Σκέψεις σχετικά με το ζήτημα της δέσμευσης, της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας

http://halastor.blogspot.gr/

Σκέψεις σχετικά με το ζήτημα της δέσμευσης, της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας

Aπό: Αναρχική Ομοσπονδία του Ρίο ντε Τζανέιρο (Federação Anarquisa do rio de JaneiroFARJ)

μετάφραση: kostav

“To υποκείμενο που έχει ελευθεριακή ηθική, γνωρίζει γιατί αγωνίζεται και κατανοεί τα ιδεολογικά αίτια του αγώνα, αναλαμβάνοντας την δέσμευση και έχοντας την αυτοπειθαρχία να πραγματοποιήσει τα καθήκοντα που ανέλαβε”
Ιdeal Peres

‘Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της FARJ είναι η μαχητική δέσμευση των μελών της. Θεωρούμε ότι για να μπορέσει ο αγώνας μας να αποφέρει καρπούς, είναι απαραίτητο τα μέλη μας να διακατέχονται από ένα υψηλό επίπεδο δέσμευσης, ευθύνης και αυτοπειθαρχίας. Τα παραπάνω λόγια του Ideal Peres εκφράζουν σε μια και μόνο πρόταση μια σειρά απόψεων μεγάλης σημασίας για την οργάνωσή μας. Στην πρόταση αυτή δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην σημαντικότητα που έχει η συνείδηση των αγωνιστών σχετικά με τα κίνητρα του αγώνα. Πράγμα το οποίο σημαίνει πως οι αναρχικοί αγωνιστές δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξουν να  υπακούνε αυτούς οι οποίοι καθορίζουν μια κατεύθυνση αποκομμένη από την βάση ή να χρησιμοποιούνται απλά ως “πιόνια” από μια ελίτ ανθρώπων για να εξυπηρετήσουν τις προσωπικές τους βλέψεις για κυριαρχία και/ή τα ανήθικα τους συμφέροντα, κατά την γνώμη μας. Ο αναρχικός αγωνιστής είναι ένα υποκείμενο το οποίο συμμετέχει ενεργά σε όλες τις συζητήσεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός της ομοσπονδίας. Από τον οποίο αναμένεται να συμμετέχει ενεργά στις συζητήσεις οι οποίες διαδραματίζονται, να τοποθετηθεί ο ίδιος επί των ζητημάτων, συνεισφέροντας στην προσπάθεια επίλυσης των υπό συζήτηση θεμάτων, καθώς και στις τακτικές και στρατηγικές κατευθύνσεις της οργάνωσης.
Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο όλοι οι αγωνιστές πρέπει να έχουν ξεκάθαρους τους λόγους για τους οποίους αγωνίζονται, ενάντια σε ποιους αγωνίζονται και για ποιο πράγμα αγωνίζονται. Για να επιτευχθεί αυτό, θεωρούμε πως η δέσμευση του καθενός σε συνάρτηση με την αυτο-μόρφωση του, ανεξάρτητα από τις δράσεις πολιτικής επιμόρφωσης που πραγματοποιούνται από την ίδια την ομοσπονδία, αποτελεί ένα ζήτημα θεμελιώδους σημασίας. Είναι υποχρέωση του κάθε αγωνιστή να επιζητά την διαρκή πληροφόρηση και πολιτική επιμόρφωσή του, έτσι ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζει όσο το δυνατόν καλύτερα τους στόχους της ομοσπονδίας, τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα καθώς και τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται. Με αυτόν τον τρόπο οι αγωνιστές είναι σε θέση να καταλάβουν τις κατευθύνσεις της ομοσπονδίας (σε πρακτικό και θεωρητικό επίπεδο) και μπορούν να συμμετάσχουν ουσιαστικά στις συζητήσεις, και τις συνελεύσεις και ακόμα να μιλήσουν δημόσια όταν κάτι τέτοιο συμβεί λόγω κάποιων περιστάσεων, και με αυτόν τον τρόπο αυτές οι δραστηριότητες να μην περιορίζονται στα χέρια των λίγων. Βέβαια είναι ιδιαιτέρα σημαντικό η ομοσπονδία να στηρίζει τους αγωνιστές της, και να βοηθάει στο μέγιστο δυνατό βαθμό αυτούς που μπορεί να αντιμετωπίζουν κάποιου είδους δυσκολίες στα παραπάνω.
Οι αναρχικοί αγωνιστές δεν είναι αποξενωμένοι, και δεν ακολουθούν εντολές που έρχονται από τα πάνω, ούτε είναι η βάση για τα συμφέροντα κάποιας πρωτοπορίας (ή ελίτ), όπως συμβαίνει στα πολιτικά κόμματα και στις λοιπές ιεραρχικές οργανώσεις. Οι απόψεις των αναρχικών αγωνιστών εντός της ομοσπονδία δεν είναι απλά γνωμοδοτικές, αλλά και διαβουλευτικές, μιας και είναι τα ίδια τα μέλη της οργάνωσης τα οποία αποφασίζουν για την κατεύθυνσή της και δεν υπάρχουν πρωτοπορίες των οποίων η γνώμη να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από των υπολοίπων. Για εμάς οι απόψεις όλων των μελών της ομοσπονδίας έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος σε οποιαδήποτε συζήτηση. Όταν ο Ideal Peres αναφέρθηκε στην δέσμευση και αυτοπειθαρχία, μιλούσε ουσιαστικά για την ατομική δέσμευση πάνω στις συλλογικές αποφάσεις. Όμως πως ακριβώς το παραπάνω λειτουργεί;
Είναι συχνό φαινόμενο στις οργανώσεις που ισχυρίζονται πως είναι οριζόντιες και μη κομματικές να παρατηρείται σημαντική έλλειψη δέσμευσης σχετικά με τα ζητήματα της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας. Κλασσικό παράδειγμα αποτελεί ο μεγάλος αριθμός ατόμων σε ανοιχτές συνελεύσεις, οι οποίοι παραθέτουν απόψεις πάνω σε ζητήματα που δεν έχουν απολύτως καμία γνώση ή αναλαμβάνουν ευθύνες τις οποίες γνωρίζουν εκ των προτέρων πως δεν μπορούν να φέρουν εις πέρας. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτά τα άτομα δεν εμφανίζονται στις επόμενες συνελεύσεις ούτε κάνουν αυτά τα οποία είχαν συμφωνήσει, ισχυριζόμενοι πως για κάποιον λόγο δεν μπορούσαν, και ούτε βέβαια ικανοποιούν τις συλλογικές αποφάσεις. Το χειρότερο όλων είναι πως αρκετοί από αυτούς, όταν τους ζητείται να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους, θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα κάποιου είδους εξουσιασμού.
Παραθέτουμε ένα πολύ αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της προαναφερόμενης κατάστασης, σε ένα “ελεύθερο” ραδιοφωνικό σταθμό στην νότια Βραζιλία (του οποίου το όνομα προτιμούμε να μην αναφέρουμε), ο οποίος ξεκίνησε να λειτουργεί ως αυτοδιαχειριζόμενος σταθμός, έτσι ώστε  οποιοσδήποτε επιθυμούσε μπορούσε να παρευρεθεί στις συνελεύσεις και ύστερα από συλλογική συμφωνία να έχει ένα δικό του πρόγραμμα σε κάποιες συμφωνημένες ώρες. Ύστερα από αυτό πολλά από τα άτομα τα οποία είχαν συμφωνήσει να έχουν δικό τους πρόγραμμα, απλά δεν εμφανίστηκαν ποτέ αφήνοντας τον σταθμό χωρίς άτομα να τρέξουν το πρόγραμμα και ταυτόχρονα στερώντας την ευκαιρία από άλλα άτομα. Όταν αργότερα άλλα μέλη της ραδιοφωνικής συλλογικότητας ήρθαν σε επικοινωνία μαζί τους, οι πρώτοι κατηγόρησαν τους υπόλοιπους ως εξουσιαστές, μιας και -σύμφωνα με τους ίδιους- ήταν εντός των δικαιωμάτων τους ασκώντας την “ελευθερία” τους να μην εμφανιστούν και να μην κάνουν το πρόγραμμά τους, παρά την όποια δέσμευση είχαν πάρει οι ίδιοι εξαρχής.
To παραπάνω περιστατικό δυστυχώς δεν είναι κάποιο μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μια συνηθισμένη κατάσταση, στον επονομαζόμενο ελευθεριακό χώρο. Για εμάς, αυτό το οποίο στην ουσία συμβαίνει, είναι μια διαστρέβλωση των (ελευθεριακών) αξιών, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την θεώρηση και κατάδειξη συγκεκριμένων συμπεριφορών ως εξουσιαστικές, κοινώς αυτοί οι οποίοι δεσμεύτηκαν (οι ίδιοι) να κάνουν κάποια δράση, ύστερα από συλλογική συμφωνία, την οποία τελικώς ποτέ δεν έκαναν, θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα του εξουσιασμού.
Η “δέσμευση και η αυτοπειθαρχία για την πραγματοποίηση των καθηκόντων που ανέλαβε” τις οποίες τονίζει ο Ideal Peres χάνουν οποιοδήποτε νόημα και καταρρίπτονται όταν επικρατούν οι προαναφερόμενες καταστάσεις και νοοτροπίες. Εμείς συμφωνώντας με τον Ideal σχετικά με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την δέσμευση και την αυτοπειθαρχία, εντός της ομοσπονδίας, θεωρούμε πως πρέπει να υπάρχει όλος ο απαραίτητος χώρος, έτσι ώστε όλες οι απόψεις και οι συζητήσεις να αναλυθούν προσεκτικά, μιας -και όπως αναφέραμε προηγουμένως- όλες τους έχουν ακριβώς το ίδιο “βάρος” στην διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός της οργάνωσης. Έτσι όλες οι δράσεις της ομοσπονδίας, που προφανώς θα πραγματοποιηθούν από τα μέλη της, τίθενται υπό διαβούλευση στις συνελεύσεις. Ούτως ή άλλως η ομοσπονδία δεν μπορεί να κάνει κάτι από μόνη της, δεν έχει κάποιον εγκέφαλο, χέρια ή πόδια για να πραγματοποιεί δραστηριότητες. Έτσι όλες οι δράσεις που αποφασίζονται και τίθενται κάτω από την ευθύνη της ομοσπονδίας, θα πρέπει προφανώς με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να διεκπεραιωθούν από τα μέλη της. Ο Μπακούνιν ήδη από τον 19ο αιώνα φαίνεται να έχει πάρει θέση στο ζήτημα της πειθαρχίας:
“Όντας ο ίδιος πολέμιος της εξουσιαστικής αντίληψης περί πειθαρχίας, αναγνωρίζω παραταύτα πως  ένα κάποιο είδος πειθαρχίας, όχι αυτόματο αλλά προαιρετικό και σωστά κατανοημένο, είναι -και θα συνεχίσει να είναι- απαραίτητο κάθε φορά που ένας μεγάλος αριθμός ατόμων αναλαμβάνει μια συλλογική δράση. Αυτή η πειθαρχία δεν είναι τίποτα παραπάνω από την ελεύθερη και μετά από σκέψη συμφωνία όλων των ατόμων σχετικά με τις ατομικές ενέργειες τους για την επίτευξη του συλλογικού στόχου. Κατά την διάρκεια των δράσεων, εν μέσω του αγώνα, οι διάφορες ξεχωριστές δραστηριότητες διανέμονται φυσικά βάσει με τις  δεξιότητες του καθενός, βάσει της συλλογικής κρίσης: κάποιοι από αυτούς υποδεικνύουν και προτείνουν ενώ άλλοι δέχονται να εκτελέσουν τις υποδείξεις. Όμως καμία υπόδειξη και λειτουργία δεν είναι παγιωμένη, ούτε παραμένει αμετάκλητα συνδεδεμένη με ένα συγκεκριμένο άτομο, μιας και δεν υπάρχει κάποια ιεραρχική αρχή και δομή, έτσι αυτός που μπορεί να έδινε μια εντολή χθες σήμερα θα είναι αυτός που θα εκτελεί τις εντολές  κάποιου άλλου. Κανείς δεν θέτει τον εαυτό του πάνω από τους υπολοίπους, και ακόμα και αν το κάνει θα καταρριφθεί το αμέσως επόμενο λεπτό, όπως τα κύματα της θάλασσας επανέρχονται στο σωτήριο επίπεδο της ισότητας. Εντός αυτού του συστήματος δεν υπάρχει καμία εξουσία και δύναμη, μιας και  αυτές διαχέονται εντός του συλλογικού έχοντας ως αποτέλεσμα την ειλικρινή έκφραση της ελευθερίας του κάθε ατόμου μέσω της πραγματικής και σοβαρής αναγνώρισης και υλοποίησης της βούλησης όλων […] ” (Μπακούνιν, Τhe Knouto-Germanic Empire, από το Frank Mintz. Bakunin: crítica y acción. Buenos Aires: Colección Utopia Libertaria pp. 74-75. )
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε, πως όπως ακριβώς δεν υπάρχει κάποιο “πνεύμα της ομοσπονδίας” το οποίο επιλύει τα προβλήματα και υλοποιεί τις δράσεις, είναι εξίσου βασικό, όταν παίρνονται συλλογικές αποφάσεις να επιμερίζονται και οι ευθύνες, τις οποίες τα μέλη πρέπει να φέρουν εις πέρας. Αυτό είναι εξίσου σημαντικό μιας και ένα συχνό πρόβλημα στις οριζόντιες οργανώσεις είναι το να παίρνονται αποφάσεις για δράσεις και να αποχωρούν όλοι από την συνέλευση χωρίς να έχει υπάρξει καμία συνεννόηση για το ποιος θα διεκπεραιώσει ποια δραστηριότητα. Σε αυτή την περίπτωση συμβαίνουν δύο τινά, είτε κανείς δεν διεκπεραιώνει τις δράσεις, είτε όλες οι δράσεις γίνονται μόνο από τα πιο δραστήρια και ενεργά μέλη της οργάνωσης. Γι αυτό τον λόγο θεωρούμε πως πρέπει να υπάρχει διαμοιρασμός των δραστηριοτήτων μεταξύ των αγωνιστών, με τον κατάλληλο τρόπο ώστε οι δραστηριότητες να κατανέμονται ορθά και χωρίς αυτές να συγκεντρώνονται στα χέρια των πιο δραστήριων και “ικανών” αγωνιστών.
Από την στιγμή που ένας αγωνιστής αναλαμβάνει μια ή περισσότερες δράσεις, αναλαμβάνει ταυτόχρονα και την υποχρέωση να φέρει εις πέρας αυτή την δράση καθώς και την ευθύνη απέναντι στην ομάδα, πρόκειται στην ουσία για την δεσμευτική σχέση που οι αγωνιστές συνάπτουν με την ομοσπονδία. Από την στιγμή που όλες οι συζητήσεις και συνελεύσεις εντός της ομοσπονδίας είναι αμιγώς δημοκρατικές και κανείς δεν αναλαμβάνει καμία απολύτως ευθύνη επειδή είναι υποχρεωμένος, κάθε δέσμευση πρόκειται για μια δέσμευση που ανέλαβε ο κάθε αγωνιστής ύστερα από δική του πρωτοβουλία, καθιστώντας την αποκλειστικά δική του υποχρέωση. Σε περίπτωση που  για οποιονδήποτε λόγο ο αγωνιστής τελικώς δεν μπορέσει να φέρει εις πέρας την δράση που ανέλαβε είναι δική του ευθύνη να ενημερώσει την ομοσπονδία και η δράση αυτή να μεταφερθεί σε κάποιον άλλο. Σε καμία περίπτωση δεν θεωρούμε πως ο έλεγχος από πλευράς της ομοσπονδίας σχετικά με την διεκπεραίωση ή μη των δραστηριοτήτων από τους αγωνιστές είναι κάτι το εξουσιαστικό. Είναι κάτι απαραίτητο και σε περίπτωση που υπάρχει μια συνεχόμενη ασυνέπεια από οποιονδήποτε αγωνιστή, τότε οι υπόλοιποι θα πρέπει να συζητήσουν μαζί του με ειλικρίνεια αυτό το ζήτημα έτσι ώστε το πρόβλημα να επιλυθεί και να μην πληγούν οι δράσεις της ομοσπονδίας.
Η αυτοδιαχείριση είναι η “μηχανή” μιας αυτοδιαχειριζόμενης οργάνωσης, έτσι σε μια τέτοιου είδους οργάνωση όπως είναι η FARJ δεν υπάρχουν ηγέτες και αρχηγοί, οι οποίοι διευθύνουν τους υπολοίπους ή ορίζουν και ελέγχουν την εκτέλεση των δραστηριοτήτων, ο καθένας ο οποίος αναλαμβάνει κάποια δραστηριότητα πρέπει να έχει και την κατάλληλη (αυτο)πειθαρχία για να την φέρει εις πέρας. Παρομοίως όταν η ομοσπονδία αποφασίζει να ακολουθήσει κάποια γραμμή ή να αναλάβει κάποια δράση, είναι η ατομική πειθαρχία η οποία θα επιφέρει την διεκπεραίωση της συλλογικής απόφασης.  Δεν θα έπρεπε να υπάρχει κάποια ανάγκη για εποπτεία, μιας και αναμένεται πως ο καθένας αναθέτει στον εαυτό του την υλοποίηση των δραστηριοτήτων που αποφασίστηκαν από την ομοσπονδία, έτσι το κάθε άτομο αναμένεται να ενημερώνει για την πρόοδο των δραστηριοτήτων που ανέλαβε, και σε περίπτωση που αυτές δεν πραγματοποιούνται, να εξηγεί στους υπολοίπους τον λόγο, λαμβάνοντας πιθανώς κυρώσεις γι αυτό. Όταν υπάρχουν προβλήματα σχετικά με την πρόοδο και την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων κάποιου μέλους, η ομοσπονδία μπορεί να “κατηγορήσει” τους υπεύθυνους, και έτσι ώστε να μην παρεμποδίζεται το γενικότερο έργο και ο αγώνας. Προφανώς η μορφή του ελέγχου πρέπει να είναι εντός των ορίων του αμοιβαίου σεβασμού και της αναρχικής ηθικής.
Το 1920, συζητώντας πάνω στο ζήτημα της πειθαρχίας ο Μαλατέστα είχε την ακόλουθη προσέγγιση:
“Πειθαρχία: αυτή είναι η κατάλληλη λέξη για να παραλληλιστεί με την θέληση του συνειδητοποιημένου εργάτη. Ζητάμε επίσης την πειθαρχία, μιας και χωρίς την κατανόηση, και τον συντονισμό των προσπαθειών του καθένα από εμάς για κοινή και ταυτόχρονη δράση, η νίκη είναι πρακτικά αδύνατη. Όμως η πειθαρχία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι μια δουλική και τυφλή αφοσίωση στους ηγέτες, ούτε βέβαια η υπακοή σε αυτούς που δίνουν διαταγές. Η επαναστατική πειθαρχία είναι η συνέπεια στις συμφωνημένες ιδέες, η αφοσίωση στις ευθύνες που έχουν παρθεί, είναι το να αισθάνεται κανείς υποχρεωμένος να  μοιραστεί την εργασία και τα ρίσκα του αγώνα με τους συντρόφους του.”(Errico Malatesta. Anarquistas, Socialistas e Comunistas. Sao Paulo: Cortes p. 24.)
Είναι σημαντικό για εμάς να δώσουμε έμφαση στα παραπάνω λόγια του Μαλατέστα, συμφωνώντας πως αυτή η πειθαρχία και ο έλεγχος δεν θα πρέπει να ακολουθούν εξουσιαστικές πρακτικές και λογικές, τόσο στον έλεγχο των μελών της ομάδας και στις μορφές των κυρώσεων, οι οποίες όπως ήδη αναφέρθηκε πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τον σεβασμό και την ηθική ανάμεσα στα μέλη της ομάδας. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς να διαχωρίσουμε την αυτοπειθαρχία την οποία προάγουμε από την στρατιωτική πειθαρχία, η οποία είναι εκμεταλλευτική και καταπιεστική και η οποία κατά την γνώμη μας δεν διαφέρει σε τίποτα από τις υπόλοιπες γνωστές εξουσιαστικές μεθόδους.
Σχετικά με το ζήτημα της πειθαρχίας στον ελευθεριακό χώρο, αξίζει να μελετήσουμε προσεκτικά την συζήτηση που έλαβε χώρα γύρω από την Οργανωτική Πλατφόρμα των ελευθεριακών κομμουνιστών, που δημοσιεύτηκε από την εξόριστη στην Γαλλία ομάδα  Dielo Trudo. Ύστερα από την δημοσίευσή της το 1926 υπήρξε ένας πλούσιος διάλογος που περιείχε αρκετές διαφορετικές απόψεις, κυρίως σχετικά με ζητήματα οργάνωσης του αναρχισμού, αλλά σχετικά και με άλλα σημαντικά ζητήματα, μεταξύ των οποίων και το ζήτημα της πειθαρχίας, στο οποίο θα επικεντρωθούμε στις επόμενες παραγράφους.
Τόσο η ίδια η Πλατφόρμα, όσο και οι απαντήσεις και οι συζητήσεις που έλαβαν χώρα αργότερα όπως η “Σύνθεση” και η “Απάντηση στην Πλατφόρμα” που γράφτηκε από τον Violin και άλλα μέλη της ΝΑΒΑΤ (αναρχική ομοσπονδία της Ουκρανίας), η πιο αναλυτική κριτική πάνω στην Πλατφόρμα από τον G.P. Maximov με τίτλο “Εποικοδομητικός Αναρχισμός”,  η συζήτηση μεταξύ Νέστωρ Μάχνο και Ερίκο Μαλατέστα με τα γράμματα που αντάλλαξαν μεταξύ τους την περίοδο 1927-1929, η απάντηση του Piotr Arshinov στον Μαλατέστα με τίτλο “Ο παλιός και νέος Αναρχισμός”, μαζί με διάφορα άλλα κείμενα της εποχής αποτελούνε όλα πλούσια πηγή για την συζήτηση μας. Θα μπορούσαμε επίσης να παραθέσουμε κάποια ακόμα σπουδαία κείμενα όπως το  La Response aux Confusionistes de l’Anarchism του Piotr Arshinov, ή τα κείμενα του Alexandre Schapiro που εκδόθηκαν το 1932 στην Solideriedad Obrera, καθώς και τα διάφορα κείμενα του Volin και άλλων στοχαστών όπως των Sebastien Faure, Luigi Fabbri και Camilo Berneri. Επίσης υπάρχουν κείμενα του Μάχνο (Προς Υπεράσπιση της Επανάστασης και Σχετικά με την Επαναστατική πειθαρχία) και του Μαλατέστα (Σχετικά με την συλλογική ευθύνη) τα οποία επίσης θέτουν αρκετά επιχειρήματα και απόψεις στην γενικότερη συζήτηση  πάνω στο ζήτημα της Πλατφόρμας.
Αναφορικά με το υπό εξέταση θέμα στο κείμενο μας, θεωρούμε πως η πιο ενδιαφέρουσα πηγή είναι τα γράμματα μεταξύ Μάχνο και Μαλατέστα. Σκοπός μας βέβαια δεν είναι να υπερασπιστούμε κάποια από τις δυο πλευρές, αλλά να εξετάσουμε τις συνεισφορές και των δυο πλευρών, μιας και έχουμε μια βαθιά εκτίμηση και στους δυο αγωνιστές και πιστεύουμε πως υπάρχουν αξιόλογα και σωστά επιχειρήματα και από τους δυο.
Συμφωνούμε με τους ρώσους εξόριστους όταν αναφέρουν πως “η  άθλια κατάσταση του αναρχικού κινήματος, το οποίο φυτοζωεί, οφείλεται σε αρκετούς λόγους, με βασικότερο την έλλειψη οργανωτικών αρχών και πρακτικών εντός του κινήματος”. Επίσης τονίζουν πως υπάρχει “μια εσφαλμένη ερμηνεία όσον αφορά την ατομικότητα στον αναρχισμό, βάσει της οποίας η ατομικότητα συγχέεται με την έλλειψη οποιασδήποτε υπευθυνότητας”. Θεωρούμε πως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα εντός του ελευθεριακού χώρου αποτελεί το γεγονός πως συχνά οι αρχές της ελευθερίας και της αντιεξουσίας αντιλαμβάνονται ως έλλειψη οποιασδήποτε δέσμευσης, όπως ακριβώς η “έλλειψη υπευθυνότητας” επισημάνθηκε από τους ρώσους συντρόφους. Επίσης πρέπει να συμφωνήσουμε πως όπως οι ίδιοι επισήμαναν “τα ατομικιστικά και χαοτικά χαρακτηριστικά που εντάσσονται στον τίτλο ‘αναρχικές αρχές’ στην ουσία μεταφράζονται ως πολιτική αδιαφορία, αμέλεια και απουσία κάθε ευθύνης”.
Γνωρίζουμε πως η κριτική των ατομικιστικών αρχών εντός του αναρχισμού είναι σημαντική και απαραίτητη και γι αυτό συμφωνούμε πως “οι ομοσπονδιακές (federalist) αρχές εντός του αναρχισμού έχουν παραμορφωθεί, μιας και πολύ συχνά αντιλαμβάνονται ως το δικαίωμα, υπεράνω όλων, της υποδήλωσης του εγώ κάποιου, χωρίς καμιά υποχρέωση να λαμβάνει υπόψιν του τα καθήκοντα του σε σχέση με την οργάνωση”. Συμφωνούμε με τους Ρώσους όταν αναφέρουν πως “όλοι οι συμμετέχοντες εντός της συμφωνίας και της ένωσης, εκπληρώνουν απόλυτα τα καθήκοντα που ανέλαβαν και συμμορφώνονται με τις συλλογικές αποφάσεις” και πως “οι ομοσπονδιακές αρχές της αναρχικής οργάνωσης, ενώ σαφώς αναγνωρίζουν το δικαίωμα του κάθε μέλους στην ανεξαρτησία του, την ελεύθερη γνώμη, την ατομική ελευθερία και την πρωτοβουλία, απαιτούν παράλληλα από κάθε μέλος να αναλάβει τα προκαθορισμένα καθήκοντα της οργάνωσης καθώς και την εκπλήρωση των συλλογικών αποφάσεων”.
Επίσης οφείλουμε να παραθέσουμε και να μελετήσουμε τις συνεισφορές του Μαλατέστα μέσω της απάντησης του με τίτλο Ένα Σχέδιο αναρχικής Οργάνωσης, στο οποίο τονίζει:
“Αντί να επιδιώκουμε την μεγαλύτερη επιθυμία για οργάνωση εντός των αναρχικών (Πλατφόρμα), φαίνεται σκόπιμο να εξαλείψουμε την προκατάληψη που πολλοί σύντροφοι τρέφουν ως προς την οργάνωση, θεωρώντας πως αυτή σημαίνει την υποταγή σε κάποιον αρχηγό, καθώς και την ύπαρξη μιας συγκεντρωτικής και εξουσιαστικής οργάνωσης, που καταστέλλει οποιαδήποτε ελεύθερη πρωτοβουλία”.
Επίσης αξίζει να εστιάσουμε στα ζητήματα τα οποία δεν είναι πολύ ξεκάθαρα στην Πλατφόρμα. Αν και ο Μαλατέστα υπερέβαλε σε κάποιο βαθμό, αξίζει να σημειωθεί το σχόλιο του, έτσι ώστε να γίνει κατανοητό πως η ανάγκη για ευθύνη την οποία υπερασπιζόμαστε, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ιεραρχία και εξουσία. Τα σχόλια του Μαλατέστα καταδεικνύουν ακριβώς τα μέσα τα οποία χρησιμοποιούμε για να πετύχουμε τους σκοπούς μας, έτσι τόνισε πως:  “είναι αδιανόητο οι άνθρωποι οι οποίοι πρεσβεύουν τις αναρχικές ιδέες και θέλουν να φέρουν την αναρχία ή τουλάχιστον να συνεισφέρουν στην πραγματοποίηση της σήμερα αντί για αύριο, να ακυρώνουν τις βασικές αρχές του αναρχισμού στην οργάνωση που χρησιμοποιούν για να πολεμήσουν για την νίκη του (αναρχισμού)”. Ενώ τονίζει πως ο σχεδιασμός της αναρχικής οργάνωσης πρέπει να περιλαμβάνει: “την πλήρη αυτονομία, την πλήρη ανεξαρτησία και γι αυτό την πλήρη ατομική και συλλογική ευθύνη, την ελεύθερη συμφωνία μεταξύ αυτών που θεωρούν χρήσιμο να ενωθούν και να συνεργαστούν συλλογικά, καθώς και την ηθική υποχρέωση να τηρούν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν και να μην δρουν σε αντίθεση με το συμφωνημένο πρόγραμμα”. Τέλος και επιστρέφοντας στην συζήτηση περί μέσων, αναφέρει πως “για να ζήσουμε και να νικήσουμε, δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τους λόγους για τους οποίους ζούμε και να παραμορφώσουμε τον χαρακτήρα της ενδεχόμενης νίκης. Θέλουμε να πολεμήσουμε και να νικήσουμε, όμως ως αναρχικοί και για την αναρχία”. Και εδώ συμφωνούμε με τον Μαλατέστα, αφού εάν θέλουμε να πετύχουμε τους στόχους μας, δεν πρέπει να παραμερίσουμε τις αρχές μας στο πως θα το κάνουμε αυτό.
Στην απάντηση του ο Μάχνο δηλώνει σωστά: “Αγαπητέ Μαλατέστα, και εσύ ο ίδιος συμφωνείς με την αναρχική επαναστατική ατομική ευθύνη και την υποστήριξες καθόλη την διάρκεια της ζωής σου ως αγωνιστής”. Κάτι το οποίο είναι αληθές αν κοιτάξει κανείς το προαναφερόμενο απόσπασμα του Μαλατέστα για την πειθαρχία, το οποίο συντάχθηκε το 1920 και χρησιμοποιεί τα ίδια επιχειρήματα με τον Μάχνο. Πολύ σωστά, και συμφωνώντας με τις δηλώσεις του Μαλατέστα, ο Μάχνο λέει ότι “Κανένας από εμάς δεν έχει το δικαίωμα να αποφύγει αυτή την ευθύνη, αντιθέτως αν μέχρι τώρα αυτή έχει αγνοηθεί από τους αναρχικούς, χρειάζεται να γίνει, για εμάς του αναρχοκομμουνιστές, αντικείμενο του θεωρητικού και πρακτικού μας προγράμματος”. Επίσης: “μόνο το συλλογικό πνεύμα και η συλλογική ευθύνη των αγωνιστών του θα επιτρέψουν στον σύγχρονο αναρχισμό να βγάλει από τους κύκλους του την  -ιστορικά λάθος- ιδέα, πως ο αναρχισμός δεν μπορεί να είναι ένας οδηγός, στην θεωρία και πράξη, για τις εργατικές μάζες σε μια επαναστατική περίοδο και γιαυτό δεν μπορεί να απαιτεί την συνολική ευθύνη”.
O Μαλατέστα απάντησε και πάλι, συμφωνώντας σε έναν βαθμό με τον Μάχνο, γράφοντας: “Σαφώς, δέχομαι και υποστηρίζω το όραμα, που έχει ο καθένας ο οποίος δρα και συνεργάζεται με άλλους για έναν κοινό σκοπό, πράγμα που απαιτεί την ανάγκη συντονισμού των ενεργειών του με αυτές των συντρόφων του, και την μη υπονόμευση των ενεργειών των υπολοίπων και ως αποτέλεσμα του κοινού στόχου, και κατ επέκταση τον σεβασμό των συλλογικών συμφωνιών, εκτός από την περίπτωση που σκοπεύει να αποχωρήσει από την οργάνωση λόγω διαφοράς απόψεων, ή αλλαγής των περιστάσεων, ή  διένεξης σχετικά με τις επιλεγμένες μεθόδους που καθιστούν την συνεργασία αδύνατη και ακατάλληλη. Έτσι υποστηρίζω ότι όσοι δεν συμμερίζονται ή ασκούν αυτά τα καθήκοντα, θα πρέπει να διώχνονται από την οργάνωση. Πιθανόν όταν μιλάς για συλλογική ευθύνη αναφέρεσαι ακριβώς στην συμφωνία και την αλληλεγγύη που θα πρέπει να υπάρχουν μεταξύ των μελών μιας οργάνωσης. Εάν ναι, τότε η έκφραση σου, υποδηλώνει κατά την γνώμη μου μια εσφαλμένη χρήση της γλώσσας, πράγμα το οποίο θα αποτελούσε μια άσχετη ερώτηση περί φρασεολογίας, και τελικώς θα καταλήγαμε σύντομα σε συμφωνία”.
Θεωρούμε σημαντικό να παραθέσουμε κάποια σημεία από ένα κείμενο το 1926 του Μάχνο με τίτλο Σχετικά με την Επαναστατική Πειθαρχία, όπου αναφέρει: “Η επαναστατική πειθαρχία θεωρώ πως σημαίνει την αυτοπειθαρχία του ατόμου, που τίθεται στα πλαίσια μιας αυστηρώς καθορισμένης συλλογικής δράσης εξίσου επιβαλλόμενης σε όλους, η υπεύθυνη πολιτική γραμμή των μελών αυτής της συλλογικότητας, που οδηγεί στην σύγκλιση και συμφωνία μεταξύ θεωρίας και πράξης”. Ο Μάχνο κλείνει το κείμενο με μια πολύ σημαντική φράση: “Η ευθύνη και η πειθαρχία δεν πρέπει να φοβίζουν τους επαναστάτες, μιας και είναι οι συνταξιδιώτες της πράξης του κοινωνικού αναρχισμού” .
Ένα χρόνο μετά από την μεταξύ τους συζήτηση ο Μαλατέστα εξέδωσε ένα κείμενο με τίτλο Σχετικά με την Συλλογική Ευθύνη, στο οποίο δηλώνει: “H ηθική ευθύνη (και στην περίπτωση μας δεν μπορούμε να μιλάμε για τίποτα άλλο εκτός από ηθική ευθύνη) είναι ατομική εκ φύσεως”. Εν συνεχεία υποστηρίζει πως: “εάν μια ομάδα συμφωνήσει να προχωρήσει σε μια δράση και κάποιος από τους εμπλεκόμενους δεν πραγματοποιήσει όσα είχε δεσμευτεί να κάνει έχοντας ως αποτέλεσμα την αποτυχία της δράσης, τότε όλοι θα πούνε πως ήταν δικό του λάθος, και επομένως αυτός είναι υπεύθυνος και όχι οι υπόλοιποι που έκαναν αυτό που είχαν συμφωνήσει να κάνουν μέχρι τέλους”.
Θεωρούμε πως όλα τα παραπάνω αποσπάσματα προσφέρουν διδάγματα στους ελευθεριακούς σε σχέση με το υπό εξέταση ζήτημα. Σκοπός της ομοσπονδίας μας είναι να έχει μια τέτοια οργάνωση και σχεδιασμό, ώστε να αναδειχθούν αυτά τα στοιχεία της δέσμευσης, της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας, χωρίς να δίνονται αφορμές για αυταρχικές στάσεις, που ξεπερνούν τα αποδεκτά ηθικά όρια, όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Η ηθική για εμάς είναι ένας από τους κεντρικούς άξονες της οργάνωσής μας.
Αυτά τα χαρακτηριστικά, σήμερα και πάντα, είναι θεμελιώδους σημασίας για την πραγμάτωση δράσεων οποιασδήποτε οργάνωσης ισχυρίζεται πως είναι σοβαρή και έχει ως στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Ας δούμε αυτό το ζήτημα χρησιμοποιώντας πρακτικά παραδείγματα από την ομοσπονδία μας. Η FARJ όπως είναι γνωστό δραστηριοποιείται σε δυο μέτωπα, αυτό της κοινότητας και αυτό των καταλήψεων. Για παράδειγμα για τις δραστηριότητες του μετώπου της κοινότητας, η διαχείριση του Centro de Cultura Social do Rio de Janeiro (CCS-RJ, Κοινωνικό Πολιτιστικό Κέντρο) απαιτεί την υπάρξη κάποιου προγράμματος, έτσι ώστε να υπάρχουν άτομα της ομοσπονδίας στο κέντρο τις συμφωνημένες μέρες, με στόχο την επίτευξη των προγραμματισμένων δράσεων και την διατήρηση του χώρου ως ένα ζωντανό κέντρο. Η διαχείριση έχει να κάνει κυρίως με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων προς τις κατευθύνσεις που έχουν παρθεί από την ομοσπονδία, την διασφάλιση πως οι λογαριασμοί του νερού, του ρεύματος κλπ. πληρώνονται στην ώρα τους (αξίζει να προσθέσουμε μια παρένθεση εδώ και να παραφράσουμε μια φράση ενός συντρόφου, που χρησιμοποιούσε για να μας υπενθυμίζει (την εξόφληση των λογαριασμών), λέγοντας πως δεν είναι και πολύ χρήσιμο να περιμένουμε το τέλος του μήνα για να πληρώσουμε τους λογαριασμούς του σουπερμάρκετ και να λέμε στον ταμεία “μα είμαι αναρχικός, είμαι εναντίον του καπιταλισμού”, μιας και αυτό δεν επιλύει τα προβλήματα αυτών που ζουν ακόμα εντός του καπιταλισμού). Τέλος πάντων, υπάρχει μια ολόκληρη σειρά καθηκόντων που η οργάνωση έχει να κάνει και τα οποία, αν δεν υλοποιηθούν, εμποδίζουν τους στόχους που έχουν τεθεί. Η δέσμευση ενός αγωνιστή λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, εάν συμφωνηθεί πως κάποιος αγωνιστής πρέπει για παράδειγμα να ανοίξει το CCS-RJ, αναμένεται από τους υπόλοιπους πως ο εν λόγω αγωνιστής θα παραβρεθεί την συμφωνημένη ώρα στο μέρος και θα υλοποιήσει την δράση. Το ίδιο προφανώς ισχύει και για όλες τις υπόλοιπες δράσεις που λαμβάνουν χώρα από το μέτωπο της κοινότητας, έτσι ώστε η βιβλιοθήκη Fabio Luz να λειτουργεί τις συμφωνημένες ώρες, τα βιβλία να κατηγοριοποιούνται, οι θεωρητικές συζητήσεις και η συγγραφή μπροσούρων να πραγματοποιούνται στην ομάδα Marques da Costa κλπ.
Στο μέτωπο των καταλήψεων τα πράγματα λειτουργούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη οι αγωνιστές να παρευρίσκονται στις συνελεύσεις των καταλήψεων και γιαυτό πρέπει να είναι ενήμεροι για τις μέρες, τις ώρες και τα θέματα των συνελεύσεων. Εν συνεχεία είναι σημαντικό οι αγωνιστές να συμμετέχουν στις συνελεύσεις σύμφωνα με τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί με το μέτωπο, σεβόμενοι και τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί προς επίτευξη. Οι αγωνιστές πρέπει επίσης να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι καταλήψεις να συνδέονται με άλλες, στο συντονιστικό φόρουμ που ονομάζουμε Διεθνιστικό Μέτωπο Αστέγων (Frente Internacionalista dos Sem-Teto, FIST). Η δέσμευση στην περίπτωση των καταλήψεων είναι ακόμα πιο σημαντική από αυτή του μετώπου της κοινότητας, μιας και στο μέτωπο της κοινότητας, ο καθένας δρα σε ένα περιβάλλον που υπάρχουν κυρίως σύντροφοι με παρόμοιες ηθικές αξίες, που έχει ως αποτέλεσμα τον βαθμό της οργάνωσης και δέσμευσης να είναι πιο χαλαρός. Στο περιβάλλον των μητροπολιτικών καταλήψεων, όπως και σε αυτά άλλων κοινωνικών κινημάτων,  υπάρχουν πολλές διαφορετικές ομάδες και, σε διάφορα χρονικά διαστήματα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε εχθρούς, όπως τις συμμορίες, την εκκλησία, τα πολιτικά κόμματα, τις καιροσκοπικές αριστερές οργανώσεις, καθώς και άλλους. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να επισημάνουμε την σημασία της οργάνωσης, της δέσμευσης και της πειθαρχίας, μιας και υπάρχει μια έντονη διαμάχη πάνω στο πολιτικό πεδίο (και δύναμη), το οποίο σημαίνει πως αν οι αναρχικοί δώσουν χώρο ή έχουν προβλήματα δέσμευσης κλπ, θα δώσουν την ευκαιρία στις υπόλοιπες οργανώσεις που δραστηριοποιούνται να αποκτήσουν τον έλεγχο του ίδιου του κοινωνικού κινήματος. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως πολιτικό περιθώριο, γιαυτό οποιαδήποτε έλλειψη δέσμευσης και ευθύνης στην πραγμάτωση των δράσεων μας δημιουργεί τον χώρο και την ευκαιρία στους υπόλοιπους να επωφεληθούν από αυτό. Εάν θέλουμε οι ελευθεριακοί να είμαστε σε θέση να μπορούμε να επηρεάσουμε ένα κοινωνικό κίνημα περισσότερο από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται σε αυτό είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι πρέπει να εργαστούμε με τη μεγαλύτερη δυνατή υπευθυνότητα.
Καταλήγουμε τονίζοντας ότι το έργο μας δεν μπορεί να είναι κάτι που λαμβάνει χώρα περιστασιακά και ότι είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε κάποιες φορές, όποτε μας κάνει κέφι. Η δέσμευση που παίρνουμε ως ομοσπονδία, απαιτεί να είμαστε υπεύθυνοι για την αντίστοιχη συνέπεια των δράσεων μας. Αυτό είναι αρκετά δύσκολο μιας και πολλές από τις μάχες που δίνουμε χάνονται. Είναι όμως η μαχητική μας θέληση και δέσμευση που θα μας κάνουν να προχωρήσουμε μέρα με τη μέρα, για να αναπτύξουμε τις δράσεις της ομοσπονδίας και έτσι να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια και να προετοιμάσουμε το έδαφος για τους μακροπρόθεσμους στόχους μας. Έτσι αντιλαμβανόμαστε πώς μπορούμε να βαδίσουμε προς την ελευθερία.

Ψυχική Υγεία: Η επικινδυνότητα αναπαραγωγής της Επικινδυνότητας

του Κώστα Μπαϊρακτάρη

 

Σήμερα στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, είμαστε μάρτυρες μιας περιόδου βίαιης ανακατανομής του πλούτου —μίας καπιταλιστικής κρίσης. Η κρίση αυτή προσλαμβάνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε μία χώρα, όπως η Ελλάδα, στην οποία συναντάμε τον καπιταλισμό στην πιο χυδαία και διεφθαρμένη μορφή του. Μία χώρα που διαχρονικά κυβερνάται από το πιο παρασιτικό, το πιο απάνθρωπο —άρα και πιο παθολογικό— κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που τη μετέτρεψε σε οικονομικό προτεκτοράτο των τραπεζιτών ,του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των δυνάμεων εκείνων που ηγεμονεύουν μονοπωλιακά  ως σύγχρονοι αποικιοκράτες στην  Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αναφερόμαστε σε ένα πολιτικο-κοινωνικό σύστημα το οποίο για να μπορέσει να διατηρήσει και να αναπαράγει την εξουσία του ακυρώνει τους ίδιους τους αστικοδημοκρατικούς του θεσμούς ξευτιλίζοντας το ίδιο το αστικό κοινοβούλιο, τρομοκρατεί τον πληθυσμό και ενεργοποιεί τα πιο κτηνώδη ένστικτα για εξουσία, απαξιώνει τον άνθρωπο και αναδεικνύει την απανθρωπιά ως βασικό συστατικό της υπόστασής του. Χρησιμοποιεί μέσα οικονομικού εκμαυλισμού του λαού και προάγει συστηματικά τον ατομικισμό με στόχο την ανάδειξη του ανθρώπου σε καταναλωτή και πελάτη. Προάγει τον ανταγωνισμό, την ξενοφοβίακαι την αλληλοεξόντωση, δηλαδή την πιο ακραία μορφή της αλλοτρίωσης. Διεισδύει και διαχέει τον έλεγχό του στο κοινωνικό σώμα, ενισχύει την κρατική βία και καταστολή έχοντας στην υπηρεσία του διαπλεκόμενες επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που μετατρέπουν τη βαρβαρότητα σε «είδηση» και τους αναγνώστες/τηλεθεατές σε θεατές της ίδιας της εξαθλίωσής τους, ανταποκρινόμενες, με αυτόν τον τρόπο, στο συστημικό τους ρόλο ως εργαλεία μνημονιακής χειραγώγησης αλλά και χύτρες κοινωνικής εκτόνωσης. Τα καθημερινά πλήγματα που δέχονται οι εργαζόμενοι σε μισθούς, συντάξεις, ασφάλιση και εργασιακά δικαιώματα αποτυπώνονται με τον πιο επώδυνο τρόπο στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας και της Κοινωνικής Πολιτικής.

Σε αυτό το πολιτικο-οικονομικό περιβάλλον εντάσσεται και η επιβαλλόμενη από του τοκογλύφους μνημονιακή υποχρέωση των κυβερνώντων για μείωση του αριθμού των δημοσιών υπαλλήλων και επιτάχυνση του «εκσυγχρονισμού» και της «μεταρρύθμισης» της ψυχικής υγείας μέσω της με δημοσιονομικά κριτήρια κατάργησης των ψυχιατρείων. Η άκριτη και ξαφνική, σε στενά μνημονιακά χρονοδιαγράμματα, διακομιδή ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία σε «ψυχοκοινωνικές μονάδες» του ιδιωτικού και του κρατικοδίαιτου μη-κυβερνητικού/ μη- κερδοσκοπικού τομέα, όπως αυτή περιγράφεται και στο έκτρωμα του αναθεωρημένου προγράμματος «Ψυχαργώς» δεν προκύπτει από την ιστορική ανάγκη αναθεώρησης του κυρίαρχου ψυχιατρικού παραδείγματος και την εφαρμογή εναλλακτικών μορφών υποστήριξης των συνανθρώπων μας αλλά από την δημοσιονομική ανάγκη για συρρίκνωση του δημόσιου αγαθού της υγείας και στον τομέα της ψυχικής υγείας. Παράλληλα αναδεικνύεται και ένα«εκσυγχρονιστικό» και δήθεν αποϊδεολογικοποιημένο νέο-ψυχιατρικό κατεστημένο (ως πλυντήριο της κλασσικής ψυχιατρικής) που στηρίζει «επιστημονικά» τα ανομήματα των εντολοδόχων της Τροϊκα και αδίστακτων πολιτικών τους.

Οφείλουμε όμως να ομολογήσουμε ότι οι όψιμες αντιδράσεις πολλών εργαζομένων στον τομέα της ψυχικής υγείας ενάντια στις μετακινήσεις, τις απολύσεις και τον νεοφιλελεύθερο εκσυγχρονισμό δεν ακυρώνουν το βάρος της μέχρι τώρα αδιαφορίας στον εγκλεισμό και την εξαθλίωση πολλών επαγγελματιών απέναντι σε αυτούς που τώρα επικαλούνται ότι προστατεύουν, δηλαδή τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία. Δεν ακυρώνουν το βάρος της παραγωγής και αναπαραγωγής στο κοινωνικό σώμα κοινωνικά επικίνδυνωνεννοιών όπως αυτή της επικινδυνότητας και της κατασκευής της ανάγκης επιτήρησης και ελέγχου των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία που προκύπτουν από αυτές.

Χαρακτηριστικά είναι τα επιχειρήματα που εμπεριέχονται στo εξώδικο που κατέθεσαν πρόσφατα εργαζόμενοι του ΨΝΘ με αφορμή την βίαιη μετεγκατάσταση των εγκλείστων στα πλαίσια εφαρμογής των μνημονιακών δεσμεύσεων:

«…Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν ότι οι επιλεγέντες χώροι είναι ακατάλληλοι, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την εγκατάσταση και λειτουργία ψυχιατρικών κλινικών και εγκυμονούν κινδύνους για τους ψυχικά ασθενείς, τους εργαζόμενους και τους επισκέπτες των νοσοκομείων..”

Η λογική αυτή και οι πρακτικές που προκύπτουν από αυτήν είναι και οι παράγοντες που συνοδεύουν ιστορικά την διεργασία δημιουργίας των ψυχιατρικών ασύλων και του ιδρυματικού εγκλεισμού

Αν δεν συνδεθούν οι αντιδράσεις των εργαζομένων με την ανάγκη υποστήριξης των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία, αν οι εργαζόμενοι δεν ακυρώνουν καθημερινά στην πράξη την ψυχιατρική βαρβαρότητα, αν δεν καταγγείλουν και αν δεν αγωνιστούν από κοινού με τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία για την αποκατάσταση αυτών των δικαιωμάτων δικαίως θα κατηγορηθούν για συντεχνιακά κίνητρα και έλλειμμα αλληλεγγύης σε έναν κοινό αγώνα.

πηγή: http://www.psyspirosi.gr/

ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΣΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΟΚΑ, ΑΛΚΟΟΛ Ή ΚΑΙ ΧΑΣΙΣΙ!

Ο ΚΡΑΤΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΗΝ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ, ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΕΛΛΕΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ

Οι ανθρώπινες σκιές που σέρνονται από πιάτσα σε πιάτσα, οι αποστεωμένες φιγούρες, που κοκαλώνουν σε κάποιο παγκάκι ή στα «υποβαθμισμένα» στενά του λεγόμενου ιστορικού κέντρου της Αθήνας, οι χιλιάδες «καταραμένοι», που λόγω της φτώχιας θα ζητιανέψουν για την δόση τους ή θα κλέψουν, πληθαίνουν συνεχώς.

Είναι γεγονός πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το κράτος εδώ και καιρό δεν διαχειρίζεται μόνο τη διατήρηση αυτής της κατάστασης, αλλά και τους όρους μιας άνευ προηγούμενου εξάπλωσής της. Σ’ αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση συντείνουν τόσο η εξασφάλιση της σιωπής, όσο και η μετατόπιση του «ενδιαφέροντος» στις «παρενέργειες» της παρουσίας πλήθους τοξικοεξαρτημένων στο λεγόμενο ιστορικό κέντρο της πόλης.

Έτσι, οι πάνω από 300 νεκροί από ηρωίνη τον χρόνο δεν απασχολούν καν τα μονόστηλα των εφημερίδων, ενώ το «θέμα» φαίνεται ότι έχει χαρακτηριστεί ως «απαγορευμένο» ακόμα και για την «πιάτσα» των «ειδημόνων». Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς, γιατί απουσιάζουν εκκωφαντικά αφίσες ενάντια στην νάρκωση και την εξάρτηση από κάθε λογής ουσίες, ή που σπανίζουν τα σποτάκια στην τηλεόραση σε σχέση με το «ζήτημα» και δεν θα αντιληφθεί κανενός είδους συστηματική προσπάθεια να αναδειχθεί το μέγεθος και οι επιπτώσεις αυτού του πραγματικού πολέμου με «θύματα» εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.

Αδικούμε όμως ορισμένους.

Πρόκειται για τους πάσης φύσεως διαφημιστές της χρήσης ουσιών που επαναλαμβάνουν μονότονα το ίδιο και το ίδιο τροπάρι περί «ελεύθερης επιλογής», περί χρήσης και όχι κατάχρησης, περί «κοινωνικής αναγκαιότητας» της αποποινικοποίησης και του διαχωρισμού «σκληρών» και «μαλακών» ναρκωτικών. Αδικούμε τους «εισαγγελείς» που καταδικάζουν όποιον παραβιάζει τα επίσημα κυκλώματα διακίνησης κι εμπορίας ουσιών νάρκωσης και «διέγερσης», ενώ βγαίνουν ευχαριστημένοι από ένα θέατρο ή κέντρο διασκέδασης, όπου οι χρήστες «ευγενών» ουσιών προσφέρουν στο φιλοθεάμον κοινό ένα πλούσιο «καλλιτεχνικό» πρόγραμμα.

Αδικούμε αυτούς που μιλούν ενάντια στην πρέζα την ίδια στιγμή που λανσάρεται η χρήση κοκαΐνης, του «χόρτου», των χαπιών αλλά και πάσης φύσεως αλκοολούχων στα πλαίσια του life style ή της προσπάθειας υπεκφυγής των σκληρών και καταπιεστικών συνθηκών «ζωής». Αυτές οι συνθήκες, όσο χειροτερεύουν μέσα από το «βάθεμα της κρίσης» τόσο ωθούν ανθρώπους στη χρήση ουσιών.

Όμως η αλήθεια είναι πως ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΣΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΟΚΑ, ΑΛΚΟΟΛ Ή ΚΑΙ ΧΑΣΙΣΙ!

Διάφορα επιχειρήματα χρησιμοποιούνται συχνά και από «επιφανείς» εκπροσώπους κομμάτων, που παρουσιάζονται έτοιμοι να συζητήσουν «λύσεις» προς την κατεύθυνση της «ελεύθερης επιλογής» και του διαχωρισμού των ουσιών σε «σκληρές» και «μαλακές».

Θα το επαναλάβουμε για μιαν ακόμη φορά. Είναι αλήθεια ότι η ποινική μεταχείριση που επιφυλάσσει το κράτος και οι μηχανισμοί του στους τοξικοεξαρτημένους, που φυλακίζονται κυρίως για μικροκλοπές μεγαλώνει τον εφιάλτη τους. Είναι αλήθεια ότι η πρέζα δεν έλλειψε ποτέ στους έγκλειστους των κολαστηρίων, ούτε τα ψυχοφάρμακα που μοιράζονται με την σέσουλα στα ψυχιατρεία των φυλακών για να διατηρείται η τάξη και η ηρεμία στα κρατικά μπουντρούμια. Άλλο τόσο, όμως, είναι αλήθεια ότι το να διαπραγματεύεται κάποιος με το κράτος τα όρια της νομιμότητας της κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών σημαίνει συμμετοχή στην διαχείριση του προβλήματος.

Εκτός αν νομίζει κανείς ότι οι εξουσιαστές μετανιωμένοι για τις ευθύνες τους είναι έτοιμοι να επανορθώσουν. Εκτός και αν πιστεύει κανείς ότι έχει πάψει να αποτελεί κοινωνική πεποίθηση ότι οι μπάτσοι ελέγχουν την διακίνηση των ναρκωτικών και ότι το κράτος και οι συνθήκες καταπίεσης και εκμετάλλευσης σπρώχνουν ολοένα και περισσότερους ανθρώπους στην εξαθλίωση μέσω της εξάρτησης από διάφορες ουσίες.

Θα το επαναλάβουμε.

Το κράτος και οι μηχανισμοί του ήταν και παραμένουν πρόθυμοι να αποκτήσουν συνενόχους σε κάθε τους έγκλημα. Είναι έτοιμοι να δεχθούν κάθε πρόταση και ιδέα για την ρύθμιση μιας «ανυπόφορης» κατάστασης. Άλλωστε οι δημοκρατικοί θεσμοί είναι σαν το λάστιχο. Μπορεί κάποιος να ζητήσει να τεντώσουν λίγο παραπάνω. Φθάνει να μην σπάσουν. Φθάνει κανείς να τους αναγνωρίζει. Να ζητά την βελτίωση των κακώς κειμένων. Φθάνει για να κερδίσει «κάτι» παραπάνω να δίνει άλλοθι στον εξουσιαστικό συρφετό.

Εκτός αυτού, όμως, στην κυριολεξία παραβιάζουν ανοικτά «παράθυρα» όσοι διεκδικούν από το κράτος να προχωρήσει στις περιβόητες αντιαπαγορευτικές πολιτικές. Οι εξουσιαστές έχουν αποδείξει τις ικανότητές τους να εμφανίζουν τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις τους ως κοινωνικά αιτήματα, τα οποία δήθεν ενστερνίζονται ύστερα από διεκδικητικές πιέσεις. Το παραμύθι είναι παλιό, γνωστό και δοκιμασμένο. Ειδικά σε περιόδους «κρίσεων», καταρράκωσης των αυταπατών περί «κεκτημένων» εργασιακών ή άλλων. Ειδικά σε κοινωνικούς χώρους όπου με εκκωφαντικό τρόπο έχει καταγραφεί η κοινωνική ανυποταξία. Και ακόμα περισσότερο όταν ένα πλήθος νέων ανθρώπων παραμένει σταθερά μακριά από κάθε κόμμα με συνειδητά στραμμένη την πλάτη στην πολιτική.

Το ζήτημα, λοιπόν, για τους αναρχικούς δεν είναι να προτείνουν τρόπους, ώστε να εξωραϊστεί η «προβληματική» εικόνα χιλιάδων κολασμένων, που περιφέρονται στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, ανάμεσα τους και πλήθος μεταναστών. Το ζήτημα για τους αναρχικούς δεν είναι να βρουν τρόπους να συνταχθούν ουσιαστικά με τις εξουσιαστικές λογικές αγωνιζόμενοι για «καθαρές» πλατείες και μάλιστα «ιστορικές», την ίδια στιγμή που δημαρχαίοι, ιδιοκτήτες ακινήτων, μεγαλοεργολάβοι και κάθε είδους επίδοξοι αναπλάστες υπερασπίζονται τα ιερά και τα όσια μιας άλλης «ιστορικότητας», αυτής του κέντρου της Αθήνας.

Και όμως η πραγματικότητα είναι τόσο γυμνή. Ένας πραγματικός στρατός από κάθε είδους αστυνομικές δυνάμεις ελέγχει ολοένα και πιο ασφυκτικά «ιστορικά» κέντρα και πλατείες. Ελέγχει τη διακίνηση ουσιών, ορίζει και μετακινεί πιάτσες τοξικοεξαρτημένων, αλλά και πιάτσες σωματεμπορίας. Ως εκ τούτου παραμένει το μεγάλο αφεντικό, που μπορεί να κάνει τα «στραβά μάτια» όταν θέλει, όπου θέλει και με όποιους όρους θέτει κάθε φορά. Ως εκ τούτου οι επιχειρήσεις «σκούπα» αναδεικνύουν τις εξουσιαστικές «αρετές» και μόνο αυτές.

Για εμάς οι τοξικοεξαρτημένοι δεν είναι μιάσματα, δεν είναι ανθρώπινα «απόβλητα», ούτε άρρωστοι, ούτε εγκληματίες. Γιατί πιστεύουμε ότι ακόμα και μέσα από τα ανθρώπινα πολλές φορές συντρίμμια μπορεί να ορθωθεί η αξιοπρέπεια. Γιατί δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε τους τοξικοεξαρτημένους ούτε να τους χαρακτηρίσουμε ως «τελειωμένους».

Κάθε είδους ανοχή στην νάρκωση και την εξάρτηση από ουσίες δεν μπορεί παρά να είναι ασυμβίβαστη με τον αγώνα για την ελευθερία και την αναρχία.

Ο αγώνας ενάντια σε κράτος και εξουσία είναι και αγώνας ενάντια σε κάθε είδους νάρκωση, εξάρτηση και καταστολή.

anarchy.gr

(Δημοσιεύτηκε από Συσπείρωση Αναρχικών)

Το σκάνδαλο ‘Ψυχαργώς’ στην μνημονιακή ολοκλήρωσή του: Ιδιωτικοποίηση της Ψυχικής Υγείας και εξαθλίωση των ψυχικά πασχόντων

αντίσταση στην διάλυση της δημόσιας ψυχικής υγείας

σημαίνει διεκδίκηση ενός χειραφετητικού συστήματος

που αποκαθιστά τον Λόγο και τα δικαιώματα

των συνανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία

 

 

Ένα προμελετημένο έγκλημα βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη στη χώρο της Ψυχικής Υγείας, με την αδίστακτη εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών μέσω του μνημονίου, που οδηγούν με ραγδαίους ρυθμούς στην περαιτέρω κοινωνική απόρριψη/εξοστρακισμό των ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας, μέσα από την πλήρη και στοχευμένη απεξάρθρωση/διάλυση του συστήματος των δημόσιων υπηρεσιών και την αντικατάστασή τους από πλήρως ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες, κερδοσκοπικές και δήθεν «μη κερδοσκοπικές» (ΜΚΟ), όπου πρόσβαση θα έχουν μόνο όσοι θα μπορούν να πληρώσουν.

 

Το «σύμφωνο Λυκουρέντζου-Αντόρ», στο οποίο προβλέπεται το «κλείσιμο των ψυχιατρείων» (ΨΝΑ, Δρομοκαίτειο, ΨΝΘ) μέχρι το τέλος του 2015, είναι ακριβώς το σύμφωνο αυτής της ιδιωτικοποίησης, καθώς η δέσμευση για το fast track κλείσιμο των δημόσιων ψυχιατρείων «πληρώθηκε», από τη ΕΕ, με 105 εκ. ευρώ για την διάσωση των ΜΚΟ της ψυχικής υγείας για τρία χρόνια, έτσι ώστε να στηριχτεί η διαδικασία του κλεισίματος και ταυτόχρονα να δοθεί ο χρόνος στις ΜΚΟ για να βρουν (όσες από αυτές καταφέρουν να βρουν) τρόπους επιβίωσης και πηγές χρηματοδότησης, ώστε, από το 2016, να υποκαταστήσουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των δημόσιων υπηρεσιών. Πηγές χρηματοδότησης μη κρατικές, πλέον, αλλά από τα ίδια τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας που λαμβάνουν τις υπηρεσίες τους Από αυτή την άποψη, δεν ήταν χωρίς αποτέλεσμα τα «πάνω-κάτω» τα ταξίδια στελεχών των κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων του Δικτύου ‘Αργώς’, από τους διαδρόμους του Υπουργείου στις Βρυξέλλες, μέχρις ότου επιτευχθεί το σύμφωνο.

 

Η επίκληση των προ 15ετίας τεθέντων στόχων του ‘Ψυχαργώς’ για το «κλείσιμο των ψυχιατρείων το 2015» είναι καθαρά προσχηματική καθώς καμιά από τις προϋποθέσεις που θα έκαναν δυνατό το «κλείσιμο» δεν πραγματοποιήθηκε: ούτε οι εκάστοτε ηγεσίες του Υπουργείου είχαν ποτέ μια συγκροτημένη πολιτική για την Ψυχική Υγεία στην κατεύθυνση ενός «βασισμένου στην κοινότητα» συστήματος, ούτε η ψυχιατρική κοινότητα, στην πλειονότητά της, έδειξε ενδιαφέρον για μια ψυχιατρική μεταρρύθμιση ως ξεπέρασμα του κυρίαρχου ψυχιατρικού παραδείγματος, προς μια ψυχιατρική «κουλτούρα, πρακτική και σύστημα» συνυφασμένων με την αποκατάσταση του Λόγου και των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία.

 

Βέβαια, για να γίνει δυνατή η όποια συζήτηση και για να ξεσκεπαστούν τα όποια άλλοθι της στυγνής εφαρμογής των περικοπών του μνημονίου, πρέπει να ξεκαθαριστεί τι εννοεί ο καθένας με το «κλείσιμο του ψυχιατρείου» : εννοεί την υπέρβαση της ιδρυματικής ψυχιατρικής και του ψυχιατρικού παραδείγματος στο οποίο βασίζεται, προς ένα ολοκληρωμένο, βασισμένο στην κοινότητα, δίκτυο υπηρεσιών, έτσι ώστε το «κλείσιμο του ψυχιατρείου» να έλθει όταν οι υπηρεσίες που θα το αντικαταστήσουν θα έχουν ήδη μπει σε λειτουργία (δηλαδή, την Αποιδρυματοποίηση), ή εννοεί την απλή κατάργησή του, στη λογική της Απονοσοκομειοποίησης, με το πέταγμα ασθενών και προσωπικού στο δρόμο και το πέρασμα μεγάλου μέρους των λειτουργιών του στον ιδιωτικό τομέα;

 

Σε κάθε περίπτωση, η «ελληνική ψυχιατρική μεταρρύθμιση» μετατράπηκε – με πλυντήριο και την λεγόμενη «Κοινωνική Ψυχιατρική» – σε μιαν απλή χωροταξική μετεγκατάσταση της ιδρυματικής ψυχιατρικής στην κοινότητα. Μεταστέγαση, δηλαδή, των χρονίως νοσηλευομένων των ψυχιατρείων σε εξωνοσοκομειακές στεγαστικές δομές, ξενώνες, οικοτροφεία, προστατευόμενα διαμερίσματα. Δομές που συχνά αναπαράγουν την ιδρυματική λογική, χωρίς καμιά αλλαγή του «παραδείγματος», καμιά αλλαγή του «τρόπου σκέψης και πράξης» της ψυχιατρικής, καμιά συστημική αλλαγή: απόδειξη ότι το 55% των νοσηλειών πανελλαδικά εξακολουθούν να είναι ακούσιες.

 

Δεν έγιναν ποτέ τα «ολοκληρωμένα δίκτυα των κοινοτικών υπηρεσιών» (με ΚΨΥ κλπ), που θεωρούνται προϋπόθεση για το κλείσιμο των ψυχιατρείων. Δεν έχει γίνει, «παραμονές του κλεισίματος», ούτε καν το πρώτο (και εκ των ουκ άνευ) βήμα στην όποια διαδικασία ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, που είναι η τομεοποίηση των υπηρεσιών.

 

Αυτό που δημιουργήθηκε είναι ένα νεο-ιδρυματικό σύστημα, όπου, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αναπαράγεται η ιδρυματική καθημερινότητα, η αφαίρεση του Λόγου και της ελευθερίας των «φιλοξενούμενων», ή των «χρηστών» των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, με όρους και συνθήκες όπου δεν υπάρχει ο άνθρωπος ως ύπαρξη με τις ανάγκες της, αλλά, ιδιαίτερα στις μέρες μας, αποκλειστικά η εκπλήρωση των μνημονιακών δεσμεύσεων.

 

Εμπειρίες/νησίδες, όπως, μεταξύ άλλων, αυτή του ψυχιατρείου Χανίων στην Κρήτη, του οποίου το κλείσιμο συνοδεύτηκε, σε σημαντικό βαθμό, από την δημιουργία δικτύου τομεοποιημένων, εναλλακτικών κοινοτικών υπηρεσιών, δεν αποτελούν παρά εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

 

Ηδη από την δεκαετία του ΄90 παρατηρούμε την σταδιακή εμφάνιση πολιτικών και πρακτικών ιδιωτικοποίησης της δημόσιας φροντίδας ψυχικής υγείας. Από το 2000, με το ‘Ψυχαργώς’, η ιδιωτικοποίηση παίρνει τη μορφή της ραγδαίας ανάπτυξης τόσο του κρατικοδίαιτου «μη-κυβερνητικού» τομέα, όσο και του εμπορευματοποιημένου παραδοσιακού ιδιωτικού ψυχιατρικού τομέα.

 

Ο πακτωλός κοινοτικών κονδυλίων για την λεγόμενη «ψυχιατρική μεταρρύθμιση» και η «αγωνία» της απορρόφησης των διαθέσιμων κονδυλίων αποτελούν τα οχήματα επιτάχυνσης της λεγόμενης «αποασυλοποίησης», του δήθεν εκσυγχρονισμού, αλλά και της μετάβασης σε σχέδια και πρακτικές όχι με οδηγό την αλλαγή του επιστημονικού παραδείγματος και την Αποϊδρυματοποίηση, αλλά την συνέχιση της διαχείρισης των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία από ειδικούς, πολιτικούς και επιχειρηματίες, δηλαδή την κατασκευή νέων χώρων κοινωνικού αποκλεισμού.

 

Ο «τρίτος πυλώνας», οι «μη κυβερνητικές» οργανώσεις, γνωρίζει πρωτοφανή ανάπτυξη. Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του πυλώνα – σε πείσμα ακόμα και της ιστορικής προέλευσης των πραγματικών μη-κυβερνητικών οργανώσεων ως πολιτικά και οικονομικά ανεξάρτητα από κυβερνήσεις και οικονομικά συμφέροντα κινήματα – η χρηματοδότησή τους από δημόσιους, εθνικούς και κοινοτικούς, πόρους.

 

Οι «εκθέσεις ιδεών» διαφόρων εμπειρογνωμόνων για την «ψυχιατρική μεταρρύθμιση» στην Ελλάδα συγκροτούν περισσότερο βιβλιογραφικά αναγνώσματα ξένων εμπειριών και άλλοθι απορρόφησης κονδυλίων παρά Εθνικά Σχέδια για μιαν άλλη συνάντηση με τον ψυχικό πόνο και τους ψυχικά πάσχοντες. συνανθρώπους μας. Στην πραγματικότητα, ο ρόλος των αρμόδιων οργάνων από πλευράς ΕΕ ήταν η διασφάλιση της ύπαρξης και της ενίσχυσης των ΜΚΟ, ως μέρους μιας κίνησης ιδιωτικοποίησης και βαθμιαίας απόσυρσης (και ταυτόχρονα αυστηρής λογιστικής προσέγγισης) του δημόσιου σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, καθώς και η μέσω δήθεν «κριτικών επισημάνσεων» διασφάλιση της απορρόφησης των κονδυλίων, για ένα δυσλειτουργικό νεο-ιδρυματικό μόρφωμα, για το οποίο καμιά πλευρά, ούτε αυτοί που έλαβαν το χρήμα, ούτε αυτοί που το έδιναν, δεν μπορούν τώρα να υποκρίνονται ότι «δεν ήξεραν», επί τόσα χρόνια, τι γινόταν, τι ήταν αυτό που παράγονταν, τι ήταν αυτό στο οποίο συναινούσαν να παράγεται..

 

Είναι σαφές ότι αυτό που επιβάλλει την τρέχουσα πολιτική του Υπουργείου δεν είναι η προ 15ετίας δέσμευση για το «κλείσιμο των ψυχιατρείων» ως προϊόντος της (μόνο ως ανέκδοτο, πλέον) «ολοκλήρωσης της μεταρρύθμισης», αλλά η μνημονιακή δέσμευση για προσαρμογή (σύνθλιψη) και της Ψυχικής Υγείας στη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Στην πλήρη, λογιστικού τύπου προσαρμογή της Ψυχικής Υγείας στους «διατιθέμενους πόρους», δηλαδή, σε μηδενικούς πόρους, γιατί μόνο αυτούς διαθέτει το σύστημα για τους ψυχικά πάσχοντες και όλες γενικά τις κοινωνικές ομάδες (σήμερα πια, για την πλειονότητα της κοινωνίας) που αντιμετωπίζει ως αντιπαραγωγικές, ως κοινωνικό βάρος και περιττές.

 

Η πολιτική για την Ψυχική Υγεία, όπως για την Υγεία γενικότερα, συμπυκνώνεται στα θέσφατα που, με το γνωστό του τρόπο, εκφράζει ο Υπουργός Υγείας Αδ. Γεωργιάδης : «Δεν είναι ώρα για το κράτος ν΄ αυξήσει τις δομές του αλλά να τις μειώσει», «οι δομές που θα μείνουν, θα λειτουργούν με τη μορφή των ιδιωτικών σε ένα βαθμό», «ο ιδιωτικός τομέας είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από τον Δημόσιο», «να δούμε ποια (δομές ψυχ. υγείας) μπορούμε να χρηματοδοτούμε και ποια όχι», «δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε την πρόσβαση όλων των πολιτών στην Υγεία» κοκ.

 

Το σχέδιο που υλοποιούν είναι αυτό της ‘Αναθεώρησης του Ψυχαργώς’, που συνέταξε επιτροπή που είχε συστήσει ο τότε Υπουργός Υγείας Λοβέρδος, αποτελούμενη από γνωστούς ιδιοκτήτες ΜΚΟ, που έχουν συντελέσει στην ιδιωτικοποίηση της Ψυχικής Υγείας (και οι οποίοι ποντάρουν στην περαιτέρω ιδιωτικοποίησής της), καθώς και από «πάντα πρόθυμους» συνεργάτες από τα ψυχιατρεία.

 

Αυτό που προβλέπεται είναι η εκχώρηση των πάντων, ακόμα και των Κέντρων Ψυχικής Υγείας, στον ιδιωτικό τομέα και η ανάθεση στο Δημόσιο μόνο της επιτήρησης/φύλαξης των «ακαταλογίστων» του άρθρου 69 (αν και, ακόμα και γι΄ αυτό, αφήνονται παράθυρα να το αναλάβουν ιδιωτικές εταιρείες), καθώς και της νοσηλείας «οξέων περιστατικών» σε μονάδες «δημόσιων» νοσοκομείων. Είναι ένα σχέδιο/όχημα της ιδιωτικοποίησης, της συρρίκνωσης/συγχώνευσης υπαρχόντων μονάδων, απολύσεων του προσωπικού και πετάγματος των ασθενών στους δρόμους.

 

Ηδη, η μια υπουργική εγκύκλιος/απόφαση μετά την άλλη επιχειρούν να επιβάλλουν ένα όχι απλά «κλείσιμο», αλλά μια ταχεία, όπως-όπως, εκδίωξη (μετακίνηση, όπως το λένε) των ασθενών χρόνιας παραμονής από τα ψυχιατρεία – πολλών εξ΄ αυτών σε ιδρύματα/κολαστήρια «προνοιακού» τύπου, όπως των Λεχαινών κλπ, αλλά και στο δρόμο. Πρόκειται όχι για μια «μετάβαση σε στεγαστικές δομές», που απαιτεί τους χρόνους της, το εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο και τις κατάλληλες δομές, αλλά για «έξωση» – μια έξωση σε άμεσο συγχρονισμό με την «έξωση» του προσωπικού, με τις διαθεσιμότητες/κινητικότητες που ετοιμάζονται και οι οποίες κάνουν το όλο εγχείρημα πιστό αντίγραφο της πολιτικής του πρώτου διδάξαντος στην Καλιφόρνια της δεκαετίας του 60, του μετέπειτα προέδρου των ΕΠΑ Ρ. Ρήγκαν, όταν έκλεισε τα ψυχιατρεία, απέλυσε το προσωπικό και πέταξε τους ασθενείς στο δρόμο. Σήμερα, ωστόσο, πρόκειται για ένα εγχείρημα που προοιωνίζεται να έχει πολύ χειρότερα αποτελέσματα, ακόμα και από αυτά που είχε εκείνο, που έδωσε, τότε, το όνομά του (ρηγκανισμός) στις πρακτικές αυτής της διαδεδομένης, έκτοτε, ανά την υφήλιο και νεοφιλελεύθερης κοπής, Απονοσοκομειοποίησης.

 

Μια από αυτές τις εγκυκλίους επιτάσσει ανώτατα όρια χρόνου νοσηλείας για τους νοσηλευόμενους στις ψυχιατρικές μονάδες, σε λογικές όπου η μείωση του χρόνου νοσηλείας δεν θα σημαίνει το ξεπέρασμα των πρακτικών εγκλεισμού και ιδρυματισμού και την στήριξη στην κοινότητα, αλλά την ταχεία καταστολή της «οξείας ψυχοπαθολογίας» – έχει ήδη μπει στα σκαριά η επέκταση της χρήσης του ηλεκτροσόκ – και το «γρήγορο εξιτήριο», με όποιες συνέπειες κι΄ αν έχει αυτό για τον ασθενή. Προβλέπει, επίσης, και διαδικασίες που θα επιτρέπουν στο μέλλον και την έξωση από τις στεγαστικές δομές, με κριτήρια που πάντα θα είναι σε θέση να επινοούνται, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της δημοσιονομικής προσαρμογής.

 

Καθώς με την ταχεία, όπως – όπως, πλήρωση των λιγοστών κενών θέσεων στις όποιες στεγαστικές δομές, δεν θα υπάρχει, στο προσεχές μέλλον, δυνατότητα φιλοξενίας σ΄ αυτές και με δεδομένη την ανυπαρξία κοινοτικών μονάδων «στήριξης στον τόπο κατοικίας» των ανθρώπων που θα παίρνουν το «γρήγορο εξιτήριο» (αλλά και κοινωνικών παροχών για να μπορούν να τραφούν, να έχουν πρόσβαση στη θεραπεία τους και γενικά να επιβιώσουν), το ήδη υπαρκτό φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» θα γίνει ο κανόνας : η εναλλαγή του κοινωνικού αποκλεισμού με τον εγκλεισμό, νοσηλεία για γρήγορη καταστολή και «έλεγχο των συμπτωμάτων» και επιστροφή στο «χώρο του κοινωνικού αποκλεισμού» για όσο διάστημα η ψυχική οδύνη δεν γίνεται «ενοχλητική», έτσι ώστε να γίνει «αντικείμενο προσοχής» και να κινητοποιήσει τους σχετικούς μηχανισμούς του κοινωνικού ελέγχου.

 

Θεωρούμε ότι η απάντηση σ΄ αυτή την ανθρωπιστική καταστροφή που προωθεί με την πολιτική της η τωρινή ηγεσία του Υπουργείου Υγείας (και η οποία, στα περιεχόμενά της, αγγίζει και δομικά σχετίζεται με τις αντιλήψεις της Χρυσής Αυγής περί «στείρωσης και ευθανασίας των ψυχικά πασχόντων»), δεν είναι η υπεράσπιση του ψυχιατρείου (ενός άκρως αντιθεραπευτικού και κατασταλτικού θεσμού), αλλά η πιο σθεναρή από ποτέ διεκδίκηση της ουσίας αυτού που ήταν πάντοτε η υπέρβαση του ψυχιατρείου: η κατάργηση της ιδρυματικής βίας, των εξουσιαστικών σχέσεων, των πρακτικών του εγκλεισμού, η αποκατάσταση του Λόγου και των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία, η δημιουργία των όρων για ισότιμο διάλογο μεταξύ θεραπευτών και θεραπευομένων, η λήψη μέτρων για αξιοπρεπή κοινωνική, αλλά και εργασιακή, ένταξη, ο ενεργός πρωταγωνιστικός ρόλος των λειτουργών και των άμεσα ενδιαφερομένων ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στις διαδικασίες μετασχηματισμού και ξεπεράσματος του ιδρύματος, ενάντια σε άνωθεν διαδικασίες διοικητικού κλεισίματος και αδειάσματος του ψυχιατρείου, η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας κοκ.

 

Αυτές οι διαδικασίες είναι ασυμβίβαστες με οποιαδήποτε έννοια διαθεσιμότητας/κινητικότητας/απολύσεων του προσωπικού, και, αντίθετα, απαιτούν προσλήψεις προσωπικού.

 

Είναι ασυμβίβαστες με την επικείμενη παρακράτηση των συντάξεων των φιλοξενουμένων σε στεγαστικές δομές.

 

Είναι ασυμβίβαστες με την ύπαρξη ανασφάλιστων ψυχικά πασχόντων (και όχι μόνο), με τους ποικίλους περιορισμούς/εμπόδια/μειώσεις στις συντάξεις και τα επιδόματά τους, στην ανυπαρξία ευκαιριών εργασιακής ένταξης, συνεταιριστικών ή άλλων.

 

Είναι ασυμβίβαστες με την εγκαθιδρυμένη αδιαφορία για την μη εφαρμογή της όποιας νομοθεσίας προάγει την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους (για την ακούσια νοσηλεία, την δικαστική συμπαράσταση κλπ).

 

Θεωρούμε ότι πρέπει άμεσα να υπάρξει ένα πλατύ μέτωπο, ένα κίνημα «από τα κάτω», των ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία, λειτουργών των υπηρεσιών, οικογενειών, κοινωνικών κινημάτων, για να μην περάσουν αυτά τα εν τη ουσία ανθρωποκτόνα σχέδια. Να είναι το κίνημα αυτό μια ουσιαστική στιγμή στην διαδικασία αποκατάστασης του Λόγου των ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία και των δικαιωμάτων τους – ένα εκ των οποίων είναι η άμεση ακύρωση, με νομοθετική πράξη, της παρακράτησης των συντάξεων.
Να διεκδικηθεί η άμεση ακύρωση του «συμφώνου Λυκουρέντζου-Αντόρ» και όλων των μνημονιακών πολιτικών που κρύβονται πίσω από αυτό.

 

Να υπάρξει επαρκής χρηματοδότηση για την Ψυχική Υγεία και ολοκλήρωση του μετασχηματισμού και της υπέρβασης των ψυχιατρείων, στην λογική της Αποιδρυματοποίησης και όχι της Απονοσοκομειοποίησης και του απλού «κλεισίματος».

 

Να μην υπάρξει καμιά διαθεσιμότητα/κινητικότητα/απόλυση και αντίθετα, να γίνουν προσλήψεις του αναγκαίου προσωπικού. Ολο το προσωπικό των ψυχιατρείων είναι αναγκαίο (και μάλιστα, δεν επαρκεί) για έναν ουσιαστικό μετασχηματισμό του συστήματος ψυχικής υγείας, πέρα από το ψυχιατρικό ίδρυμα.

 

Να μπει φραγμός στην ιδιωτικοποίηση της Ψυχικής Υγείας και να διασφαλιστεί ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της. Να αναλάβει το Δημόσιο όλες τις δομές και τις υπηρεσίες των ΜΚΟ, που έχουν γίνει με κρατικές και κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας του προσωπικού και η αξιοπρεπής και θεραπευτική φιλοξενία των ενοίκων.

 

Καταλαβαίνουμε ότι όλα τα παραπάνω σημαίνουν ανατροπή του μνημονίου. Σημαίνουν μαζική αντίσταση και πολιτικές ανατροπές.

 

Αλλά «δεν υπάρχει άλλος δρόμος» προκειμένου ν΄ αποφευχθεί η «μαζική ευθανασία» που ετοιμάζουν.

 

 

7 Νοέμβρη 2013

 

 

Γιώργος Αστρινάκης, Δ/ντής ψυχίατρος, Δρομοκαίτειο

 

Γιώργος Κοκκινάκος, Δ/ντής ψυχίατρος, ΚΨΥ Χανίων

 

Κατερίνα Μάτσα, ψυχίατρος, τ. Δ/ντρια 18 Ανω, ΨΝΑ

 

Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου, Δ/ντής ψυχίατρος ΨΝΑ

 

Κώστας Μπαϊρακτάρης, αν. καθηγητής, Τμήμα Ψυχολογίας, ΑΠΘ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ”

Το περιοδικό εκδόθηκε από το Τμήμα Ψυχολογίας του Α.Π.Θ από τον Οκτώβριο του 2006 έως τον Ιανουάριο του 2009 στο πλαίσιο του Ε.Π. Υγεία – Πρόνοια 2000-2008.

“Το περιοδικό “Κοινωνία και Ψυχική Υγεία” φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα χώρο δημοσίου διαλόγου και παρεμβάσεων γύρω από ζητήματα που συνδέουν όχι μόνο την ψυχική υγεία αλλά την υγεία συνολικά με την κοινωνία, τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και παγκοσμίως.

Το ζητούμενο μέσα από έναν τέτοιο διάλογο είναι: α) να υπονομεύσουμε και να ακυρώσουμε την λεγόμενη ουδετερότητα των κυρίαρχων θετικιστικών επιστημονικών μοντέλων προσέγγισης της υγείας και των κοινωνικών προβλημάτων, β) να συναντηθούμε και να συναντήσουμε τα άτομα όχι σαν συμπτώματα και διαγνώσεις αλλά σαν ιστορικά και κοινωνικά υποκείμενα, γ) να αποκαλύψουμε και να παρακολουθήσουμε την διαδικασία παραγωγής θεωριών και εφαρμογής πρακτικών που εξυπηρετούν την αντικειμενοποίηση και την διαχείριση του ανθρώπου στο όνομα της ισορροπίας του κυρίαρχου συστήματος. Τέλος, φιλοδοξούμε να αναδείξουμε μέσα από έναν κριτικό διεπιστημονικό διάλογο θεωρίες και πρακτικές που ακυρώνουν την αντικειμενοποίηση και παθητικοποίηση του ατόμου, ενθαρρύνουν την ενεργητική συμμετοχή των πολιτών στην αλλαγή των παθογόνων συνθηκών και συμβάλλουν στην προάσπιση και αποκατάσταση των δικαιωμάτων που αφαιρούνται από άτομα και ομάδες λόγω οικονομικών, κοινωνικών, φυλετικών ή πολιτισμικών διακρίσεων.

Η Συντακτική Ομάδα”

 

Ακολουθούν τα 10 τεύχη του περιοδικού σε μορφή .pdf

Τεύχος 1ο: Κοινωνικός Αποκλεισμός

Τεύχος 2ο: Ψυχική Υγεία

Τεύχος 3ο: Πολιτικές, Υγεία και Ψυχική Υγεία

Τεύχος 4ο: Μετανάστευση και Μετανάστες

Τεύχος 5ο: Εξαρτήσεις και Αυτοβοήθεια

Τεύχος 6ο: Πρακτικά Συνεδρίου “Κοινωνία και Ψυχική Υγεία”

Τεύχος 7ο: Αναπηρία, Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Τεύχος 8ο: Πρακτικά Συνεδρίου ¨Ο Λόγος των Αποκλεισμένων”

Τεύχος 9ο: Άνθρωποι και Φυλακές

Τεύχος 10ο: Κοινωνική Οικονομία

Ο εκφοβισμός στα σχολεία και η βία της φτώχειας

Η ενδοσχολική βία (bullying) και οι διαστάσεις της στη σημερινή μνημονιακή ελληνική πραγματικότητα είναι μια ιδεολογική-πολιτική κατασκευή, με στόχο την ψυχολογικοποίηση της μαθητικής συμπεριφοράς ως μηχανισμού συμμόρφωσης μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών

Η ψυχιατρική και η ψυχολογία καλούνται να νομιμοποιήσουν επιστημονικά την τεχνητή παθολογικοποίηση των μαθητών και του σχολείου. Ετσι διεισδύουν ως ειδικοί στο σχολείο με το πρόσχημα της πρόληψης

Του Κώστα Μπαϊρακτάρη*

Είμαστε όλοι μάρτυρες της συστηματικής απόπειρας διάχυσης στο κοινωνικό σώμα, ιδιαίτερα στους νέους, μιας αντίληψης για τις πανδημικές διαστάσεις της λεγόμενης ενδοσχολικής βίας (bullying).Πρόκειται για μια ιδεολογική-πολιτική κατασκευή που με την επιστημονική συνέργεια των κυρίαρχων μοντέλων της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας και την πρόθυμη συμβολή των ΜΜΕ, που προάγουν τις μνημονιακές πολιτικές, επιχειρείται η νομιμοποίηση της βίαιης αποσάθρωσης της δημόσιας Παιδείας στο πλαίσιο της εφαρμογής των βάρβαρων αυτών πολιτικών. Πολιτικός στόχος: ο αποπροσανατολισμός μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών, ο έλεγχος και η συμμόρφωσή τους. Δηλαδή η ψυχολογικοποίηση –ψυχιατρικοποίηση της μαθητικής συμπεριφοράς.

Τα χαρακτηριστικά αυτά αναδεικνύονται σήμερα ακόμα πιο έντονα διότι η περίοδος κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος που διανύουμε είναι μια περίοδος όπου επιστρατεύονται επιστήμονες και μέσα που καλούνται να μετατρέψουν τη φτώχεια και τις επιπτώσεις της στην καθημερινότητά μας σε ψυχολογικό πρόβλημα. Είναι η γνωστή μας εθνική κατάθλιψη. Μια μορφή κατάθλιψης που όλως τυχαίως αλλά «επιδημιολογικά αποτυπωμένη» πλήττει αποκλειστικά τα λαϊκά στρώματα!

Στη διαδικασία ψυχιατρικοποίησης-ψυχολογικοποίησης των κοινωνικών προβλημάτων, των αρνητικών επιπτώσεων της κρίσης, του πόνου συνανθρώπων που βιώνουν επώδυνα τη μετάβαση από μια βιώσιμη κοινωνικο-οικονομικά συνθήκη σε μια διαδικασία φτωχοποίησης αποσυνδέεται το ατομικό από το συλλογικό, ενοχοποιείται το άτομο συρρικνώνοντάς το σε «περίπτωση» και επιχειρείται, με τις τεχνικές που κατασκευάζονται, να αναταχθεί η κακή «ψυχολογία της αγοράς» ή να αυξηθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων με το ψυχολογικό ντοπάρισμα του «ανθρώπινου δυναμικού». Επιστήμες όπως η ψυχολογία και η ψυχιατρική, με τη συμβατική ή εναλλακτική τους μορφή, έρχονται με τις ομαδικές ή ατομικές θεραπευτικές θεωρίες και τεχνικές που επινοούν να ελέγξουν στην ουσία κι όχι να απελευθερώσουν δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου, επιδιώκοντας τη συρρίκνωση μιας πολυσύνθετης ατομικής και συλλογικής εμπειρίας αποκλειστικά σε ατομικό-ψυχολογικό πρόβλημα. Δηλαδή της μετατροπής των επιπτώσεων της καπιταλιστικής κρίσης, όπως π.χ. η βία της φτώχειας, σε ψυχολογικό πρόβλημα και του ψυχολογικού αυτού προβλήματος ως αιτίας της δυσαρέσκειας και αντίδρασης του πληθυσμού. Κατασκευάζεται έτσι ο φαύλος κύκλος της ενοχοποίησης των εργαζομένων και του λαού.

Σε περίοδο βίαιης ανακατανομής του πλούτου (καπιταλιστική κρίση), οι εργαζόμενοι που παράγουν τον πλούτο οδηγούνται στην οικονομική εξαθλίωση για να διασφαλιστούν τα υπερκέρδη των καπιταλιστών. Η οικονομική εξόντωση και η κοινωνική εξαθλίωση του λαού αποτελούν συνειδητή επιλογή των τροϊκανών τοκογλύφων και των γηγενών πολιτικο-οικονομικών εκπροσώπων τους. Τα πλήγματα στην Υγεία, στην Παιδεία και στον κοινωνικό τομέα δεν είναι συνέπειες μιας λαθεμένης πολιτικής, αλλά αποτέλεσμα μιας συνειδητής πολιτικής επιλογής από το κυρίαρχο οικονομικό και πολιτικό σύστημα.

Σε αυτό το πλαίσιο και ο χώρος της Παιδείας και της μόρφωσης του λαού, για να προσαρμοστεί ολοκληρωτικά, θα πρέπει να ελεγχθεί απόλυτα.

Η κατασκευή μηχανισμών κοινωνικού ελέγχου στην εκπαίδευση (π.χ. παρατηρητήρια, προληπτικά προγράμματα) είναι εργαλείο που αποσκοπεί στη συμμόρφωση και υποταγή του πιο ζωντανού και δημιουργικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας, των νέων, στο κυρίαρχο σύστημα. Η νομιμοποίηση αυτών των μηχανισμών καταστολής και κοινωνικού ελέγχου επιτυγχάνεται μέσα από τη συρρίκνωση των «ασυμμόρφωτων μαθητών» σε προβληματικούς/μη φυσιολογικούς/μη κανονικούς. Η ψυχιατρική και η ψυχολογία καλούνται να νομιμοποιήσουν επιστημονικά την τεχνητή παθολογικοποίηση των μαθητών και του σχολείου. Ετσι διεισδύουν ως ειδικοί στο σχολείο με το πρόσχημα της πρόληψης. Ο παιδαγωγός εκτοπίζεται από τον φυσικό του χώρο, συρρικνώνεται σε άβουλο όργανο εφαρμογής ενός εκ των άνω επιβαλλόμενου αναλυτικού προγράμματος, μετατρέπεται σε «ανιχνευτή προβληματικών συμπεριφορών» και αντικαθίσταται από τον ειδικό στη διαχείριση των «προβληματικών» μαθητών και εκπαιδευτικών. Ενα πολιτικό-κοινωνικό και κατ” εξοχήν παιδαγωγικό ζήτημα μετατρέπεται σε ατομικό ψυχολογικό πρόβλημα. Ο ψυχίατρος και ο ψυχολόγος, για να νομιμοποιήσουν την παρουσία τους σε έναν χώρο στον οποίο δεν έχουν καμία απολύτως θέση, κατασκευάζουν τις προϋποθέσεις της εισβολής τους στο σχολικό περιβάλλον, μετατρέποντας μαθητές, εκπαιδευτικούς αλλά και γονείς σε εν δυνάμει προβληματικούς.

* Ο Κώστας Μπαϊρακτάρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Αναδημοσίευση από : efsyn.gr – Η Εφημερίδα των Συντακτών.

Tο ζήτημα των παλιννοστούντων

Αναδημοσίευση από aruthlesscritiqueagainsteverythingexisting.wordpress.com

Το ζήτημα των παλιννοστούντων παραμένει στα χαμένα του “κινήματος”

Στα πλαίσια της γενικότερης υποτίμησης, οι συντάξεις, τα επιδόματα και η πρόσβαση στην υγεία μειώνονται. Πρόσφατα έχει ανακύψει σημαντικό ζήτημα  με τις συντάξεις του ΟΓΑ προς τους “παλιννοστούντες” οι οποίες και ανακοινώθηκε ότι θα κοπούν τελικά από Σεπτέμβρη. Το ζήτημα έχει κινητοποιήσει το σύνολο των ποντίων από την πρώην ΕΣΣΔ και τις οικογένειες τους καθώς πολλές από αυτές τις οικογένειες στηρίζονται σε σημαντικό βαθμό σε αυτές τις συντάξεις και μερικές εξ αυτών εξ’ ολοκλήρου σε αυτές. Το ζήτημα δεν είναι απλό και ακόμα παραμένει στα αζήτητα.

Οι παλιννοστούντες τόσα χρόνια ενσωμάτωσαν σε μεγάλο βαθμό την εθνική ιδεολογία, συστρατεύθηκαν στον εθνικό κορμό, και αν και η υλική πραγματικότητα-τουλάχιστον αρχικά- ήταν αυτή ενός μετανάστη σε μια ξένη χώρα( δεν ήξεραν την γλώσσα, φτώχεια κτλ) οι ίδιοι εντάχθηκαν ιδεολογικά στην σύγχρονη Ελλάδα, και την στήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις, τόσο σε επίπεδο εργατικής δύναμης,( μιας πολύ υποτιμημένης εργατικής δύναμης για τα δεδομένα του 90′ ) και ιδεολογικά-σε επίπεδο εικόνας- μέχρι και ολυμπιονίκες παλιννοστούντες είχαμε! που από κάτω τα ελληνικά σημαιάκια κουνιόνταν υστερικά! Το κράτος σε μια προσπάθεια ένταξης τους με όρους συμφέροντες(αλλά και γιατί ο τότε κεϋνσιανισμός το επέτρεπε και το είχε ανάγκη κιόλας) άρχισε να παραχωρεί στους ηλικιωμένους συντάξεις του ΟΓΑ ύψους 340e περίπου.

Οι παλιννοστούντες έγιναν έτσι “πολίτες 2 κόσμων” του εθνικού από την μία(του οποίου αποτελούσαν και εξέχοντα μέλη, με όλους να τους ¨επαινούν” με κορόνες τύπου: αυτοί είναι πιό έλληνες από εμάς(!)) και από την άλλη αυτού του υπαρκτού, του υλικού και κυρίως του εργατικού στον οποίο και δούλευαν ως υποτιμημένοι και μάλιστα πάλι με επαίνους από τον εθνικό κορμό τύπου: κοίτα πόσο εργατικοί και ολιγαρκείς είναι, όχι σαν εμάς που έχουμε γίνει άπληστοι και καλοπερασάκιδες! Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι παλιννοστούντες κρατήθηκαν μακριά από αγώνες ως τα “ενσωματωμένα- υποτιμημένα καλά παιδιά του εθνικού κορμού”.

Η επιτακτική ανάγκη τους να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη σε ανταγωνιστική τιμή όταν είχαν πρωτοέρθει στην Ελλάδα, η έντεχνη διατήρηση τους από το ελληνικό κράτος στο επίπεδο του ανειδίκευτου εργάτη, η ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό(μέσα από συγκεκριμένη πολιτική τότε του κράτους, μέσω εκπαίδευσης αλλά και νομικών πλαισίων) και η απέχθεια τους προς κάθε τι “κομμουνιστικό” και “αριστερό” στην όψη, ήταν ιδανικό μείγμα για να συνεχίσουν να δουλεύουν ως σχετικά υποτιμημένο προλεταριάτο(η ανάπτυξη σε μεγάλο βαθμό, κυρίως στην βόρεια Ελλάδα βασίστηκε πάνω τους) και να κρατηθούν μακριά από κάθε εργατικό αγώνα των “ντόπιων” αλλά και από τους αγώνες των μεταναστών, να δημιουργηθεί το ενδιάμεσο υποκείμενο του παλιννοστούντα. Δεν ήταν ούτε ντόπιοι ούτε μετανάστες. Οι αγώνες των ντόπιων δεν τους αφορούσαν-καθώς η σταδιακές και βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις της αξίας της εργατικής δύναμης των ντόπιων λειτουργούσαν προς όφελος των παλιννοστούντων, ήταν πιο ανταγωνιστικοί- ενώ οι αγώνες των μεταναστών δεν τους αφορούσαν επίσης, δεν ζούσαν όπως όλοι οι μετανάστες, είχαν μια στοιχειώδη πρόσβαση στην δημόσια υγεία, δεν είχαν θέμα με τα “χαρτιά τους” κτλ

Η αλλαγή στο καθεστώς του “παλιννοστούντα” αρχικά μέσω των περικοπών των συντάξεων του ΟΓΑ εντάσσεται σαφέστατα στο γενικό πλαίσιο ανάγκης υποτίμησης της εργατικής δύναμης και απαλλαγής άμεσα από τους συνταξιούχους που δεν “παράγουν αξία”, με συνέχεια την υποχώρηση της “ταυτότητας” του παλιννοστούντα( ήδη άρχισαν δειλά-πολύ δειλά ακόμα- να συζητούν για επανεξέταση των “γεωργιανών” και “αρμένιων” που ήρθαν “μαζί”) και σταδιακής εξίσωσης τους με τους “κανονικούς”  μετανάστες. Είναι λογικό οι παλιννοστούντες να χτυπηθούν καθώς είναι “ορφανοί” από οποιαδήποτε διασύνδεση με οποιοδήποτε κίνημα και είναι εντελώς άπειροι από αγώνα τέτοιου τύπου ενώ είναι αποξενωμένοι και από τους άλλους μετανάστες. Από την άλλη η σύνδεση τους με την οποιαδήποτε αριστερά μοιάζει δύσκολη έως απίθανη λόγω των ιστορικών αντανακλαστικών τους.

Στο πλαίσιο αυτό η αντίδραση των παλιννοστούντων είναι 3 κατευθύνσεων οι οποίες μερικές φορές διαπλέκονται. α) Μαζικές ανοργάνωτες διαδηλώσεις- κυρίως στην Θεσσαλονίκη οπού οι πόντιοι και οι ρωσόφωνοι είναι η δεύτερη κοινότητα στην πόλη μετά τους έλληνες- με βασικό αίτημα την μη κατάργηση των συντάξεων και με βασικό επιχείρημα το άκομψο “είμαστε έλληνες δεν είναι αυτό δυνατόν“. Τα αντανακλαστικά της ένταξης στον εθνικό κορμό και η πίστη ότι τα προηγούμενα χρόνια-της όποιας ευμάρειας- ήταν άμεσο αποτέλεσμα της ένταξης σε αυτόν, δημιουργούν αυτόν τον υπερτονισμό της εθνικής ταυτότητας ο οποίος απαιτεί την μεταχείριση τους ως αυτό στο οποίο νομίζουν οι ίδιοι ότι έχουν ενταχθεί, ενώ ταυτόχρονα υπονοεί ότι η υποτίμηση πρέπει να στοχεύει κάπου αλλού, σε κάποιους άλλους. Έτσι και οι αγώνες ρίχνουν “άσφαιρα” καθώς απαιτούν κάτι  με επιχείρημα κάτι το οποίο αρχικά για το κεφάλαιο πλέον δεν παίζει ρόλο-είναι άλλες οι αναγκαιότητες της συσσώρευσης τώρα- ενώ ταυτόχρονα σε δεύτερο πλάνο διαχωρίζονται εκ νέου από τους άλλους μετανάστες. Έτσι β) οδηγούνται κάποιοι στην χρυσή αυγή, ως κοινότητα επιβεβαίωσης της εθνικής ένταξης- επιβεβαίωσης ηθικής αλλά και υλικής- καθώς εκεί δίνεται ο τρόπος και η πιθανότητα μεταβίβασης της υποτίμησης σε κάποιους “άλλους” που δεν είναι σαν “εμάς”  και γ) οδηγούνται μαζικά στην γκετοποίηση και την μαφία, σε άλλα σκοτεινά πεδία παραγωγής αξίας, ναρκωτικά, πορνεία κτλ κάτι με προφανείς επιπτώσεις στις “κινηματικές προοπτικές” τους.

Είναι ανάγκη οι ελάχιστοι δεσμοί που έχει το κίνημα με αυτούς τους ανθρώπους να αξιοποιηθούν. Κίνημα, σημαίνει πάνω απ όλα η κατάργηση κάθε διαχωρισμού και διαμεσολάβησης, κάθε κατηγοριοποίησης. Πρέπει να βρεθούμε με αυτούς τους ανθρώπους, πρέπει να πάψουμε να λέμε “αυτοί” και “εμείς”.

ΥΓ.  μετά από τόσα χρόνια οι ΚΚΕδες που τότε το 92-96 προσέγγιζαν παλιννοστούντες και με κριτήριο αν ήταν μέλη του κόμματος στην ΕΣΣΔ,  τους υπόσχονταν ότι θα τους “βολέψουν” σε καμιά δουλίτσα και ότι θα τους έβρισκαν μεροκάματα, ας σκεφτούν πολύ καλά  τι ρόλο έπαιξαν στην όλη ιστορία, και κυρίως που είναι τώρα….

 

το ζήτημα των παλιννοστούντων

Ψυχική υγεία και καπιταλιστική ανάπτυξη

Πολλά από τα συνεχώς διογκούμενα σύγχρονα ψυχοκοινωνικά προβλήματα, όπως οι εξαρτήσεις – από τις νόμιμες ή παράνομες φαρμακευτικές ουσίες – τα τυχερά παιχνίδια, το διαδίκτυο, η βία στα σχολεία, η εφηβική κατάθλιψη και αυτοκτονικότητα, η πολυφαρμακία και ο αλκοολισμός της τρίτης ηλικίας, στην έκταση που σήμερα απαντώνται, είναι απόρροια του σύγχρονου μοντέλου ανάπτυξης, και κατ” επέκταση των στάσεων, των προτύπων και των τρόπων ζωής που το συγκεκριμένο μοντέλο υπαγορεύει στους ανθρώπους. Η εμφάνιση και η συνεχιζόμενη εξάπλωση των προβλημάτων αυτών συνδέεται με δομικά χαρακτηριστικά του πολιτικού/οικονομικού μας συστήματος, τις εσωτερικές του αντιφάσεις, τις ιδεολογικές του κατευθύνσεις και τις συνεπακόλουθες πολιτικές επιλογές του (Δικαίου και άλλοι, 1999· Wilkinson, 1996).
Το πρόταγμα της αέναης οικονομικής ανάπτυξης ως κεντρική πολιτική επιλογή των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών αποτελεί ίσως αναγκαία προϋπόθεση για την επιβίωση της οικονομίας της αγοράς, αλλά με κανέναν τρόπο δεν προάγει την υγεία του ανθρώπου, εφόσον διαμορφώνει ψυχοπιεστικές συνθήκες που ευθύνονται άμεσα η έμμεσα για την εμφάνιση ψυχολογικών και ψυχιατρικών νοσημάτων. Αυτό συμβαίνει γιατί η πολιτική επιλογή του οικονομικού προτάγματος, υποβιβάζοντας τον άνθρωπο σε απλό εργαλείο επίτευξης οικονομικών στόχων, αδυνατεί να καλύψει τις υπαρξιακές του ανάγκες και κυρίως να προσδώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στη ζωή του.
Αλλά, όπως γνωρίζουμε εδώ και πολλές δεκαετίες, χάρη στο έργο φωτισμένων ψυχιάτρων και ψυχολόγων όπως οι Fromm (1955), May (1960), Maslow (1962), Frankl (1963), Cushman (1990), η απουσία νοήματος ζωής ευθύνεται για τη δημιουργία του αλλοτριωμένου και αποξενωμένου ανθρώπου, που πάσχει από σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και είναι επιρρεπής προς οιαδήποτε σοβαρή εξάρτηση, φαρμακευτική ή μη. Συνεπώς, η ευρύτατα διαδεδομένη αντίληψη ότι η ανθρώπινη ευτυχία ταυτίζεται με τη συνεχή άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τη δυνατότητα υπερκατανάλωσης άχρηστων υλικών αγαθών, δηλαδή ότι η ζωή μπορεί να «διεκπεραιωθεί» με τα επινοημένα αναλώσιμα ψευδονοήματα του καπιταλιστικού πολιτισμού, δε δικαιώνεται από τις πραγματικότητες που διαμορφώνονται στον χώρο της Υγείας τις τελευταίες δεκαετίες. Αντιθέτως, οι δείκτες των ψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών προβλημάτων αυξάνονται αλματωδώς (Π.Ο.Υ., 2001), υπενθυμίζοντας το τίμημα που έχει για την ανθρώπινη ύπαρξη και την κοινωνία η υιοθέτηση στρεβλών πολιτικών επιλογών. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε καθαρό παραλογισμό: Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, οι οικονομίες ευημερούν και οι πολίτες ασθενούν (!) Προφανώς, η καπιταλιστική ανάπτυξη βλάπτει σοβαρά την υγεία.
Η ίδια αυτοκαταστροφική πορεία ακολουθείται και ως προς το φυσικό περιβάλλον. Η υπεράντληση των φυσικών πόρων από τη μειοψηφία των προηγμένων οικονομικά και τεχνολογικά χωρών – επακόλουθο του οικονομικού προτάγματος της Δύσης – εκτός του ότι υποθηκεύει το μέλλον του πλανήτη, καταδικάζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Γης να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το μαρξιστικό και πρωτοχριστιανικό όραμα της παγκόσμιας κοινωνίας της αλληλεγγύης και των ανθρωπιστικών αξιών αντικαθίσταται από το μονοσήμαντο όραμα της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, ενώ οι ανθρωπιστικές αξίες αντικαθίστανται από τον εγωκεντρισμό και τον κυνισμό που υπηρετούν την καπιταλιστική ανάπτυξη. Με αυτό τον τρόπο, πλήττεται τόσο το ένθετο ανθρώπινο ήθος, απαραίτητο για την ανθρώπινη υγεία και ευτυχία, όσο και το οικολογικό ήθος, απαραίτητο για την οικολογική ισορροπία.
Οι αυτοκαταστροφικές πολιτικές επιλογές δε θα ήταν δυνατόν να υποστηριχθούν από υγιείς ανθρώπους, που διατηρούν επαφή με τις πραγματικές τους ανάγκες, γιατί τέτοιοι πολίτες δε θα στήριζαν τον παραλογισμό της αέναης και άνισης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Έτσι, λοιπόν, προκειμένου να διασφαλισθεί η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση, κατασκευάζεται ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος που θα υπηρετεί το καπιταλιστικό αναπτυξιακό όραμα. Για τον σκοπό αυτό, καλλιεργούνται στην ανθρώπινη ύπαρξη συστηματικά, ήδη από την παιδική ηλικία, με όλα τα διαθέσιμα μέσα (εκπαιδευτικό σύστημα, μέσα μαζικής ενημέρωσης), οι αρνητικές/άρρωστες πλευρές της, όπως η επιθετικότητα, ο εγωκεντρισμός, η ακόρεστη δίψα για δύναμη και χρήμα, η απληστία, η πλήρης αδιαφορία για το φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον. Ταυτόχρονα, περιφρονούνται οι έμφυτες ανάγκες της ανθρώπινης ύπαρξης για αγάπη, δικαιοσύνη, ομορφιά, φιλότητα και αλτρουισμό. Διαμορφώνεται, έτσι, ένα πλήρως ανθυγιεινό για την ανθρώπινη ύπαρξη περιβάλλον.
Οι προβληματικές υπάρξεις που κατασκευάζει το ανθυγιεινό περιβάλλον, παθητικές-προσαρμοστικές-ελέγξιμες, στηρίζουν με τη σειρά τους παράλογες πολιτικές επιλογές και άρρωστα πολιτειακά πρόσωπα που αποδιοργανώνουν ακόμη περισσότερο πολίτες και κοινωνία. Ο φαύλος κύκλος, που εντατικοποιήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, ευθύνεται για την αλματώδη αύξηση των ψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών προβλημάτων, αναδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις πολιτικοοικονομικές επιλογές και στην Υγεία.
Έρευνες, όπως του Wilkinson (1996), απέδειξαν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι η κατάσταση της ψυχικής υγείας μιας κοινωνίας εξαρτάται ευθέως από την ύπαρξη οικονομικών ανισοτήτων, κοινωνικής δικαιοσύνης και την καλλιέργεια ή μη κοινοτικών αξιών. Συνεπώς, το πρόταγμα της συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης σε βάρος των ηθικών και αληθινών ψυχολογικών αναγκών της ανθρώπινης ύπαρξης βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία των πολιτών.
Για να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση, οι κυβερνήσεις των σύγχρονων δυτικών κρατών εδώ και πολλές δεκαετίες εξαγγέλλουν και εφαρμόζουν (συνήθως προεκλογικά) άπειρα εθνικά στρατηγικά σχέδια και προγράμματα. Φυσικά, κανένα από αυτά δεν οδήγησε σε ανακοπή της εξάπλωσης των ναρκωτικών και των άλλων ψυχοκοινωνικών προβλημάτων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, παρά τις συνεχείς αποτυχίες, επιμένουν να προσεγγίζουν τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα με ανώδυνες, ουδέτερες και αμφίβολης αξιοπιστίας (Peele, 1989) επιστημονικές θεωρίες, αποφεύγοντας να υιοθετήσουν επιστημονικές έρευνες και απόψεις που αναδεικνύουν τις πολιτικές αιτίες αυτών των προβλημάτων.
Χωρίς ειλικρινή προσπάθεια εμβάθυνσης στους αιτιοπαθογενετικούς μηχανισμούς, με άγνοια ή περιφρόνηση της μαρξιστικής σκέψης και των διαλεκτικών εργαλείων, με απουσία στρατηγικού οράματος για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία, ακολουθούνται σχεδόν κατά αποκλειστικότητα, ως μονόδρομος πλέον, διαχειριστικές/συμπτωματικές πολιτικές σε καίρια κοινωνικά ψυχολογικά και οικολογικά προβλήματα (Albee, 1998˙ Μεγαλοοικονόμου, 2001˙ Ζαφειρίδης, 2001γ).
Αν κρίνει κανείς από την έξαρση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων, όπως τα ναρκωτικά, ο αλκοολισμός, ο ρατσισμός, η εφηβική παραβατικότητα, κ.ά., τις τελευταίες δεκαετίες οι πολιτικές αυτές είναι αναποτελεσματικές. Είναι όμως, παρ” όλα αυτά, χρήσιμες, γιατί παρέχουν ψευδαισθησιογόνο άλλοθι στο κοινωνικό σώμα, συγκαλύπτοντας την αδυναμία ριζικών απαντήσεων στα σύγχρονα προβλήματα. Γιατί ριζικές απαντήσεις θα σήμαινε ανατροπή των υφιστάμενων ιεραρχήσεων και ανάδειξη των εσωτερικών αντιφάσεων και αδυναμιών του πολιτικοοικονομικού μας συστήματος. Η δρομολόγηση, όμως, τέτοιων διεργασιών, εκτός του ότι προϋποθέτει αναδιανομή της εξουσίας, θα αποκάλυπτε τον αντιανθρώπινο και παράλογο χαρακτήρα του αναπτυξιακού μας μοντέλου. Αντίθετα, το πολιτικό σύστημα, προκειμένου να συγκαλύψει την ανεπάρκεια του, συνεπικουρούμενο από μία χειραγωγημένη επιστημονική έρευνα, κατακερματίζει, απομονώνει και εξειδικεύει τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα· τα εμφανίζει ως σύμφυτα με την ανθρώπινη φύση και εν τέλει αναθέτει σε εξειδικευμένες διαχειριστικές υπηρεσίες την αντιμετώπιση τους (Ζαφειρίδης, 2001γ· Albee, 1998· Prilletensky, Nelson, 1997· Sarason, 1981).
Επιμένει στην εφαρμογή τέτοιων πολιτικών παρά τη διαπιστωμένη αποτυχία τους. Και εάν, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, η συμπτωματική/διαχειριστική προσέγγιση σήμαινε χορήγηση ψυχοφαρμάκων και ισόβιους εγκλεισμούς σε εξειδικευμένα ιδρύματα, η σημερινή της εκδοχή επιβάλλει τη συνεχή ανάπτυξη νέων εξειδικευμένων υπηρεσιών, δημόσιων ή ιδιωτικών, και την «οικειοθελή» επανειλημμένη προσφυγή σ” αυτές. Η νέα εξωραϊσμένη εκδοχή αποτελεί την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, αφού θεωρεί και αυτή ότι η αντιμετώπιση των προβλημάτων υγείας δεν αφορά σε καμία περίπτωση στους πολίτες και στην τοπική κοινωνία, αλλά αποκλειστικά στους ειδικούς και στις εξειδικευμένες υπηρεσίες. Και στις δύο εκδοχές, προέχει η λογική της διαχείρισης και της καταστολής. Και στις δύο περιπτώσεις, η αλλοτριωμένη επιστημονική έρευνα και γνώση επιστρατεύονται, προκειμένου αφενός να συγκαλυφθούν οι πραγματικές αιτίες και αφετέρου να αποτελέσουν άλλοθι για επιστήμονες και πολιτικούς που θα συνταχθούν με την κυρίαρχη αντίληψη και πρακτική.
Στο ίδιο πλαίσιο της κατασταλτικής λογικής, ερμηνεύεται και η συγκεντρωτική πολιτική που εφαρμόζεται στην αντιμετώπιση των ναρκωτικών και των άλλων ψυχοκοινωνικών προβλημάτων. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής -που στην πράξη σημαίνει συνεχή μετατόπιση της ευθύνης αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας από τους ενεργούς πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες προς τα εξειδικευμένα τεχνοκρατικά στελέχη και τις απρόσωπες υπηρεσίες – δεν είναι τυχαία. Σχετίζεται άμεσα με την επιβίωση του πολιτικοοικονομικού συστήματος, που, για να υπάρξει, οφείλει να διαμορφώνει αλλοτριωμένους, παθητικούς και αμέτοχους στα κοινά πολίτες. Εξάλλου, η αποκέντρωση και αποσυγκέντρωση της ευθύνης αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας θα έβλαπτε σοβαρά το σύστημα: Θα οδηγούσε στη συνειδητοποίηση από τους πολίτες της ασυμβατότητας μεταξύ του οικονομικού προτάγματος και της Υγείας, γεγονός που θα προκαλούσε μαζική αμφισβήτηση του καπιταλιστικού αναπτυξιακού μοντέλου.
Η παθητικοποίηση και η αλλοτρίωση του πολίτη, ως μία ακόμη κεντρική επιλογή του αναπτυξιακού μοντέλου, διαμορφώνει όρους συσσώρευσης εξουσίας και οικονομικών πόρων σε πολιτικά ελεγχόμενα κέντρα διαχείρισης τους. Στην περίπτωση του παραδείγματος της Υγείας, θεραπευτική εξουσία και οικονομικοί πόροι διανέμονται ακολούθως, με κριτήρια όχι επιστημονικά αλλά πολιτικά, σε επιλεγμένους επιστήμονες, οργανισμούς Υγείας και προγράμματα, λειτουργώντας ως κίνητρο συναινετικής προς την κυρίαρχη ιδεολογία και το κυρίαρχο επιστημονικό ρεύμα της Υγείας συμπεριφοράς. Τυπικό δείγμα αυτής της πρακτικής αποτελεί η πολιτική που ασκείται όσον αφορά στα Κέντρα Υγείας. Διοικούνται από μία κεντρική γραφειοκρατία, ερήμην της τοπικής κοινωνίας την οποία υποτίθεται ότι υπηρετούν. Διασπώνται σε ψυχικής και σωματικής, αποκόπτονται από τις τοπικές κοινωνίες και τον προληπτικό τους ρόλο, και εν τέλει υποβαθμίζονται σε απλούς διακομιστικούς σταθμούς. Έτσι, το κέντρο βάρους αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας μετατίθεται σε ογκώδεις, απρόσωπους οργανισμούς, όπως τα ψυχιατρικά και άλλα νοσοκομεία, που εκ των πραγμάτων λειτουργούν πλέον πυροσβεστικά στα ήδη συσσωρεμένα προβλήματα.
Τέτοιοι μεγάλοι οργανισμοί θεραπείας των προβλημάτων υγείας των πολιτών, στελεχωμένοι με εκατοντάδες ή και χιλιάδες εξειδικευμένους υπαλλήλους, διαμορφώνουν όρους ταύτισης των βιοποριστικών συμφερόντων των εργαζομένων με την ύπαρξη τους και τις διαχειριστικές πολιτικές αντιμετώπισης των προβλημάτων. Αποτελούν τόπο διαπλοκής ατομικών, συντεχνιακών και μεγάλων οικονομικών/πολιτικών συμφερόντων, οδηγώντας τους εργαζόμενους στην απόλυτη αλλοτρίωση. Λειτουργούν ερήμην των πραγματικών αναγκών των πολιτών. Ως εκ τούτου, όχι μόνο αδυνατούν συχνά να συνεισφέρουν στην επίλυση των προβλημάτων υγείας, αλλά αντιθέτως συνιστούν εστίες οργανωμένης αντίστασης σε κάθε ιδέα αλλαγής· αποτελούν, δηλαδή, ισχυρούς υποστηρικτές του status quo στον χώρο της Υγείας (Albee, 1998· Prilletensky, 1989· Sarason, 1981).
Όλα τα δεδομένα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι χωρίς πολιτική αλλαγή, δηλαδή χωρίς ανατροπή του οικονομικού προτάγματος, δεν είναι δυνατόν να συζητάμε για αποτελεσματική αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων και προαγωγή της ψυχικής υγείας. Αλλά, χωρίς το οικονομικό πρόταγμα, ο καπιταλισμός καταρρέει και ο σοσιαλισμός αποτελεί μονόδρομο.

 

Ζαφειρίδης, Φοίβος (2009), «Εξαρτήσεις και Κοινωνία (Τόμος Ι) – Θεραπευτικές Κοινότητες και Ομάδες Αυτοβοήθειας», Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

Ο Φοίβος Ζαφειρίδης είναι ψυχίατρος ειδικευμένος στην κοινωνική ψυχιατρική και διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης. Ίδρυσε τη θεραπευτική Κοινότητα ΙΘΑΚΗ το 1983 και το Κέντρο θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕ.Θ.Ε.Α.) το 1987, του οποίου υπήρξε διευθυντής μέχρι το 1995. Έκτοτε, εργάζεται στο τμήμα Ψυχολογίας του Α.Π.Θ. ως αναπληρωτής καθηγητής, όπου διδάσκει ψυχολογία των εξαρτήσεων και ανθρωπιστική ψυχολογία/ψυχοθεραπεία. Παράλληλα, είναι επιστημονικός υπεύθυνος του Προγράμματος Προαγωγής Αυτοβοήθειας του τμήματος Ψυχολογίας του Α.Π.Θ.

πηγή: http://www.tokaravani.gr/2013/06/psichiki-igia-ke-kapitalistiki-anaptixi-tou-fivou-zafiridi/

Δυνατή και αναγκαία η συνάντηση αναρχισμού-μαρξισμού

Δυνατή και αναγκαία η συνάντηση αναρχισμού-μαρξισμού
του Δημήτρη Αργυρού
Εισαγωγή
1)Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι στην δική μας γενιά έλαχε να ζήσουμε την πιο βαθιά συστημική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Σε εμάς και στα παιδιά μας έλαχε να ζήσουμε την καταβαράθρωση των κοινωνικών και εργατικών δικαιωμάτων που με αγώνες είχαν κατακτήσει οι παλιότερες γενιές.
Να ζήσουμε την καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων με στόχο να πληρώνουμε εμείς την νύφη των καπιταλιστικών οργίων τους. Να ζήσουμε μια άνευ ορίων καταστροφή του επιπέδου ζωής που οδηγεί στην φτωχοποίηση στην συντριπτική εργαζόμενη πλειοψηφία που οδηγούν συχνά σε βαρβαρότητες, όπως πρόσφατα ο θάνατος των 2 φοιτητών στην περιοχή σας.
Σε εμάς όμως βρίσκεται η τύχη ή η ατυχία να ξαναπιάσουμε το νήμα της επαναστατικής ανατροπής από κει που το άφησαν οι προηγούμενες γενιές. Να ξαναπαίξουμε το παιχνίδι της ανατροπής αυτού του συστήματος που δεν παίρνει βελτιώσεις αλλά γκρέμισμα.
Δεν ξεκινάμε από το μηδέν, δεν μηδενίζουμε τίποτε από τι έγινε, μα και δεν αποδεχόμαστε τίποτε δίχως την κριτική. Δεν είμαστε μηδενιστές ή μεταμοντέρνοι που ρευστοποιούν τα πάντα, μα δεν πρέπει να είμαστε και δογματικοί που εμμένουν σε αλήθειες και σχήματα που δείχνουν να έχουν πεθάνει ή δεν μπορούν να προσφέρουν στο ανατρεπτικό μας παιχνίδι.
Σε αυτήν μας την παρουσίαση θα προσεγγίσουμε την σχέση των ρευμάτων του μαρξικού και του μαρξιστικού κομμουνισμού καθώς και του αναρχισμού και θα θέσουμε το ερώτημα αν αυτή η σχέση μπορεί να γίνει η βάση μιας νέας επαναστατικής επαναθεμελίωσης.
Καθώς τα δυο αυτά ρεύματα εκκινούν από το ίδιο σημείο, δηλαδή από την εναντίωση του στην καπιταλιστική πραγματικότητα που μας αλλοτριώνει και μας εκμεταλλεύεται και καταλήγουν στο ίδιο σημείο, δηλαδή στην κοινωνία των ελεύθερων συνεταιρισμένων παραγωγών, στην κοινωνία των ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων.
Διαφοροποιούνται φυσικά στο δρόμο που το κάθε ρεύμα επιλεγεί. Κατανοώ πλήρως πως δεν πρόκειται εύκολα να λυθεί το ζήτημα, μα σε αυτή την εκδήλωση θα επιχειρήσουμε ανοίξουμε την συζήτηση η να συνεχίσουμε μια συζήτηση που ήδη γίνεται.
Θα ξεκινήσουμε αναλύοντας τον καπιταλισμό που ζούμε.
Απέναντι μας έχουμε ένα καπιταλισμό στην πλέον ολοκληρωτική του φάση. Ένα καπιταλισμό που έχει αποικήσει το συνολικό κοινωνικό- φυσικό «είναι». Ένα καπιταλισμό της πιο υψηλής σύνθεσης κεφαλαίου. Δηλαδή τον καπιταλισμό που έχει ενσωματώσει ολοκληρωτικά διαμέσου των μηχανών την ζωντανή εργασία. Αυτό έχει τουλάχιστον 2 αποτελέσματα.
1)Έχουμε μια τεράστια- πρωτόγνωρα ιστορικά- υπερανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας στο χώρο των καπιταλιστικών μητροπόλεων. Άνεργοι που πιθανόν να μη μπορέσουν να βρουν μια αξιοπρεπή μισθωτή εργασία για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ταυτόχρονα και αντιφατικά έχουμε την απόλυτη αύξηση του αριθμού των προλεταρίων στα βιομηχανικά κάτεργα της ανατολής και δη της Κίνας.
Έτσι έχουμε την πτώση του ποσοστού κέρδους και κατά συνέπεια το μπλοκάρισμα της καπιταλιστικής κρεατομηχανής στην δύση και την εκτίναξη της παραγωγής υπεραξίας στην Ανατολή. Μελλοντικά η τάση της πτώσης του ποσοστού κέρδους θα αγκαλιάσει, αν δεν το έχει πράξει ήδη και στην ανατολή. Ήδη στην Κίνα παρουσιάζεται ενδυνάμωση των εργατικών αγώνων και τεράστιες αυξήσεις στους χαμηλούς μισθούς των εργαζόμενων. Παρόλα αυτά αυτή η δυναμική παραγωγή υπεραξίας έχει καταστήσει την Κίνα σε πρωτοπόρα παραγωγική καπιταλιστική δύναμη.
Ας μην ξεχνάμε πως σύμφωνα με τον Μαρξ υπεραξία βγάζει μόνο η εκμετάλλευση της ζωντανής εργασίας και όχι οι μηχανές. Είναι διαφορετικό πράγμα τα κέρδη από την πώληση των εμπορευμάτων ή των παιχνιδιών των καπιταλιστικών αρπακτικών στα χρηματιστήρια και στις τράπεζες. Ο καπιταλισμός αναπνέει εκμεταλλευόμενος εργάτες και όχι παίζοντας στα χρηματιστήρια ή πουλώντας αέρα.
2) Την ίδια στιγμή σε ΗΠΑ και Ευρώπη ως αντιστάθμισμα στην παραπάνω καπιταλιστική διαλεκτική έχουμε την μετατροπή της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη που την μετατρέπει σε μια γενική συλλογική διάνοια. Με την Κίνα τα 3 τελευταία χρόνια να τους ακολουθεί. Το παραπάνω έχει ως αποτέλεσμα η άυλη διανοητική εργασία να μετατρέπεται σε παραγωγική πρωτοπορία και ο πλανήτης σε ένα απέραντο διαδικτυακό ηλεκτρονικό εργοστάσιο. Κάτι που μας οδηγεί στην εμπορευματοποιήσει των πάντων. Ακόμη και αυτών που θεωρούνταν ελεύθερα- κοινά αγαθά. Εμπορευματοποιούνται η φύση, ο χώρος, ο τόπος, ο αέρας, το νερό, ο ήλιος , η γη, η επικοινωνία, οι πληροφορίες, το διαδίκτυο, ο πολιτισμός οι γλώσσες, τα σώματα και η σάρκα.
Τα παραπάνω αποτελέσματα στην διαλεκτική τους συνάφεια είναι και τα αίτια της πλέον μεγάλης και βαθιάς κρίσης και ταυτόχρονα αποτελούν μορφές συστημικής διεξόδου από αυτήν. Από την άλλη σε ένα άλλο πλαίσιο και επίπεδο μπορεί να μετατραπούν σε εργαλεία ανατροπής από την μεριά των αντισυστημικών επαναστατικών κινημάτων. Αποτελούν στοιχεία που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε μια νέου τύπου επαναστατική απελευθερωτική κίνηση. Όπως θα τα προσεγγίσουμε και παρακάτω.
Μιλάμε δηλαδή για ένα καπιταλισμό που γεννάει πρωτόγνωρες ευκαιρίες ανατροπής και απελευθέρωσης και ταυτόχρονα γεννάει απίστευτη βαρβαρότητα για την συντριπτική πλειοψηφία των 6 δις ανθρώπων, για το περιβάλλον, την φύση και τον πολιτισμό.
Έχω την υποψία πως σε αυτή λοιπόν την ιστορική καμπή ο ιστορικός κομμουνισμός του Μαρξ- Ένγκελς και των επιγόνων του, είτε τα ρεύματα του αναρχισμού αδυνατούν να παίξουν ένα προωθητικό πρωτοπόρο επαναστατικό ρόλο.
Όπως το είδαμε και στις τελευταίες ιταλικές εκλογές όπου την κεντροαριστερά την στήριξαν οι αγορές και η Μέρκελ και η λαϊκή ψήφος πήγε στο απατεώνα Μπερλουσκόνι και ένα κωμικό- τύπου Λαζόπουλο- που μίλησε με ανατρεπτική διάθεση ενάντια στο ευρω-ΕΕ. Και όλα αυτά σε μια χώρα που έχει γεννήσει μια πλειάδα από ανατρεπτικά κινήματα.
Δυστυχώς σε Ευρώπη, βόρειο Αμερική και Ασία ο καπιταλισμός κάνει μόνος του παιχνίδι. Διαφορετική είναι η εικόνα μόνο στην Νότια Λατινική Αμερική που εξελίσσεται σε πρωτοπόρα δύναμη στα κοινωνικά κινήματα. Εκεί μέσα από μια δραματική και επίπονη διαδικασία εμφανίστηκε μια υβριδοποίηση των επαναστατικών ρευμάτων, μαρξιστικών, αναρχικών, ρομαντικά αντικαπιταλιστικών, χριστιανικών, κοινοτιστικών. Έτσι προέκυψε μια ενδιαφέρουσα αν και αντιφατική κατάσταση. Μια κατάσταση ανοικτή στο καλύτερο και στο χειρότερο.
Για αυτό το λόγο θεωρώ πως ήρθε η ώρα να συζητήσουμε, να στοχαστούμε και να πειραματιστούμε σε μια νέου τύπου απελευθερωτική συνάντηση. Θαρρώ πως είναι αναγκαιότητα μια επαναθεμελίωση του επαναστατικού απελευθερωτικού προτάγματος που στην διαλεκτική τους υπέρβαση θα διατηρήσει τις καλύτερες στιγμές των παραδόσεων του μαρξικού κομουνισμού και του αναρχισμού.
Τις καλύτερες στιγμές και τα κοινά απελευθερωτικά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να μπολιαστούν με τις αντιφάσεις και τις αντιθέσεις, τις ρωγμές και τα διάκενα που δημιουργεί η υπερκαπιταλιστική- πραγματική και εικονική- πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού. Θα ερευνήσουμε και να αναστοχαστούμε στο απελευθερωτικό κόμβο υβριδοποίησης που θα ενώνει και θα αίρει τις ως τώρα απελευθερωτικές- επαναστατικές παραδόσεις…
Προσωπικά πιστεύω πως οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις που παραπάνω περιέγραψα αναδεικνύουν τους κόμβους της υβριδικής απελευθερωτικής συνάντησης μαρξισμού- αναρχισμού. Και για μένα δεν είναι άλλη από την έννοια των κοινών αγαθών ή του κοινού.
Και σε αυτό το σημείο θέλω λίγο την προσοχή σας. Σε αυτό τον αναστοχασμό μου θα πάρω υπόψη μου αντίστοιχες ηρωικές και συνήθως ηττημένες απόπειρες που στο 20ό αιώνα δεν ήταν και λίγες
Ξεκινώντας από την αριστερά της αριστεράς της 3 διεθνούς δηλαδή το συμβουλιακό κομμουνισμό, συνεχίζοντας με τις διάφορες εκφράσεις της αυτονομίας, τα ρεύματα της υπεραριστεράς του Μάη του 68, όπως το ρεύμα των καταστασιακών, και τελειώνοντας με τα σύγχρονα ρεύματα της κομμουνιστικοποίησης.
Φυσικά συνιστά μέγιστο πολιτικό και θεωρητικό πρόβλημα η αποτυχία της μαζικοποίησης όλων αυτών των ρευμάτων, παρόλο που έδιναν απαντήσεις στο επίπεδο της θεωρίας, σε σχέση με τα ρεύματα του ορθόδοξου μαρξισμού, τις αριστερές εκφράσεις του(τροτσκισμός- μαοϊσμός), τον αναρχοσυνδικαλισμό στην Ισπανία και την σοσιαλδημοκρατία.
Ενώ για λόγους ουσίας αλλά και χρόνου θα ταυτίσω το κομμουνισμό με τον μαρξισμό και ιδιαίτερα με το μαρξικό κομμουνισμό, δηλαδή με την αντίληψη που απορρέει μέσα από το έργο του ίδιου του Μαρξ και με τον αναρχισμό αναφερόμενος στο έργο των κλασικών του αναρχισμού, τον αναρχοσυνδικαλισμό, τον αναρχοκομουνισμό, λιγότερο με τον αναρχοατομικισμό η τις λογικές του ενόπλου αναρχικού μηδενισμού.
Αυτό που θα επιχειρήσω γνωρίζω πως είναι ένας συνεπής συγκρητισμός και εκλεκτικισμός, δεν θα μπορούσε να γίνει και κάτι διαφορετικά. Δηλαδή θα επιχειρήσω να γίνω ένας συνεπής οπορτουνιστής και παρόλο που ακούγεται άσχημα αυτή η λέξη θα πω πως κάθε αλλαγή στο κόσμο τω ιδεών και των πράξεων είναι ένας συνεπής οπορτουνισμός…
Πόσο μάλλον που από την μια έχουμε το λόγο του Μαρξ με τις εσωτερικές του αντιφάσεις, το λόγο του Ένγκελς με τις δικές του αντιφάσεις που έτειναν στο θετικισμό, ιδιαίτερα στα ύστερα του, τους μαρξιστές που συχνά έλεγαν τα αντίθετα από ότι οι κλασικοί, σε βαθμό που να λέει ο Μαρξ πως ο ίδιος δεν είναι μαρξιστής και από την άλλη μια πλειάδα από αναρχικά ρεύματα, στοχαστές και επαναστάτες με τις διαφορές και τις εσωτερικές τους αντιφάσεις.
Ένας συνεπής συγκρητισμός-εκλεκτικισμός που σίγουρα θα αδικεί πλευρές των παραδόσεων. Το γνωρίζω πως σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για θεωρητικές , φιλοσοφικές ασκήσεις από ένα μαρξιστή, μόνο που κάθε πειραματισμός από εκεί ξεκινά για να επαληθευτεί στο πεδίο της δράσης.
Οι δύο παραδόσεις – διαφορές και ομοιότητες
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι σε αυτό το σημείο προτού αρχίσω να παρουσιάσω τις διαφορές και τις ομοιότητες των 2 παραδόσεων θα διαφοροποιηθώ από 2 αντιλήψεις: Είναι συχνό το φαινόμενο ο αναρχισμός ή ο κομμουνισμός του Μαρξ να παρουσιάζονται ως 2 ιδέες κοινωνικής και πολιτικής απελευθέρωσης. Ως ιδέες όμως που ανήκουν στο κόσμο των ιδεών του Πλάτωνα και όχι τον υλικό κόσμο της συνεχούς ροής και κίνησης όπου τα υποκείμενα αγωνίζονται να αλλάξουν τις συνθήκες της ζωής τους.
Από την άλλη πλευρά συχνά παρουσιάζονται ως ένας μαχόμενος εμπειρισμός, ιδιαίτερα ο αναρχισμός. Ένας μαχόμενος εμπειρισμός που αφήνει στην άκρη τον συνολικό αναστοχασμού της καθολικής απελευθέρωσης. Ή τον βλέπουν κάπου μακριά, σαν την δευτέρα παρουσία των χριστιανών, ιδιαίτερα οι κομμουνιστές.
Και οι δυο παραπάνω οπτικές οδηγούνται στο ίδιο αποτέλεσμα. Μετατρέπουν το επαναστατικό πρόταγμα του αναρχισμού και του κομουνισμού σε ένα κινηματικό ή κομματικό- εντός ή εκτός εισαγωγικών- ρεφορμισμό.
Εμείς από την άλλη πλευρά θα επιχειρήσουμε να δούμε τον αναρχισμό-μαρξικό κομουνισμό ως ένα καθολικό απελευθερωτικό κίνημα που δρα στο παρόν των καπιταλιστικών αντιθέσεων και αντιφάσεων. Ένα κίνημα που αίρει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων και ταυτόχρονα οικοδομεί από τα σήμερα μια μεταβατική-μετακαπιταλιστική πραγματικότητα που η διαλεκτική-αντιφατική της πορεία θα ολοκληρωθεί στο μέλλον με την ύπαρξη μιας απελευθερωμένης -από το κεφάλαιο, την ιεραρχία και την πατριαρχία- κοινωνίας.
Όχι δεν έχω σκοπό να ταυτίσω τις 2 παραδόσεις. Τις τοποθετώ όμως στην ίδια μεριά του οδοφράγματος. Τις βάζω να συζητήσουν και να ερωτευτούν, γεννοβολώντας ένα νέο επαναστατικό τέκνο.
Κατανοώ απόλυτα τις διαφορές τους που είναι μεγάλες και σημαντικές. Για λογούς ευκολίας της συζήτησης ας τις ομαδοποιήσουμε σε 2 λέξεις και έννοιες, στο κόμμα και στο κράτος. Κατά την οποία ο μαρξισμός μιλάει για ένα κόμμα οργανωμένης πρωτοπορίας και για ένα μεταβατικό κράτος, θέσεις που διαφωνούν οι αναρχικοί.
Θα προσπαθήσω όμως να αποδείξω πως τα πράγματα δεν είναι τόσο αυτονόητα και γραμμικά. Αρχίζω:
Όταν μιλάμε για κόμμα ο νους όλων μας πάει στο μαζικό ιεραρχικό κόμμα της Β΄ διεθνούς και στο κόμμα των επαγγελματιών επαναστατών του Λένιν και της Γ΄-Δ΄ διεθνούς. Στην πραγματικότητα και το κόμμα του Λένιν όταν πήρε την εξουσία μετατράπηκε σε ένα μαζικό ιεραρχικό κρατικό κόμμα. Το μόνο που έμεινε να θυμίζει κάτι από το κόμμα νέου τύπου ήταν οι οργανώσεις των τροτσκιστών και των μαοϊκών της δύσης.
Προσωπικά πιστεύω πως πίσω από το κόμμα νέου τύπου, το κόμμα των επαγγελματιών επαναστατών κρύβεται ένας συνεπής στρατευμένος μπλανκισμός, που ρέπει σε ένα επαναστατικό μηδενισμό τύπου αναρχισμού του Νετσάγιεφ και Ρώσων επαναστατών μηδενιστών. Πρόκειται για μια ύψιστη μορφή αλλοτριωμένης πολιτικής διαμεσολάβησης.
Ενώ από την άλλη το μαζικό ιεραρχικό κόμμα -κόμμα που μετατρέπεται σε κράτος ή και συνδικάτο- είναι απόρροια της φορντικής παραγωγικής διαδικασίας του βιομηχανικού καπιταλισμού στο επίπεδο της πολιτικής διαμεσολάβησης. Με τον διευθυντή, τον επιστάτη και τον εργαζόμενο. Μια απόλυτη και κάθετη ιεραρχία που δεν την σπάει, όπως συνήθως λέγεται, ούτε η γενική συνέλευση στο επίπεδο του εργοστάσιου -για αυτό και ο μερικός χαρακτήρας της εργοστασιακής αυτοδιαχείρισης- ή η ΟΒΑ του κόμματος.
Σήμερα όμως έχουμε την ηγεμονία ενός ευέλικτου μεταφορντικού καπιταλισμού που έχει μετατρέψει ολόκληρο τον χώρο και το χρόνο σε πεδία εκμετάλλευσης και παραγωγής υπεραξίας, ιδιαίτερα στην Δύση. Έχουμε ένα πλανητικό ευέλικτο εργοστάσιο που και πιο πάνω είπαμε. Με ηγεμονικό το ρόλο της διανοητικής εργασίας και των κύκλων παραγωγής.
Στα πλαίσια αυτού του καπιταλισμού το ιεραρχικό μαζικό κόμμα και συνδικάτο μπήκε σε βαθιά θανάσιμη κρίση όπως βλέπουμε και από την αποδυνάμωση των κομματικών και συνδικαλιστικών οργανισμών.
Με αποτέλεσμα οι αντι-ιεραρχικές και οριζόντιες δικτυακές δομές, οι κύκλοι παραγωγής, να αποτελούν τον τρόπο οργάνωσης όχι μόνο των αντικαπιταλιστικών αναρχικών και κομουνιστικών κινήσεων και κινημάτων, αλλά και του αστικού- καπιταλιστικού τοπίου και χώρου. Πρόκειται για μια νίκη και ταυτόχρονα ήττα του ελευθεριακού κομμουνιστικού χώρου. Μια νίκη και ήττα που θα πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις!
Τα ίδια και χειρότερα και με τις κρατικές δομές. Από την μια έχουμε σχετική αποδυνάμωση του κράτους-έθνους και ενδυνάμωση των περιφερειών. Δηλαδή μιλάμε για φεντεραλισμό και ομοσπονδοποίηση, αιτήματα που υπάρχουν σε κάθε αναρχοκουμμουνιστική ουτοπία.
Η πραγματικότητα όμως δεν σταματά εκεί. Από την άλλη έχουμε ισχυροποίηση περιφερειακών ημικρατικών δομών, όπως της ΕΕ, δίχως την όποια δημοκρατική νομιμοποίηση. Με ταυτόχρονη ισχυροποίηση των κεντρικών μητροπολιτικών καπιταλισμών, όπως Γερμανία, ΗΠΑ, Κίνα.
Και το χειρότερο ισχυροποίηση σε απίστευτο βαθμό οικονομικών πολυεθνικών οργανισμών και εταιριών που δεν χαμπαριάζουν την εξουσία των εθνών-κρατών. Ισχυροποίηση σε τέτοιο βαθμό που έχουν συσσωρεύσει όλο το χρήμα που υπάρχει και έχουν χρεώσει σε απίστευτο βαθμό τα έθνη-κράτη ή τις περιφέρειες.
Τα αποτελέσματα αυτής της ολιγαρχικής παγκοσμιοποίησης τα ζούμε στο πετσί μας. Έχουμε την αποδόμηση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και του κράτους- πρόνοιας. Την οικοδόμηση καθεστώτων έκτακτης ανάγκης και εξαίρεσης. Την μετατροπή του κράτους σε κράτους που στηρίζεται στο μαστίγιο και όχι στο καρότο.
Με αποτέλεσμα σε πολλά σημεία να μην υπάρχουν όρια ανάμεσα στο πλανητικό εργοστάσιο και στο πλανητικό στρατόπεδο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού που μας μεταμορφώνει σε γυμνή σάρκα στα χέρια των καπιταλιστών και των εξουσιαστών.
Οι παραπάνω εξελίξεις έχουν ως αποτέλεσμα ρεύματα ανταγωνιστικά στο καπιταλισμό, ρεύματα που προέρχονται και από το χώρο της ελευθεριακής αριστεράς ή και αναρχίας να υπερασπίζονται το έθνος-κράτος απέναντι στην αυτοκρατορία του κεφαλαίου. Ενώ άλλα, μέσα από την ίδια πολιτική μήτρα της ελευθεριακής αναρχικής αριστερής σκέψης, να τείνουν να υπερασπίζονται την αυτοκρατορική παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου, ως μια αντικειμενική προοδευτική διαδικασία. Όπως συμβαίνει με τον μεταμαρξιστή Νέγκρι και Χαρντ
Οι εξελίξεις αναδεικνύουν και τα ερωτήματα: Τι σημαίνει και τι συνεπάγεται σε αυτή τη φάση του καπιταλισμού μια αντικρατική, αντιεξουσιαστική, αντιεραρχική, κομμουνιστική διεθνιστική στάση και δράση; Ποια η μορφή οργάνωσης των μαχόμενων υποκειμένων, είτε αυτά είναι μαζικά είτε αναγκαστικά είναι μαχόμενες μειοψηφίες-πρωτοπορίες; Που πάντα υπήρχαν και υπάρχουν ανεξάρτητα αν χρησιμοποιούν η όχι αυτό το όνομα.
Ας δοκιμάσουμε κάποιες απαντήσεις:
1) Ανεξάρτητα με την θέση που έχουν για την πρωτοπορία και τα δυο ρεύματα πιστεύουν πως η απελευθέρωση δεν είναι έργο μιας φωτισμένης πρωτοπορίας, ανεξάρτητα αν και κατά πόσο υπήρχε, που πάντα υπάρχει. Και τα δυο θεωρούν πως η απελευθέρωση είναι έργο των μαζών, πως η απελευθέρωση είναι έργο της ίδιας της εργατικής τάξης, ως η πλειοψηφούσα τάξη της κοινωνίας.
Μέσα από αυτή την οπτική θεωρώ πως στην εποχή μας η απόλυτη διάκριση κοινωνικού- πολιτικού συνιστά ψευδοπρόβλημα δογματικού τύπου που το κάνουν συχνά τόσο οι κομμουνιστές όσο και οι αναρχικοί. Ανάμεσα στο κοινωνικό και το πολιτικό υπάρχει μια διαλεκτική σχέση που όπως κάθε διαλεκτική σχέση συνιστά μια ενότητα αντιθέτων. Που είτε μπορούν να οδηγήσουν στην αυτονόμηση του πολιτικού ή την δαιμονοποίηση του και τούμπαλιν από την πλευρά του κοινωνικού.
Θεωρώ πως κάθε πολιτικός αγώνας από την πλευρά του προλεταριάτου και της οργανωμένης μειοψηφίας- πρωτοπορίας είναι και κοινωνικός αγώνας και το ίδιο συμβαίνει και με την πολιτικοποίηση των κοινωνικών αγώνων.
Όταν δε, μιλάμε για την εργατική τάξη, δεν εννοούμε αυτό που ο Μαρξ ονομάζει εργατική τάξη κάθε αυτή, δηλαδή τα υποταγμένα εργατικά στρώματα. Εννοούμε την συνειδητοποιημένη εργατική τάξη, τις συνειδητοποιημένες λαϊκές μάζες ή το μαχόμενο προλεταριακό πλήθος. Μιλάμε για το μαχόμενο κοινωνικό υποκείμενο που συνειδητοποιείται από τη παραδειγματική δράση και την στάση μιας μαχόμενης και στρατευμένης μειοψηφίας.
Ό,τι και να ειπωθεί, η ιστορική κίνηση αναδείκνυε πάντα μια μαχόμενη διαλεκτική μεταξύ μαζών και οργανωμένης πρωτοπορίας. Είτε αναφερθούμε στο Σπάρτακο και τους εξεγερμένους δούλους του. Είτε στους μεσαιωνικούς αναβαπτιστές και τους εξεγερμένους χωρικούς. Είτε αναφερθούμε στους κομουνιστές και αναρχικούς της Α΄ διεθνούς και τους κομουνάριους. Είτε στους λαϊκιστές, τους μπολσεβίκους ή τους εσέρους και αναρχικούς της Ρωσίας. Είτε στους αναρχοσυνδικαλιστές και τους Πουμιστές της Ισπανίας.
Να ξυπνήσει μια ωραία πρωία το προλεταριάτο και οι μάζες από μόνες του αποκλείεται. Άντε να εξεγερθούν αυθόρμητα που είτε θα δημιουργήσουν πρωτόλειες μορφές δυαδικής εξουσίας που γρήγορα θα καούν, όπως όλα τα μερικά πράγματα ή είτε θα συναντηθούν με τις μαχόμενες πρωτοπορίες που θα μετατρέψουν την εξέγερση σε συνειδητή επαναστατική διαδικασία.
Τώρα το τι μορφή θα πάρει η οργάνωση αυτής τα συνειδητής, στρατευμένης επαναστατικής μειοψηφίας ή τι μορφή οργάνωσης θα πάρει η εξεγερμένη μάζα είναι ένα καθοριστικό σημείο, ανεξάρτητα με το πώς λέγεται αυτό.
Σε κάθε περίπτωση όμως τον πρωτεύοντα και καθοριστικό ρόλο πρέπει να το παίζει η μαχόμενη πλειοψηφία του πλήθους που εξεγείρεται και επαναστατεί. Και έτσι δημιουργικά μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτό που έγραφε ο Μπακούνιν: «στο κέντρο της επαναστατικής θύελλας να είμαστε οι αόρατοι ηγέτες της..η συλλογική δικτατορία..χωρίς τίτλους, εμβλήματα και θέσεις…, ισχυρότερη επειδή δεν θα έχει καμιά από τις εμφανίσεις της εξουσίας»…
Ακόμη και οι πιο συνωμοτικές διαδικασίες μπορούν να λειτουργήσουν με αυτές τις μεθόδους, αρκεί να υπάρχει κάτι που λείπει σήμερα. Και αυτό που λείπει σε μεγάλο βαθμό σήμερα είναι η υπαρξιακή στράτευση στο επαναστατικό σκοπό. Κάτι που υπήρχε στο μέγιστο βαθμό με το κομμουνιστικό και αναρχικό κίνημα του 20ού αιώνα και που σήμερα εν Ελλάδι μπορούμε να το συναντήσουμε σε ένα βαθμό μόνο στις αναρχικές ομάδες της ένοπλης αμφισβήτησης, ανεξάρτητα από το τι λένε και τι πράττουν.
Αυτό δεν σημαίνει από την άλλη πως η επαναστατική οργάνωση των καταπιεσμένων δεν θα έχει φόρμες και δομές: Δομές δικτυακές, αμεσοδημοκρατικές και αντιεραρχικές. Το μοντέλο της άλλης κοινωνίας που θα θέλουμε να οικοδομήσουμε θα πρέπει να διαρθρώνεται -με αντιφάσεις πάντα- στην μορφή-οργάνωσης. Ανεξάρτητα από πιο όνομα πάρει η μορφή οργάνωσης.
2) Και τα δυο ρεύματα έχουν κατανοήσει πως ο καπιταλισμός δεν διορθώνεται, άλλα μόνο ανατρέπεται, γκρεμίζεται και στην θέση του κτίζεται μια κοινωνία ισότητας, ελευθερίας και αδελφότητας. Αυτό μπορεί να μοιάζει λίγο με τα οράματα της Μεγάλης Γαλλικής επανάστασης αλλά έχει μια σημαντικότατη διαφορά.
Η Γαλλική αστική επανάσταση έβαζε το πρόταγμα για ένα δημοκρατικό έθνος-κράτος των συνειδητοποιημένων πολιτών, δηλαδή των συνειδητοποιημένων αστών. Για μια ελευθερία που τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου
Τα προτάγματα του μαρξιστικού κομμουνισμού και αναρχισμού μιλάνε για παγκόσμια ακρατική- αταξική κοινωνία των ελεύθερων ατομικοτήτων/προσωπικοτήτων που θα συγκροτούν ελεύθερες παραγωγικές συνεταιριστικές κοινότητες. Είτε μέσα από την οικοδόμηση ενός κράτους που θα απονεκρώνεται, όπως στην περίπτωση των κομμουνιστών, είτε μέσα από την οικοδόμηση κοινοτήτων, ομοσπονδιών, συνομοσπονδιών, ή μιας ακρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου, όπως στην περίπτωση των αναρχικών. Για την ελευθερία που αρχίζει, ζει και αναπνέει μέσα από την ελευθερία του άλλου…
Η σημαντικότερη διαφορά ανάμεσα στον αναρχισμό και τον κομουνισμό -θα το ξαναπούμε- βρίσκεται στο μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στο καπιταλισμό και την απελευθερωμένη κοινωνία. Δηλαδή αν ανάμεσα στην διαλεκτική άρση του παλαιού και την οικοδόμηση του νέου θα υπάρχει μια μορφή κρατικής παρέμβασης. Μια κρατική παρέμβαση με την μορφή της οργανωμένης καταστολής. Μια οργανωμένη καταστολή όχι απέναντι στην πλειοψηφία που θα αυτοοργανώνεται θα διδάσκει και θα διδάσκεται, αλλά απέναντι στις κοινωνικές και πολιτικές μειοψηφίες που θα εκφράζουν το παλαιό καθεστώς ή τους εξωτερικούς κίνδυνους.
Και σε αυτό το σημείο και τα δυο ρεύματα είτε μιλάνε για κράτος σε απονέκρωση, είτε για αναρχικές κομμούνες ή κοινότητες θεωρούν πως πρέπει η νέα κοινωνία που βγαίνει μέσα από τα σπλάχνα της παλαιάς να προστατευτεί με όλα τα μέσα.
Το ζήτημα δεν είναι αν ονομαστεί αυτή η μεταβατική επαναστατική φάση κράτος που απονεκρώνεται ή κομμούνα αλλά αν αυτή η μεταβατική φάση γενικευτεί στο χώρο και στο χρόνο, ή αν όντως η εργαζόμενη πλειοψηφία έχει συνείδηση των ιστορικών στιγμών και προχωρεί η γενίκευση της κοινωνικής αυτοδιαχείρισης. Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα πάλι την προσοχή σας.
Συνειδητά μιλάω για κοινωνική αυτοδιαχείριση και όχι απλώς για εργατική. Έχω την άποψη πως όσο ο εργάτης παραμένει εργάτης, σε κάποιο κεφάλαιο θα πουλά την εργασία του, είτε ιδιωτικό, είτε κρατικό, είτε αυτοδιαχειριζόμενο. Η άρση του κεφαλαίου συνεπάγεται και την διαλεκτική άρση της εργατικής φιγούρας προς όφελος του ελεύθερου συνεταιρισμένου παραγωγού. Για αυτό επαναλαμβάνω πως έχω τους προβληματισμούς μου για το ζήτημα της εργατικής αυτοδιαχείρισης στο σήμερα, δίχως να εναντιώνομαι και να σιχτιρίσω τις απόπειρες.
Σε αυτό το σημείο της παρουσίασης θα μιλήσω για τα κοινά αγαθά ως πεδίο συνάντησης των δυο ρευμάτων.
Θα αρχίσω με μια προσωπική πολιτική αναφορά. Στις αρχές του 2000 οι δημόσιοι χώροι στα Γιάννενα έγιναν ο στόχος της πολιτικής του ξεπουλήματος του τότε δημάρχου Γκόντα. Γρήγορα δημιουργήθηκε μια αμεσοδημοκρατική συλλογικότητα από τον χώρο της αριστεράς(ΣΥΝ, οικολόγοι και ΜΕΡΑ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ), για λίγο διάστημα ήταν μέσα και το ΚΚΕ δια τις δημοτικής του κίνησης, καθώς και από το χώρο της αναρχίας και αντιεξουσίας.
Όσο χόντραινε το παιχνίδι της ιδιωτικοποίησης με κορύφωση την ιστορία του ξεπουλήματος του Ξενία και τελικά του γκρεμίσματος του το 2005, τόσο μαζικοποιούνταν και ριζοσπαστικοποιούνταν η κίνηση πολιτών με αποκορύφωση την μάχη του ξενία, το κτύπημα των ματ, τις συλλήψεις, τους τραμπουκισμούς και τους δικαστικούς αγώνες.
Για 5 χρόνια με βάση τον αγώνα της υπεράσπισης των δημόσιων χώρων βρέθηκαν και αγωνιστήκαν μαζί οικολόγοι, αριστεροί, μαρξιστές και αναρχικοί. Η συνολικοποίηση της επίθεσης, η κατασταλτική αντιμετώπιση των φαινόμενων, οι πολιτικές λογικές του κάθε χώρου και οι προτεραιότητες τους οδήγησαν στην διάλυση της επιτροπής αγώνα πολιτών. Με τις ευθύνες να επιμερίζονται παντού.
Κατά εμένα όμως το σημαντικότερο είναι η αποτυχία -παρά τον ηρωισμό του κινήματος- να αποτρέψει την ιδιωτικοποίηση του δημοσίου και ελεύθερου χώρου, που αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα αυτού που ονομάζεται κοινά αγαθά. Ένα γεγονός που ανάγκασε τις συνιστώσες να ακολουθήσουν τις προσωπικές τους στρατηγικές σε βάρος της στρατηγικής της μαχόμενης κοινότητας που για περίπου 5 χρόνια είχε οικοδομηθεί. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει σήμερα με το κίνημα που ξεπήδησε στην σύγκρουση με το μνημόνιο και δεν κατάφερε να αποτρέψει την δικτατορία του.
Και όμως αν -κάτι που δεν συνέβη πότε- αν λέμε, κατάφερνε αυτό το κίνημα των δημοσίων χώρους στα Γιάννενα να μιλήσει μέσα από την οπτική της καθολικότητας της υπεράσπισης των δημόσιων αγαθών, των κοινών αγαθών, μέσα από την καθολική οπτική της επανοικειοποίησης τους, δηλαδή αν κατάφερνε να συνολικοποιήσει το κίνημα του σπασίματος της περίφραξης του ιδιωτικού επάνω στο δημόσιο, ίσως και να μπορούσε να νικήσει. Οικοδομώντας μια μαχόμενη κοινότητα που θα μπορούσε στην εξέγερση του 2008 να παίξει ένα προωθητικό ρόλο. Ή θα έπαιζε ένα πιο δημιουργικό ρόλο στο να αποτρέψει την ιδιωτικοποίηση της ΔΩΔΩΝΗΣ. Θέτοντας τις προϋποθέσεις να αντιμετωπιστεί η ΔΩΔΩΝΗ όχι απλώς ως κρατικοσυνεταιριστική επιχείρηση σε αντιπαράθεση με την ιδιωτικοποίηση αλλά ως συλλογική ιδιοκτησία εργαζομένων και κτηνοτρόφων.
Δεν συνέβη και αν θέλετε και την προσωπική μου άποψη δεν μπορούσε να συμβεί. Τα μαχόμενα υποκείμενα δεν ήταν και δεν είναι έτοιμα για μια τέτοια διαλεκτική μεταμόρφωση. Το παράδοξο της υπόθεσης είναι πως όσο ωριμάζουν οι αντικειμενικές συνθήκες για κάτι τέτοιο, γεννοβολώντας ένα νέο κόσμο μέσα στα σπλάχνα του παλαιού, τόσο ανώριμες είναι οι υποκειμενικές συνθήκες, δηλαδή τα μαχόμενα υποκείμενα.
Τι είναι όμως η έννοια των κοινό αγαθό ή σκέτα κοινό; Ετυμολογικά κοινό αγαθό, και κοινοκτημοσύνη, δηλαδή κομμουνισμός, είναι το ίδιο πράγμα. Είναι η κοινωνία που κυριαρχεί από την μια η συλλογική ιδιοκτησία των ελεύθερων συνεταιρισμένων παραγωγών και από την άλλη η δημόσια κτήση και όχι ιδιοκτησία του φυσικού και πολιτιστικού πλούτου(νερό, χώροι, τόποι, , λιβάδια, βουνά, παραλίες, Ήλιος, πολιτιστική και ιστορική κληρονομία).
Δημόσια, ομότιμη κτήση είναι και τα άυλα προϊόντα της ανθρώπινης επινοητικότητας, τα αποτελέσματα της κοινωνικής παραγωγής. Ο ελεύθερος χρόνος , η συμμετοχή στα κοινά δρώμενα και στην πολιτεία, η τέχνη και η καλλιτεχνία, οι γνώσεις, οι κώδικες επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, τα πνευματικά προϊόντα του ιντερνέτ, τα φάρμακα.
Οτιδήποτε είναι ή μπορεί να υπάρξει σε αφθονία ή σε σχετική αφθονία συνειδητής λιτότητας στο βαθμό που όχι μόνο δεν είναι αναγκαία η συσσώρευση του, αλλά είναι αναγκαία μετατροπή του σε δώρο, σε ένα δώρο που ελεύθερα ο καθένας μας ατομικά και συλλογικά, μα το κυριότερο συνειδητά, το χρησιμοποιεί ή το μοιράζεται ή το βιώνει ή επικοινωνεί με αυτό για να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του.
Ναι μόλις περιγράψαμε τι είναι κομμουνισμός ή κοινοκτημοσύνη και που ως συλλογική ιδιοκτησία και ως δημόσια κτήση ή μοίρασμα δεν είχε καμιά σχέση με τα καθεστώτα του ανύπαρκτα «υπαρκτού σοσιαλισμού». Που ήταν καθεστώτα κρατικής ιδιοκτησίας, κρατικοκεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης ανθρώπου- φύσης και επιστήμης και ιδιωτικού κομμουνισμού των κρατικογραφειοκρατών.
Ό,τι περιγράψαμε ως κοινό αγαθό, που ετυμολογικά ταυτίζεται με την κοινοκτημοσύνη γεννιέται μέσα από τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και την κοινωνική παραγωγή μέσα στα σπλάχνα του υπάρχοντος συστήματος ή υπάρχει ελεύθερο στην φύση. Είναι ένας αντικειμενικός κομμουνισμός που γεννιέται μέσα τα διάκενα του συστήματος και διαρκώς δέχεται την επίθεση από αυτό που επιχειρεί με ποικίλους τρόπους να το περιφράξει, να το αλλοτριώσει και να το μετατρέψει σε εμπόρευμα.
Άλλωστε η κυριαρχία του κεφαλαίου ξεκίνησε από την περίφραξη των δημόσιων γαιών το 15 αιώνα που μετέτρεψαν τους κτηνοτρόφους- παραγωγούς της Αγγλίας σε μισθωτούς σκλάβους. Το έργο το έχουμε ξαναδεί και διαρκώς θα το βλέπουμε μέχρι την στιγμή που θα ανατρέψουμε το σύστημα.
Νομίζω, έχω την υποψία, πως η υπεράσπιση αλλά και η ενδυνάμωση αυτών των αντικειμενικών κομμουνιστικών τάσεων, είναι το πεδίο που ο μαρξικός κομμουνισμός και ο αναρχισμός μπορούν να συναντηθούν και να οικοδομήσουν μαχόμενες αγωνιστικές κοινότητες που δεν θα οδηγούν τα επιμέρους αυτοδιαχειριστικά εγχειρήματα σε απομόνωση, εκφυλισμό ή και ενσωμάτωση, όπως συνέβη λόγου χάρη στην Ιταλία. Αλλά θα διαμορφώνουν και θα ενδυναμώνουν ένα νέο πολιτισμό και μαχόμενο τοπίο που σε κάποια στιγμή θα διεκδικήσει επαναστατικά την συνολική εξουσία από το κεφάλαιο.
Μου είναι λίγο αδιάφορο αν αυτό το μαχόμενο υποκείμενο ονομάζεται πλήθος, κομμουνιστική ή αναρχική κοινότητα ή κάτι άλλο. Είναι σίγουρο πως θα πρόκειται για το πολιτικο-κοινωνικο χώρο της συνάντησης, της δράσης και πράξης συνειδητοποιημένων υποκειμένων που θα υπερβαίνουν τις κοινωνικές διαιρέσεις και διακρίσεις, όχι όμως και τους ταξικούς προσδιορισμούς.
Σε αυτή τη φάση του καπιταλισμού μου είναι δύσκολο να φανταστώ να στρατεύεται στο αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση κάποιος που είναι πλούσιος, εύπορος ή κάποιος που εκμεταλλεύεται εργατική δύναμη. Θα πρέπει πρώτα σαν νεοφώτιστος, σαν βαφτισμένος να γίνει φτωχός… προσοχή μιλάμε για φτωχούς και όχι για επαίτες και λιμοκτονούντες…, το να έχεις ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, η χρήματα για να επιβιώσεις δεν σε κάνει και πλούσιο… Φτωχός δεν είναι μόνο αυτός που δεν έχει τα αποθέματα για να επιβιώσει ή να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Είναι κυρίως αυτός που έχει χάσει το συνολικό ή μερικό έλεγχο των όρων της ζωής του, των υλικών, κοινωνικών και συναισθηματικών όρων της ζωής του.
Για να λειτουργήσει δημιουργικά και παραγωγικά αυτή η κομμουνιστική ολότητα πρέπει να αποκτήσει οικουμενικό- παγκόσμιο χαρακτήρα. Που όπως λέει και ένας Έλληνας στοχαστής ο Δημήτρης Κωστάκης στο βιβλίο του «3και 1 κείμενα» από την κολεκτίβα εκδόσεων «οι εκδόσεις των συναδέλφων» η οικουμενικότητα ως η πραγματική κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων έρχεται σε αντίθεση με την παγκοσμιοποίηση που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απόλυτη, η ολοκληρωτική εξουσία του κεφαλαίου σε ολόκληρο το πλανήτη που οδηγεί στην ολοκληρωτική εκμετάλλευση της κοινωνικής, πολιτιστικής και φυσικής ολότητας από αυτό. Ναι διαμέσου της έννοιας της οικουμενικότητας ξεπερνιέται διαλεκτικά η αντίθεση εθνικού, τοπικού, περιφερειακού και παγκόσμιου.
Μόνο έτσι σε καθολικό βαθμό θα απελευθερωθούν οι δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις που σήμερα υπάρχουν σαν δυνατότητες ή ελλείψεις, όπως διαβάσαμε τελευταία και για το θέμα της τρισδιάστατης εκτύπωσης. Παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις που μπορούν πλέον να συνυπάρχουν ειρηνικά και ισότητα με την βιοποικιλότητα και την φύση. Ο δρόμος μακρύς ακόμη και νομίζω πως παρόλο που έχουμε μια ιστορία 2 αιώνων σαν επαναστατικό κίνημα έχουμε να διανύσουμε μακρύ και δύσβατο δρόμο ακόμη…
Σε ένα πρακτικό επίπεδο οι δυνάμεις του επαναστατικού μαρξισμού και της επαναστατικής αναρχίας με βάση την παραπάνω λογική θα μπορούσαν να συναντηθούν:
1) Στο πεδίο της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας. Με την προϋπόθεση και την προοπτικής της συνολικής σύγκρουσης και όχι εναλλακτικής διαχείρισης. Ο στόχος αυτού του ρεύματος, τάσης, κινήματος είναι να συνολικοποιήσει και να ενοποιήσει τις οάσεις αυτοδιαχείρισης σε ένα επαναστατικό κίνημα συνολικής ανατροπής. Διαφορετικά όσο αποτυχία είχε ο σοσιαλισμός σε μόνο μια χώρα, ακόμη μεγαλύτερη θα έχει η αυτοδιαχείριση σε ένα εργοστάσιο ή σε ένα κοινωνικό κέντρο.
2) Οι εργατικοί αγώνες και η ύπαρξη ενός νέου εργατικού κινήματος που δεν θα παζαρεύει την εργατική δύναμη, άλλωστε κάτι τέτοιο μάλλον είναι αδύνατο στο σημερινό καπιταλισμό.. Ένα εργατικό κίνημα με βάση τις γενικές συνελεύσεις με τα διοικητικά συμβούλια να παίζουν τυπικό ρόλο ή να μην υπάρχουν. Ένα εργατικό κίνημα που θα διεκδικεί το πλούτο ολάκαιρο και την εξουσία για να μπορέσει να εξασφαλίσει και το ελάχιστο. Ένα εργατικό κίνημα που θα αποφασίσει το ίδιο αν πρέπει να υπερασπίζεται την εργασία ή ένα εγγυημένο εισόδημα. Αν πρέπει να έχει ρόλο στην παραγωγική διαδικασία, αν η εργασία που πραγματοποιεί είναι κοινωνικά και φυσικά ωφέλιμη. Δηλαδή να πάρει θέση για τον κοινωνικο, εργατικό έλεγχο και εξουσία.
3) Στο αντιφασιστικό-αντικατασταλτικό-αντιρατσιστικό κίνημα που δεν θα μιλά στο όνομα της αστικής δημοκρατίας μα στο όνομα της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής ανατροπής
Σε αυτή την παρουσίαση που είχα την τιμή να κάνω μετά την πρόσκληση σας δεν παρουσίασα μια έτοιμη συνολική πρόταση μιας επαναθεμελίωσης του επαναστατικού προτάγματος. Αυτό που επιχείρησα να κάνω είναι να προβληματίσω, να προβληματιστώ και να συνεισφέρω σε μια κουβέντα που αν δεν έχει ανοίξει, θα πρέπει να ανοίξει.
Το αν τα κατάφερα θα το κρίνεται εσείς…
Το κείμενο είναι η βάση της ομιλίας του Δημήτρη Αργυρού στην εκδήλωση που έγινε στις 9/3/13, στη Λάρισα, στο Steki Paratid@s, με θέμα “Είναι δυνατή και αναγκαία η συνάντηση αναρχισμού- μαρξισμού;”

Σπάσατε και το «Φλοράλ» στα Εξάρχεια «σπάστε» κι άλλο τον αναρχισμό (αντέχει!!)……..

«Πρέπει να κερδίσουμε τον χαμενο καιρό, πρέπει να αναθεωρήσουμε τη μεταφυσική μας αλαζονεία που δεν φέρνει στον κόσμο καμία ζεστασιά,πρέπει να μάθουμε να δουλεύουμε μερα – νύχτα για να καταφέρουμε να ζήσουμε μαζί με τους ανθρώπους σαν ανθρωποι,νά γίνουμε ελεύθεροι και να κανουμε και τους άλλους ελεύθερους,πρέπει – επιμενω παντα σε αυτο το σημείο – να κυριεύσουμε την εποχή με τις ιδέες μας»

Μιχαήλ Μπακούνιν
(Επανέρχομαι κι “επαναλαμβανομαι” όσο ο αναρχικός χώρος δεν μιλά για τα σημαντικότερα και τα αυτονόητα…..Αισιοδοξώ απαισιόδοξα πώς το “μηνυμα” πού στέλνω χρόνια δεν θα ταξιδεύει για παντα στο άγνωστο με βάρκα μια τρύπια ελπίδα…..να ελπίζω?)

 

Το καφέ “Φλοράλ” (πού τα τελευταία χρόνια ανανεώθηκε ως χώρος με βιβλιοπωλείο, μουσικές,πολιτιστικές και πολιτικές εκδηλώσεις) έχει ιστορία όσο τα Εξάρχεια,από το 1936 λειτουργεί στο ισόγειο της γνωστής 5όροφης “μπλε πολυκατοικίας” πού ολοκλήρωσε το 1933 ο αρχιτέκτονας Κυριακούλης Παναγιωτακος, στην γωνιά Αραχώβης και Θεμιστοκλέους.

Σε αυτή την “μπλε γωνιά”,στο πάνω μερος τής πλατείας Εξαρχείων,έχει μείνει ως “σταθμός” ένα μεγάλο μέρος τής μνήμης μας.

Εκεί κολλήθηκαν χιλιάδες αφίσσες, μοιράσθηκαν άλλες τοσες προκηρύξεις, έπεσαν δεκάδες χημικά και δακρυγόνα, άν βάλεις το αυτί σου στους τοίχους τής γωνιάς αυτής θα “ακούσεις” τα πάντα από τραγούδια,συζητήσεις και συνθήματα μέχρι σειρήνες περιπολικών και ποδοβολητα πάνω – κάτω των ΜΑΤ, αν κοιταξεις καλά θα δεις σκιές να τρέχουν, σκιές να χορεύουν γύρω από φωτιές……

Από τα τραπεζάκια τού “Φλοράλ” ποιος δεν πέρασε από το μετερίζι τής γνώσης,τού θεάτρου,τής διανόησης,των γραμμάτων και τής τέχνης,τής ζύμωσης με το “διαφορετικό” στις πολύμορφες πολιτικές θέσεις και την εξερεύνηση στο αστείρευτο σύμπαν τού κοινωνικού προβληματισμού;

Δεν είναι όμως, μόνο, ο Τρόμος τής Κρατικής Βίας πού έχει αποτυπωθεί στα “μάτια” και στους τοίχους τής “μπλε πολυκατοικίας”, αλλά και ένας άλλος Τρόμος πού φέρνει τον Φασισμό και τον Τρόμο από “άλλο δρόμο”! Καί μάλιστα από “εκεί” πού δεν τον περιμένεις!

Η επίθεση και το σπάσιμο τού καφέ “Φλοράλ”, η βία πού δέχθηκαν ακόμη και οι θαμώνες του, μετα το τέλος τής διαδήλωσης τής 20ής Φλεβάρη, είναι ένα ακόμη χτύπημα στον τραυματισμένο Αναρχισμό από το λοσταρι τής μηδενιστικής αντίληψης πού καταστρέφει και διαστρεβλώνει την Αναρχική θεωρία και δράση,συνεχίζοντας από εκεί πού σταματα η εξουσιαστική – οικονομική εγκληματική Ανομία και οι Εθνοφασίστες.

Αντίληψη κυρίαρχη, αντικοινωνική και εξουσιαστική,το στίγμα τής “απόλυτης αλήθειας” πού μισεί και εκδικείται όσους δεν συμμετέχουν στην “εξέγερση” και στην έπαρση τής “επαναστατικής καθαρότητας”.

Μοιράζονται παντού κατηγορίες,καταδίκες και αφορισμοί (όλοι φταίνε εκτος από “εμας” τους….”ξεχωριστους”) από το αυτοκλητο “λαϊκό δικαστήριο” σε θαμώνες πού…δεν δώσανε “παρουσία” στο συλλαλητήριο και δεν “τιμήσανε την παρέλαση τής υπερ – αγωνιστικής πρωτοπορίας” πού εκ τού ασφαλούς Εξουσιάζει και Τρομοκρατεί στα Εξάρχεια.

Είναι εκείνη η φασιστική αντίληψη βγαλμένη από την βαρβαρότητα τής συστημικής – κρατικής “δικαιοσύνης” και πού το μόνο πού φέρνει στην κοινωνία ως “μαντατο” είναι περισσότερος Τρόμος και Εκφασισμός,την δέσμευση πώς η πραγματικότητα και οι συνθήκες πού θα επιβάλλει (άν κάποτε “κερδίσει” την…. εξουσία) θα είναι πολύ χειρότερες από εκείνες τής σημερινής κρατικής – καπιταλιστικής αγριότητας.

Για την ακρίβεια είναι η ίδια αντίληψη πού βρίσκεται στις δύο όψεις τού “νομίσματος” πού πέφτει και κόβει τα κεφάλια τής ανθρωπότητας,αιώνες τώρα.

Στην πρώτη τσακίζει όποιον δεν ορκίζεται “τυφλή πίστη στο εθνικό σύμβολο” και στην άλλη τσακίζει στους δρόμους ως “φασίστα” όποιον κρατά ελληνική σημαία!

“Πας μή Έλλην,βάρβαρος” και “πας Έλλην, βάρβαρος ” αντίστοιχα, όλοι οι “καλοί” χωράνε στον ρόλο τού τιμωρού ανάλογα με την περίπτωση!

Κάθε φασιστική εκδοχή σε “στρατιωτική διάταξη” πέφτει στην ανταγωνιστική αρένα τής κτηνώδους βίας,οι πολλοί δέρνουν τον ένα για την “ιδεολογική” επικράτηση τού πιο ισχυρού!

Δεν είναι η πρώτη φορά πού η βία τής φασίζουσας αυτής αντίληψης, χτυπά δολοφονικά από τα μέσα τον Αναρχισμό! Ο ξυλοδαρμός τού τοτε πρόεδρου τής ΓΣΕΕ Χρήστου Πολυζωγόπουλου στην οδό Ναυαρίνου στις 31/1/2006, οι εμπρησμοί και οι επιθέσεις σε διάφορα βιβλιοπωλεία (“Ιανός”, Εκδόσεις Γεωργιαδη, Παπασωτηρίου, Ελληνικά Γράμματα, “´Αρδην”, περιοδικό “Ρεσάλτο” κά), η τρομοκρατία στα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων εκεί πού η παρουσία τού πολιτικού λόγου – αντίλογου ισοπεδώνεται από τον φετιχισμό τής βίας

(Γ.Πανούσης, Π.Μανδραβέλλης, Τ.Γουότσον κά), οι ξυλοδαρμοί σε χρήστες ναρκωτικών για να “καθαρίσει” η πλατεία φτανει το πρόβλημα να μην είναι “στα πόδια” των Εξαρχείων,οι βίαιες επιθέσεις σε δημοσιογράφους και εργαζομένους στα ΜΜΕ με τελευταία σημάδια αυτού τού τραμπουκισμού στα σώματα των Κ. Μπογδάνου και τού σκιτσογράφου Soloup στους δρόμους των Εξαρχείων, οι επιθέσεις σε εκδηλώσεις φοιτητικών αριστερών παρατάξεων μέ πιο πρόσφατη άσκηση βίας εκείνη στις 16/12/2012,στην κατάληψη τής Τσαμαδού 15.

ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ,

για την φασίζουσα αυτή αντίληψη πού βάφεται και ντύνεται “αντιεξουσιαστικά” για να πνίξει στην δεξαμενή της γόνιμες αντιστασεις,για να ματαιώσει κοινωνικές συμμαχίες και συναινέσεις ενάντια στην εξαθλίωση,στην εκμετάλλευση και στο άδικο, για να τυλίξει στο δίχτυ τής πανούκλας της οργισμένους νεολαίους στρέφοντας τους άκριτα και αλαφιασμένα εναντίον όλων!

ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ για την σφαγή τού Αναρχισμού,των κανόνων,τού ήθους,των αξιών ΜΑΣ,των κόκκινων γραμμών ΜΑΣ ανάμεσα στο ιδεοδρόμιο και στην απανθρωπιά,

ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ για ότι μάς ενοχλεί ή αυτή η συζήτηση άνοιξε και έκλεισε αμέσως μετά την τραγωδία στην Μαρφίν στις 5 Μάη 2010?…..

Μιλάμε (και σωστα) για τον Χρυσαυγιτισμό πού ματαίωσε την παράσταση “Corpus Christi” στο θέατρο “Χυτήριο” και για εκείνον (τον ίδιο σκοταδισμό και ολοκληρωτισμό σε “μαυροκόκκινο φόντο”)πού ματαίωσε την παράσταση “Κίτρινο Σκυλί” τού Μισελ Φάϊς στις 10/5/2009 στο “Από Μηχανής Θέατρο” ή επιτέθηκε με αυγά στην συγγραφέα Σώτη Τριανταφύλλου κατά την διάρκεια βιβλιοπαρουσίασης πάλι στο “Φλοράλ”,στις 2/11/2009, επιλεκτική Σιωπή,ούτε λέξη?!……

Σφραγίσαμε το στόμα τής κριτικής,τής διαφωνίας,τού διαχωρισμού και τής απόρριψης με ότι ταυτίζει τον Αναρχισμό με την ανομία,το χάος,την εξουσιομανία,την αταξία…..

Ποινικοποιήσαμε τους εαυτους μας, βγάζουμε τά μάτια μας μόνοι μας συντηρώντας την στρατηγική τής έντασης που επιδιώκει η Εξουσία, κλωτσάμε τον Αναρχισμό στον παραλογισμό τής Ακρότητας πού έχει “δύο μέτρα και δύο σταθμά” για την Βία!

Και επιτρέψαμε στο Κτηνος να προχωρήσει,για να “γράψει” μαύρες μέρες και γεγονότα,δεν σκεφθήκαμε τους “άλλους”,δεν αναλάβαμε τις ευθύνες μας!

Είναι εύκολο να μιλάμε (και προφανώς πρέπει)για τα βασανιστήρια στά κορμιά συλληφθέντων,για την ρατσιστική βία και τις δολοφονικές επιθέσεις σε μετανάστες, για τις κυβερνητικές κατασταλτικές επιχειρήσεις και παρακρατικές επιθέσεις σε καταλήψεις και κοινωνικούς πολιτικούς χώρους……

Είναι δύσκολο φαίνεται να μιλάμε για “τά δικά μας κακώς κείμενα” και να τά ρίχνουμε στο καλάθι των “κρυμμένων”, http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1458212… Κρύβεται τελικά όμως η αλήθεια “κάτω από το χαλί”,σκεπάζεται το αίσχος και η αθλιότητα σε βάρος τού Αναρχισμού και η αμαύρωση των κοινωνικών αγώνων?

Ακροβατούμε στην Εξουσία τής μονομέρειας πού μας βολεύει,στην “επιλεκτική κριτική” τής βίας πού έφθασε στο σημείο,μέσα στά Εξάρχεια,να μην τολμούν από το φόβητρο και την απειλή τού μηδενισμού – ψευτοαναρχισμού γνωστές αναρχικές συλλογικότητες πού απέχουν λίγα μέτρα μόλις απόσταση από το “Φλοράλ” να μην παίρνουν θέση,να αποφεύγουν να γράψουν πέντε σειρές καταγγελίας αυτής τής βαρβαρότητας πού υποδύεται την “αντιεξουσία” και πού αντιμετωπίζει τον απλό κόσμο ως “ταξικούς εχθρούς”!

Ο φόβος και το σεντονι σιωπής κι ανοχής απέναντι στον συμμοριτισμό τού πολιτικού χουλιγκανισμού πού συμπληρώνει ένα περιβάλλον μαφιόζικης και υπόκοσμης δράσης πού έχει κάνει “άσυλο” την περιοχή των Εξαρχείων,θα μπορούσε να απαντηθεί μέ ένα παλιό αναρχικό σύνθημα…..”Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΗ”!

Οι συλλογικότητες και οι σύντροφοι/σσες τού αναρχικού – αντιεξουσιαστικού χώρου ΣωπαίνΟΥΜΕ για τά ουσιώδη και τά μέγιστα (πού προηγούνται,κατά την άποψη μου τής καταγγελίας τής Κρατικής βίας,άν θέλουμε να πείσουμε τους “από κάτω” για τις αγνές μας προθέσεις για Κοινωνία ευτυχίας και όχι μεγαλύτερης δυστυχίας….),για την ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ μέ χαρακτηριστικά πού χάραξε κατά διαστήματα πάνω στο πρόσωπο τής κοινωνίας η φαλτσετα τής ναζιστικής,”δημοκρατικής” και σταλινικής κτηνωδίας των διαφόρων “ηγετικών” ταγμάτων εφόδου που θέρισαν την ιστορία από τις ιδεοληψίες,τον δογματισμό και τον σεχταρισμό τους!

Θα σπάσουμε ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ το τείχος τής ΑΝΟΧΗΣ,θα αφήσουμε τά λόγια μας να τρέξουν ελεύθερα στον ποτάμι τής ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ή θα αποδεχθούμε την Εποχή των Τεράτων να ακυρώσουν κάθε απόπειρα επιστροφής και επανασύνδεσης με το κουρασμένο και γδαρμένο κοινωνικό σώμα, απογοητεύοντας για πάντα τους γείτονες,τους φίλους,τους συντρόφους,τις οικογένειες μας,τα παιδιά μας πού προσδοκούσαν δίπλα μας κάτι περισσότερο από την παγερή αδιαφορία και σιωπή μας στην “αναρχία” πού προκαλεί στους άλλους Τρόμο και σε εμάς Ντροπή και Απέχθεια?!

ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ για τον ρατσισμό τής γενίκευσης,τον παρασιτισμό και τον θάνατο πού έχει εισβάλλει αρπακτικά και διαβρωτικά στον χώρο τής πολιτικής σκέψης και δράσης?!…..

ΘΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΗΝ ΣΙΩΠΗ για το αίσχος,την αθλιότητα,την ντροπή τού σπασίματος τού κάθε “Φλοράλ” και τής γενικότερης απαξίωσης των εξουσιαζόμενων (ως “προσκυνημένων” και “υποταγμένων νοικοκυραίων” από τους προσκυνημένους στην θρησκεία τής Βίας….),πού μηδενός εξαιρουμένου τους θέλουμε κοντά μας,σε αυτους απευθυνόμαστε και μέρα με την μέρα τους χάνουμε,τους “μετράμε” λιγότερους,τους στέλνουμε στην “άλλη μεριά” απέναντι μας,στους εχθρούς τής Ελευθερίας,μόνους κι αυτους μέσα στον κοινωνικό καννιβαλισμό πού νομιμοποιήσαμε και ανεχθήκαμε πρώτα εμείς οι ίδιοι…..

Αν θέλουμε να κάνει βήματα το όραμα για μια Ανθρώπινη Κοινωνία,άν θέλουμε να δώσουμε ζωή και να λάμψουμε ως φάρος αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης σε ένα Κόσμο πού χάνει το φως του από απελπισία και παραίτηση,άν θέλουμε να συνθέσουμε την ζωή με την ανάσα,την φαντασία,την έμπνευση και το λιθαράκι (και)των “άλλων”,των γύρω από εμάς και ίδιων μέ εμάς (γιατί χωρίς τους “άλλους” δεν υπάρχουμε και μέσα απ τούς άλλους τά πάντα αλλάζουν), άς σπάσουμε την καταθλιπτική Σιωπή για αυτο τό τεράστιο λάθος πού μπαίνει ανάμεσα σε εμάς και τούς υπόλοιπους ανθρώπους,άς ρίξουμε την “αυλαία” σέ ότι ΚΑΚΟΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΙ ΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ,βάζοντας τέλος σε εξουσιαστικές και κυρίαρχες αντιλήψεις πού στέλνουν όλο πιο γρήγορα την κοινωνία στην διάσπαση,στην δουλεία,στον ατομικισμό και στά νύχια νέων Τυράννων,χωρίς ποτέ τό ανθρώπινο δράμα να τελειώνει.

Ο φασισμός δεν είναι οι “άλλοι”,όπως έλεγε σωστά ο σοφός Μάνος Χατζιδάκης,τό 1993.

Είχε δίκιο.

Είμαστε εμείς,η σιωπή κι η ανοχή μας……

ΜIΛΗΣΤΕ λοιπόν,προτού είναι οριστικά αργά,γιά τούς “άλλους” και “εμάς”…….

(και φυσικά αξίζουν τα συγχαρητήρια σέ εκείνους τούς συντρόφους πού εκείνη τήν ημέρα ήρθαν σε σύγκρουση με τόν μηδενοφασισμό και απέτρεψαν έξω από τό “Φλοράλ” τά χειρότερα….)

Ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΜΙΑ, ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ,ΧΑΟΣ ΚΑΙ ΑΤΑΞΙΑ
Παπαδόπουλος Παναγιώτης (Κάϊν)

μεμονωμένο άτομο απ τό Αναρχικό – Ελευθεριακό Κίνημα

erozer2000@yahoo.gr

πηγή: tovima.gr

Errico Malatesta: Αναρχία και Βία

Errico MalatestaΑΝΑΡΧΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΗ ΒΙΑ, μη κυριαρχία ανθρώπου σε άνθρωπο, μη επιβολή της βούλησης ενός ή περισσότερων στους υπόλοιπους.

Είναι μόνο μέσω της εναρμόνισης των συμφερόντων, μέσω της εθελούσιας συνεργασίας, της αγάπης, του σεβασμού, της αμοιβαίας ανοχής, είναι μόνο με την πειθώ, το παράδειγμα, την μεταδοτικότητα και το αμοιβαίο όφελος από την επιείκεια που μπορεί και πρέπει να θριαμβεύσει η αναρχία, δηλαδή μια κοινωνία αδελφών ελευθέρως αλληλέγγυων, η οποία θα εξασφαλίζει στους πάντες την μέγιστη ελευθερία, τη μέγιστη ανάπτυξη, τη μέγιστη δυνατή ευημερία.

Υπάρχουν σίγουρα άλλοι άνθρωποι, άλλες παρατάξεις, άλλες σχολές τόσο ειλικρινώς αφιερωμένες στο γενικό καλό, όσο μπορούν να είναι οι καλύτεροι ανάμεσά μας. Αλλά αυτό που διακρίνει τους αναρχικούς απ’ όλους τους άλλους, είναι ακριβώς ο φόβος της βίας, η επιθυμία και η πρόθεση να εξαλειφθεί η βία, δηλαδή η υλική δύναμη από την ανθρώπινη άμιλλα.

Θα μπορούσαμε ως εκ τούτου να πούμε ότι η ιδιαίτερη ιδέα που διακρίνει τους αναρχικούς, είναι η κατάργηση του χωροφύλακα, ο αποκλεισμός από τους κοινωνικούς συντελεστές του κανόνα που επιβάλλεται μέσω της κτηνώδους, είτε νόμιμης, είτε παράνομης, δύναμης.

Αλλά τότε, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, γιατί στον σημερινό αγώνα, εναντίον των κοινωνικο-πολιτικών θεσμών που θεωρούν καταπιεστικούς, οι αναρχικοί έχουν κηρύξει και ασκήσει, κηρύττουν και ασκούν, όταν μπορούν, την χρήση βίαιων μέσων, κάτι το οποίο προφανώς αντιφάσκει με τους σκοπούς τους; Κι αυτό σε βαθμό που, κάποιες φορές, πολλοί καλόπιστοι, όπως και όλοι οι κακόπιστοι αντίπαλοί τους, να πιστεύουν ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του αναρχισμού ίσως να είναι ακριβώς η βία;

Το ερώτημα μπορεί να φαίνεται ότι προκαλεί αμηχανία, αλλά μπορώ να το απαντήσω με λίγα λόγια. Για να ζήσουν δύο εν ειρήνει πρέπει να το θέλουν αμφότεροι• αν ένας από τους δύο είναι ισχυρογνώμων και θέλει με τη βία να επιβάλλει στον άλλο να δουλεύει για λογαριασμό του και να τον υπηρετεί, αυτός ο άλλος, αν θέλει να διατηρήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του και να μην περιπέσει στην πλέον ταπεινή δουλεία, παρόλη την αγάπη του για την ειρήνη και την ομόνοια, είναι υποχρεωμένος ν’ αντισταθεί στη δύναμη μ’ όλα τα πρόσφορα μέσα.

Η ρίζα των κακών που ταλαιπώρησαν και ταλαιπωρούν την ανθρωπότητα, εκτός εκείνων εννοείται που εξαρτώνται από τις αντίξοες δυνάμεις της φύσης, βρίσκεται στο ότι οι άνθρωποι δεν έχουν κατανοήσει πως η συμφωνία και η αδελφική συνεργασία είναι το καλύτερο μέσο για την εξασφάλιση στους πάντες του μέγιστου δυνατού καλού, με αποτέλεσμα οι πιο δυνατοί και πιο πανούργοι να θέλουν να υποτάξουν και να εκμεταλλεύονται τους υπόλοιπους. Κι όταν καταφέρουν ν’ αποκτήσουν κάποιο πλεονέκτημα, θέλουν να το εξασφαλίσουν και να το διαιωνίσουν, δημιουργώντας για την υπεράσπισή του κάθε μορφής όργανα συνεχούς καταναγκασμού. Εκ αυτού ολόκληρη η ιστορία είναι γεμάτη αιματηρές συγκρούσεις: αυταρχικές ενέργειες, αδικίες, άγρια καταπίεση από τη μια πλευρά, εξεγέρσεις από την άλλη.

Δεν προτίθεμαι να κάνω διακρίσεις μεταξύ των παρατάξεων: οποιοσδήποτε θέλει να χειραφετηθεί, ή να προσπαθήσει να χειραφετηθεί, οφείλει να αντιπαρατάξει τη δύναμη στη δύναμη, τα όπλα στα όπλα.

Όμως ο καθένας ενώ βρίσκει αναγκαίο και δίκαιο να χρησιμοποιήσει τη δύναμη για να υπερασπίσει την ελευθερία του, τα συμφέροντά του, την τάξη του, τη χώρα του, καταδικάζει, στο όνομα μιας ιδιαίτερης ηθικής που τον διακρίνει, τη βία, όταν αυτή στρέφεται εναντίον του για την ελευθερία, τα συμφέροντα, την τάξη, τη χώρα κάποιων άλλων.

Έτσι, αυτοί οι ίδιοι που, παραδείγματος χάριν εδώ στην Ιταλία, εξυμνούν ευλόγως τους πολέμους για την ανεξαρτησία, αναγείρουν αγάλματα και ανδριάντες προς τιμήν του Αγησίλαου Μιλάνο, του Φελίτσε Ορσίνι, του Γουλιέλμου Ομπερντάν και γράφουν παθιασμένους ύμνους στην Σοφία Περόφσκαγια και τους άλλους μάρτυρες μακρινών χωρών, θεωρούν εγκληματίες τους αναρχικούς όταν αυτοί διεκδικούν την πλήρη ελευθερία και την ίση δικαιοσύνη για όλες τις ανθρώπινες υπάρξεις και δηλώνουν με ειλικρίνεια ότι, σήμερα όπως χθες, στο βαθμό που η κτηνώδης δύναμη της ξιφολόγχης θα υπερασπίζει την καταπίεση και τα προνόμια, η λαϊκή εξέγερση, η ατομική και μαζική επανάσταση, είναι τα αναγκαία μέσα για την επίτευξη της χειραφέτησης.

Θυμίζω ότι επ’ ευκαιρία μιας πολύκροτης αναρχικής απόπειρας, κάποιος που φιγουράριζε τότε στις πρώτες γραμμές του σοσιαλιστικού κόμματος και είχε επιστρέψει φρέσκος-φρέσκος από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, κραύγαζε δυνατά, με την έγκριση των συντρόφων του, ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή και δεν πρέπει να αφαιρείται ούτε για την υπόθεση της ελευθερίας. Φαίνεται ότι εξαιρείται η ζωή των Τούρκων και η υπόθεση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Παραλογισμός ή υποκρισία;

Ωστόσο η αναρχική βία είναι η μοναδική που δικαιολογείται, η μοναδική που δεν είναι εγκληματική.

Μιλώ φυσικά για τη βία που έχει όντως αναρχικά χαρακτηριστικά, και όχι για κάποια τυφλή ή παράλογη βίαιη ενέργεια η οποία αποδίδεται στους αναρχικούς, ή για εκείνη που πιθανώς διαπράττεται από πραγματικούς αναρχικούς, ωθούμενους στην παραφορά από άδικες καταδιώξεις, ή τυφλωμένους, λόγω υπερβολικής ευαισθησίας που δεν μετριάζει η λογική, από τη θέα των κοινωνικών αδικιών, από τη λύπη για τη λύπη των άλλων. Η πραγματική αναρχική βία είναι αυτή που σταματά όταν σταματά η ανάγκη υπεράσπισης της ελευθερίας. Αυτή μετριάζεται από τη γνώση ότι τα άτομα ξεχωριστά, λόγω κληρονομικότητας και περιβάλλοντος, είναι ελάχιστα υπεύθυνα για τη θέση που βρέθηκαν• αυτή δεν την εμπνέει το μίσος αλλά η αγάπη• και είναι ιερή εφόσον σκοπεύει στην απελευθέρωση των πάντων και όχι στην αντικατάσταση της κυριαρχίας των άλλων με τη δική τους.

Υπήρξε στην Ιταλία ένα κόμμα που, με σκοπούς ανωτέρου επιπέδου, προσπάθησε να σβήσει από τις μάζες κάθε εμπιστοσύνη στη βία… και κατάφερε να τις καταστήσει ανίκανες για οποιαδήποτε αντίσταση όταν ήρθε ο φασισμός. Μου φαίνεται ότι ο ίδιος ο Τουράτι λίγο-πολύ το αναγνώρισε ξεκάθαρα και θρήνησε γι’ αυτό στην ομιλία του στο Παρίσι στη μνήμη του Ζωρές.

Οι αναρχικοί δεν είναι υποκριτές. Η δύναμη χρειάζεται να αποκρούεται με τη δύναμη: σήμερα εναντίον της καταπίεσης του σήμερα• αύριο εναντίον της καταπίεσης που ίσως αντικαταστήσει αυτή του σήμερα.

Εμείς θέλουμε την ελευθερία για όλους, για μας και για τους φίλους μας, όπως για τους αντιπάλους και τους εχθρούς μας. Ελευθερία στοχασμού και προπαγάνδισης της σκέψης μας, ελευθερία εργασίας και οργάνωσης της ζωής μας όπως μας ευχαριστεί• όχι ελευθερία, εννοείται – και παρακαλούνται οι κομμουνιστές να μην παρερμηνεύουν – για την κατάργηση της ελευθερίας και εκμετάλλευση της εργασίας των άλλων.

«Pensiero e Volontà», 1η Σεπτέμβρη 1924

πηγή: eagainst.com

Σύντομο URL: http://eagainst.com/?p=46671

Χοιρόπολις

Πηγή: Eagainst.com

tumblr_lw9vy9BNoZ1qf0obxo1_500

Οι δεκαετίες πέρασαν, σβήνοντας κάθε μνήμη της Επανάστασης των Ζώων. Το Αρχοντικό Κτήμα που διοικούσε ο Ναπολέων και τα υπόλοιπα γουρούνια, έχει πλέον επεκταθεί ενσωματώνοντας τα κτήματα όλης της περιοχής και τίποτε σχεδόν δεν θυμίζει την εποχή που τα αμαξάλογα, οι κότες, ακόμη και τα παπάκια έδωσαν μάχες για την ελευθερία τους. Η μόνη ανάμνηση των παλιών χρόνων είναι το σύνθημα στον τοίχο, που παραποίησαν τα εξουσιαστικά γουρούνια: «Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα από τα άλλα».Άλλα συνθήματα έχουν επίσης κοσμήσει τους τοίχους του κτήματος, όπως «Η εργασία σας είναι η χαρά σας», «Καταδικάζουμε την παράνομη Βία απ’ όπου κι αν προέρχεται» και «Το Κτήμα προστατεύει την Ιδιοκτησία». Η σημαία της επανάστασης, αυτή που συμβόλιζε τον πόθο γι΄απελευθέρωση απ’ τον ανθρώπινο ζυγό, την αυτονομία της κοινότητας των ζώων, έχει εδώ και χρόνια αντικατασταθεί από τη σημαία του έθνους, μιας από τις τελευταίες επινοήσεις του συμβουλίου που έστησε ο Ναπολέοντας μαζί με τους εμπόρους, ώστε να κάμψει τις όποιες διεκδικήσεις των υπόλοιπων ζώων, αλλά και να δημιουργήσει μια πλαστή ενότητα γουρουνιών, σκύλων και των κατώτερων ζώων.

Μόνο στο φράχτη γύρω από το κτήμα, κάποια ανήσυχα ζώα, που αποκαλούνταν στα δελτία των σκύλων ως Τρομοζώα, έχουν γράψει στα ξύλα «Κάτω το Κτήμα, Κάτω οι Ναπολέοντες, Ζήτω η Ζωϊκή Απελευθέρωση» ή «Βία στη Βία του Κτήματος», όμως τα πρόβατα φροντίζουν να τα σβήσουν κάθε πρωί, ώστε να μην παρασύρονται σε ακραίες πράξεις κι άλλα ζώα. Ο διάδοχος του Ναπολέοντα, ο ανιψιός του ο Σάμμυ, φρόντισε να θεσμοθετήσει ένα Σύνταγμα, το οποίο φαινομενικά θα εξασφάλιζε την ισονομία και τη δικαιοσύνη, στην πραγματικότητα όμως συντάχθηκε ώστε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των γουρουνιών και των ανθρώπων. Διόρισε κάποιους ρουφιάνους από τα κατώτερα ζώα σε θέσεις ισχύος και παντρεύτηκε μία καλοσχηματισμένη αγελάδα ώστε να φανεί δίκαιος και λαϊκός άρχοντας, όμως παράλληλα καταπίεζε ακόμη περισσότερο τα ζώα που εργάζονταν στα χωράφια, παρέχοντας τους όλο και μικρότερο μέρος της σοδειάς. Άλλα πάλι ζώα, τα περισσότερα γουρούνια και σκυλιά, εργάζονταν ως δημοσιογράφοι, μεταφέροντας τις απόψεις του Κτήματος στο στάβλο, στο κοτέτσι, στον περιστερώνα, όπου είχαν τοποθετηθεί δεκάδες φωτεινές οθόνες. Έτσι, με ελάχιστα έξοδα, ο Σάμμυ κατάφερε από τη μία την καταστροφή του ελεύθερου χρόνου των ζώων εθίζοντας τα στο τηλεοπτικό θέαμα, από την άλλη προπαγάνδισε με επιτυχία την κουλτούρα των γουρουνιών, καθιερώνοντας το χοιρινό lifestyle.

Όλα τα ζώα έμαθαν από τη νεαρή τους ηλικία να φορούν τη στολή του προβάτου και να φωνάζουν μαζικά «Μπεεε» κάθε φορά που κάποιος τολμούσε να εκφραστεί με λεξιλόγιο ή επιχειρήματα διαφορετικά από αυτά του εγκεκριμένου Λεξικού των Κατώτερων Ζώων. Τα κατώτερα ζώα εκπαιδεύονταν ώστε να είναι πιο αποδοτικά στην παραγωγή της σοδειάς, και να βελτιώνουν συνεχώς την τεχνολογία, τις υπηρεσίες και την ποιότητα των προϊόντων που θα κατανάλωναν τα γουρούνια. Αν κάποιο από αυτά κατάφερνε να περάσει με επιτυχία τις δοκιμασίες του ψέμματος, της δολοπλοκίας, της εκμετάλλευσης, του ανταγωνισμού, τότε θα μπορούσε να αιτηθεί μια στολή γουρουνιού, που άνοιγε αυτόματα τις πόρτες στα σαλόνια του Κτήματος, εξασφάλιζε την προστασία απ’ τα κτηματικά σκυλιά και πολλαπλάσιο μερίδιο απ’ την ετήσια σοδειά. Τα μόνα ζώα που δεν φορούσαν στολή ήταν τα γουρούνια, που ανήκαν στην εξουσιαστική τάξη κληρονομικώ δικαίω, και τα σκυλιά, τα οποία ήταν επιφορτισμένα με την διατήρηση της Τάξης και της Ασφάλειας.

Όλα βαίναν καλώς για τα γουρούνια, μέχρι τη στιγμή που μια οικονομική κρίση συντάραξε την κοινότητα των ανθρώπων, και έκανε πολύ πιο δύσκολο το δανεισμό του Κτήματος. Τα γουρούνια είχαν εκτοξεύσει το κτηματικό χρέος, δανειζόμενοι με υψηλά επιτόκια από τους εμπόρους, ώστε να καλύψουν τα τεράστια έξοδα της τάξης των χοίρων. Επίσης, είχαν μετατρέψει την ετήσια σοδειά σε χρηματιστικό προϊόν, τζογάροντας κάθε τόσο πάνω στον κόπο των κατώτερων ζώων.Τεράστιες εκτάσεις χαρίστηκαν στους απογόνους του Μωυσή, των εξημερωμένων κοράκων που υπόσχονταν τον μεταθανάτιο Παράδεισο, φορτηγά ολόκληρα με δημητριακά γέμισαν τις πισίνες παχύσαρκων χοίρων, και τα πιο όμορφα δέντρα που πρόσφεραν δροσιά στη φάρμα και τα ζώα της, είχαν καεί ώστε να χτιστούν νέες κατοικίες για τις κομψές γουρουνοπούλες.

Ο Σάμμυ και οι συνεργάτες του βρίσκονταν σε απόγνωση, όμως δεν το έβαλαν κάτω. Κατέστρωσαν νέα επικοινωνιακά σχέδια, σύμφωνα με τα οποία κατηγορούνταν τα κατώτερα ζώα για τεμπελιά, έβγαιναν στη δημοσιότητα οι ατασθαλίες των (διορισμένων από το Κτήμα) ρουφιάνων, ενώ οι τοίχοι γέμισαν με το σύνθημα «δεν υπάρχει άλλη λύση», σχέδια που θα εξυπηρετούσαν την περαιτέρω περικοπή των μεριδίων από τη μειωμένη σοδειά. Κατάργησαν κάθε δικαίωμα που είχε μείνει απ’ τον καιρό της Επανάστασης, όπως το μεσημεριανό διάλειμμα, την οκτάωρη νυκτερινή ξεκούραση, τη δωρεάν περίθαλψη σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, ενώ κατέσχεσαν τα πέταλα των αλόγων, κούρεψαν όλα τα πρόβατα, ξεπούλησαν όλα τα μοσχαράκια, ευνούχισαν όλους τους κόκορες, ώστε να περικόψουν την τροφή που θα κατανάλωναν τα κλωσσόπουλα. Παράλληλα, έθρεψαν φασιστικές αντιζωϊκές ομάδες, που θα έστρεφαν την οργή των κατώτερων ζώων προς άλλα ζώα, που είχαν μεταναστεύσει από βομβαρδισμένα κτήματα, περνώντας μέσα απ’ τα συρματοπλέγματα του Αρχοντικού Κτήματος. Έσπειραν παντού σκυλιά, φορώντας τους στολές των άλλων ζώων, που δάγκωναν μέχρι θανάτου τους πρόσφυγες κι υπόσχονταν πως η ζωή θα φτιάξει μόνο αν όλα τα ζώα συσπειρωθούν με τα γουρούνια κάτω απ’ την Κτηματική σημαία, και στρέψουν το μίσος τους εναντίον των αποδιοπομπαίων τράγων.

Αυτή η κατάσταση, όμως, συσπείρωσε ένα νέο επαναστατικό ζωϊκό κίνημα, που αν κι αντιμετώπισε την άγρια καταστολή των σκυλιών, κατάφερε να γιγαντωθεί, θυμίζοντας όμως ελάχιστα την ιστορική Επανάσταση των Ζώων. Αυτή τη φορά, ο σχεδιασμός των δράσεων δεν ανατέθηκε σε κανένα Ναπολέοντα, σε κανένα Σνόουμπολ. Αυτή τη φορά, τα ζώα συνεδρίαζουν, συμφωνώντας και διαφωνώντας ,ως ίσα, προσπαθώντας να καταλήξουν σε αποφάσεις μέσω της εναρμόνισης των διαφορετικών προτάσεων. Αυτή τη φορά, γνωρίζουν πως τα πρόβατα που βέλαζαν προσπαθώντας να σιγάσουν τις επαναστατικές φωνές, ανήκουν στο στρατόπεδο των γουρουνιών και των σκυλιών τους. Γνωρίζουν πως οι ρουφιάνοι του παρελθόντος δεν έχουν καμιά θέση στον αγώνα για το αύριο. Σήμερα, τα εξεγερμένα άλογα έχουν αρπάξει το μαστίγο απ’ την πλάτη, οι επαναστατημένοι ταύροι ξεφυσούν προτάσσοντας τα κέρατα τους, οι αγριεμένες γάτες έχουν αποκαλύψει τα νύχια, τα καναρίνια συνθέτουν τη μουσική του αγώνα που έρχεται, οι κότες σπάνε με το ράμφος τους τις φωτεινές οθόνες. Στον τοίχο του στάβλου γράφηκε ένα και μόνο σύνθημα: «Αυτή τη φορά, η Επανάσταση δεν θα χαρίσει την ψυχή της».

Σημείωση: Το κείμενο εμπνεύστηκε φυσικά από τη «Φάρμα των Ζώων» του George Orwell, το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Σύντομο URL:http://eagainst.com/?p=46770