, καθεαυτός, ο δρό­μος για την πραγμάτωση μιας κοινωνίας απελευθερωμένης και ελεύθερης. Η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα νι­κηφόρων εξεγέρσεων, που στη συνέχεια εγκαθίδρυσαν τρομε­ρές ολοκληρωτικές εξουσίες. Απ’ ότι ξέρω, ή πιστεύω ότι ξέ­ρω, ο εξεγερτικός δρόμος, καθεαυτός, είναι εντελώς ανεπαρ­κής σαν πραγματικό μέσο απελευθέρωσης και οικοδόμησης της άλλης κοινωνίας την οποία ονειρεύεται ο αναρχικός.
Διεύθυνση χωρίς εξουσία






Η αναρχία προσδιορίζεται και διακρίνεται λόγω της με­θόδου μέσω της οποίας τα ίδια της τα υποκείμενα λαμβάνουν τις αποφάσεις και λόγω της αρχής της διεύθυνσης των υπο­θέσεων χωρίς την ύπαρξη μιας εξουσίας θεσμισμένης από τα πάνω που θα επιβάλλει τη θέληση της, και όχι λόγω του τύπου της εξέγερσης που θα χρησιμοποιήσει. Είμαστε αναρ­χικοί όχι γιατί απλώς αισθανόμαστε την ανάγκη να εξεγερ­θούμε, αλλά γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε κάτι το εναλλα­κτικό, το οποίο θα τείνει στη μέγιστη δυνατή πολιτική, κοινω­νική και υπαρξιακή ελευθερία. Οι εξεγέρσεις και οι διάφορες μορφές της επανάστασης με κανέναν τρόπο δεν είναι μια δι­κή μας ιδιαιτερότητα, δεν είναι αυτό που μας διακρίνει. Οι πάντες, συμπεριλαμβανομένων των μπολσεβίκων, των ισλαμι­στών, μέχρι και των φασιστών, εφόσον καταπιέζονται και εμ­ποδίζονται να εκφραστούν, τείνουν να εξεγείρονται, προκει­μένου ν’ απελευθερωθούν απ’ ότι τους καταπιέζει. Αλλά η ε­ξέγερση τους και, εφόσον υπάρξει, η επανάσταση τους, έχουν μια γεύση καθόλα διαφορετική από τη δική μας, αναμφιβό­λως αντίθετη. Αυτοί, με ιδεολογικές αιτιολογήσεις και ιδανικά διαφορετικά μεταξύ τους, θέλουν την εγκαθίδρυση μιας νέας ισχυρής εξουσίας, απόλυτης, ολοκληρωτικής, θεοκρατικής. Ε­ξεγείρονται απέναντι στην υπάρχουσα εξουσία επειδή θέλουν να μπουν στη θέση της και να κυριαρχήσουν πάνω στους αν­θρώπους. Εμείς, όταν καταφέρουμε να εξεγερθούμε, αντιθέ­τως, θα θέλουμε να γκρεμίσουμε όχι μόνο την υπάρχουσα ε­ξουσία, αλλά και κάθε άλλη μορφή κυριαρχίας, γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία θεμελιωμένη στην απουσία ιεραρχίας και κυρίαρχης εξουσίας. Δεν παρουσιαζόμαστε ως εκ τούτου σαν εξεγερτικοί, αλλά κυρίως ως φανατικοί ερα­στές της ελευθερίας, όλης της δυνατής ελευθερίας, της αυτο-κυβέρνησης, της θέλησης να μην μας κυβερνούν από τα πά­νω και να ζούμε και να συμβιώνουμε με τους άλλους χωρίς βίαιη επιβολή, με αλληλεγγύη, αμοιβαιότητα και τη μέγιστη συναινετική συμφωνία.


Δεν πρέπει να φοβόμαστε να δανειστούμε, οφείλουμε ό­μως να παραμείνουμε αμετακίνητοι στις ιδέες μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε τόπους ελευθεριακού πειραματισμού, όπου θα μπορούμε να ζούμε και να δοκιμάζουμε μορφές αυτοκυ-βέρνησης και κοινωνικής αλληλεγγύης, λέγοντας όχι στη δι­δαχή ενός και μόνο μοντέλου, ναι σε πολλά περισσότερα. Πολυσθενείς, πολυκεντρικοί και ακεντροι τόποι, χωρίς ιεραρχίες και γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους, ικανοί να γεννούν καινοτομίες και πολιτιστικές ανατροπές, να είναι δημιουργι­κοί και χωρίς προκαταλήψεις, αποτελώντας παραδείγματα για το πώς μπορεί να φτιαχτεί και να υπάρξει μια κοινωνία. Στιγμές συλλογικής αυτοκυβέρνησης, ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, ελευθεριακά σχολεία, ελευθεριακοί δήμοι από τα κά­τω, δυνατότητα για όποιον επιθυμεί να προβεί σε κοινούς πει­ραματισμούς και οτιδήποτε άλλο έρχεται στο μυαλό που αντι­προσωπεύει και δείχνει την κοινωνία την οποία επιθυμούμε. Μια κοινωνία μέσα στην κοινωνία τελικά, ικανή ν’ ανατρέψει τα υπάρχοντα μοντέλα και το συλλογικό φαντασιακό. Αν ενώ διαδίδεται δεχτεί την επίθεση από τις θεσμισμένες εξουσίες, ενίοτε θα αμυνθεί και θα εξεγερθεί για να διατηρήσει το δι­καίωμα της στην ελεύθερη επιλογή, στην ελεύθερη σκέψη, στον ελεύθερο πειραματισμό. Είναι δυνατόν να υπάρξει! Και, πιστέψτε με, είναι πολύ πιο ισχυρή και θορυβώδης από ο­ποιαδήποτε εκπυρσοκρότηση όπλου ή έκρηξη βόμβας, από οποιονδήποτε πόλεμο, οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια.


Tου Αντρέα Πάπι**








* Τη συλλογή κειμένων σχετικά με τον Αναρχισμό και τη Βία, ε­τοίμασε ο Παναγιώτης Καλαμαράς στο Εργαστήρι της Ελευθεριακής Κουλτούρας. Κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων στην πόλη της Αθήνας το καλοκαίρι του 2004.


** Το άρθρο τον Αντρέα Πάιιι δημοσιεύτηκε στην ιταλική μηνιαία επιθεώρηση, la rivista Anarcica τεύχος 299, Φλεβάρης 2004.

Η προέλευση του Ⓐναρχικού Συμβόλου.


Χάρη σε ένα μικρό εικονογραφημένο βιβλίο που εκδόθηκε πριν λίγες εβδομάδες, μάθαμε επιτέλους την προέλευση αυτού του συμβόλου, σφραγίδας της ανυπακοής, της εξέγερσης και του αναρχισμού: του κυκλωμένου Α ή του Α μέσα σε Ο.




Νομίζαμε ότι υπήρχε ανέκαθεν, έτσι όπως το βλέπαμε χαραγμένο με κιμωλία σε γκράφιτι στους τοίχους, σε σχεδιασμένες βόμβες, σε μπλουζάκια και σημαίες. Ⓐ


Ορισμένοι πίστευαν ότι το Α μέσα σε Ο, Ⓐ, ήταν γράμματα του ευαγγελίου ή ακόμα παράγωγα του ονόματος του Ραβασόλ, του αναρχικού αγωνιστή. Άλλοι πίστευαν ότι συνέθετε, κατά τον 19ο αιώνα, την ιδέα της αναρχίας έτσι όπως εκφράστηκε από τον Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν. Οι περισσότεροι (ισπανοί…) υποστήριζαν πως το είχαν δει υψωμένο σε κάποιο σημείο της φάλαγγας Ντουρρούτι κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Ισπανία.


Όμως, σύμφωνα με τους συγγραφείς του βιβλίου «Το κυκλωμένο Α, η πραγματική ιστορία ενός συμβόλου», όλα αυτά δεν είναι παρά μύθοι διαδιδόμενοι στη Βικιπαίδεια.


Στην πραγματικότητα, το σύμβολο αυτό Ⓐ είναι μια πρόσφατη εικονογραφική δημιουργία. Σύμφωνα με στοιχεία που συλλέχθηκαν από το Κέντρο ελευθεριακών σπουδών Πινέλλι του Μιλάνου και του Διεθνούς Κέντρου Ερευνών για την Αναρχία της Λωζάνης, το πρώτο κυκλωμένο Α εμφανίζεται το 1964.


Συγκεκριμένα, τον Απρίλιο, το κυκλωμένο Α εμφανίζεται στο Δελτίο των Νέων Ελευθεριακών σαν ένα σύμβολο που εκφράζει «το σύνολο του αναρχικού κινήματος» Ⓐ. Με βάση το κείμενο που συνόδευε την ιδέα αυτή, επρόκειτο:


«Να χρησιμεύσει ως ένα πιο πρακτικό και γρήγορο μέσο, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο χρόνος υπογραφής και το μέγεθός της κάτω από τα κείμενα και τα συνθήματα.»


Ⓐ Ένα σύμβολο χειραγωγείται


Δεν γνωρίζουμε τις πηγές έμπνευσης (είναι άραγε γνωστές εκείνες του αντιπυρηνικού συμβόλου;) αλλά γνωρίζουμε τα ονόματα των δημιουργών του: Tomas Ibanez και René Darras. Δεν μπορούμε να πούμε πως το Ⓐ Α μέσα σε Ο υιοθετήθηκε αμέσως από τα πλήθη. Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε, πως σφραγίστηκε από τις συζητήσεις των αναρχικών ομάδων ως προς την ουσία και τη μορφή του.


Όμως, το 1966, στην Ιταλία, ένας οικονομολόγος ειδικευμένος στα αγροτικά ζητήματα, ο Αμεντέο Μπερτόλο, ανακτά το σύμβολο προκειμένου να γίνει το έμβλημα της ελευθεριακής Νεολαίας του Μιλάνου, προσκείμενη στην αντίστοιχη του Παρισιού. Και αυτό συνέβη παρά το ότι υπήρξαν ορισμένες αντίθετες (αν και διαυγείς) φωνές που εναντιώθηκαν σε αυτό το υπερβολικά απλό σχέδιο, που μπορεί να παραποιηθεί, και να τεθεί στην υπηρεσία του οποιουδήποτε για οποιονδήποτε σκοπό. Ωστόσο -και ίσως για όλους αυτούς τους λόγους-, το Ⓐ Α μέσα σε Ο άρχισε να εξαπλώνεται παντού.


Το 1968, παραμένει διακριτικό. Το 1969, χειραγωγείται από την ιταλική άκρα δεξιά η οποία με το κυκλωμένο Α υπογράφει τις θανατηφόρες απόπειρές της. Κομψά ξανασχεδιασμένο (σε μαύρο στρογγυλό φόντο Ⓐ) το 1971 από τον αδελφό του Αμεντέο Μπερτόλο, Gianni, για τον τίτλο μηνιαίας αναρχικής έκδοσης, βρίσκει και πάλι τη θέση του στο στρατόπεδό του.


Χρησιμοποιείται ξανά από τους Αυτόνομους στη Γερμανία, από τους Πρόβος στην Ολλανδία, τους ειρηνιστές, όλους τους καταπιεσμένους, τους οπαδούς της «πανκ»… και από το χώρο της μόδας. Ⓐ


Για τον Αμεντέο Μπερτόλο, τον «ανάδοχο πατέρα» του κυκλωμένου Ⓐ Α, τον οποίο ρωτάμε αν 40 χρόνια μετά, το Α μέσα σε Ο γέρασε, η απάντησή του είναι ξεκάθαρη:


«Νομίζω πως παραμένει ακόμα πολύ αποτελεσματικό, τόσο ως σύμβολο εξέγερσης κατά του αυταρχισμού όσο και σαν “υπογραφή” πολλών σύγχρονων αναρχικών.»


Ούτε Θεός! Ούτε αφέντης! Αλλά όχι και δίχως σύμβολο! Ⓐ




http://aixmi.wordpress.com/2010/01/23/η-πραγματική-ιστορία-του-αναρχικού-συ/#more-2508