αντίσταση στην διάλυση της δημόσιας ψυχικής υγείας
σημαίνει διεκδίκηση ενός χειραφετητικού συστήματος
που αποκαθιστά τον Λόγο και τα δικαιώματα
των συνανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία
Ένα προμελετημένο έγκλημα βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη στη χώρο της Ψυχικής Υγείας, με την αδίστακτη εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών μέσω του μνημονίου, που οδηγούν με ραγδαίους ρυθμούς στην περαιτέρω κοινωνική απόρριψη/εξοστρακισμό των ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας, μέσα από την πλήρη και στοχευμένη απεξάρθρωση/διάλυση του συστήματος των δημόσιων υπηρεσιών και την αντικατάστασή τους από πλήρως ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες, κερδοσκοπικές και δήθεν «μη κερδοσκοπικές» (ΜΚΟ), όπου πρόσβαση θα έχουν μόνο όσοι θα μπορούν να πληρώσουν.
Το «σύμφωνο Λυκουρέντζου-Αντόρ», στο οποίο προβλέπεται το «κλείσιμο των ψυχιατρείων» (ΨΝΑ, Δρομοκαίτειο, ΨΝΘ) μέχρι το τέλος του 2015, είναι ακριβώς το σύμφωνο αυτής της ιδιωτικοποίησης, καθώς η δέσμευση για το fast track κλείσιμο των δημόσιων ψυχιατρείων «πληρώθηκε», από τη ΕΕ, με 105 εκ. ευρώ για την διάσωση των ΜΚΟ της ψυχικής υγείας για τρία χρόνια, έτσι ώστε να στηριχτεί η διαδικασία του κλεισίματος και ταυτόχρονα να δοθεί ο χρόνος στις ΜΚΟ για να βρουν (όσες από αυτές καταφέρουν να βρουν) τρόπους επιβίωσης και πηγές χρηματοδότησης, ώστε, από το 2016, να υποκαταστήσουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των δημόσιων υπηρεσιών. Πηγές χρηματοδότησης μη κρατικές, πλέον, αλλά από τα ίδια τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας που λαμβάνουν τις υπηρεσίες τους Από αυτή την άποψη, δεν ήταν χωρίς αποτέλεσμα τα «πάνω-κάτω» τα ταξίδια στελεχών των κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων του Δικτύου ‘Αργώς’, από τους διαδρόμους του Υπουργείου στις Βρυξέλλες, μέχρις ότου επιτευχθεί το σύμφωνο.
Η επίκληση των προ 15ετίας τεθέντων στόχων του ‘Ψυχαργώς’ για το «κλείσιμο των ψυχιατρείων το 2015» είναι καθαρά προσχηματική καθώς καμιά από τις προϋποθέσεις που θα έκαναν δυνατό το «κλείσιμο» δεν πραγματοποιήθηκε: ούτε οι εκάστοτε ηγεσίες του Υπουργείου είχαν ποτέ μια συγκροτημένη πολιτική για την Ψυχική Υγεία στην κατεύθυνση ενός «βασισμένου στην κοινότητα» συστήματος, ούτε η ψυχιατρική κοινότητα, στην πλειονότητά της, έδειξε ενδιαφέρον για μια ψυχιατρική μεταρρύθμιση ως ξεπέρασμα του κυρίαρχου ψυχιατρικού παραδείγματος, προς μια ψυχιατρική «κουλτούρα, πρακτική και σύστημα» συνυφασμένων με την αποκατάσταση του Λόγου και των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία.
Βέβαια, για να γίνει δυνατή η όποια συζήτηση και για να ξεσκεπαστούν τα όποια άλλοθι της στυγνής εφαρμογής των περικοπών του μνημονίου, πρέπει να ξεκαθαριστεί τι εννοεί ο καθένας με το «κλείσιμο του ψυχιατρείου» : εννοεί την υπέρβαση της ιδρυματικής ψυχιατρικής και του ψυχιατρικού παραδείγματος στο οποίο βασίζεται, προς ένα ολοκληρωμένο, βασισμένο στην κοινότητα, δίκτυο υπηρεσιών, έτσι ώστε το «κλείσιμο του ψυχιατρείου» να έλθει όταν οι υπηρεσίες που θα το αντικαταστήσουν θα έχουν ήδη μπει σε λειτουργία (δηλαδή, την Αποιδρυματοποίηση), ή εννοεί την απλή κατάργησή του, στη λογική της Απονοσοκομειοποίησης, με το πέταγμα ασθενών και προσωπικού στο δρόμο και το πέρασμα μεγάλου μέρους των λειτουργιών του στον ιδιωτικό τομέα;
Σε κάθε περίπτωση, η «ελληνική ψυχιατρική μεταρρύθμιση» μετατράπηκε – με πλυντήριο και την λεγόμενη «Κοινωνική Ψυχιατρική» – σε μιαν απλή χωροταξική μετεγκατάσταση της ιδρυματικής ψυχιατρικής στην κοινότητα. Μεταστέγαση, δηλαδή, των χρονίως νοσηλευομένων των ψυχιατρείων σε εξωνοσοκομειακές στεγαστικές δομές, ξενώνες, οικοτροφεία, προστατευόμενα διαμερίσματα. Δομές που συχνά αναπαράγουν την ιδρυματική λογική, χωρίς καμιά αλλαγή του «παραδείγματος», καμιά αλλαγή του «τρόπου σκέψης και πράξης» της ψυχιατρικής, καμιά συστημική αλλαγή: απόδειξη ότι το 55% των νοσηλειών πανελλαδικά εξακολουθούν να είναι ακούσιες.
Δεν έγιναν ποτέ τα «ολοκληρωμένα δίκτυα των κοινοτικών υπηρεσιών» (με ΚΨΥ κλπ), που θεωρούνται προϋπόθεση για το κλείσιμο των ψυχιατρείων. Δεν έχει γίνει, «παραμονές του κλεισίματος», ούτε καν το πρώτο (και εκ των ουκ άνευ) βήμα στην όποια διαδικασία ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, που είναι η τομεοποίηση των υπηρεσιών.
Αυτό που δημιουργήθηκε είναι ένα νεο-ιδρυματικό σύστημα, όπου, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αναπαράγεται η ιδρυματική καθημερινότητα, η αφαίρεση του Λόγου και της ελευθερίας των «φιλοξενούμενων», ή των «χρηστών» των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, με όρους και συνθήκες όπου δεν υπάρχει ο άνθρωπος ως ύπαρξη με τις ανάγκες της, αλλά, ιδιαίτερα στις μέρες μας, αποκλειστικά η εκπλήρωση των μνημονιακών δεσμεύσεων.
Εμπειρίες/νησίδες, όπως, μεταξύ άλλων, αυτή του ψυχιατρείου Χανίων στην Κρήτη, του οποίου το κλείσιμο συνοδεύτηκε, σε σημαντικό βαθμό, από την δημιουργία δικτύου τομεοποιημένων, εναλλακτικών κοινοτικών υπηρεσιών, δεν αποτελούν παρά εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Ηδη από την δεκαετία του ΄90 παρατηρούμε την σταδιακή εμφάνιση πολιτικών και πρακτικών ιδιωτικοποίησης της δημόσιας φροντίδας ψυχικής υγείας. Από το 2000, με το ‘Ψυχαργώς’, η ιδιωτικοποίηση παίρνει τη μορφή της ραγδαίας ανάπτυξης τόσο του κρατικοδίαιτου «μη-κυβερνητικού» τομέα, όσο και του εμπορευματοποιημένου παραδοσιακού ιδιωτικού ψυχιατρικού τομέα.
Ο πακτωλός κοινοτικών κονδυλίων για την λεγόμενη «ψυχιατρική μεταρρύθμιση» και η «αγωνία» της απορρόφησης των διαθέσιμων κονδυλίων αποτελούν τα οχήματα επιτάχυνσης της λεγόμενης «αποασυλοποίησης», του δήθεν εκσυγχρονισμού, αλλά και της μετάβασης σε σχέδια και πρακτικές όχι με οδηγό την αλλαγή του επιστημονικού παραδείγματος και την Αποϊδρυματοποίηση, αλλά την συνέχιση της διαχείρισης των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία από ειδικούς, πολιτικούς και επιχειρηματίες, δηλαδή την κατασκευή νέων χώρων κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο «τρίτος πυλώνας», οι «μη κυβερνητικές» οργανώσεις, γνωρίζει πρωτοφανή ανάπτυξη. Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του πυλώνα – σε πείσμα ακόμα και της ιστορικής προέλευσης των πραγματικών μη-κυβερνητικών οργανώσεων ως πολιτικά και οικονομικά ανεξάρτητα από κυβερνήσεις και οικονομικά συμφέροντα κινήματα – η χρηματοδότησή τους από δημόσιους, εθνικούς και κοινοτικούς, πόρους.
Οι «εκθέσεις ιδεών» διαφόρων εμπειρογνωμόνων για την «ψυχιατρική μεταρρύθμιση» στην Ελλάδα συγκροτούν περισσότερο βιβλιογραφικά αναγνώσματα ξένων εμπειριών και άλλοθι απορρόφησης κονδυλίων παρά Εθνικά Σχέδια για μιαν άλλη συνάντηση με τον ψυχικό πόνο και τους ψυχικά πάσχοντες. συνανθρώπους μας. Στην πραγματικότητα, ο ρόλος των αρμόδιων οργάνων από πλευράς ΕΕ ήταν η διασφάλιση της ύπαρξης και της ενίσχυσης των ΜΚΟ, ως μέρους μιας κίνησης ιδιωτικοποίησης και βαθμιαίας απόσυρσης (και ταυτόχρονα αυστηρής λογιστικής προσέγγισης) του δημόσιου σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, καθώς και η μέσω δήθεν «κριτικών επισημάνσεων» διασφάλιση της απορρόφησης των κονδυλίων, για ένα δυσλειτουργικό νεο-ιδρυματικό μόρφωμα, για το οποίο καμιά πλευρά, ούτε αυτοί που έλαβαν το χρήμα, ούτε αυτοί που το έδιναν, δεν μπορούν τώρα να υποκρίνονται ότι «δεν ήξεραν», επί τόσα χρόνια, τι γινόταν, τι ήταν αυτό που παράγονταν, τι ήταν αυτό στο οποίο συναινούσαν να παράγεται..
Είναι σαφές ότι αυτό που επιβάλλει την τρέχουσα πολιτική του Υπουργείου δεν είναι η προ 15ετίας δέσμευση για το «κλείσιμο των ψυχιατρείων» ως προϊόντος της (μόνο ως ανέκδοτο, πλέον) «ολοκλήρωσης της μεταρρύθμισης», αλλά η μνημονιακή δέσμευση για προσαρμογή (σύνθλιψη) και της Ψυχικής Υγείας στη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Στην πλήρη, λογιστικού τύπου προσαρμογή της Ψυχικής Υγείας στους «διατιθέμενους πόρους», δηλαδή, σε μηδενικούς πόρους, γιατί μόνο αυτούς διαθέτει το σύστημα για τους ψυχικά πάσχοντες και όλες γενικά τις κοινωνικές ομάδες (σήμερα πια, για την πλειονότητα της κοινωνίας) που αντιμετωπίζει ως αντιπαραγωγικές, ως κοινωνικό βάρος και περιττές.
Η πολιτική για την Ψυχική Υγεία, όπως για την Υγεία γενικότερα, συμπυκνώνεται στα θέσφατα που, με το γνωστό του τρόπο, εκφράζει ο Υπουργός Υγείας Αδ. Γεωργιάδης : «Δεν είναι ώρα για το κράτος ν΄ αυξήσει τις δομές του αλλά να τις μειώσει», «οι δομές που θα μείνουν, θα λειτουργούν με τη μορφή των ιδιωτικών σε ένα βαθμό», «ο ιδιωτικός τομέας είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από τον Δημόσιο», «να δούμε ποια (δομές ψυχ. υγείας) μπορούμε να χρηματοδοτούμε και ποια όχι», «δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε την πρόσβαση όλων των πολιτών στην Υγεία» κοκ.
Το σχέδιο που υλοποιούν είναι αυτό της ‘Αναθεώρησης του Ψυχαργώς’, που συνέταξε επιτροπή που είχε συστήσει ο τότε Υπουργός Υγείας Λοβέρδος, αποτελούμενη από γνωστούς ιδιοκτήτες ΜΚΟ, που έχουν συντελέσει στην ιδιωτικοποίηση της Ψυχικής Υγείας (και οι οποίοι ποντάρουν στην περαιτέρω ιδιωτικοποίησής της), καθώς και από «πάντα πρόθυμους» συνεργάτες από τα ψυχιατρεία.
Αυτό που προβλέπεται είναι η εκχώρηση των πάντων, ακόμα και των Κέντρων Ψυχικής Υγείας, στον ιδιωτικό τομέα και η ανάθεση στο Δημόσιο μόνο της επιτήρησης/φύλαξης των «ακαταλογίστων» του άρθρου 69 (αν και, ακόμα και γι΄ αυτό, αφήνονται παράθυρα να το αναλάβουν ιδιωτικές εταιρείες), καθώς και της νοσηλείας «οξέων περιστατικών» σε μονάδες «δημόσιων» νοσοκομείων. Είναι ένα σχέδιο/όχημα της ιδιωτικοποίησης, της συρρίκνωσης/συγχώνευσης υπαρχόντων μονάδων, απολύσεων του προσωπικού και πετάγματος των ασθενών στους δρόμους.
Ηδη, η μια υπουργική εγκύκλιος/απόφαση μετά την άλλη επιχειρούν να επιβάλλουν ένα όχι απλά «κλείσιμο», αλλά μια ταχεία, όπως-όπως, εκδίωξη (μετακίνηση, όπως το λένε) των ασθενών χρόνιας παραμονής από τα ψυχιατρεία – πολλών εξ΄ αυτών σε ιδρύματα/κολαστήρια «προνοιακού» τύπου, όπως των Λεχαινών κλπ, αλλά και στο δρόμο. Πρόκειται όχι για μια «μετάβαση σε στεγαστικές δομές», που απαιτεί τους χρόνους της, το εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο και τις κατάλληλες δομές, αλλά για «έξωση» – μια έξωση σε άμεσο συγχρονισμό με την «έξωση» του προσωπικού, με τις διαθεσιμότητες/κινητικότητες που ετοιμάζονται και οι οποίες κάνουν το όλο εγχείρημα πιστό αντίγραφο της πολιτικής του πρώτου διδάξαντος στην Καλιφόρνια της δεκαετίας του 60, του μετέπειτα προέδρου των ΕΠΑ Ρ. Ρήγκαν, όταν έκλεισε τα ψυχιατρεία, απέλυσε το προσωπικό και πέταξε τους ασθενείς στο δρόμο. Σήμερα, ωστόσο, πρόκειται για ένα εγχείρημα που προοιωνίζεται να έχει πολύ χειρότερα αποτελέσματα, ακόμα και από αυτά που είχε εκείνο, που έδωσε, τότε, το όνομά του (ρηγκανισμός) στις πρακτικές αυτής της διαδεδομένης, έκτοτε, ανά την υφήλιο και νεοφιλελεύθερης κοπής, Απονοσοκομειοποίησης.
Μια από αυτές τις εγκυκλίους επιτάσσει ανώτατα όρια χρόνου νοσηλείας για τους νοσηλευόμενους στις ψυχιατρικές μονάδες, σε λογικές όπου η μείωση του χρόνου νοσηλείας δεν θα σημαίνει το ξεπέρασμα των πρακτικών εγκλεισμού και ιδρυματισμού και την στήριξη στην κοινότητα, αλλά την ταχεία καταστολή της «οξείας ψυχοπαθολογίας» – έχει ήδη μπει στα σκαριά η επέκταση της χρήσης του ηλεκτροσόκ – και το «γρήγορο εξιτήριο», με όποιες συνέπειες κι΄ αν έχει αυτό για τον ασθενή. Προβλέπει, επίσης, και διαδικασίες που θα επιτρέπουν στο μέλλον και την έξωση από τις στεγαστικές δομές, με κριτήρια που πάντα θα είναι σε θέση να επινοούνται, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Καθώς με την ταχεία, όπως – όπως, πλήρωση των λιγοστών κενών θέσεων στις όποιες στεγαστικές δομές, δεν θα υπάρχει, στο προσεχές μέλλον, δυνατότητα φιλοξενίας σ΄ αυτές και με δεδομένη την ανυπαρξία κοινοτικών μονάδων «στήριξης στον τόπο κατοικίας» των ανθρώπων που θα παίρνουν το «γρήγορο εξιτήριο» (αλλά και κοινωνικών παροχών για να μπορούν να τραφούν, να έχουν πρόσβαση στη θεραπεία τους και γενικά να επιβιώσουν), το ήδη υπαρκτό φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» θα γίνει ο κανόνας : η εναλλαγή του κοινωνικού αποκλεισμού με τον εγκλεισμό, νοσηλεία για γρήγορη καταστολή και «έλεγχο των συμπτωμάτων» και επιστροφή στο «χώρο του κοινωνικού αποκλεισμού» για όσο διάστημα η ψυχική οδύνη δεν γίνεται «ενοχλητική», έτσι ώστε να γίνει «αντικείμενο προσοχής» και να κινητοποιήσει τους σχετικούς μηχανισμούς του κοινωνικού ελέγχου.
Θεωρούμε ότι η απάντηση σ΄ αυτή την ανθρωπιστική καταστροφή που προωθεί με την πολιτική της η τωρινή ηγεσία του Υπουργείου Υγείας (και η οποία, στα περιεχόμενά της, αγγίζει και δομικά σχετίζεται με τις αντιλήψεις της Χρυσής Αυγής περί «στείρωσης και ευθανασίας των ψυχικά πασχόντων»), δεν είναι η υπεράσπιση του ψυχιατρείου (ενός άκρως αντιθεραπευτικού και κατασταλτικού θεσμού), αλλά η πιο σθεναρή από ποτέ διεκδίκηση της ουσίας αυτού που ήταν πάντοτε η υπέρβαση του ψυχιατρείου: η κατάργηση της ιδρυματικής βίας, των εξουσιαστικών σχέσεων, των πρακτικών του εγκλεισμού, η αποκατάσταση του Λόγου και των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία, η δημιουργία των όρων για ισότιμο διάλογο μεταξύ θεραπευτών και θεραπευομένων, η λήψη μέτρων για αξιοπρεπή κοινωνική, αλλά και εργασιακή, ένταξη, ο ενεργός πρωταγωνιστικός ρόλος των λειτουργών και των άμεσα ενδιαφερομένων ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στις διαδικασίες μετασχηματισμού και ξεπεράσματος του ιδρύματος, ενάντια σε άνωθεν διαδικασίες διοικητικού κλεισίματος και αδειάσματος του ψυχιατρείου, η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας κοκ.
Αυτές οι διαδικασίες είναι ασυμβίβαστες με οποιαδήποτε έννοια διαθεσιμότητας/κινητικότητας/απολύσεων του προσωπικού, και, αντίθετα, απαιτούν προσλήψεις προσωπικού.
Είναι ασυμβίβαστες με την επικείμενη παρακράτηση των συντάξεων των φιλοξενουμένων σε στεγαστικές δομές.
Είναι ασυμβίβαστες με την ύπαρξη ανασφάλιστων ψυχικά πασχόντων (και όχι μόνο), με τους ποικίλους περιορισμούς/εμπόδια/μειώσεις στις συντάξεις και τα επιδόματά τους, στην ανυπαρξία ευκαιριών εργασιακής ένταξης, συνεταιριστικών ή άλλων.
Είναι ασυμβίβαστες με την εγκαθιδρυμένη αδιαφορία για την μη εφαρμογή της όποιας νομοθεσίας προάγει την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους (για την ακούσια νοσηλεία, την δικαστική συμπαράσταση κλπ).
Θεωρούμε ότι πρέπει άμεσα να υπάρξει ένα πλατύ μέτωπο, ένα κίνημα «από τα κάτω», των ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία, λειτουργών των υπηρεσιών, οικογενειών, κοινωνικών κινημάτων, για να μην περάσουν αυτά τα εν τη ουσία ανθρωποκτόνα σχέδια. Να είναι το κίνημα αυτό μια ουσιαστική στιγμή στην διαδικασία αποκατάστασης του Λόγου των ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία και των δικαιωμάτων τους – ένα εκ των οποίων είναι η άμεση ακύρωση, με νομοθετική πράξη, της παρακράτησης των συντάξεων.
Να διεκδικηθεί η άμεση ακύρωση του «συμφώνου Λυκουρέντζου-Αντόρ» και όλων των μνημονιακών πολιτικών που κρύβονται πίσω από αυτό.
Να υπάρξει επαρκής χρηματοδότηση για την Ψυχική Υγεία και ολοκλήρωση του μετασχηματισμού και της υπέρβασης των ψυχιατρείων, στην λογική της Αποιδρυματοποίησης και όχι της Απονοσοκομειοποίησης και του απλού «κλεισίματος».
Να μην υπάρξει καμιά διαθεσιμότητα/κινητικότητα/απόλυση και αντίθετα, να γίνουν προσλήψεις του αναγκαίου προσωπικού. Ολο το προσωπικό των ψυχιατρείων είναι αναγκαίο (και μάλιστα, δεν επαρκεί) για έναν ουσιαστικό μετασχηματισμό του συστήματος ψυχικής υγείας, πέρα από το ψυχιατρικό ίδρυμα.
Να μπει φραγμός στην ιδιωτικοποίηση της Ψυχικής Υγείας και να διασφαλιστεί ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της. Να αναλάβει το Δημόσιο όλες τις δομές και τις υπηρεσίες των ΜΚΟ, που έχουν γίνει με κρατικές και κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας του προσωπικού και η αξιοπρεπής και θεραπευτική φιλοξενία των ενοίκων.
Καταλαβαίνουμε ότι όλα τα παραπάνω σημαίνουν ανατροπή του μνημονίου. Σημαίνουν μαζική αντίσταση και πολιτικές ανατροπές.
Αλλά «δεν υπάρχει άλλος δρόμος» προκειμένου ν΄ αποφευχθεί η «μαζική ευθανασία» που ετοιμάζουν.
7 Νοέμβρη 2013
Γιώργος Αστρινάκης, Δ/ντής ψυχίατρος, Δρομοκαίτειο
Γιώργος Κοκκινάκος, Δ/ντής ψυχίατρος, ΚΨΥ Χανίων
Κατερίνα Μάτσα, ψυχίατρος, τ. Δ/ντρια 18 Ανω, ΨΝΑ
Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου, Δ/ντής ψυχίατρος ΨΝΑ