Έχουν μαζευτεί εδώ και καιρό κάποια κείμενα ή αποσπάσματα βιβλίων που έχω μεταφράσει(πάντως δεν διεκδικώ σε καμιά περίπτωση τον τίτλο του μεταφραστή) και λέω να τα ποστάρω όλα, σημειώνοντας ότι για τυχόν λάθη που μπορεί να έχουν γίνει δεν ευθύνονται οι πρωτότυπες εκδόσεις στα αγγλικά αλλά το γεγονός ότι ΔΕΝ είμαι μεταφραστής.
Το “Απαιτώντας το αδύνατο- Μια Ιστορία του Αναρχισμού” του Πήτερ Μάρσαλ θεωρείται πλέον ένα από τα κλασικά βιβλία πάνω στην ιστορία και τις ιδέες του Αναρχισμού, και ίσως το πιο περιεκτικό. Ο Νόαμ Τσόμσκυ έχει δηλώσει ότι το προτείνει πάντα σε όποιον θέλει να έχει μια άποψη για τις ιδέες του αναρχισμού. Μαζί με το “Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης” του Ντανιέλ Γκερέν θεωρούνται τα πλέον περιεκτικά -τόσο στη γραφή όσο και στο μέγεθος- ιστορικά έργα της ιστορίας των αναρχικών και των ιδεών τους. Δυστυχώς λόγω του μεγέθους τους(εκτίμηση μου) δεν έχουν μεταφραστεί στην Ελληνική γλώσσα.
Ακολουθεί η μετάφραση(χωρίς επιμέλεια) της εισαγωγής του βιβλίου ενώ θα παρακαλούσα όποιον-α ενδιαφέρεται, να επικοινωνήσει μαζί μου για την πιθανότητα μιας ολοκληρωμένης συλλογικής μετάφρασης υπό τη μορφή pdf.
Εισαγωγή
Η ΑΝΑΡΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΟΣ, η συγκρότηση των απελπισμένων που πετώντας βόμβες εύχονται το τέλος του πολιτισμού. Η αναρχία είναι το χάος, όταν ο νόμος και η τάξη καταρρέουν και τα καταστροφικά πάθη των ανθρώπων εξεγείρονται. Η αναρχία ειναι μηδενισμός, η εγκατάλειψη όλων των ηθικών αξιών και το λυκόφως της λογικής. Aυτό είναι το φάντασμα της αναρχίας που στοιχειώνει την έδρα του δικαστή και το υπουργικό συμβούλιο. Στη λαική φαντασία και στη καθημερινή μας γλώσσα, η αναρχία σχετίζεται με τη καταστροφή και την ανυποταγή αλλά και με τη χαλάρωση και την ελευθερία. Ο αναρχικός απ’ οτι φαίνεται βρίσκει καλή παρέα στους βάνδαλους, τους εικονοκλάστες, τους άγριους, τους βάρβαρους και τους ρουφιάνους. Έχει αποθανατιστεί για της επόμενες γενιές στη νουβέλα του Τζόζεφ Κόνραντ “Ο Μυστικός Πράκτορας”(1907) ως ο φανατικός που προσβλέπει στη κατάρρευση των κυβερνήσεων και της πολιτισμένης κοινωνίας.
Δεν αποτελεί έκπληξη που ο αναρχισμός έτυχε αρνητικής δημοσιότητας. Είναι πολύ συνηθισμένο να απορρίπτουμε το ιδεατό του για γνήσια ελευθερία ως ουτοπικό στη καλύτερη των περιπτώσεων ή ακόμη χειρότερα, ως μια επικίνδυνη χείμαιρα.
Οι αναρχικοί απορίπτονται ως τρελοί υπονομευτές, ακαμπτοι εξτρεμιστές και επικίνδυνοι τρομοκράτες από τη μια ή ως αφελείς ονειροπαρμένοι και ευγενείς άγιοι απο την άλλη. Ο Αμερικανός πρόεδρος Θήοντορ Ρουσβελτ διακήρυξε στο τέλος του προπερασμένου αιώνα πως : “O αναρχισμός είναι το έγκλημα κατά ολόκληρου του ανθρώπινου γένους και όλη η ανθρωπότητα θα πρέπει να ενωθεί ενάντια στους αναρχικούς”.
Για να είμαστε ακριβείς μόνο μια μίκρη μειοψηφεία αναρχικών εφάρμοσε το τρόμο ως μια επαναστατική στρατηγική και κυρίως στη δεκαετία του 1890, όταν σε μια περίοδο πλήρους απελπισίας υπήρξε μια πλημυρίδα απο θεαματικές βομβιστικές επιθέσεις και πολιτικές δολοφονίες. Αν και συχνά σχετίζεται με τη βία, ιστορικά ο αναρχισμός υπήρξε μακράν λιγότερο βίαιος από άλλες πολιτικές συγκροτήσεις, και εμφανίζεται σαν μια αναιμική νεολαία που σπρώχνεται στην άκρη του δρόμου απο τις παρελαύνουσες ορδές των φασιστών και των απολυταρχικών κομμουνιστών.
Δεν έχει το μονοπώλιο στη βία και συγκρινόμενος με τον Εθνικισμό , το Λαικισμό και τη Μοναρχία εχει υπάρξει σχετικά ειρηνικός. Περαιτέρω, ως μια παράδοση που περικλείει σκεπτόμενους και ειρηνικούς ανθρώπους όπως ο Γκόντγουιν, o Προυντόν, o Κροπότκιν, και ο Τολστόυ, με ευκολία μπορεί να απορριφθεί σαν ενγενώς τρομοκρατικος και μηδενιστικός. Από τους κλασικούς αναρχικούς μόνο ο Μπακούνιν εξύμνησε τη ποίηση της καταστροφής στα πρότερα έργα του και αυτό διότι όπως πολλοί άλλοι στοχαστές και καλλιτέχνες ένιωσε ότι πρώτα ήταν απαραίτητο να καταστραφεί το παλιό για να γεννηθεί το νέο.
Η κυρίαρχη γλώσσα και κουλτούρα σε μια κοινωνία τείνει να ανακλά τις αξίες και τις ιδέες αυτών που είναι στην εξουσία. Οι αναρχικοί πιο πολύ από τους περισσότερους υπήρξαν θύματα της τυρανίας στενών εννοιών, και παγιδεύτηκαν σε αυτό που οΤόμας Πέην αποκάλεσε “Η Βαστίλη της λέξης”. Αλλά είναι εύκολο να δούμε γιατί οι εξουσιαστές φοβούνται την αναρχία και “ταμπελώνουν” τους αναρχικούς ως καταστροφικούς φανατικούς. Γιατί αμφισβητούν τα ίδια τα θεμέλια της εξουσίας τους. Η λέξη “anarchy” προέρχεται από την Ελληνική λέξη “αναρxία”που σημαίνει την ύπαρξη “χωρίς αρχηγό” αλλά συνήθως μεταφράζεται και ερμηνεύεται ως “χωρίς εξουσιαστη”. Από την αρχή, ήτανε λογικό για τους εξουσιαστές να λένε στα αντικείμενα τους ότι χωρίς την εξουσία τους θα επέρχονταν ο όλεθρος. Όπως έγραψε ο Γέητς :”Πράγματα καταρρέουν,το κέντρο δεν μπορεί να κρατήσει, και μόνο αναρχία εξαπολυεται στο κόσμο”.
Kατά τον ίδιο τρόπο, οι υποστηρικτές του νόμου επιχειρηματολογούν πως ένα κράτος δίχως νόμους θα σήμαινε αβεβαιότητα, ατιμωρησία και βία. Άρα οι κυβερνήσεις και οι νόμοι είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της τάξης και της ηρεμίας.
Αλλά έγινε ολοένα και πιο ξεκάθαρο σε γενναίους και ανεξάρτητους διανοούμενους ότι ενώ τα Κράτη και οι κυβερνήσεις θεωρητικά αποσκοπούσαν στο να αποτρέπουν την αδικία, στην ουσία διαιώνιζαν την καταπίεση και την ανισότητα. Το Κράτος με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του, το νόμο, τη δικαιοσύνη, τις φυλακές και το στρατό έφτασε να θεωρήται όχι ως η θεραπεία, αλλά ως πρωταρχικό αίτιο της κοινωνικής αταξίας. Τέτοιοι ανορθόδοξοι στοχαστές πήγαν ακόμα παραπέρα με το να υπονοήσουν το εξής εξωπραγματικό, πως μια κοινωνία χωρίς εξουσιαστές δεν θα υποχωρούσε σε μια κατάσταση χαοτικής ακυβερνησίας, αλλά ίσως παρήγαγε τη πιο επιθυμητή μορφή μιας εύτακτης ανθρώπινης ύπαρξης.
Το “κράτος τη φύσης”, η κοινωνία δίχως κυβέρνηση, δε χρειάζεται τελικά να είναι ο εφιάλτης του Χόμπς, αυτός του μόνιμου πολέμου όλων εναντίων όλων, αλλά μάλλον μια κατάσταση ειρηνικής και παραγωγικής διαβίωσης. Σαφώς θα έμοιαζε πιο κοντά στο κράτος της φύσης του Λόκ, στο οποίο οι άνθρωποι ζούν από κοινού σε ένα κράτος “τέλειας ελευθερίας στο να καθορίζουν τις πράξεις τους”, στα πλαίσια ενός νόμου της φύσης, και “ζούν σύμφωνα με τη λογική, δίχως ένα κοινό προιστάμενο στη γη με την εξουσία να κρίνει ανάμεσα τους”. Oι αναρχικοί μόνο αποφεύγουν τη πρόταση του Λόκ, ότι σε μια τέτοια κατάσταση η απόλαυση τη ζωής και της ιδιοκτησίας θα ήταν απαραίτητα αβέβαιη η άβολη.
Για αυτό το λόγο, ο Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν, ο πρώτος αυτο-αποκαλούμενος αναρχικός, γράφοντας το δέκατο ένατο αιώνα, διατύπωσε το ακόλουθο παράδοξο: “Η Αναρχία είναι Τάξη”. Αυτή η επαναστατική εισαγωγή του, αντηχεί έκτοτε, γεμίζοντας με φόβο τους εξουσιαστές μιας και μπορεί να ξεπεραστούν, και εμπνέει τους αλοτριωμένους και τους σκεπτόμενους με ελπίδα, μιας και μπορούν να φανταστουν μια εποχή που μπορεί και να είναι ελεύθεροι να κυβερνήσουν τους εαυτούς τους.
Το ιστορικό αναρχικό κίνημα έφτασε στο υψηλότερο σημείο του μέχρι σήμερα σε δύο από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις του εικοστού αιώνα – τη Ρωσική και την Ισπανική. Στη Ρωσική Επανάσταση, οι αναρχικοί προσπάθησαν να δώσουν νόημα στο σύνθημα “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ”, και σε πολλές περιοχές, ιδίως στην Ουκρανία, εγκαθίδρυσαν ελεύθερες κομμούνες.
Αλλά ενώ οι Μπολσεβίκοι συγκέντρωναν τις δυνάμεις τους, οι αναρχικοί άρχισαν να χάνουν έδαφος. Ο Τρότσκυ ως επικεφαλής του Κόκκινου Στρατού, συνέτριψε το αναρχικό κίνημα με ηγέτη το Νέστορ Μάχνο στην Ουκρανία, και κατέστειλε τη τελευταία ελευθεριακή επανάσταση ναυτικών και εργατών, γνωστή ως “Ανταρσία της Κροστάνδης” στα 1921.
Μακράν το μεγαλύτερο αναρχικό πείραμα έλαβε χώρα στην Ισπανία τη δεκαετία του 1930. Στο ξεκίνημα του Ισπανικού Εμφυλίου, χωρικοί κυρίως από την Ανδαλουσία, την Αραγωνία και τη Βαλένθια, οργάνωσαν με οίστρο ενα δίκτυο απο κολεκτίβες σε χιλιάδες χωριά. Στην Καταλωνία, το πιο ανεπτυγμένο βιομηχανικά μέρος της Ισπανίας, αναρχικοί διαχειρίζοταν τις βιομηχανίες μέσω εργατικών κολεκτίβων, βασισμένων στις αρχές της αυτοδιαχείρησης. Ο Τζώρτζ Όργουελ έχει αφήσει μια αξιωσημείωτη καταγραφή της επαναστατικής ατμόσφαιρας στο βιβλίο του “Προσκήνημα στη Καταλωνία”(1938). Όμως η ανάμειξη της φασιστικής Ιταλίας και Γερμανίας στο πλευρό του Φράνκο και των ανταρτών του, και η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης να μειώσει την ήδη περιορισμένη παροχή οπλισμού μέσω των κομμουνιστών, σήμαινε πως το πείραμα ήταν καταδικασμένο. Κομμουνιστές και αναρχικοί πολέμησαν μεταξύ τους στη Βαρκελώνη το 1937, και ο Φράνκο θριάμβευσε σύντομα μετά. Εκατομμύρια Ισπανών αναρχικών πέρασαν στη παρανομία η έχασαν το δρόμο τους.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος που ακολούθησε διέλυσε το διεθνές αναρχικό κίνημα, και οι πιο αφοσιωμένοι περιορίστικαν στην κυκλοφορία μικρών περιοδικών και τη καταγραφή περασμένων μεγαλείων. Μόνο η στρατηγική της πολιτικής ανυπακοής του Γκάντι, που χρησιμοποιήθηκε για να εκδιώξει τους Άγγλους από την Ινδία και το όραμα του για μια αποκεντροποιημένη κοινωνία βασισμένη σε αυτόνομα χωριά, φάνηκε να δείχνουν κάποια φωτεινά σημεία ελευθεριακής σκέψης. Όταν ο Τζώρτζ Γούντκοκ έγραψε τη δικιά του ιστορία του αναρχισμού στις αρχές του 1960, μετά λύπης συμπέρανε ότι το αναρχικό κίνημα ήταν ένας χαμένος σκοπός και ότι το αναρχικό ιδεώδες μπορούσε πρωτίστως να μας βοηθήσει στο “να κρίνουμε τη κατάσταση μας και να δούμε τους στόχους μας”. Επίσης ο ιστορικός Τζέημς Τζόλλ πρόσθεσε την δικιά του ελεγειακή νότα σύντομα μετά και ανακοίνωσε την αποτυχία του αναρχισμού ως μιας σοβαρής πολιτικής και κοινωνικής δύναμης”, ενω ο κοινωνιολόγος Ίρβαιν Χόροβιτζ επιχειρηματολόγησε λέγοντας πως “ήταν καταδικασμένος απο την αρχή σε αποτυχία”.
Τα γεγονότα σύντομα τους απέδειξαν λάθος. Ο αναρχισμός σαν ενα ηφαίστιο αξιών και ιδεών ήταν ανενεργός και όχι εξαφανισμένος. Η δεκαετια του εξηντα γνώρισε μια αξιοσημειωτη αναγενηση αν και σε μια πρωτοεμφανιζομενη και πιο εξαπλωμένη μορφη. Πολλα απο τα θεματα της Νεας Αριστερας – η αποκεντρωση, η κατοχή του ελεγχου απο τους εργατες, η συμμετοχικη δημοκρατια – ήταν κεντρικές αναρχικές προτεραιοτητες. Bαθια σκεφτομενοι Μαρξιστες οπως ο E.Π. Τόμσον ξεκίνησαν να αποκαλουν τους εαυτους τους “ελευθεριακους σοσιαλιστες” ωστε να αποστασιοποιηθούν απο τις απολυταρχικες τακτικες των κομματων της πρωτοπορίας. Η αναπτυξη της αντικουλτουρας, βασισμενη στην ατομικοτητα, τη κοινότητα, και την απολαυση, εξεφραζε μια βαθεια αναρχικη ευαισθησια, αν οχι μια αυτό-συνηδητή γνωση. Για μια ακομα φορα εγινε ρεαλιστικο το να απαιτεις το ακατόρθωτο.
Κουρασμένοι απο τους απρόσωπους μονολιθικούς θεσμούς, το κενο παραπλανητικο λογο των πολιτικων καριερας, και τη γκριζα εργασιακη μονοτονια, η δυσαρεστημένη νεολαία ύψωσε τη μαύρη σημαία σε Λονδίνο, Παρισι, Άμστερνταμ, Βερολινο, Σικαγο, Πολη του Μεξικο, Μπουενος Αιρες και Τοκυο. Οι μαθητικές εξεγερσεις του 1968 ειπηρξαν ελευθεριακης εμπνευσης. Στο Παρισι οι αφίσες στους δρομους παραδοξως διακυρησαν “Να ειστε ρεαλιστες, απαιτητε το ακατόρθωτο”, “Απαγορευεται να απαγορευεις” και “Η φαντασια στην Εξουσια”.
Οι Καταστασιακοί καλουσαν για ενα εκτεταμενο μετασχηματισμο της καθημερινότητας. Οι Provos και οι Kabouters στην Ολλανδια συνεχιζαν τη παράδοση της δημιουργικης αντιπαραθεσης. Οι αυθορμητες εξεγερσεις και αντιπαραθέσεις αυτης της περιοδου εδειξαν ποσο ευαλωτα θα μπορουσανε να ειναι τα συνχρονα συγκεντρωτικα Κρατη.
Οι ιστορικοί κράτησαν σημειωσεις. Tο “L’Anarchisme: de la doctrine a l’action(1965), του Ντανιέλ Γκερέν αντανακλασε αλλα και βοηθησε να αναπτυχθει μια ελευθεριακή ευαισθησία τη δεκαετία του ’60: εγινε best seller και μεταφραστηκε σε πολλές γλωσσες. Ο Γκερέν κατεληξε οτι μπορει να υπαρξει Κρατικος κομμουνισμός, αλλα οχι αναρχισμος ο οποιος ήταν εκτός των αναγκών του σύγχρονου κόσμου. και αισθάνθηκε οτι η προβλεψη του επαληθευτηκε πληρως απο τα γεγονότα της Πραγας και του Παρισιου το 1968. Ο Τζόλ υποχρεωθηκε να αναγνωρίσει οτι ο αναρχισμος συνεχιζε να ειναι μια ζωντανη παραδοση και οχι μονο ψυχολογικού η ιστορικου ενδιαφεροντος. Ο Γούντοκ επισης εξομολογηθηκε οτι υπήρξε βιαστικος στο να ανακυρηξει τον αναρχισμο ενα βημα πριν το θανατο. Σαφώς, βρισκοτανε μακρια απο τον επιθανατιο ρονχο του και ειχε γινει “ενας Φοίνικας σε μια αφυπνηζομενη ερημο”.
Ο αναμενόμενος μετασχηματισμος της καθημερηνοτητας δεν ηρθε στη δεκαετια του ’70, αλλα η επιροη των αναρχικων συνεχισε να αποκαλυπτεται σε πολλα πειράματα επανω στη ζωη σε κοινοτητες στην Ευρωπη και τη Νοτια Αμερικη στα οποια επιχειρήθηκε να δημιουργηθουν ελευθερες ζωνες μεσα στα Εταιρικα Κρατη.
Το κίνημα για τον ελενγχο στα χερια των εργατων και την αυτοδιαχειρηση αντηχούσε τις αρχες του αναρχο-συνδικαλισμου. Τα κινηματα ειρηνης και γυναικών ειχανε εντυπωσιαστει απο την αναρχικη κριτικη στη κυριαρχια και την ιεραρχία, και ειχανε υιοθετησει σε διαφορους βαθμους την αναρχικη εμφαση στην αμεση δράση και τη συμμετοχικη δημοκρατια. Το κινημα των Πρασινων ειναι αναρχικό στην επιθυμια του να αποκεντροποιησει την οικονομια και να αποδομήσει τη προσωπικη και πολιτικη εξουσια. Αναρχικοι εχουν επιρεασει τα πεδια της εκπαιδευσης, των συνδικατων, του κοινοτικου σχεδιασμου και της κουλτούρας.
Η πρόσφατη ταση προς πιο στρατικοποιημενες, συγκεντρωτικες και μυστικοπαθεις κυβερνήσεις δημιουργησε ενα αντι-κινημα ανθρωπων που αμφισβητουν την εξουσία και επιμενουν να σκεφτονται για τους εαυτους τους.
Στα απομεινάρια των ολοκληρωτικων σοσιαλιστικων καθεστώτων, υπάρχει μια διαδεδομένη απαίτηση για περισσότερο αυτό-προσδιορισμό και θεμελιώδεις ελευθερίες. Στις ανεξάρτητες δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ο ρόλος του Κράτους έχει έρθει και πάλι στη συζήτηση, και νέοι ριζοσπάστες διαβάζουν Μπακούνιν και Κροπότκιν για πρώτη φορά. Πρίν την επέμβαση των τάνκς, οι -μαθητικής έμπνευσης- διαδηλώσεις στη Κίνα το Μάιο του 1989 έδειξαν τις δημιουργικές πιθανότητες της μή-βίαιης άμεσης δράσης και οδήγησαν σε καλέσματα για αυτόνομα συνδικάτα και αυτοδιαχείρηση στα αναρχικά πρότυπα.
Στη Δύση, πολλοί από τη Δεξιά στράφηκαν επίσης στους αναρχικούς στοχαστές για έμπνευση. Ενα νέο κίνημα υπέρ του αναρχο-καπιταλισμού αναδύθηκε το οποίο ήθελε την απορύθμιση ης οικονομίας και να δώσει ένα τέλος στον κυβερνητικό παρεμβατισμό. Αν και στη πραξη εκαναν το αντιθετο, η πρωθυπουργος της Βρετανίας Μαργκαρετ Θατσερ προσπαθησε να “οπισθοχωρισει τα συνορα του κράτους”, ενω στις Η.Π.Α. ο προεδρος Ροναλντ Ρηγκαν ηθελε να τον θυμουνται πρωταρχικά για το οτι “ξεφορτωθηκε τη κυβερνηση απο τις πλατες των ανθρώπων”. Το Φιλελευθερο κομμα το οποιο ωθησε αυτες τις ιδεες παραπερα, εγινε το τριτο μεγαλυτερο κομμα στις Ηνωμενες Πολιτειες τη δεκαετια του 1980.
Ειναι ξεκάθαρη πρόθεση αυτού του βιβλίου να αναδείξει την ύπαρξη μιας μεγάλης αναρχικής παράδοσης η οποία προσφέρει πολλές ιδέες και αξίες σχετικές με τα σύγχρονα θέματα και προβλήματα. Δεν έχει σκοπό, όπως πολλές άλλες μελέτες του αναρχισμού, να είναι μια μεταμφιεσμένη μορφή προπαγάνδας, επιτιθέμενη στις Μαρξιστικές και Φιλελεύθερες κριτικές, μόνο και μόνο για να θεμελιώσει την ιστορική σημασία και σύνδεση του αναρχισμού. Ουτε προσφερει, οπως η προσφατη δουλειά του David Miller, εναν απολογισμο του αναρχισμου ως ιδεολογια, ως ενα κατανοητό δογμα που εκφραζει τα συμφεροντα μια κοινωνικης ομαδας.
Το “ Απαιτώντας το Ακατορθωτο” ειναι πρωτίστως μια κριτική ιστορία των αναρχικών ιδεών και κινημάτων, αναζητώντας την προέλευση και ανάπτυξη τους, απο τους αρχαίους πολιτισμούς μέχρι σήμερα. Eξετάζει συγκεκριμένους στοχαστές αλλά δε θεωρεί τις δουλειές τους ως αυτο-αναφορικά και ολοκληρωμένα κείμενα.
Προσπαθεί να τοποθετήσει τους στοχαστές και τα έργα τους σε ενα συγκεκριμένο ιστορικό και προσωπικό πλαίσιο αλλά και ως μέρος των ευρύτερων παραδόσεων.
Το από που μπορεί κάποιος να ξεκινήσει και να τελειώσει σε μια τέτοια μελέτη είναι προφανώς υπο συζήτηση. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει πως η μελέτη του αναρχισμού θα έπρεπε να ξεκινήσει με τον Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν, τον πρώτο αυτο-αποκαλούμενο αναρχικό, και να περιοριστεί μόνο στους επόμενους στοχαστές που αποκάλεσαν τους εαυτούς τους αναρχικούς. Από μια τέτοια μελέτη θα έπρεπε υποθετικά να εξαιρεθει ο Γκόντγουιν, ο οποιος θεωρείται συνήθως ο πρώτος μεγάλος αναρχικός στοχαστής, όπως και o Τολστόυ, ο οποίος ήταν επιφυλακτικός στο να αποκαλεί τον εαυτό του αναρχικό, εξαιτίας των αρνητικών συνειρμών της λέξης επί των ημερών του. Θα έπρεπε επίσης να περιορίσει τον εαυτό του σε συγκεκριμένες περιόδους της ζωής των πιο σημαντικών στοχαστών.
Ο Προυντόν, για παράδειγμα, προς το τέλος της ζωής του υποχώρησε απο τον αναρχισμό, και ο Μπακούνιν και o Κροπότκιν συστρατεύθηκαν κάτω απο το αναρχικό λάβαρο στην ωριμότητα τους.
Γενικά, προσδιορίζω ως αναρχικό αυτό το άτομο το οποίο απορρίπτει όλες τις μορφές της εξωτερικής κυβέρνησης και το κράτος, και πιστεύει ότι η κοινωνία και τα άτομα θα μπορούσαν να λειτουργήσουν καλύτερα χωρίς αυτούς.
Ο φιλελεύθερος από την άλλη είναι αυτός ο οποίος έχει την ελευθερία ως υπέρτατο αγαθό και θα ήθελε να περιορίσει τη δύναμη της κυβέρνησης στο ελάχιστο κι αυτό σε ότι αφορά την ασφάλεια.
Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ αναρχικού και φιλελεύθερου είναι λεπτή, και στο παρελθόν οι δύο όροι έχουν χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά ο ένας για τον άλλο. Άλλα ενώ όλοι οι αναρχικοί είναι φιλελεύθεροι, όλοι οι φιλελεύθεροι
δεν είναι αναρχικοί. Ακόμα και έτσι, είναι μέλη της ίδιας φατριας,
μοιράζονται τους ίδιους απογόνους και έχουν πολλές ομοιότητες. Και κάποιες φορές σχηματίζουν δημιουργικές ενώσεις.
Σε αυτή τη μελέτη έχω ακολουθήσει το παράδειγμα του Kropotkin ο οποίος, στο διάσημο άρθρο του για την Encyclopaedia Britannica(1910), εντοπίζει την αναρχική “τάση” πίσω, μέχρι το Λάο Τζού και τον αρχαίο κόσμο. Είμαι πρόθυμος να θεμελιώσω τους δικαιολογημένους ισχυρισμούς για μια αναρχική παράδοση αφού ο αναρχισμός δεν εμφανίστηκε απότομα τον δέκατο ένατο αιώνα και μόνο οταν κάποιος αποφάσισε να αποκαλέσει τον εαυτό του αναρχικό. Θα ήθελα επίσης να ξεσκεπάσω αυτό που ο Μάρρευ Μπουκτσίν αποκάλεσε “μια κληρονομιά ελευθερίας” και να ξανασχηματίσω μια ακτή ελευθεριακής σκέψης που έχει καλυφθεί η αποκρυφθεί κατά το παρελθόν απο την κυρίαρχη εξουσιαστική κουλτούρα. Πρωταρχικα περιορισα τον εαυτο μου στους στοχαστες; ποιητες σαν το Shelley και συγγραφεις σαν τους Φράντς Κάφκα, Β. Traven και Ούρσουλα Λε Γκέν που εκφραζουν μια βαθεια αναρχική ευαισθησία τους έχω αφήσει με επιφυλακτικότητα έξω και η πλουσια φλεβα της αναρχικης τεχνης ακουμπήθηκε μονο. Τα κινητρα μου πηγαζουν πρωταρχικα απο τη θεληση μου να δειξω την εκταση και το βαθος της αναρχικης φιλοσοφιας και να αποβαλω την λαϊκή προκαταληψη οτι η αναρχικη παραδοση δεν εχει παραξει στοχαστες πρώτου μεγεθους.
Το “Απαιτώντας το Ακατορθωτο” έχει ως σκοπό το να είναι μια ιστορία της αναρχικής σκέψης και δράσης. Ενώ επιχειρεί να τοποθετήσει τους στοχαστές και τις ιδέες στο ιστορικό και κοινωνικό τους πλαίσιο, η έμφαση που θα δοθεί θα είναι στην ανάπτυξη του αναρχισμού σε ένα πλούσιο, βαθύ και αυθεντικό σώμα ιδεών και αξιών. Θα πρέπει να είναι λοιπόν ιστορικού αλλά και φιλοσοφικού ενδιαφέροντος. Δεν έχει γραφτεί με σκοπό τη προπαγάνδα, αλλά οι δικές μου συμπάθειες δίχως άλλο θα λάμψουν στο δρόμο.
Μια μελέτη του αναρχισμού θα δείξει ότι η διάθεση για ελευθερία δεν είναι μόνο ένα κεντρικό μέρος της συλλογικής μας εμπειρίας αλλά ανταποκρίνεται σε ένα βαθύ ανθρώπινο συναίσθημα. Η ελευθερία είναι απαραίτητη για την αυθεντική σκέψη και δημιουργικότητα. Είναι επίσης και μια φυσική επιθυμία εφόσον μπορούμε να δούμε πως σε κανένα ζώο δεν του αρέσει να μπαίνει σε κλουβί και όλα τα συνειδητά όντα
απολαμβάνουν την ελεύθερη ικανοποίηση των επιθυμιών τους.
Ο αναρχισμός περαιτέρω αναζητά στη κοινωνική ζωή ότι φαίνεται να λειτουργεί στη φύση: το κάλεσμα για αυτό-διαχείριση στη κοινωνική ζωή αντικατοπτρίζει την αυτό-ρύθμιση και αυτό-οργάνωση της ίδιας της φύσης. O αναρχισμός απορρίφθηκε από τους αντιπάλους του ως γελοίος και παράλογος. Οι Εξουσιαστικοί Μαρξιστές αντηχούν τον Λένιν και τον απορρίπτουν μαζί με άλλες μορφές “ αριστερού” κομμουνισμού ως μια “ βρεφική διαταραχή”. Από αυτή τη σκοπιά βρίσκουν παρέα στους ορθόδοξους Φροϋδικούς που πιστεύουν οτι ο πολιτισμός μπορεί να υπάρξει μόνο στη βάση της εκτεταμένης απώθησης των ενστικτωδών ορμών. Υπονοείται ότι οι αναρχικοί προβάλουν στο κράτος όλο το μίσος που ένιωσαν για την πατρική εξουσία. Έτσι μια σοβαρή ηθική και κοινωνική φιλοσοφία υποβαθμίζεται σε μια πατροκτόνα ευχή με άσχημο τέλος η απορρίπτεται ως μια μορφή θεραπείας βρεφικής νεύρωσης. Ισχυρίζονται περεταίρω οτι ο αναρχισμός υπολείπεται φιλοσοφικής βάσης και η έκκληση του είναι θεμελιωδώς συναισθηματική.
Αν αυτοί οι ισχυρισμοί είναι ακριβείς, θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί γιατί μερικά από τα καλύτερα μυαλά αυτού του αιωνα, οπως ο Μπέρτραντ Ράσελ και ο Νόαμ Τσόμσκυ εξέλαβαν την αναρχική φιλοσοφία τόσο σοβαρά, ακόμα και αν δεν ενστερνίσθηκαν πλήρως τα συμπεράσματα της. Θα αποδεικνυόταν επίσης δύσκολη η καταγραφή της ευρείας επιρροής του αναρχισμού σαν ένα κοινωνικό κίνημα αυτό τον αιώνα, ιδίως στην Ισπανία, αν δεν προσέφερε μια λογική και χρήσιμη απάντηση σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Mακριά από το να είναι ουτοπικός η αταβιστικός, ο αναρχισμός μάχεται ευθέως με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα και οι κοινότητες τόσο στις εξελιγμένες βιομηχανικές κοινωνίες όσο και στις αγροτικές.
Η συνεχιζόμενη έλξη που ασκεί ο αναρχισμός πιθανότατα εντοπίζεται στην αδιάκοπη συσχέτιση του με τις λογικές αλλά και συναισθηματικές παρορμήσεις που βρίσκονται βαθιά στο καθένα μας. Είναι ταυτοχρόνως άποψη, τρόπος ζωής αλλά και κοινωνική φιλοσοφία. Αντιπροσωπεύει μια επεξηγηματική ανάλυση των ήδη υπαρχόντων θεσμών και πρακτικών, και την ίδια στιγμή προσφέρει την προοπτική για μια ριζοσπαστικά μετασχηματισμένη κοινωνία. Πάνω από όλα διαφυλάσει τη μαγευτική ιδέα της προσωπικής αλλά και κοινωνικής ελευθερίας -και με την αρνητική έννοια της απελευθερωσης απο ολα τα εξωτερικα δεσμα και την επιβαλλόμενη εξουσια – αλλα και με τη θετικη εννοια της ελεύθερης απολαυσης της πληρους αρμονιας της υπαρξης.
Όποια και να είναι η μελλοντική του επιτυχία ως ιστορικό κίνημα, ο αναρχισμός θα παραμείνει ένα θεμελιώδες μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας, γιατί το πάθος για την ελευθερία είναι μια από τις πιο βαθιές μας ανάγκες και το όραμα για μια ελεύθερη κοινωνία είναι ένα από τα παλαιότερα όνειρα μας. Κανένα δεν μπορεί να κατασταλλεί πλήρως. Και τα δύο θα επιβιώσουν όλων των εξουσιαστών και των Κρατών τους.
http://wp.me/pPn6Y-55z