Yearly Archives: 2011

Οι Δρόμοι της Διαλεκτικής

Δρόμοι της διαλεκτικής

Η διαλεκτική μπορεί να γίνει πολλές φορές λάστιχο στα χέρια όσων την επικαλούνται. Αλλά η απλή πρόσληψή της, σε ένα πρώτο επίπεδο τουλάχιστον, είναι σπουδαία υπόθεση. Κι ας τα κάνουμε καμιά φορά μούσκεμα. Έτσι κι αλλιώς, το νερό μαζί με το λάστιχο πηγαίνει.

Πώς μπορείς όμως να εξηγήσεις απλά τη διαλεκτική; Η μάχη για να πεις απλά το αυτονόητο, είναι ίσως η μεγαλύτερη δυσκολία για να πει κανείς την αλήθεια. Αν θεωρήσουμε δηλαδή ότι την κατέχουμε. Ένα κομμάτι της έστω.

Διαλεκτική πχ, είναι να καταλάβουμε ότι η αλήθεια δεν είναι απόλυτη, ούτε διαχρονική. Και από την άλλη είναι πάντα συγκεκριμένη, και δεν είναι πολύ φρόνιμο να την κρύβουμε πίσω από αφηρημένα σχήματα και να περιπλέκουμε τα πράγματα, για να θολώσουμε τα νερά και να πετύχουμε τη συνδικαλιά μας, για παράδειγμα.

Ταυτόχρονα βέβαια η πραγματικότητα είναι αντιφατική και περίπλοκη. Η αλήθεια κρύπτεσθαι φιλεί. Με άλλα λόγια της αρέσει το κρυφτούλι, δηλ να κρύβει την ουσία πίσω από τα φαινόμενα. Γι’ αυτό δεν πρέπει να μένουμε στην άμεση εμπειρία, τα πέντε πράγματα που βλέπει ο καθένας γύρω του, αλλά να μπορούμε να τη γενικεύουμε, τη δική μας και των υπολοίπων.

Να γενικεύουμε, χωρίς γενικεύσεις, ισοπεδωτικές κι άδικες. Ή αλλιώς να κάνουμε αφαίρεση, πέρα από τον εαυτό μας και την κοσμάρα μας, χωρίς να είμαστε όμως αφηρημένοι, γιατί έτσι χάνουμε την ουσία.

Κι αν αυτό φαίνεται αντιφατικό, είναι ένας πολύ καλός τρόπος να εξηγήσεις σε έναν αρχάριο τι είναι η διαλεκτική που εξετάζει τις αντιφάσεις ως τη βασική πηγή της κίνησης. Να είσαι και να μην είσαι, το άλφα που είναι και –άλφα, η διαφορά μες στην ταυτότητα κι η πάλη των αντιθέτων.

Αυτό το τελευταίο μπορείς να το δεις καλύτερα στη σχέση των δύο φύλων. Τη θηλυκή πλευρά ενός άνδρα, και αντιστρόφως. Τον κοινωνικό και τον βιολογικό παράγοντα –περιβάλλον και γονίδια- που διαπλέκονται αξεδιάλυτα, αλλά διατηρούν την αυτονομία τους, κι εσύ καλείσαι να εντοπίσεις ποιο είναι το πρωτεύον, όχι ξεκομμένο απ΄ το δευτερεύον, αλλά μες στο προτσές του αμοιβαίου καθορισμού και της αλληλεπίδρασής τους.
Και αν χρησιμοποιούμε συχνά την λέξη προτσές, δεν είναι γιατί έτσι το μάθανε οι κούτβηδες στα ρώσικα και μας έμεινε συνήθειο. Αλλά για να τονίσουν ότι δεν είναι μια απλή, στατική υπόθεση, παρά μια εξελικτική διαδικασία σε συνεχή κίνηση.

Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό μέσα από τη σταδιακή ωρίμανση ενός ανθρώπου που ξεκινά βρέφος, ως συνέχεια της μητέρας του, κι εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό από την οικογένειά του, μετά αναπτύσσεται σωματικά και νοητικά, ως οργανισμός κι ως προσωπικότητα, περνάει την μετάβαση της εφηβείας και φτάνει σε ένα σημείο ωρίμανσης, όπου αυτονομείται πλήρως και μπορεί να σταθεί στα πόδια του, να ακολουθήσει δική του πορεία, να φτιάξει οικογένεια όταν νιώσει έτοιμος και να ξεκινήσει ο ίδιος κύκλος. Που δεν είναι φαύλος, αλλά διαλεκτικός. Και γι’ αυτό πρέπει να τον φανταζόμαστε περισσότερο ως μια σειρά από σπείρες. Το τετράδιο της ιστορίας είναι σπιράλ κόκκινο και δεν τελείωσαν οι σελίδες του ό,τι κι αν λέει ο φουκουγιάμα

Υπάρχει επίσης κι η άρνηση της άρνησης, που είναι εύκολο –στα όρια του απλοϊκού- να την εξηγείς σε επίπεδο ανθρωποκοινωνιογένεσης, δηλ πώς φτιάχτηκε κι εξελίχτηκε η ανθρώπινη κοινωνία. Η οποία ξεκίνησε αταξική, όπως ξεπρόβαλε από τα σπλάχνα του ζωικού βασιλείου, χωρίς κράτος κι εκμεταλλευτές. Εξελίχτηκε σε ταξική, βάσει (και) του καταμερισμού εργασίας, ως απαραίτητου όρου για την ανάπτυξή της. Κι έφτασε στο σημείο, όπου τα παλιά καλούπια τη στενεύουν σαν κορσές και την κρατάν δέσμια, ενώ έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την προοδευτική άρση του ταξικού παρελθόντος και τη σταδιακή μετάβαση στην κομμουνιστική κοινωνία.

Χους ει κι εις χουν απελεύσει. Ή στην περίπτωσή μας, αταξική ήταν και τέτοια θα ξαναγίνει. Αλλά σε ένα ανώτερο επίπεδο, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αλλιώς θα τα μπλέξουμε με τον πρωτόγονο κομμουνισμό, όπως την έπαθαν στην καμπότζη. Ή στις «αναρχικές ουτοπίες» για επιστροφή στη φύση. Η οποία τα πάντα εν σοφία εποίησε και μας τα δίνει όλα έτοιμα, μακριά από την εργασία και τον πολιτισμό, που είναι οι πηγές της σύγχρονης δυστυχίας.

Στο κεφάλαιο του μαρξ, η αλυσίδα χρήματος-εμπορεύματος, δεν είναι χ-ε-χ, αλλά χι τονούμενο, κι αυτό πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα. Ο δεύτερος κρίκος περιέχει τον πρώτο μετασχηματισμένο, σε υπηγμένη μορφή, ο τρίτος το δεύτερο κοκ, μέχρι να βρούμε τον αδύναμο στην άλλη αλυσίδα, την ιμπεριαλιστική, κι αρχίσουμε το δικό μας, κοινωνικό μετασχηματισμό.

Αν αυτά μπορεί να τα εκλαϊκεύσει κανείς και να τα κάνει κτήμα του, μέσα από το τρίπτυχο θέση-αντίθεση-σύνθεση, εμένα δε με ενοχλεί ιδιαίτερα, κι ας μην το ανέφερε ποτέ ο χέγκελ στην πραγματικότητα. Αρκεί να μη μπλέξει με τον πρωτόγονο συνδικαλισμό και μπει για να γεφυρώσει τα λογικά χάσματα και γενικώς κάθε τι αγεφύρωτο.
Και ποτάμια θα σας φτιάξουμε. Λαϊκής οργής, που δε γυρίζουν πίσω πια.

Ας μάθει πρώτα τα απλά ο κόσμος. Τη σφαιρική ανάλυση, τη διαλεκτική σύνδεση, ποσότητα και ποιότητα, τους τρεις νόμους του ένγκελς, ή κι αυτά που λέει ο μπογιόπουλος –εάν μιλάμε πχ περί κρίσης και πολιτικής οικονομίας, πέρα από τη διαλεκτική. Να τα έχει εργαλεία για τη σκέψη του, να μην του τη ζωγραφίζουν παύλα-τελεία, όπως θέλουν.
Αυτές είναι οι βάσεις που πρέπει να μπουν, και τα υπόλοιπα έπονται. Οι διαλεκτικές κατηγορίες του χέγκελ –είναι, ουσία, φαινόμενο- το οργανικό όλο, το δίπολο αφηρημένο-συγκεκριμένο κι η ανάβαση από το ένα στο άλλο, και σε τόσο δύσκολες έννοιες.

Όποιος τις κατέχει πλήρως –και δε συμπεριλαμβάνω τον εαυτό μου σε αυτούς- πρέπει να τις εκλαϊκεύσει στις μάζες, να είναι σε θέση να τις εξηγεί απλά και κατανοητά. Να καταστήσει τη γνώση προσιτή και συναρπαστική, όπως πρέπει να είναι. Όχι στρυφνή και μυστικοποιημένη, σαν το φιλοσοφικό λόγο και τα σχήματα της πλειοψηφίας των διανοούμενων.

Όχι για να πέσει στο επίπεδο του μέσου όρου, που θα τον καταπιεί. Αλλά για να μπορέσει να το πιάσει και να το ανεβάσει. Αλλιώς μπορεί να μείνει στη μοναξιά της αυταρέσκειάς του και να γκρινιάζει για τους αντιπνευματικούς καιρούς που ζούμε.

Η γνώση είναι μαγική, γιατί μπορείς να τη μοιράζεσαι. Να τη δίνεις, χωρίς να την χάνεις. Για αυτό ξεφεύγει και από τα εμπορευματικά καλούπια. Και δείχνει το δρόμο για το μέλλον. Που δε θα ‘ναι μια μεταβιομηχανική κοινωνία της γνώσης αλλά μια κοινωνία χωρίς εμπορεύματα και πάνω απ’ όλα γεμάτη γνώση, μόρφωση και καλλιέργεια.


Είσαι αναρχικός-η; Η απάντηση μπορεί να σε εκπλήξει, David Graeber

Η μετάφραση που έχω κάνει είναι χωρίς επιμέλεια, οπότε όπως πάντα να συγχωρέσετε την όποια χοντράδα. Ο  Ντέιβιντ Γκράεμπερ είναι ένας από τους πλέον γνωστούς ανθρωπολόγους της γενιάς του, και για τη πρωτογενή έρευνα που έκανε στο νησί της Μαγαδασκάρης αλλά και για την πολιτική του δράση ως αναρχικός στο κίνημα κατά της Παγκοσμιοποίησης της τελευταίας δεκαετίας. Δίδασκε στο πανεπιστήμιο του Γέηλ από όπου και εκδιώχθηκε λόγω της πολιτικής του δράσης. Τώρα διδάσκει στο πανεπιστήμιο Γκόλντσμιθς του Λονδίνου. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του: “Αποσπάσματα μιας αναρχικής ανθρωπολογίας” και “Κίνημα , Βία , Τέχνη και Επανάσταση” ,  από τις ελευθεριακές εκδόσεις Στάσει Εκπίπτοντες, ενώ ετοιμάζονται το “Τέλος των Πρωτοποριών” και το “Το Χρέος : Τα πρώτα 5.000 χρόνια” το οποίο είναι και το τελευταίο του βιβλίο, το οποίο είναι απλά εκπληκτικό. Μπορείτε να δείτε τη συνέντευξη του Ντέιβιντ Γκράεμπερ από το 2010, όταν ήρθε στην Ελλάδα : ΕΔΩ .


risingalaxy
***


Είσαι αναρχικός-η ; Η απάντηση μπορεί να σε εκπλήξει
Του David Greaber
Πιθανώς να έχεις ήδη ακούσει ένα-δυο πράγματα για τους αναρχικούς και τι υποτίθεται ότι πιστεύουν. Το πιθανότερο είναι πως ότι έχεις ακούσει είναι ανοησίες. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι αναρχικοί είναι υποστηρικτές της βίας, του χάους και της καταστροφής ή ότι είναι τρελαμένοι μηδενιστές που απλά θέλουν να τινάξουν τα πάντα στον αέρα. Στη πραγματικότητα τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Οι αναρχικοί είναι απλά άνθρωποι που πιστεύουν ότι τα ανθρώπινα όντα είναι ικανά να συμπεριφέρονται με εύλογο τρόπο χωρίς να τους το επιβάλουν. Είναι μια πολύ απλή σκέψη. Μα είναι μια που οι πλούσιοι και δυνατοί έβρισκαν πάντοτε πολύ επικίνδυνη.
Στην πιο απλή μορφή τους τα αναρχικά πιστεύω καταλήγουν σε δύο βασικές υποθέσεις. Η πρώτη είναι ότι τα ανθρώπινα όντα είναι, υπό κανονικές συνθήκες, όσο λογικά και αξιοπρεπή τους επιτρέπεται να είναι και μπορούν να οργανώνουν τον εαυτό τους αλλά και τις κοινότητες τους, χωρίς να χρειάζεται να τους πουν το πως. Η δεύτερη είναι ότι η εξουσία διαφθείρει. Περισσότερο απ΄όλα, ο αναρχισμός σημαίνει απλά να έχεις το κουράγιο να παίρνεις τις αρχές της κοινής ευπρέπειας, με τις οποίες όλοι ζούμε, και να τις ακολουθείς μέσα από τα λογικά συμπεράσματα τους. Όσο παράξενο και αν φαίνεται, στα πιο σημαντικά πράγματα είσαι ήδη αναρχικός-ή, απλά δεν το συνειδητοποιείς.
Ας αρχίσουμε παίρνοντας μερικά παραδείγματα από την καθημερινή ζωή.
  • Αν υπάρχει μια γραμμή για να ανέβεις σε ένα λεωφορείο με πολύ κόσμο, περιμένεις τη σειρά σου και αποφεύγεις να ανοίξεις δρόμο με τον αγκώνα σου, ακόμα και όταν δεν υπάρχει τριγύρω αστυνομία;
Αν απάντησες “ναι”, τότε είσαι συνηθισμένος να συμπεριφέρεσαι σαν αναρχικός-η!
Η πιο βασική αναρχική ιδέα είναι η αυτο-οργάνωση: η υπόθεση ότι τα ανθρώπινα όντα δεν χρειάζονται να απειλούνται με διώξεις για να είναι ικανά να φτάσουν σε λογική κατανόηση το ένα με το άλλο ή να συμπεριφερθούν μεταξύ τους με αξιοπρέπεια και σεβασμό.
Όλοι πιστεύουν ότι είναι ικανοί να συμπεριφέρονται εύλογα από μόνοι τους. Αν σκέφτονται ότι οι νόμοι και η αστυνομία είναι απαραίτητα, είναι γιατί νομίζουν ότι όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο.
Αλλά αν το καλοσκεφτείς, ακριβώς έτσι δεν σκέφτονται και όλοι αυτοί οι άνθρωποι για εσένα; Οι αναρχικοί υποστηρίζουν πως όλη η αντικοινωνική συμπεριφορά- που μας κάνει να νομίζουμε ότι είναι απαραίτητο να έχουμε στρατούς, αστυνομία, φυλακές και κυβερνήσεις να ελέγχουν τη ζωή μας- στη πραγματικότητα βασίζεται  στις συστημικές ανισότητες και την αδικία που οι στρατοί, η αστυνομία, οι φυλακές και οι κυβερνήσεις κάνουν δυνατές. Όλα είναι ένας φαύλος κύκλος. Αν οι άνθρωποι συνηθίζουν στο να τους συμπεριφέρονται σαν η γνώμη τους να μην έχει σημασία, πολύ πιθανώς να θυμώσουν,να γίνουν κυνικοί, ακόμα και βίαιοι – που φυσικά κάνει ευκολότερο για αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία να λένε πως η γνώμη τους δεν μετράει. Μόλις καταλάβουν ότι οι γνώμες τους πραγματικά έχουν την ίδια σημασία σαν και όλων των υπολοίπων, έχουν την τάση να γίνονται αξιοθαύμαστα κατανοητικοί. Εν συντομία: Οι αναρχικοί πιστεύουν ότι είναι η ίδια η εξουσία και τα αποτελέσματα της, που κάνουν τους ανθρώπους ανόητους και ανεύθυνους.
  • Είσαι μέλος μιας λέσχης ή αθλητικής ομάδας, μιας οποιασδήποτε συλλογικότητας όπου οι αποφάσεις δεν επιβάλλονται από έναν αρχηγό αλλά παίρνονται στη βάση της γενικής συναίνεσης;
Αν η απάντηση σου είναι “ναι”, τότε ανήκεις σε έναν οργανισμό που λειτουργεί με αναρχικές αρχές! Μια άλλη αναρχική αρχή είναι η εθελοντική ένωση. Πρόκειται απλά για την εφαρμογή δημοκρατικών αρχών στη καθημερινή ζωή. Η μόνη διαφορά   είναι ότι οι αναρχικοί πιστεύουν πως θα πρέπει να είναι δυνατό να υπάρχει μια κοινωνία, στην οποία τα πάντα θα οργανώνονται σύμφωνα με αυτό το πλαίσιο -όλες οι ομάδες βασισμένες στην ελεύθερη συναίνεση των μελών τους- και για αυτό, όλες οι “από τα πάνω προς τα κάτω” δομές στρατιωτικού τύπου όπως οι στρατοί, οι γραφειοκρατίες ή οι μεγάλες εταιρίες, που βασίζονται σε ιεραρχίες, δεν θα είναι πλέον απαραίτητες. Ίσως δεν πιστεύεις ότι αυτό θα είναι δυνατό. Ίσως και να το πιστεύεις. Όμως, κάθε φορά που φτάνεις σε συμφωνία μέσω της συναίνεσης, παρά μέσω των απειλών, κάθε φορά που έρχεσαι σε μια εθελοντική ρύθμιση με ένα άλλο πρόσωπο, φτάνεις στην κατανόηση ή φτάνεις σε συμβιβασμό παίρνοντας υπόψιν την κατάσταση του άλλου προσώπου εν προκειμένω ή τις ανάγκες του, είσαι αναρχικός -ακόμα και αν δεν το καταλαβαίνεις.
Ο αναρχισμός είναι απλά ο τρόπος που οι άνθρωποι δρουν όταν είναι ελεύθεροι να πράξουν όπως επιλέξουν, και όταν έχουν να κάνουν με άλλους που είναι εξίσου ελεύθεροι -και για αυτό έχουν συνείδηση της ευθύνης ,που αυτό συνεπάγεται, απέναντι στους άλλους. Αυτό οδηγεί σε ένα άλλο κρίσιμο σημείο: Ενώ οι άνθρωποι μπορούν να είναι λογικοί και διακριτικοί όταν έχουν να κάνουν με ίσους, η ανθρώπινη φύση είναι τέτοια που δεν γίνεται να τους εμπιστευτούμε όταν τους δίνεται η εξουσία πάνω σε άλλους. Δώσε σε κάποιον τέτοια εξουσία. Αναπόφευκτα σχεδόν, θα τη καταχραστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
  • Πιστεύεις ότι οι περισσότεροι πολιτικοί είναι εγωιστές, επηρμένα γουρούνια που δεν τους νοιάζει πραγματικά για το δημόσιο συμφέρον; Πιστεύεις ότι ζούμε σε ένα οικονομικό σύστημα που είναι ηλίθιο και άδικο;
Αν απάντησες “ναι”, τότε προσυπογράφεις την αναρχική κριτική στη κοινωνία του σήμερα -τουλάχιστον στο ευρύτερο πλαίσιο της. Οι αναρχικοί πιστεύουν ότι η εξουσία διαφθείρει, και ότι αυτοί που περνούν όλη τους τη ζωή αναζητώντας την εξουσία είναι οι τελευταίοι που θα πρέπει να την έχουν. Οι αναρχικοί πιστεύουν ότι το παρόν οικονομικό σύστημα, είναι ποιο πιθανό να ανταμείψει τους ανθρώπους για την εγωιστική και αδίστακτη συμπεριφορά τους, παρά για την αξιοπρέπεια και την τρυφερότητα τους ως ανθρώπινα όντα. Οι περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται έτσι. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν σκέφτονται πως μπορεί να γίνει κάτι για αυτό, ή τέλος πάντων -και αυτό είναι κάτι στο οποίο οι πιστοί υπηρέτες των δυνατών είναι σχεδόν σίγουρο ότι επιμένουν- οτιδήποτε που δεν θα καταλήξει να κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα.
Αλλά τι γίνεται αν αυτό δεν είναι αλήθεια;
Και υπάρχει πραγματικά οποιοσδήποτε λόγος να το πιστεύεις αυτό; Στην πραγματικότητα, όταν τις περνάς από τέστ, οι περισσότερες προβλέψεις για το τι θα συμβεί χωρίς κυβερνήσεις ή καπιταλισμό αποδεικνύονται εξολοκλήρου αναληθείς. Για χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς κυβερνήσεις. Σε πολλά μέρη του κόσμου οι άνθρωποι ζουν έξω από τον έλεγχο των κυβερνήσεων, σήμερα. Βέβαια, σε μια πολύπλοκη, αστική, τεχνολογική κοινωνία όλο αυτό θα ήταν πιο περίπλοκο: αλλά η τεχνολογία μπορεί επίσης να διευκολύνει την επίλυση όλων αυτών των προβλημάτων. Για την ακρίβεια, δεν έχουμε ξεκινήσει καν να σκεφτόμαστε πως θα ήταν οι ζωές μας αν η τεχνολογία ανταποκρίνονταν αληθινά στις ανθρώπινες ανάγκες. Πόσες ώρες θα έπρεπε να δουλεύουμε αλήθεια ώστε να διατηρούμε μια λειτουργική κοινωνία – αν ξεφορτωνόμασταν δηλαδή όλα τα άχρηστα ή καταστροφικά επαγγέλματα όπως διαφημιστές, δικηγόρους, ανθρωποφύλακες, οικονομικούς αναλυτές, ειδικούς δημοσίων σχέσεων, γραφειοκράτες και πολιτικούς, και στρέφαμε τα καλύτερα επιστημονικά μυαλά μακριά από τους διαστημικούς εξοπλισμούς ή τα συστήματα των χρηματαγορών, ώστε να μηχανοποιήσουν τις επικίνδυνες ή ενοχλητικές εργασίες όπως η εξόρυξη μεταλλευμάτων η ο καθαρισμός της τουαλέτας, και να διανείμουν την υπόλοιπη εργασία σε όλους ισότιμα; Πέντε ώρες την ημέρα; Τρεις; Δύο; Κανείς δεν ξέρει γιατί ποτέ κανένας δεν ρωτάει αυτού του είδους τις ερωτήσεις. Για τους αναρχικούς, αυτές είναι οι ερωτήσεις που θα έπρεπε να ρωτάμε.
  • Πιστεύεις πραγματικά αυτά που λες στα παιδιά σου (ή έλεγαν σε εσένα οι γονείς σου);
Δεν έχει σημασία ποιος το ξεκίνησε”. “Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό”[1]. “Κάνε στους άλλους ότι θα ήθελες να κάνουν και οι άλλοι για εσένα..” “Καθάρισε την ακαταστασία σου”. “Μην είσαι κακός στους ανθρώπους επειδή είναι διαφορετικοί”. Ίσως θα έπρεπε να αποφασίσουμε, αν λέμε ψέμματα στα παιδιά μας όταν τους μιλάμε για το κακό και το καλό ή αν είμαστε πρόθυμοι να πάρουμε στα σοβαρά τις παραινέσεις μας. Διότι, αν ακολουθήσετε αυτές τις ηθικές αρχές μέχρι τα λογικά συμπεράσματα τους, καταλήγετε στον αναρχισμό.
Πάρτε για παράδειγμα την αρχή “δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό”. Αν πραγματικά το έπαιρνες στα σοβαρά, αυτό από μόνο του θα τίναζε στον αέρα ολόκληρη τη βάση για τον πόλεμο και το σύστημα ποινικού δικαίου. Το ίδιο ισχύει για το μοίρασμα: πάντα λέμε στα παιδιά ότι πρέπει να μάθουν να μοιράζονται, να αλληλοκατανοούν τις ανάγκες τους, να βοηθούν το ένα το άλλο. Μετά βγαίνουμε έξω στον πραγματικό κόσμο όπου υποθέτουμε ότι όλοι είναι εκ του φυσικού τους εγωιστές και ανταγωνιστικοί. Αλλά όπως θα σημείωνε ένα αναρχικός: στη πραγματικότητα, ότι λέμε στα παιδιά μας είναι σωστό. Σχεδόν οποιοδήποτε μεγάλο επίτευγμα που άξιζε το κόπο στην ανθρώπινη ιστορία, κάθε ανακάλυψη ή κατόρθωμα που βελτίωσε τις ζωές μας, βασίστηκε στην συνεργασία και την αλληλοβοήθεια. Ακόμα και τώρα, οι περισσότεροι από εμάς ξοδεύουμε περισσότερα για τις οικογένειες και τους φίλους μας παρά για τους εαυτούς μας. Ενώ, πιθανόν, πάντα θα υπάρχουν ανταγωνιστικοί άνθρωποι στο κόσμο, δεν υπάρχει κανένας λόγος γιατί η κοινωνία πρέπει να βασίζεται στην ενθάρρυνση τέτοιων συμπεριφορών, πόσο μάλλον κάνοντας τους ανθρώπους να ανταγωνίζονται για τις βασικές ανάγκες της ζωής. Αυτό υπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των ανθρώπων στην εξουσία, που μας θέλουν να ζούμε μέσα στο φόβο τους ενός για τον άλλο. Γι’ αυτό οι αναρχικοί καλούν για μια κοινωνία βασισμένη όχι μόνο στην ελεύθερη ένωση αλλά και στην αλληλοβοήθεια. Είναι γεγονός ότι τα περισσότερα παιδιά μεγαλώνουν πιστεύοντας στην αναρχική ηθική και σταδιακά έχουν να κατανοήσουν ότι ο κόσμος των ενηλίκων δεν λειτουργεί με αυτό το τρόπο. Για αυτό και τόσα πολλά γίνονται επαναστατικά ή αποξενωμένα, ακόμα και αυτοκτονικά ως έφηβοι, και τελικά, παραιτημένα ως ενήλικες. Η μόνη τους παρηγοριά, συχνά, είναι η δυνατότητα να μεγαλώσουν οι ίδιοι παιδιά και να υποκρίνονται ότι ο κόσμος είναι δίκαιος. Αν όμως μπορούσαμε να ξεκινήσουμε πραγματικά να χτίζουμε ένα κόσμο που, έστω στο ελάχιστο, θα ήταν βασισμένος σε δίκαιες αρχές;
Δεν θα ήταν αυτό το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσε να δώσει κανείς στα παιδιά του;
  • Πιστεύεις ότι τα ανθρώπινα όντα είναι θεμελιωδώς διεφθαρμένα και κακά, ή ότι συγκεκριμένα ήδη ανθρώπων (γυναίκες, άνθρωποι διαφορετικού χρώματος, λαϊκοί άνθρωποι που δεν είναι πλούσιοι ή δεν έχουν ανώτερη εκπαίδευση) είναι υποδεέστερα δείγματα, προορισμένα να κυβερνώνται από ανώτερους από αυτούς ;
Αν απάντησες “ναι”, ε λοιπόν, δεν είσαι τελικά αναρχικός. Αλλά αν απάντησες “όχι”, τότε, κατά πάσα πιθανότητα προσυπογράφεις το ενενήντα τις εκατό των αναρχικών αρχών, και πιθανόν, σε μεγάλο βαθμό να ζεις τη ζωή σου σύμφωνα με αυτές.
Κάθε φορά που συμπεριφέρεσαι σε έναν άλλο άνθρωπο με κατανόηση και σεβασμό, είσαι αναρχικός. Κάθε φορά που επιλύεις τις διαφορές σου με άλλους με το να έρχεσαι σε έναν λογικό συμβιβασμό, ακούγοντας τι έχει να πει ο καθένας παρά να αφήνεις ένα άτομο να αποφασίζει για όλους τους άλλους, είσαι αναρχικός.Κάθε φορά που έχεις την ευκαιρία να επιβάλεις με τη δύναμη σε κάποιον να κάνει κάτι, αλλά αποφασίζεις να απευθύνεσαι στη λογική του, είσαι αναρχικός. Το ίδιο ισχύει κάθε φορά που μοιράζεσαι κάτι με έναν φίλο, η αποφασίζεις ποιος θα πλύνει τα πιάτα, η κάνεις οτιδήποτε και έχεις τη προσοχή σου στραμμένη στη δικαιοσύνη.
Τώρα, μπορεί να διαφωνήσεις  με όλα αυτά ότι είναι ωραία και καλά ως ένα τρόπος για μικρές ομάδες ανθρώπων να συνεννοηθούν μεταξύ τους, αλλά η διαχείριση μιας πόλης ή μιας χώρας, είναι ένα εντελώς διαφορετικό θέμα. Και φυσικά υπάρχει κάτι σε αυτό. Ακόμα και αν αποκεντροποιήσεις τη κοινωνία και βάλεις όσο περισσότερη δύναμη είναι δυνατή στα χέρια μικρών κοινοτήτων, θα υπάρχουν ακόμα πολλά πράγματα που θα χρειάζονται συντονισμό, από τη λειτουργία των σιδηροδρόμων μέχρι τις αποφάσεις για το ποια κατεύθυνση θα πρέπει να πάρει η ιατρική έρευνα. Αλλά μόνο και μόνο επειδή κάτι είναι περίπλοκο δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει τρόπος να το κάνεις δημοκρατικά. Απλά θα είναι περίπλοκο. Για την ακρίβεια, οι αναρχικοί έχουν ένα σωρό διαφορετικές ιδέες και οράματα για την αυτο-διεύθυνση μιας περίπλοκης κοινωνίας. Το να τα εξηγήσω θα έπαιρνε πολύ περισσότερο από το μέγεθος και τις προθέσεις ενός μικρού εισαγωγικού κειμένου σαν και αυτό. Αρκεί να πούμε, πρώτα απ’ όλα, ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ξοδέψει πολύ χρόνο επινοώντας μοντέλα για το πως θα δούλευε μια πραγματικά δημοκρατική και υγιής κοινωνία. Βεβαίως, κανένας αναρχικός δεν ισχυρίζεται ότι έχει το τέλειο σχέδιο. Το τελευταίο πράγμα που θέλουμε είναι να επιβάλουμε προκατασκευασμένα μοντέλα στη κοινωνία ούτως ή άλλως. Η αλήθεια είναι ότι πιθανότατα δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε τα μισά από τα προβλήματα που θα προκύψουν στη προσπάθεια μας να δημιουργήσουμε μια δημοκρατική κοινωνία. Ακόμα και έτσι, είμαστε πεπεισμένοι ότι -με την ανθρώπινη επινοητικότητα να είναι αυτό που είναι- τέτοια προβλήματα μπορούν πάντα να λυθούν,  όσο γίνεται σύμφωνα με το πνεύμα των βασικών αρχών μας, οι οποίες σε τελική ανάλυση είναι οι αρχές της θεμελιώδους ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Σημειώσεις:
[1] Σ.τ.μ. : Εδώ η μετάφραση έχει γίνει αυτολεξεί. Το ποιο κοντινό στην ελληνική γλώσσα είναι το αρχαίο ρητό “το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού” αν και προφανώς δεν χρησιμοποιείται ως παραίνεση σε παιδιά μικρής ηλικίας.



από  http://parallhlografos.wordpress.com

Μίσος Ταξικό


Ίσως να μην υπάρχει μεγαλύτερο ταμπού για τη σημερινή αριστερά απ' το ταμπού απέναντι στο μίσος, κι ας έγραφε ο Μπένγιαμιν, άνθρωπος υπεράνω πάσης υποψίας σε ό,τι αφορά τον δογματικό φανατισμό, ότι οι σοσιαλδημοκράτες έκαναν τεράστιο κακό στην εργατική τάξη κολακεύοντάς την αρκετά ώστε να ξεχάσει το "μίσος" της και μαζί "το πνεύμα θυσίας" της . Ο σημερινός αριστερός είναι ένα ευνουχισμένο υποχείριο του "διαλόγου", του "διαλόγου" που πρέπει να γίνεται ακόμα και αν την ίδια στιγμή άνθρωποι πεθαίνουν απ' το κρύο, γιατί, λέει, αυτό είναι ο πολιτικός πολιτισμός. Αυτό σημαίνει στην πράξη η αριστερή "αγάπη" σήμερα: μειλίχια ανοχή στην ισοπέδωση των ανθρώπων για χάρη του "διαλόγου" με τον ισοπεδωτή.
Αυτός που δεν έχει τίποτα μπορεί να έχει πειθαρχία μόνο αν έχει πρώτα μίσος, μίσος το οποίο τιθασεύει, οργανώνει, οξύνει και επιτείνει με ψυχρότητα ίση με αυτή του ανθρώπου που κοιτάζει την πείνα και την εγκατάλειψη σαν στατιστικό, σαν μια ατυχή επιπλοκή των αγορών, σαν μια παροδική ανωμαλία στην σύγκλιση δεικτών. Γιατί και αυτός ο άνθρωπος, ο πλούσιος άνθρωπος, ή ο άνθρωπος που γλείφει με κάθε κόστος τους πλούσιους ανθρώπους, ή ο άνθρωπος που ναι μεν καταλαβαίνει αλλά δεν θέλει να αλλάξει ποτέ τίποτα, έχουν μίσος. Μισούν τον φτωχό στον ίδιο ακριβώς βαθμό που αγαπούν το κέρδος και το χρήμα· και η πείνα που νομιμοποιούν σε βάρος του είναι η σφραγίδα αυτού του συνάμα ανομολόγητου και ανθρωποκτονικού μίσους.

Για αυτό και ανερυθρίαστα ομολογώ πως το αναρχικό σύνθημα "μίσος ταξικό" μού φαίνεται εξόχως αρμόζον για την πάστα ανθρώπου που πρέπει να είναι ο κομμουνιστής. Το ταξικό μίσος είναι αυτό που γίνεται εφικτό απ' τη συνείδηση του ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε τάξεις. Και συνεπώς είναι μίσος που απορρέει τόσο από την ταξική οργάνωση όσο κι απ' την εχθρότητα ενάντια σ' αυτή την οργάνωση. Πώς μπορείς να αγαπήσεις τον άνθρωπο αν δεν μισήσεις με όλο σου το είναι τις τάξεις, τον ταξικό διαχωρισμό, την ταξική διαίρεση που δημιουργεί το αμοιβαίο ταξικό μίσος; Πώς γίνεται να αγαπάς τον άνθρωπο χωρίς να σε ζεσταίνει αυτό το διπλό μίσος: το μίσος εκ μέρους των πρώην ανθρώπων που λέγονται προλετάριοι, το μίσος για ό,τι δημιουργεί την εξουσία που παράγει πρώην ανθρώπους που δεν έχουν τίποτε άλλο στα χέρια τους απ' το μίσος τους; 


Από το leninreloaded

Μια κριτική προς τους αγανακτισμένους

Τροφή για σκέψη, προβληματισμό και στρατηγική προς μια πραγματική άμεση δημοκρατία.

Παρατηρώντας τους αγανακτισμένους μπορούμε να διακρίνουμε τα κοινωνικά χαρακτηριστικά που κυριαρχούν στην πλειοψηφία των ανθρώπων που κατεβαίνουν (αλλά δεν συμμετέχουν απαραίτητα στις διαδικασίες της συνέλευσης). Δεν θα αναφερθώ στα θετικά, αλλά στα αρνητικά στοιχεία των κινητοποιήσεων, με σκοπό να υπάρξει ένας προβληματισμός και μια στρατηγική για μια ελευθεριακή προοπτική.

1)Υπάρχει έλλειψη ελευθεριακής συνείδησης. Δεν αμφισβητείται ο ρόλος των βουλευτών, αυτός καθαυτός, δηλ η εξουσιαστική δομή του, αλλά οι πολιτικοί χαρακτηρίζονται απλά ως κλέφτες και μάλιστα ως εθνικοί προδότες!!!
Δεν αμφισβητείται δηλαδή ο ρόλος της πολιτικής εξουσίας καθαυτός ώς εξωκοινωνικός φορέας οργάνωσης της κοινωνίας. Το κυνήγι “διευθαρμένων πολιτικών” είναι τουλάχιστον αποπροσανατολιστικό για τα πραγματικά
αίτια της κρίσης. Σε αυτή την θέση-συνθηματολογία υποβόσκει η αντίληψη ότι θα μπορούσαν να έρθουν στην θέση των βουλευτών, κάποιοι άλλοι ηγέτες, φωστήρες, “εθνοσωτήρες”. Δεν αμφισβητούνται οι σχέσεις εξουσίας
στην πολιτικό σύστημα, αλλά και στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Το “κλέφτες,κλέφτες, ο εθνικός ύμνος, και το “Αφήστε τα όπλα και ελάτε από δω” προς τους ματατζήδες της βουλής είναι ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί. Τα αριστερά κόμματα προφανώς είναι μέρος του προβλήματος και όχι η απάντηση σε όλο αυτό.

2)Το καπιταλιστικό φαντασιακό καλά κρατεί. Δεν υπάρχει η ριζική αμφισβήτηση του καπιταλισμού ως σύστημα, και ως τρόπος ζωής αλλά ένα είδος ταξικής ζήλειας από τους αγανακτισμένους προς τους πλούσιους. Πολλοί από αυτούς που αγανακτούν, θα θελαν να βρεθούν στην θέση των πλούσιων αυτού του τόπου, αλλά όχι να αλλάξουν το ίδιο το σύστημα που μας έφερε ως εδώ. Δεν αμφισβητείται ο αξιακός πυρήνας του καπιταλισμού ( η αέναη ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, ο καταναλωτισμός, το θέαμα, η ιδιώτευση, οι ανταγωνιστικές σχέσεις, οι σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης μεταξύ αφεντικών/εργαζομένων κλπ), αλλά αμφισβητείται η τρόικα,το μνημόνιο, η κυβέρνηση κλπ. (κι αυτό ισχύει και για τα αριστερά κόμματα που ζητάνε πιο κρατικό καπιταλισμό)Οι πολιτικοί μπορεί να κλέψανε αλλά ταλεφτά είναι ελάχιστα σε σχέση με το ελληνικό χρέος. Στην τελική η πολιτική ήταν, είναι, και θα είναι μια μπίζνα, όσο υπάρχει ο καπιταλισμός, και η διαφθορά είναι απλά ένα μικρό μέρος του παιχνιδιού, κάτι που φαίνεται να ξεχνάνε, αρκετοί από τους αγανακτισμένους. Ελάχιστοι θα πουν ότι η κρίση του χρέους, είναι αποτέλεσμα της δομικής φύσης του καπιταλισμού και του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο, ελάχιστοι θα πουν ότι φτάσαμε εδώ επειδή, τα πράγματα “πήγαν όπως ήταν
να πάνε” σε ένα τέτοιο οικονομικό-κοινωνικό σύστημα.

3)Υπάρχει τρομακτική έλλειψη ταξικής συνείδησης. Με τον όρο ταξική συνείδηση, εννοώ την συνείδηση της υπάρξης των τάξεων, της αναγνώρισης σχέσεων εξουσίας,εκμετάλευσης και αντικρουόμενων συμφερόντων, μεταξύ κεφαλαίου/εργασίας στην παραγωγή, καθώς και την αναγκαιότητα συλλογικής συνείδησης και πάλης των εργαζόμένων για να διεκδικήσουν τον πλούτο που παράγουν, από τα αφεντικά. Ο συνδικαλισμός ως μέσο πάλης, απαξιώνεται από τον πολύ κόσμο, ενώ το “εμείς” ως εργαζόμενοι επισκιάζεται από το “εμείς” ως έλληνες. Το ΔΝΤ αντιμετωπίζεται ως ζήτημα εθνικής κυριαρχίας,και όχι ως μηχανισμός μιας ακόμα πιο στυγνής ταξικής και κοινωνικής εκμετάλλευσης του κόσμου της εργασίας (είτε ισπανοί,είτε έλληνές είτε μετανάστες), από τα αφεντικά (κατάργηση συλλογικών συμβάσεων από τους ελληνες εργοδότες, αντίστοιχα από τους ισπανους κλπ).

4)Από την πρώτη στιγμή των κινητοποιήσεων υπάρχει μια έντονη εκδήλωση μιας “εθνικής υπερηφάνιας”. Η συλλογική συνείδηση που έχουν ανάγκη οι αγανακτισμένοι, προσπαθώντας να τονώσουν το ηθικό τους, και να νιώσουν δυνατοί, έχει ως συνδετικό κρίκο την εθνική ενότητα. Τα σημαιάκια, τα “Ελλάς ελλάς,και ο εθνικός ύμνος που τραγουδούσανε οι γραφικοί πατριώτες, από μόνα τους μπορεί να είναι ακίνδυνα, αλλά η αντίληψεις του στυλ ότι “έχουμε κατοχή του έθνους” από το ΔΝΤ, ότι ξένα κέντρα αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς (λες και έχει σημασία αν ο εκμεταλλευτής μου θα είναι έλληνας η γερμανός), σε συνδυασμό με το ότι, οι πολιτικοί είναι “εθνικοί προδότες”, και όχι εξουσιαστές και τσιράκια των καπιταλιστών (ντόπιων και μη), μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια. Η εθνική ενότητα “αποκλείει”στο να ενωθούμε με εργαζομένους άλλων λαών που τραβάνε τα ίδια λούκια, και ταυτόχρονα λειτουργεί ως ταξική και κοινωνική ειρήνη μεταξύ των ελλήνων εργαζομένων και των ελλήνων αφεντικών που μας εκμεταλεύονται και μας εξουσιάζουν τις ζωές.

5)Αυτή η κρίση έχει ως αποτέλεσμα την οικονομική και κοινωνική εξαθλείωση. Κι αυτή με την σειρά της σε συνδυασμό με το καπιταλιστικό φαντασιακό στα μυαλά των περισσοτέρων ανθρώπων, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της εγκληματικότητας και του κοινωνικού κανιβαλισμού μεταξύ των φτωχών λαικών στρωμάτων. Αυτή η εγκληματικότητα έχει ως αποτέλεσμα την γενικευμένη ανασφάλεια και συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, και την θέλησή της (ίσως και την απαίτηση) για περισσότερο κράτος ασφάλειας. Αυτό πρακτικά σημαίνει αστυνομοκρατία, κάμερες στους δρόμους, τάση για καταγραφή “ύποπτων και παραβατικών συμπεριφορών” και ρουφιανιά , μια κατάσταση που “νομιμοποιεί” κοινωνικά, φασιστικές και αυταρχικές συμπεριφορές από το ίδιο το κράτος και τους “καλοθελητές” του.

6)Επίσης οι μετανάστες ως η πιο εξαθλιωμένη κοινωνική ομάδα, ακριβώς επειδή είναι περιθωριοποιμένη, ένα μέρος τους για να επιβιώσει, θα δημιουργήσει γκέτο και μικρομαφίες. Αυτό το υπαρκτό πρόβλημα σε ορισμένες γειτονιές, σε συνδυασμό με την ανάγκη “για τόνωση της εθνικής υπερηφάνειας των ελλήνων” δίνει έδαφος σε ακροδεξιές ομάδες μαχαιροβγαλτών (αλλά και γραβατοφόρων της βουλής) να βγάλουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο και να επηρεάσουν τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις του τόπου. Πολύ μεγάλο μέρος, ίσως οι περισσότεροι λένε ήδη “Εξω οι λαθρομετανάστες. Δηλαδή ας τους εκμεταλευτούμε για τις δουλειές μας (όσους χρειαζόμαστε) και μετά αν λήξει η κάρτα τους και δεν τους χρειαζόμαστε, “να φάνε πόδι”. Μεγάλο μέρος αυτών που κατεβαίνουν δυστυχώς υιοθετούν αυτήν την στάση.

Με λίγα λόγια
1) Η έλλειψη ελευθεριακής συνείδησης, του ότι μπορεί δηλαδή η ίδια η κοινωνία να αποφασίζει, και όχι μια εξωκοινωνική εξουσιαστική δομή που λέγεται Κρατική εξουσία, με αποτέλεσμα αρκετοί αγανακτισμένοι αντί για αυτο-οργάνωση,
να ψάχνουν για “ικανούς και τίμιους ηγέτες”

2)Η έλλειψη αμφισβήτησης του ίδιου του καπιταλισμού, και του καπιταλιστικού τρόπου ζωής (που είναι πχ η αέναη ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, ο καταναλωτισμός, το θέαμα, η ιδιώτευση, οι ανταγωνιστικές σχέσεις, οι σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης μεταξύ αφεντικών/εργαζομένων, η εμπορευματοποίηση κάθε πτυχής της ζωής μας κλπ)

3)Η τρομακτική έλλειψη ταξικής συνείδησης (άρα και η απαξίωση του συνδικαλισμού ως τρόπος πάλης)άρα και η έλειψη συνείδησης του “εργαζόμενοι όλων των λαών ενωθείτε” (έλληνες,μετανάστες,ισπανοί κλπ)

4)Η εθνική ενότητα-εθνική υπερηφάνεια ως βασικό συστατικό του κινήματος (όλοι οι Ελληνες ενωθείτε..)

5)Η εγκληματικότητα και η γενικευμένη ανασφάλεια και συντηρητικοποίηση σε ένα αρκετά μεγάλο μέρος της κοινωνίας,με αποτέλεσμα να ζητάνε, περισότερο κράτος ελέγχου και περισσότερη αστυνόμευση

6)Η ξενοφοβία και ο γενικευμένος ρατσισμός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, προς τους μετανάστες, λόγω υπαρκτών προβλημάτων, αλλά και προπαγάνδας. Μεγάλο μέρος των αγανακτισμένων δεν αποτελεί εξαίρεση..

Ολα αυτά είναι αρνητικά στοιχεία ενός μεγάλου μέρους των αγανακτισμένων που έρχονται στο σύνταγμα (μεγάλο μέρος των οποίων δεν συμμετέχει στις διαδικασίες της συνέλευσης) και θα πρέπει να μας προβληματίσουν, αν θέλουμε το κίνημα να έχει μια ελευθεριακή προοπτική.
Τα πράγματα είναι ρευστά, υπάρχουν πολλές πολιτικές δυνάμεις και προφανώς η συμμετοχή στις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες των συνελεύσεων των πλατειών (και όχι η αποχή) είναι η μόνη λύση.

athens.indymedia.com

Αλληλοβοήθεια: μια αναρχική ιδέα σε εφαρμογή

Κείμενο στη σειρά «Τέσσερα Εργαλεία Κοινοτικού Ελέγχου» – Μέρος 1ο
 

Η αλληλοβοήθεια είναι μια σημαντική αναρχική ιδέα. Δείχνει ότι δείγματα ενός καλύτερου κόσμου υπάρχουν ήδη παντού, συμπεριλαμβανομένης και της Νότιας Αφρικής, και πώς μπορούμε να πραγματοποιήσουμε αυτό το κόσμο δημιουργωντας τώρα και επεκτείνοντας τις πολιτιστικές πρακτικές του παρόντος.

Η έρευνα του Κροπότκιν είναι ακόμα σημαντική
Ο Ρώσος Πιότρ Κροπότκιν ήταν όχι μόνο σημαντικότατος αναρχικός αγωνιστής και θεωρητικός, αλλά και γνωστός γεωγράφος και επιστήμονας. Το πιο διάσημο βιβλίο του, η «Αλληλοβοήθεια», μια ιδέα που συζητάμε σε αυτό το άρθρο, αποτέλεσε σκληρή κριτική ενάντια στον Κοινωνικό Δαρβινισμό [(1) και τις γενικότητες για την ανθρώπινη φύση (2). Αρχίζοντας από το 19ο αιώνα, εξελισσόταν μια λογομαχία πάνω στο ερώτημα του αν ο άνθρωπος είναι φύσει καλός ή κακός. Οι λεγόμενοι ιδεαλιστές έλεγαν ότι οι άνθρωποι είναι καλοί και ότι αιτία των πολέμων είναι ο πολιτισμός. Οι ρεαλιστές έλεγαν – και αυτή είναι η κυρίαρχη ιδέα στη πολιτική γενικώς (σε όλο το κόσμο) – ότι οι άνθρωποι είναι φύσει κακοί και πάντα θα σκοτώνονται μεταξύ τους (το ρητό του Hobbes «πόλεμος όλων εναντίων όλων») και ότι μόνο το Κράτος θα μπορούσε να το σταματήσει αυτό, ως θεσμός επίλυσης διαφορών, αναγκαίος για τη διατήρηση της ειρήνης. Η θεωρία της «επιβίωσης του δυνατότερου» έδωσε νόημα στην ύπαρξη του κράτους και όλων των καταστροφών που ήρθαν με αυτό: αποικιοκρατία, ιμπεριαλισμός, καπιταλισμός και άλλες μορφές εκμετάλευσης, που δεν είναι πάντα συνδεδεμένες με το κράτος (αλλά συχνά με τη θρησκεία) όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός (3]), ο ετεροσεξισμός (4) και η διάκριση ενάντια στα άτομα με ειδικές ανάγκες (5). Ωστόσο, όπως έδειξε ο Κροπότκιν για πρώτη φορά, και αποτελεί σήμερα την κοινή λογική στην Ανθρωπολογία (6), δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση. Οι άνθρωποι δεν είναι ούτε καλοί ούτε κακοί από τη φύση τους, αλλά και τα δύο. Το ζήτημα είναι, λοιπόν, εάν είναι περισσότερο καλοί παρά κακοί και πώς να ασχοληθούμε με τον πόλεμο, τη φτώχεια και άλλα προβλήματα της σημερινής κοινωνίας.

Τι είναι η αλληλοβοήθεια;
Η αλληλοβοήθεια, η αντίληψη ότι οι άνθρωποι πρέπει να αληλοβοηθιούνται ο ένας με τον άλλον, αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης αρχικά από τον Κροπότκιν και τα συμπεράσματά του κυκλοφόρησαν σε βιβλίο με τον ίδιο τίτλο το 1902 (7) Η μελέτη αυτή της αλληλοβοήθειας, η οποία αυτός (ο Κροπότκιν) πιστεύει ότι αποτελεί σημαντικό παράγοντα της ανθρώπινης εξέλιξης, ήταν μια σημαντική κριτική της ιδέας της “επιβίωσης του ισχυροτέρου”. Στο βιβλίο αυτό, ο Κροπότκιν δείχνει τη σπουδαιότητα της αλληλοβοήθειας ανάμεσα σε διάφορα ζώα αλλά και ανθρώπινες κοινωνίες. Δείχνει πώς οι κοινωνίες που βασίζονται στην αλληλοβοήθεια είναι πιο ειρηνικές, μια αντίληψη που υιοθετείται και από ανθρωπολόγους για να περιγράψουν τις κοινές πρακτικές ανάμεσα στις ειρηνικές κοινωνίες (8) οι οποίες υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Η σύγχρονη ανθρωπολογία έχει επιβεβαιώσει τη θεωρία του Κροπότκιν ότι δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση. Αντί να πάρει τη μία ή την άλλη πλευρά σ’ αυτό τον μεγάλο διάλογο, ο Κροπότκιν είπε ότι υπάρχει και ανταγωνισμός και αλληλοβοήθεια ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ζώα, αλλά η αλληλοβοήθεια ήταν πιο σημαντική από την επιβίωση των ειδών. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και εάν οι άνθρωποι πολεμούν μερικές φορές ο ένας εναντιον του άλλου, ωστόσο συνεργάζονται περισσότερο απ’ ό,τι πολεμούν.
Αλληλοβοήθεια σημαίνει ότι ο ένας άνθρωπος βοηθάει τον άλλον, όχι μόνο υλικά αλλά και ηθικά, αντίθετα με το να προωθούν τον ατομικισμό ή, ακόμα χειρότερα, με το να πολεμά ο ένας τον άλλον. Σημαίνει ότι συνεργάζονται αντί να ανταγωνίζονται σε αρκετές φάσεις της ζωής, για το καλό όλων. Σημαίνει τη συνειδητοποίηση ότι η κοινωνική υποστήριξη είναι καλύτερη για τον καθένα και ότι θα επιβιώσουμε καλύτερα όταν βοηθάει ο ένας τον άλλον αντί να πολεμάμε. Σημαίνει ότι κάποιος βλέπει τους άλλους ανθρώπους ως συντρόφους και φίλους και όχι ως εχθρούς. Αλληλοβοήθεια σημαίνει να μοιράζεσαι πράγματα χωρίς να περιμένεις κάποια ανταπόδωση. Επιπλέον, αλληλοβοήθεια είναι ένα παράδειγμα του να ζεις σε αρμονία με τον άλλον αντί να βρίσκεσαι σε διαμάχη μαζί του. Γενικά παραδείγματα αλληλοβοήθειας είναι το κοινό κυνήγι ώστε να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα, ζώντας από κοινού για καλύτερη προστασία, βοηθώντας ο ένας τον άλλον σε κάθε είδους εργασία, παρέχοντας ο ένας στον άλλον αλληλοΰποστήριξη σε στιγμές που χρειάζεται κάτι τέτοιο. Συγκεκριμένα παραδείγματα από τη Νότια Αφρική θα παρατεθούν παρακάτω.
Με την αλληλοβοήθεια δεν συνάγεται ότι πρέπει οπωσδήποτε η βοήθεια αυτή να είναι συνολικά ίση. Αλληλοβοήθεια εφαρμόζεται μάλλον μόνο με την κομμουνιστική αρχή “από τον καθένα σύμφωνα με την ικανότητά του στον καθένα συμφωνα με την ανάγκη του”. Η αρχή αυτή προέρχεται από τη αντίληψη ότι όλοι είμαστε ένα, ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα ανήκει στον εαυτό της, ότι όλοι πρέπει να εργαζόμαστε για τον καθέναν. Εξαιτίας της πρακτικής εφαρμογής της αληλοβοήθειας, γράφει ο Κροπότκιν, ο κόσμος συνειδητοποιεί ότι ο ένας εξαρτάται από τον άλλον, ότι η ευτυχία του καθένα εξαρτάται από την ευτυχία όλων και δείχνει ότι όλοι είναι ίσοι.
Όπως μπορεί να δει κάποιος, η ιδέα αυτή είναι πολύ κοντά στην αντίληψη του Ubuntu, μια αφρικανική αντίληψη που θα τη δούμε παρακάτω. Ωστόσο, η αλληλοβοήθεια δεν σημαίνει ότι η βοήθεια πρέπει να διοχετεύεται σε μια και μόνο κατεύθυνση. Αυτό είναι φιλανθρωπία.

«Εκκλησία» και φιλανθρωπία
Οπως το κράτος (βλέπε παρακάτω) έχει προσπαθήσει να επέμβει και να καταστρέψει την αλληλοβοήθεια, έτσι και η Εκκλησία έχει προσπαθήσει να κάνει τα ίδια. Γενικά, οι εκκλησίες, τζαμιά, συναγωγές και ναοί καταστρέφουν την αυτοβοήθεια των ανθρώπων και τοποθετούν τη φιλανθρωπία στη θέση της.
Η φιλανθρωπία δεν είναι αλληλοβοήθεια. Είναι ένας τρόπος να δίνεις από κάποιον που έχει σε κάποιον που δεν έχει, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση εξάρτησης. Η φιλανθρωπία δεν δίνει δύναμη στον άνθρωπο, δεν τον βοηθάει να σταθεί πάλι στα ποδια του και να προσπαθήσει να βοηθήσει τον εαυτό του. Σύμφωνα με τον Κροπότκιν, η φιλανθρωπία «προσδίδει χαρακτήρα έμπνευσης απο ‘ψηλά’ και, επομένως, συνεπάγεται μια ανωτερότητα του δότη προς τον λήπτη». (Κροπότκιν 2006 [1902]: 233). Απαλλάσει τον δωρητή από τύψεις, όταν δίνει χρήματα σε έναν οργανισμό που ύστερα για παράδειγμα δίνει φαγητό και ρούχα στους ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη. Όπως λέει το ρητό, οι φιλάνθρωποι δίνουν πίσω στο κοινό ένα μέρος αυτών που έκλεψαν στην προσωπική τους ζωή. Φυσικά, σε στιγμές μεγάλης κρίσης, όπως, για παράδειγμα, σε περίπτωση λιμού, όταν δεν υπάρχει αρκετό φαγητό και οι ανθρωποι πεθαίνουν της πείνας, το φαγητό πρέπει να δωθεί σε αυτούς που πεθαίνουν της πείνας. Γενικά, όμως, το να δίνεις φαγητό δημιουργεί εξάρτηση και καταστρέφει την τοπική οικονομία εισάγοντας δωρεάν φαγητό από αλλού. Καταστρέφει την ανεξαρτησία και την αυτοβοήθεια των ανθρώπων.
Η φιλανθρωπία προερχόμενη είτε από την Εκκλησία είτε από εναν μη-κυβερνητικό οργανισμό είναι, λοιπόν, αντίθετη στην ανάπτυξη ενός καλύτερου κόσμου όπου όλοι θα είναι ελεύθεροι και ίσοι.

Η αλληλοβοήθεια ανάμεσα σε ζώα και ανθρώπους γενικά
Ο Κροπότκιν αφιερώνει αρκετό χώρο στο βιβλίο του για να περιγράψει την αλληλοβοήθεια ανάμεσα σε έντομα και άλλα ζώα. Αυτό δεν είναι του άμεσου ενδιαφέροντός μας στο παρόν κείμενο ούτε και σε σχέση με τη νοτιοαφρικανική κοινωνία, αλλά, όμως, συνδέεται με την ανθρώπινη κοινωνία γενικά. Περιγράφοντας την αλληλοβοήθεια ανάμεσα στα ζώα, στηρίζει τα επιχειρήματά του τα οποία βασίζονται στους εξελικτικούς παράγοντες. Άλλωστε, οι άνθρωποι είναι απόγονοι συγκεκριμένων ζωικών ειδών. Δείχνει ότι η αλληλοβοήθεια είναι ένα φυσικό ένστικτο ανάμεσα στους ανθρώπους πριν ακόμα γίνουν άνθρωποι.
Ο Κροπότκιν παραθέτει σοβαρά παραδείγματα αλληλοβοήθειας ανάμεσα στα ζώα και το ότι στα περισσότερα ζωικά βασίλεια η αλληλοβοήθεια – παρά αυτό που ακούμε συνήθως, η επιβίωση του ισχυροτέρου – είναι ο κανόνας. Όπως γράφει, “τα μηρμήγκια και οι τερμίτες έχουν απαρνηθεί τον “πόλεμο” του Hobbes και κάνουν κάτι καλύτερο από αυτό”.
Όπως μπορούμε να δούμε και στη φύση, υπάρχουν αρκετά ζωικά είδη που ζουν κατά αγέλες. Ο Κροπότκιν δείχνει πώς τα ζώα όχι μόνο συνεργάζονται με μέλη του είδους τους αλλά και με άλλα είδη για προστασία (π.χ. οι ζέβρες και οι καμηλοπαρδάλεις). Δεν αρνείται ότι τα ζώα σκοτώνουν το ένα το άλλο για τροφή ή επειδή πρέπει να συναγωνιστούν για πιθανούς συντρόφους. Ωστόσο, κάνει ξεκάθαρο το ότι όλα αυτά που μάς έχουν πει (ότι σκοτώνουν ή σκοτώνονται) δεν είναι ολόκληρη η αλήθεια. Τα ζώα δεν σκοτώνουν απλώς το ένα το άλλο και αυτά που σκοτώνουν δεν είναι πάντα και τα δυνατότερα. Δείχνει ότι τα πιο πολλά ζώα μπορούν να επιβιώσουν μόνο επειδή συνεργάζονται και ενδιαφέρεται το ένα για το άλλο.
Ο Κροπότκιν δείχνει, επίσης, ότι η αλληλοβοήθεια αποτελεί τον γενικό κανόνα ανάμεσα στα ζώα και αυτό συνδέεται και με τους ανθρώπους. Γράφει ότι οι άνθρωποι δεν αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα αυτό της φύσης, ειδικά από τη στιγμή που είναι αρκετά τρωτά δημιουργήματα σχεδόν καθ΄ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής τους (αυτό πριν εφευρεθούν τα όπλα). Γι’ αυτό, οι άνθρωποι ζουν ανέκαθεν σε κοινωνίες, για να προστατευθούν και να βοηθήσει ο ένας τον άλλον. Όπως γράφει ο Κροπότκιν, “ο αχαλίνωτος ατομικισμός είναι σύγχρονο φαινόμενο”.
Ο Κροπότκιν δείχνει ότι η αλληλοβοήθεια υπήρξε πάντα ανάμεσα στους ανθρώπους, από τις κοινωνίες των τροφοσυλλεκτών, στις γεωργικές και μεσαιωνικές κοινωνίες της Ευρώπης μέχρι τη σύγχρονη κοινωνία. Δείχνει πώς η αλληλοβοήθεια ήταν μέσο προστασίας των φτωχών και εργατικών τάξεων εναντίον της εκμετάλλευσης από τους κατόχους σκλάβων, τα αφεντικά, τους εξουσιαστές φυλάχους, τους βασιλείς ή άλλους πολιτικούς, οι οποίοι όχι μόνο καθοδήγησαν πολέμους εναντίον άλλων λαών αλλά ακόμα και εναντίον των δικών τους λαών. Τους εκμεταλλεύονταν και τους τιμωρούσαν επειδή δεν πλήρωναν φόρους ή επειδή δεν κατατάσσονταν στο στρατό. Ο Κροπότκιν καθιστά ξεκάθαρο το ότι είναι μόνο μια μειοψηφία ανθρώπων που αγαπά το να καθοδηγεί πολέμους, ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων θέλει να ζει ειρηνικά με την οικογένειά τους, τους φίλους τους και τους γειτόνους τους. Όπως γράφει: “Σε καμία περίοδο της ζωής του ανθρώπου οι πόλεμοι δεν αντιπροσώπευαν μια κανονική κατάσταση. Ενώ με τον πόλεμο ο ένας εξαφανίζει τον άλλον και οι επίσκοποι ευλογούν το μακελειό, οι μάζες συνεχίζουν να ζουν την καθημερινή τους ζωή, ασκώντας την καθημερινή τους εργασία”.
Περαιτέρω, ο Κροπότκιν δείχνει πώς το Κράτος προσπάθησε να καταστρέψει τις πρακτικές της αλληλοβοήθειας, για παράδειγμα με το να προσπαθήσει να καταστρέψει την αλληλοβοήθεια ανάμεσα στους φτωχούς και να τοποθετήσει μια γραφειοκρατία στη θέση της. Αντί να αφήσει μόνους τους φτωχούς να συνεχίζουν να παράγουν τη δική τους τροφή, επέβαλαν φόρους έτσι ώστε οι φτωχοί να χρειάζονται να ζητήσουν επιπρόσθετη εργασία για να τους ξεπληρώσουν.
Αλλά δεν είναι μόνο οι πολιτικοί που μάς λένε ότι χρειαζόμαστε να κάνουμε πολέμους για να προστατευθούμε από το “κακό”, δηλαδή τον άλλο λαό, και ότι χρειαζόμαστε κράτη για να προστατευθούμε από την κακή μας φύση, ακόμα και ιστορικοί ρέπουν στο “να υπερβάλλουν το μέρος αυτό της ανθρώπινης ζωής που αφιερώνεται σε αγώνες και να υποτιμήσουν το πνεύμα ειρήνης (…) αλλά δεν δίνουν καμία προσοχή στην οποιαδήποτε ζωή των μαζών, αν και οι μάζες εργάζονται ειρηνικά και οι ελάχιστοι καταπιάνονται σε πολέμους”. Αυτό σημαίνει ότι μάς λένε συνεχώς ότι οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι για πολέμους και ότι πρέπει να σκοτώνει ο ένας τον άλλον. Η πραγματικότητα, όμως, δείχνει το αντίθετο, και ο Κροπότκν ήταν ένας από από τους πρώτους που το σημείωσε. Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να ζουν ειρηνικά. “Στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος είναι τόσο μακριά από τον πολεμοχαρή άνθρωπο που υποτίθεται ότι είναι”, γράφει ο Κροπότκιν. Η αλληλοβοήθεια είναι το ένα σημάδι του πόσοι πολλοί από μας ζουν σύμφωνα με ειρηνόφιλες γραμμές και πώς προτιμάμε να βοηθάμε παρά να πολεμάμε ο ένας τον άλλον.
Επιπλέον, χωρίς αλληλοβοήθεια, οι φτωχοί και εργαζόμενοι άνθρωποι δεν θα μπορούν να επιβιώσουν. Το καπιταλιστικό σύστημα καθιστά σχεδόν αδύνατο για τους εργαζόμενους να επιβιώσουν στηριγμενοι στις δικές τους δυνάμεις. Γι’ αυτό η αλληλοβοήθεια εξακολουθεί να υφίσταται στην καπιταλιστική κοινωνία και ακόμα γιατί αναπτύσσεται και πρέπει να αναπτυχθεί εάν θέλουμε να οικοδομήσουμε έναν καλύτερο κόσμο.
Ακόμα και εάν το κράτος και οι άλλοι θεσμοί (όπως οι διάφορες Εκκλησίες) προσπάθησαν να καταστρέψουν την αλληλοβοήθεια, αυτή εξακολουθεί να υφίσταται σήμερα, ακόμα και μετά από 100 και πλέον χρόνια καπιταλισμού που δημιουργεί τον ατομικισμό και δίνει στην “επιβίωση του ισχυροτέρου” νέα σημασία. Πράγματι, συχνά φαίνεται ότι μέσα στον καπιταλισμό πρέπει να εκμεταλλεύεσαι και να είσαι αγωνιστής για να επιβιώσεις. Αλλά όπως γράφει ο Κροπότκιν: “Η τάση της αλληλοβοήθειας προς τον άλλο έχει τόσο βαθιές ρίζες και είναι τόσο βαθιά συνδεδεμένη με ολόκληρο το παρελθόν της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, που έχει διατηρηθεί από την ίδια την ανθρωπότητα έως τι μέρες μας παρά τις αντιρρήσεις όλων των μεταστροφών της ιστορίας. Και αναπτύχθηκε πρώτα και κύρια σε περιόδους ειρήνης και ευημερίας”.

Αλληλοβοήθεια στη Νότια Αφρική
Η αλληλοβοήθεια είναι κάτι με το οποίο μεγαλώνει ο καθένας σε μια οικογένεια ή μια κλειστή κοινότητα. Μέλη οικογενειών, συνήθως, βοηθούν ο ένας τον άλλον χωρίς να περιμένουν την ίδια ανταπόδωση. Σε μικρές αγροτικές κοινότητες σε παγκόσμιο επίπεδο ,η αλληλοβοήθεια αποτελεί ακόμα κοινή πρακτική όχι μόνο ανάμεσα σε μέλη οικογενειών αλλά ακόμα και ανάμεσα σε γειτόνους. Σε αρκετά μέρη του κόσμου και ειδικά στη Νότια Αφρική, μπορούμε να γίνουμε μάρτυρες της αλληλοβοήθειας σε πιο ευρεία πολιτιστική έκταση. Υπάρχει ακόμα μια ειδική ορολογία για την αλληλοβοήθεια καθώς εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο εφαρμογής μέσω νέων μορφών εξαιτίας κυρίως των δύσκολων συνθηκών ζωής.
Ο Κροπότκιν είχε ήδη γράψει για την αλληλοβοήθεια ανάμεσα στους Bushmen (10) στην περιοχή Kalahari για τους οποίους μιλούσε με θαυμασμό. Σύμφωνα με τον ίδιο, ζούσαν κάτω από “πρωτόγονο (11) κομμουνισμό” (δηλαδή κομμουνισμό αναπτυγμένο σε μια μη βιομηχανική κοινωνία). Όπως και άλλες πολλές ομάδες στην Αφρική (και τον κόσμο) οι Bushmen όχι μόνο εφάρμοζαν πρακτικά (12) την αλληλοβοήθεια και μοιράζονταν οτιδήποτε με τον καθένα – ακόμα και με ανθρώπους που δεν ανήκαν στην ομάδα τους – αλλά επιπλέον δεν είχαν αρχηγούς και έτσι μπορούν να θεωρηθούν “πρωτόγονοι αναρχικοί”. (13) Δεν εμπιστεύονταν τους αρχηγούς οι οποίοι προσπαθούσαν ν’ αποκτήσουν όλο και περισσότερα απειλώντας να καταστρέψουν τις πρακτικές εξισωτισμού. Ο Κροπότκιν έγραψε για τους Bushmen ότι “κυνηγούσαν από κοινού, και μοιράζονταν τη λεία χωρίς να φιλονικούν, ότι ποτέ δεν εγκατέλειπαν τους τραυματίες τους και επιδείκνυαν μεγάλη αφοσίωση στους συντρόφους τους” και “εάν δινόταν οτιδήποτε σε έναν Hottentont, αυτός αμέσως το μοίραζε ανάμεσα σε όλους τους παρευρισκόμενους (…) Δεν μπορούσε να φάει μόνος και, αν και πεινασμένος, καλούσε αυτούς που περνούσαν να το μοιραστούν”.
Ωστόσο, η αλληλοβοήθεια δεν υφίστατο μόνο ανάμεσα στους Bushmen στη Νότια Αφρική. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα αλληλοβοήθειας στη Νότια Αφρική που είναι γνωστά κάτω από διάφορες επωνυμίες και ορισμούς, αλλά όλα είναι το ίδιο. Επιπλέον, μπορούμε να διακρίνουμε πρακτικές αλληλοβοήθειας ανάμεσα σε όλες τις εθνικές ομάδες στη Νότια Αφρική.
Στη Νότια Αφρική η αλληλοβοήθεια βασίζεται συχνά στην ιδέα Ubuntu, η οποία, αν και λέξη της γλώσσας Ζουλού, χρησιμοποιείται κοινά από άλλες ομάδες σε όλη την Νότια Αφρική. Για την Ubuntu λέγονται και γράφονται πολλά, κυρίως στη Νότια Αφρική. Επίσης, συνδέεται συχνά και με την Εκκλησία. Δηλαδή, ενώ συγκεκριμένες παράμετροι της Ubuntu είναι παρόμοιες με αυτές τις μορφές αλληλοβοήθειας, υπάρχουν και αρκετές άλλες παράμετροι που οδηγούν τον κόσμο να δέχεται τη φτώχεια του τασσόμενος εναντίον της βελτίωσης των συνθηκών της ανθρώπινης ζωής. Είναι, λοιπόν, πολύ πιο ενδιαφέρον να μιλήσουμε για πρακτικές πραγματικής αλληλοβοήθειας που δεν συνδέονται με οποιαδήποτε θρησκεία.
Γενικά, το να βοηθά ο ένας τον άλλον στα χωράφια είναι πολύ κοινό στην επαρχιακή και αγροτική Αφρική. Κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του χρόνου τα χωράφια καλλιεργούνται από κοινού και ο άνθρωπος αυτός το χωράφι του οποίου καλλιεργείται τη μια μέρα παρέχει φαγητό και ποτό σε όποιον συμμετέχει στην όλη διαδικασία. Τα χωράφια καλλιεργούνται εκ περιτροπής και έτσι το χωράφι του καθένα θα δουλευτεί οπωσδήποτε και ο καθένας θα έχει τροφή κατά τη διάρκεια του θερισμού και της συγκομιδής.
Τις ίδιες κομμουνιστικές πρακτικές μπορούμε να συναντήσουμε σε όλη σχεδόν τη Ν. Αφρική σε περιπτώσεις που κάποιος πρέπει να χτίσει ένα σπίτι.
Επιπρόσθετα με τις πολιτιστικές πρατικές, έχουμε νέα παραδειγματα αλληλοβοήθειας που αναδύονται σε όλη τη Ν. Αφρική όταν οι άνθρωποι (ειδικά γυναίκες) συνεργάζονται για να σχηματίσουν όργανα ειδικών καθηκόντων, όπως για κηδείες, όπου βοηθούν ο ένας τον άλλον για να εξοικονομήσουν χρήματα για μια κηδεία και να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον σε περίπτωση θανάτου μέλους της οικογένειας. Τέτοια όργανα παρέχουν, επίσης, ηθική συμπαράσταση στους συγγενείς του νεκρού. Αλλά αυτές οι νέες μορφές αναδύθηκαν κυρίως ως αποτέλεσμα της φτώχειας.
Ένα άλλο νέο παράδειγμα στη Ν. Αφρική είναι τα stokvels (λαϊκές ομάδες που συλλέγουν χρήματα) όπου οι άνθρωποι βοηθούν ο ένας τον άλλον με το να αποταμιεύουν χρήματα που στο τέλος μιας προκαθορισμένης περιόδου μπορούν να δαπανηθούν για απαραίτητα προϊόντα του σπιτού (όπως ψυγεία).
Παιδικοί σταθμοί στις φτωχές περιοχές της Ν. Αφρικής που μια, έτσι κι αλλιώς, άνεργη γυναίκα φροντίζει τα παιδιά μιας εργαζόμενης γυναίκας, κάτι που είναι πολύ κοινό, με την πρώτη να λαμβάνει τροφή ως αντάλλαγμα.

Η αλληλοβοήθεια βασισμένη στην κουλτούρα
Ένα καλό παράδειγμα του πώς μόνο οι φύλαρχοι ή μια μειοψηφία ήθελαν να καθοδηγήσουν πολέμους και η πλειοψηφία ενός συγκεκριμένου πληθυσμού ήθελε να ζήσει ειρηνικά, είναι οι Ζουλού (Zulus), οι οποίοι έχουν θεωρηθεί αρκετά βίαιοι. Αλλά η αλληλοβοήθεια είναι κάτι πολύ κοινό ανάμεσα στους Ζουλού, κάτι παραπάνω απ’ ό,τι ανάμεσα σε άλλες εθνικές ομάδες στη Νότια Αφρική. Ενώ μερικοί φύλαρχοι των Ζουλού ήσαν προφανώς βίαιοι (όπως όλοι οι φύλαρχοι εξαιτίας της εξουσίας και της διαφθοράς) οι άνθρωποι ζούσαν ειρηνικά και πάντα υποστήριζε ο ένας τον άλλον. Σήμερα υπάρχουν αρκετά παραδείγματα αλληλοβοήθειας βασισμένα στην κουλτούρα των Ζουλού.
Γενικά, η κοινωνία των Ζουλού έχει οικοδομηθεί με βάση το λεγόμενο “umuntu ngumuntu ngabantu”, το οποίο μεταφράζεται ως “ένας άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος διαμέσου άλλων ανθρώπων”, που σημαίνει ότι κάποιος χρειάζεται ολόκληρη την κοινότητα για να προωθήσει την ατομικότητα του άλλου.
Η αλληλοβοήθεια είναι γνωστή με διάφορους όρους στη γλώσσα των Ζουλού. Ένας από αυτούς τους όρους είναι ο όρος ilimo που αναφέρεται στην κοινή εργασία στους αγρούς κάποιου κατά τη διάρκεια της περιόδου της σποράς και ο καθένας που συμμετέχει στην εργασία αυτή αμοίβεται με τροφή και παραδοσιακή μπύρα. Την βδομάδα που ακολουθεί θα οργωθεί το χωράφι κάποιου άλλου.
Η λέξη των Ζουλού για την κηδεία είναι masingcwabane και σημαίνει “ας θάψουμε ο ένας τον άλλον”. Οι άνθρωποι μιας κοινότητας προσφέρουν ένα συγκεκριμένο ποσόν κάθε μήνα. Τα χρήματα αυτά χρησιμοποιούνται για την κηδεία κάποιου που έχει προσφέρει στην κοινότητα. Αποσύρεται ένα συγκεκριμένο ποσόν από τον τραπεζικό λογαριασμό και δίνεται στην οικογένεια του νεκρού. Το ποσόν αυτό καλύπτει τα έξοδα της κηδείας, την αγορά φερέτρου, την ενοικίαση τέντας, καρεκλών κ.λπ.
Η λέξη των Ζουλού masakhane, η οποία σημαίνει “ας οικοδομήσουμε ο ένας τον άλλον” αναφέρεται στην από κοινού κατασκευή ενός σπιτιού.
Η φράση izandla ziyagezana (των Ζουλού) μεταφρασμένη σημαίνει “όταν πλένουμε τα χέρια του ενός, το ένα χέρι πλένει το άλλο” και το αντίστροφο. Κάθε χέρι βοηθά το άλλο για να πλυθεί. Οπότε, ο ένας άνθρωπος πρέπει να βοηθά τον άλλον όπως κάνουν και τα χέρια.
Στις κουλτούρες των Sotho και των Tswana η αλληλοβοήθεια είναι γνωστή ως letsema. Letsema, όταν οι άνθρωποι ενώνονται για έναν κοινό σκοπό και έχει ως αποτέλεσμα οφέλη υπέρ όλων εκείνων που συμμετέχουν σ΄ αυτήν. Αναφέρεται στη συνεταιριστική εργασία στο χωριό σε κοινά σχέδια, για παράδειγμα δημόσια έργα.
Μια άλλη κομμουνιστική πλευρά της κουλτούρας των Sotho και ακόμα της κουλτούρας των Pondo, είναι η κοινή ανατροφή των παιδιών που σημαίνει ότι πρέπει όλοι να συμμετάσχουν στο μεγάλωμα των παιδιών μιας κοινότητας. Με άλλα λόγια, ο καθένας βοηθά στην ανατροφή τους.
Στην κουλτούρα των Pedi η λέξη kobufedi αναφέρεται στην κοινή εργασία στα χωράφια κάποιου. Ο καθένας βοηθά στο φύτεμα δημητριακών και τη φροντίδα της σοδειάς επειδή η εργασία αυτή εξυπηρετεί ολόκληρη την κοινότητα.
Στην κουλτούρα των Xhosa η λέξη dibanisani σημαίνει “ας εργαστούμε μαζί για ένα καλύτερο μέλλον”. Είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται στη στιγμή που οι άνθρωποι συγκεντρώνονται και βοηθά ο ένας τον άλλον. Για παράδειγμα θρησκευτικές τελετές γίνονται οπουδήποτε κάθε χρόνο και οι άνθρωποι σε ένα μέρος πρέπει να είναι προετοιμασμένοι γι’ αυτό. Εάν κάποιο καλυβόσπιτο πιάσει φωτιά τότε ο ένας βοηθάει τον άλλο να ξαναφτιαχτεί. Στις κηδείες ή στους γάμους οι άνθρωποι βοηθιούνται μεταξύ τους, για παράδειγμα στο μαγείρεμα και το καθάρισμα.
Στην κουλτούρα των Venda η αλληλοβοήθεια είναι γνωστή ως uthusana που σημαίνει “βοηθώντας ο ένας τον άλλον”.
Στη Ζουαζιλάνδη η λέξη lilima είναι ο όρος των Swati για την αλληλοβοήθεια. Αναφέρεται στον γείτονα που βοηθά τον άλλον γείτονα.
Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα απ’ όλη τη Νότια Αφρική που δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στο άρθρο αυτό, αλλά όλα είναι παρόμοια μεταξύ τους και εξακολουθούν να ισχύουν, δείχνοντας ότι παρά το υψηλό επίπεδο εγκληματικότητας (η οποία έχει άμεση σχέση με την τεράστια ανισότητα στη Νότια Αφρική) καθώς και το αντικοινωνικό έγκλημα, υπάρχει ήδη μια μεγάλη δυναμικότητα στην οποία μπορούμε να βασιστούμε για να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο κόσμο.
Η επικαιρότητα της αλληλοβοήθειας στη σημερινή κοινωνία
Αρκετές από τις πρακτικές της αλληλοβοήηθειας έχουν ξεχαστεί, κυρίως επειδή έχουν καταστραφεί από το Κράτος. Το Κράτος δεν θέλει να είναι ανεξάρτητοι οι άνθρωποι, να καλλιεργούν τη τροφή τους και να είναι αυτόνομοι απ’ αυτό, αλλά θέλει να ελέγχει τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι έχουν ακόμα ξεχάσει πώς να καλλιεργούν τη δική τους τροφή. Αν είναι τυχεροί γίνονται εργάτες, αλλιώς θα μείνουν άνεργοι εργάτες, η μόνη ευκαιρία των οποίων είναι να εκλιπαρούν για ελεημοσύνη ή να προχωρήσουν στο έγκλημα. Η ζωή στις πόλεις συχνά όχι μόνο καταστρέφει την κουλτούρα του καθένα, αλλά επίσης καταστρέφει την κοινωνία μας με το να προωθεί τον ατομικισμό και κάνοντας τους ανθρώπους να ξεχνούν την αλληλοβοήθεια. Ο Κροπότκιν το έδειξε αυτό όταν έγραψε ότι “ανάμεσα στους Hottentots αποτελούσε σκάνδαλο να φας χωρίς να καλεστείς μεγαλοφώνως τρεις φορές ακόμα και αν δεν υπήρχε κάποιος που ήθελε να μοιραστεί την τροφή. Το μόνο που ένας σεβαστός πολίτης πρέπει να κάνει τώρα είναι να πληρώνει φόρους και να αφήνει τους πεινασμένους να πεινούν”. (Kropotkin 2006 (1902): 188). Σε καιρούς κρίσης κάτι τέτοιο θα ήταν ολέθριο.
Σε αρκετές κωμοπόλεις βλέπουμε μερικούς ανθρώπους να διατηρούν κοινοτικούς κήπους και να μοιράζουν τα αγαθά. Τα παραδείγματα που παρατέθηκαν πριν αποτελούν δείγματα ζώσας και αυξανόμενης αλληλοβοήθειας επειδή οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι η λύση πολλών προβλημάτων μας είναι το να εργαστούμε από κοινού, να βοηθήσει ο ένας τον άλλον. Ο Κροπότκιν κατέστησε ξακάθαρο το πώς μπορούμε στη σημερινή κοινωνία και ειδικά στις πόλεις, να μάθουμε από παλαιότερες ανάλογες πρακτικές καθώς και από κάθε τι εξακολουθεί να είναι ζωντανό στην ύπαιθρο σε όλο τον κόσμο. Η αλληλοβοήθεια είναι ένας τρόπος επανάκτησης εκ μέρους μας μιας κάποιας ανεξαρτησίας μας από το Κράτος ή τους φλανθρωπικούς οργανισμούς. Είναι μια πλευρά στην οποία πρέπει να βασιστούμε για να οικοδομήσουμε ένα καλύτερο κόσμο και στην οποία πρέπει να βασίζεται ένας καλύτερος κόσμος.


Σημειώσεις:
1. Δαρβινισμός: Θεωρία της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, η θεωρία της “επιβίωσης του δυνατότερου”.
2. Όταν γράφω για ανθρώπινη φύση αναφέρομαι στο διάλογο εάν οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους καλοί ή κακοί.
3. Διακρίσεις σε βάρος των γυναικών.
4. Διακρίσεις σε βάρος των ομοφυλόφιλων.
5. Διακρίσεις σε βάρος των ανθρώπων με αναπηρίες.
6. Εννοείται η μελέτη των κοινωνικών και πολιτιστικών πλευρών της ανθρωπότητας.
7. Kropotkin Peter, (2006 (1902)) Mutual Aid. A factor of Evolution. Mineola, New York: Dover.
8. Κοινωνίες που δεν έχουν γνωρίσει οποιαδήποτε μορφή διαμάχης, όπως οι Bushmen του Καλαχάρι.
9. Φιλανθρωπία μη περιορισμένη σε μια συγκεκριμένη θρησκεία όπως γίνεται άλλες μορφές φιλανθρωπίας.
10. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείτο κοινά την εποχή που έζησε ο Κροπότκιν, αλλά σήμερα είναι άχρηστος και χρησιμοποιούμε γενικώς τον όρο Bushmen. (Δική μας σημείωση: Συγγενική εθνικά ομάδα με τους Bushmen, ζούσαν στη Νότια Αφρική από τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Με την άφιξη των Ευρωπαίων το 1652, είχαν ήδη αναπτύξει εκτεταμένη κτηνοτροφία. Οι Ευρωπαίοι τους ονόμασαν Hottentots από τους ήχους του “χ” και το “τ” της γλώσσας τους Khoisan που μιλούσαν).
11. Ο όρος πρωτόγονος δεν χρησιμοποιήθηκε μειωτικά από τον Κροπότκιν.
12. Γράφω στο παρελθόν γιατί το μεγαλύτερο μέρος της κουλτούρας των Bushmen καταστράφημε από τον αποικισμό και τον καπιταλισμό.
13. Οι αναρχικές κοινωνίες έχουν μελετηθεί και παρουσιασθεί από διάφορους συγγραφείς, για παράδειγμα Barclay, Harold (1996): People Without Government. An Anthropology of Anarchy. London: Kahn & Averill.

Αναρχικό Κομμουνιστικό Μέτωπο Zabalaza


Σάτιρα

Σύμφωνα με το λεξικό του Μπαμπινιώτη, η σάτιρα είναι «λογοτεχνικό είδος (έμμετρο ή πεζό) στο οποίο με τρόπο σκωπτικό ασκείται κριτική σε πρόσωπα και καταστάσεις της κοινωνίας με σκοπό τη διόρθωσή τους». Θεωρητικά, αυτός είναι ο ορισμός της σάτιρας. Στην πράξη;




Κάποιοι πιστεύουν πως οι σατιρικοί συγγραφείς και καλλιτέχνες είναι επικίνδυνοι για το σύστημα, επειδή –υπό τον μανδύα της σάτιρας- λένε αλήθειες που οι άλλοι δεν τολμούν να πουν.
Τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, σατιρικοί συγγραφείς και καλλιτέχνες αποτελούν το καλύτερο κόλπο του συστήματος για να μην υπάρχουν αντιδράσεις.
Υπήρξαν τόνοι σάτιρας για τη Siemens, το Βατοπαίδι και τη χρεοκοπία της χώρας. Όλοι οι σατιρικοί καλλιτέχνες τους άλλαξαν τα φώτα. Θα πίστευε κάποιος πως τόση σάτιρα –με την οποία συμφωνεί η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων- θα είχε και κάποιο αποτέλεσμα. Όχι, κανένας δεν θεωρήθηκε -μέχρι τώρα τουλάχιστον- υπεύθυνος για κάποιο απ’ αυτά τα σκάνδαλα. Ξεχνάμε πως η σάτιρα δεν είναι Δικαιοσύνη.
Όταν ένας σατιρικός καλλιτέχνης σατιρίζει στην τηλεόραση ένα πολιτικό πρόσωπο ή ένα σκάνδαλο, ουσιαστικά το αθωώνει. Αυτό που συμβαίνει είναι πως οι πολίτες μένουν στο «πες τα μεγάλε» και στο «τους τα έχωσε πάλι ο μεγάλος» και πάνε ήρεμοι και ήσυχοι για ύπνο. Και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ο «μεγάλος» είναι κώλος και βρακί με αυτούς που σατιρίζει – άλλωστε, από αυτούς πληρώνεται.
Δεν είναι τυχαίο πως τις καλύτερες σατιρικές τηλεοπτικές εκπομπές και τα μεγαλύτερα ταλέντα στη σάτιρα θα τα συναντήσει κάποιος σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Βέβαια, είναι τόσο μεγάλο το ταλέντο κάποιων Αμερικανών καλλιτεχνών στη σάτιρα που οι τηλεοπτικές τους εκπομπές αποτελούν ουσιαστικά κανονικά δελτία ειδήσεων – αν κάποιος θέλει να μάθει τι συμβαίνει στ’ αλήθεια είναι πιθανότερο να το πληροφορηθεί από το «The Daily Show» παρά από τις ειδήσεις του Fox ή το CNN.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακές οι τηλεοπτικές εκπομπές σάτιρας στις Ηνωμένες Πολιτείες και δεν είναι καθόλου τυχαία η δημοφιλία των παρουσιαστών τους. Βέβαια, είναι εκπομπές πολιτικής σάτιρας και δεν μπλέκεται ποτέ το θέμα του βομβαρδισμού της Λιβύης με το αν φάνηκε η κιλότα της Πάρις Χίλτον. Επίσης, σε αυτές τις εκπομπές υπάρχει μια πλειάδα συγγραφέων – ο παρουσιαστής είναι ένας αλλά από πίσω υπάρχουν καμιά εικοσαριά συγγραφείς με τεράστιο ταλέντο.
Όποιος ασχολείται με τη σάτιρα και είχε την ατυχία να συνομιλήσει με ιδιοκτήτες, διευθυντές ή υπεύθυνους ελληνικών τηλεοπτικών καναλιών θα διαπίστωσε πως θεωρούν τους συγγραφείς σχεδόν περιττούς. Νομίζουν πως αρκεί κάποιος να ανοίγει το στόμα του και να λέει «αστεία» – είναι σίγουροι πως δεν χρειάζεται καμία προετοιμασία.
Η συνεχής αναζήτηση –σε όλους τους τομείς- «ωραίων προσώπων» που έχουν το «πακέτο» και η πλήρης απαξίωση αυτών που κάθονται να γράψουν ένα κείμενο, ένα τραγούδι, ένα βιβλίο ή ένα θεατρικό έργο είναι αυτές που ευθύνονται για την απουσία νέων δημιουργών στη χώρα μας.
Όλα γίνονται με τηλεοπτικούς όρους και ξεχνάμε πως η τηλεόραση δεν έχει καμία σχέση με τη δημιουργία –είναι εξόχως αντιδημιουργική (τουλάχιστον στην Ελλάδα, γιατί σε μεγάλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, μπορεί η τηλεόραση να είναι και δημιουργική – η ελληνική τηλεόραση έχει σχέση μόνο με την κακή αντιγραφή).
Το πρόβλημα όσων ασχολούνται σήμερα με τη σάτιρα σε όλον τον κόσμο είναι πως δεν μπορούν πάντα να εντοπίσουν τον στόχο – το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει συχνά και η δημοσιογραφία. Συνεχίζουν να σατιρίζουν τον Παπανδρέου, τον Σαμαρά, τον Μπερλουσκόνι και τον Σαρκοζί, αν και ξέρουν πως τα πάντα εξαρτώνται από τις «αγορές».
Μιας και δεν γίνεται, όμως, να σατιρίζεις τράπεζες, χρηματιστήρια και ανώνυμες εταιρείες –αφού τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει κάποιο γνωστό πρόσωπο για να σατιρίσεις (και η σάτιρα χρειάζεται πρόσωπο ως στόχο)- επιμένουν να λένε «αστεία» μόνο για τους πολιτικούς.
Αυτό είναι πολύ βολικό γιατί δημιουργεί την εντύπωση στους πολίτες πως υπάρχει δημοκρατία. Αφού σατιρίζονται οι πολιτικοί, το συμπέρασμα είναι πως αυτοί κυβερνούν. Εμείς τους ψηφίζουμε, αυτοί κυβερνούν, άρα έχουμε δημοκρατία. Όχι, δεν έχουμε δημοκρατία.
Όσοι ασχολούνται με τη σάτιρα ξεχνούν συνήθως πως στόχος της σάτιρας είναι και οι πολίτες – δεν εξαιρούνται οι πολίτες. Υπάρχει σάτιρα με στόχο τους πολιτικούς, τους καλλιτέχνες, γνωστά πρόσωπα και όποιον άλλον είναι βολικός –κανείς δεν σατίρισε τον Βαρδινογιάννη ή τον Μπόμπολα-, αλλά απουσιάζει η κριτική προς τους πολίτες (ή, τις ελάχιστες φορές που γίνεται, γίνεται με έναν τρόπο που αθωώνει τους πολίτες, ως εξαπατημένους). Κι όμως, σε κοινωνίες που κυβερνώνται από τις αγορές, η κριτική θα έπρεπε να έχει στόχο τους πολίτες που έχουν αφήσει τη δημοκρατία στην κακή της τύχη και ανέχονται να κυβερνώνται από τις αγορές.
Ο Παπανδρέου είναι χαζός, σύμφωνα με τους σατιρικούς καλλιτέχνες της τηλεόρασης. Ναι, ο Παπανδρέου είναι χαζός –και ο Καραμανλής ήταν βλήμα. Όλοι αυτοί που τους ψήφισαν, όμως, τι είναι; Είναι έξυπνοι; Είναι αθώοι; Και βέβαια είναι αθώοι, αφού αποτελούν το πιο μεγάλο μέρος του κοινού του σατιρικού καλλιτέχνη. Πώς να τους πει κατάμουτρα ότι είναι εντελώς ηλίθιοι και ανήθικοι; Αυτό απαιτεί θάρρος και τα τηλεοπτικά πρόσωπα –όπως και όλοι σχεδόν οι Έλληνες- δεν φημίζονται για το θάρρος τους. Φημίζονται για την ανασφάλειά τους και την διαρκή επιθυμία τους να είναι αρεστοί και να χειροκροτούνται.
Για να κάνεις σάτιρα –ή οτιδήποτε άλλο δημιουργικό-, πρέπει να μη σε ενδιαφέρει καθόλου η γνώμη και τα γούστα των άλλων (πρέπει να ακούς μόνο την ψυχή και τη φλόγα μέσα σου). Στην Ελλάδα, η βαριά αμορφωσιά έχει κάνει μεγάλο μέρος του πληθυσμού να πιστεύει πως η τηλεόραση είναι …Τέχνη, οπότε δεν είναι καθόλου περίεργο που δεν υπάρχει πια ούτε ένα όμορφο καινούργιο τραγούδι να μπει στα στόματά μας. Αναφέρω, σαν παράδειγμα, το τραγούδι, γιατί είναι η πιο απλή και άμεση μορφή δημιουργίας – σε τρία λεπτά τα έχεις πει όλα.
Δεν έχω σκοπό να κατηγορήσω τους σατιρικούς καλλιτέχνες. Οι αλλαγές στην κοινωνία δεν έρχονται από τη σάτιρα ούτε από τηλεοπτικά προγράμματα που υπάρχουν μόνο για τις διαφημίσεις – πώς να ασκήσεις κριτική στις τράπεζες, όταν ξέρεις πως θα αποσύρουν τις διαφημίσεις τους;
Σχεδόν ένα χρόνο μετά την ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως το πρόβλημα της χώρας δεν είναι ούτε οι πολιτικοί, ούτε, βέβαια, οι σατιρικοί καλλιτέχνες – τελικά, αυτοί μπορεί να είναι και οι καλύτεροι απ’ όλους μας. Το τεράστιο πρόβλημα της Ελλάδας είναι οι Έλληνες.
Δεν ξέρω τι ζημιά έχουμε πάθει από όλα αυτά τα χρόνια αποβλάκωσης και ιδιωτείας που προηγήθηκαν –θα χρειαζόταν ένα μυαλό καλύτερο από το δικό μου για να κάνει αυτή την ανάλυση- αλλά μάλλον είναι πολύ μεγάλη.
Και δυστυχώς, αυτή η ζημιά διαπερνά όλη την ελληνική κοινωνία – οριζοντίως και καθέτως. Δεν αφήνει έξω ούτε νέους, ούτε γέρους, ούτε άνδρες, ούτε γυναίκες, ούτε αριστερούς, ούτε δεξιούς, ούτε τίποτα.
«Και η πρόταση, πιτσιρίκο;». Δεν έχω – δεν πιστεύω στα θαύματα. Απλώς, ήθελα να ξεκαθαρίσω πως υπεύθυνοι για όσα συμβαίνουν στη χώρα μας ήμασταν και είμαστε εμείς. Μόνο εμείς. Αυτό ζητήσαμε, αυτό ελάβαμε.
Νομίζω πως, αν ο Αριστοφάνης μπορούσε να γράψει για τη σύγχρονη Ελλάδα, θα συμπεριλάμβανε οπωσδήποτε στο κείμενό του τη φράση «Είστε ζώα!». Και θα την απηύθυνε σε εμάς.


pitsirikos.net

Μέθοδοι Ψυχοκαταστολής σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία

Πρόθεση του κειμένου αυτού είναι να αναδείξει τις νέες μεθόδους που χρησιμοποιεί η εξουσία για να ελέγξει και να καταστείλει τη σκέψη. Οι στόχοι χειραγώγησης είναι ίδιοι με παλαιότερα, απλά σήμερα οι κρατιστές ενισχύουν το οπλοστάσιο τους, με μέτρα που θεωρητικά είχαν «απαγορευθεί» από την εποχή του διαφωτισμού και μετά. Προφανώς θεωρούν ότι είναι επιτακτική ανάγκη να εφαρμοστούν όλα αυτά τα μέτρα, φοβούμενοι πιθανότατα την αντίδραση, την αντίσταση, την εξέγερση.

Τρεις μήνες πριν το τέλος του 2005 είχε επανέλθει στη Μ. Βρετανία, προς συζήτηση νομοσχέδιο, που αφορά την ψυχική υγεία. Στοιχεία του, βγήκαν στη δημοσιότητα και προκάλεσαν αμηχανία ακόμα και στους ψυχιατρικούς κύκλους. Παρόμοιας έμπνευσης νομοθέτημα αποτελεί και το αντίστοιχο για την ψυχική υγεία στις ΗΠΑ. Είναι τέτοια η κατασταλτική λογική που διαπνέει το εφεύρημα των εξουσιαστών της Βρετανίας που πραγματικά αναρωτιέσαι, αν οι ΗΠΑ-Βρετανία συναγωνίζονται στην επίδειξη φασιστικών νομοσχεδίων. Μην ξεχνούμε ότι είναι εκείνες οι χώρες που οι κυβερνήσεις τους πρωτοστατούν στην «αντι-τρομοκρατική σταυροφορία» και επιδίδονται σε συνεχείς αναθεωρήσεις και μετατροπές των εσωτερικών τρομο-νόμων τους. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά όμως.
Από τις πρώτες προτεραιότητες του Μπους μετά την επανεκλογή του ήταν η σύσταση μιας επιτροπής με την επωνυμία «Πρωτοβουλία Νέας Ελευθερίας» (New Freedom Initiative) με σκοπό την πλήρη μελέτη και καταγραφή του συστήματος παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις ΗΠΑ. Η επιλογή αυτή μόνο τυχαία δεν ήταν, αφού το Ρεπουμπλικανικό κόμμα χρηματοδοτήθηκε με υπέρογκα ποσά από φαρμακευτικές εταιρίες κατά την τελευταία προεκλογική περίοδο. Είναι σαφές ότι οι εξουσιαστικοί σχεδιασμοί συμπίπτουν με τις κερδοσκοπικές εταιρικές βλέψεις. Η προσπάθεια για κοινωνικό έλεγχο και ρύθμιση της ζωής των ανθρώπων είναι διαρκής από την πλευρά του κράτους. Το θέμα λοιπόν είναι διττό. Από τη μια πλευρά, οι φαρμακοβιομηχανίες θέλουν να αυξήσουν τα πλούτη τους και απ’ την άλλη το κράτος να εντείνει με κάθε μέσο την καταστολή.
Τα αίτια τής κάθε ψυχοσωματικής διαταραχής δεν βρίσκονται σίγουρα σε βιολογικές και εγκεφαλικές ατέλειες ή αλλοιώσεις. Είναι το αποτέλεσμα της καταπίεσης που δέχεται ο άνθρωπος μέσα στην εξουσιαζόμενη κοινωνία και στις μικρές καθημερινές ιεραρχίες που τον περιτριγυρίζουν. Οικογένεια, σχολείο, στρατός, αφεντικά περιορίζουν την φυσική ελευθερία του ανθρώπου και προσπαθούν να ελέγξουν τη σκέψη, τη φαντασία, την επιλογή. Εμμονές, φοβίες, ψυχοσωματικές αντιδράσεις είναι το αποτέλεσμά τους. Μεγάλος αριθμός ασθενειών οφείλεται σε αυτές τις αντιδράσεις. Στην αντίδραση, δηλαδή του ανθρώπου απέναντι στην καταπίεση.
Ασφαλώς, τα σύγχρονα μοντέλα ζωής (δηλαδή κατανάλωση, πολλές ώρες εργασίας, κυνήγι χρήματος, καριέρα) δημιουργούν εκείνες τις συνθήκες, ώστε εκείνοι που έχουν αποδεχθεί αυτόν τον τρόπο ζωής, να γίνονται οι καλύτεροι πελάτες των φαρμακοβιομηχανιών και των ψυχιάτρων.
Στις ΗΠΑ, μέσω των ψυχοφαρμάκων, οι φαρμακοβιομηχανίες θησαυρίζουν, ενώ το κράτος και η κυβέρνηση επιβάλουν έναν αφόρητο κοινωνικό έλεγχο πάνω σε εκατομμύρια ανθρώπους. Θύματα είναι ακόμα και τα παιδιά που προβλέπεται ότι θα εμφανίσουν, προκαταβολικά, ψυχωτική συμπεριφορά. Έτσι, ένα υποχρεωτικό πρόγραμμα «ψυχικής υγείας», προβλέπει την υποχρεωτική χορήγηση ψυχοφαρμάκων, αντιψυχωτικών και αντικαταθλιπτικών, σε παιδιά προσχολικής ηλικίας με «προδιάθεση» σε ψυχικές διαταραχές.
Πριν από κάποια χρόνια περίπου επιτρεπόταν η χρήση του αντικαταθλιπτικού «πρόζακ» σε παιδιά άνω των επτά χρόνων, σήμερα η χορήγηση έχει διεισδύσει και στις μικρότερες ηλικίες. Σημειώνεται ότι η χορήγηση τέτοιων φαρμάκων μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες ακόμα και το θάνατο. Η επιθετικότητα που παρατηρείται σε ορισμένους μαθητές, οι οποίοι χρησιμοποιούν όπλα εναντίον των πάντων, χρεώνεται από τους αξιωματούχους αλλά και από την πλειοψηφία των ψυχιάτρων ως αποτέλεσμα βιολογικής αλλοίωσης. Σύμφωνα με τον ψυχίατρο Θ. Μεγαλοοικονόμου «το πρόβλημα αρχίζει από το σημείο που εγκαθιδρύεται και κυριαρχεί μια κακοήθης διαπλοκή ανάμεσα στην συγκρότηση και επικράτηση ενός «βιολογικού μοντέλου» στην ψυχιατρική (που μεταφράζεται, στο θεραπευτικό πεδίο, ως ένα «φαρμακευτικό μοντέλο») και στην επιδίωξη των φαρμακευτικών εταιρειών να αυξήσουν όσο γίνεται περισσότερο τις πωλήσεις και τα κέρδη τους, από την με κάθε τρόπο προώθηση των προϊόντων τους. Δεν είναι μόνο ότι οι πολυεθνικές τού φαρμάκου έχουν συμβάλλει στην πρωτοκαθεδρία, στις μέρες μας, της βιολογικής κατεύθυνσης στην ψυχιατρική, αλλά έχουν, επίσης, συμβάλλει και στον αποικισμό, της ίδιας, της λεγόμενης «κοινωνικής» ψυχιατρικής από την πρωτοκαθεδρία του φαρμάκου. Η πλειοψηφία των ψυχιάτρων, αλλά και των γιατρών άλλων ειδικοτήτων, είναι πεπεισμένη (και εκπαιδεύεται να είναι πεπεισμένη) για την μονοδιάστατη βιολογική βάση της ψυχικής δυσφορίας / αρρώστιας / διαταραχής, ως δυσλειτουργίας του εγκεφάλου, την οποία μπορεί κανείς να επιδιορθώσει διαμέσου του φαρμάκου». Αυτή η «προδιάθεση» (που στην ακραία, δογματική εκδοχή της, ισοδυναμεί με καθαρή δεισιδαιμονία και προκατάληψη) παγιώνεται από τη δράση των εταιρειών και των τεράστιων κονδυλίων που διαθέτουν για τον επηρεασμό των γιατρών.
Απ’ τη στιγμή που οι εταιρείες έχουν εισβάλλει στα πανεπιστήμια και πραγματοποιούν έρευνες είναι λογικό το μοντέλο το οποίο επιθυμούν να περάσουν στους γιατρούς να είναι το βιολογικό και όχι το κοινωνικό. Δεν βολεύει κανέναν, ούτε το κράτος ούτε τις εταιρείες αλλά ούτε και τους γιατρούς που αποκτούν bonus από την εκτεταμένη συνταγογράφηση. Τον Σεπτέμβριο του 2005 ήρθε να προστεθεί άλλη μια μελέτη του Δρ Graham Emslie, κομμένη και ραμμένη στους κρατικούς σχεδιασμούς, όπου προμοτάροταν η χρήση αντικαταθλιπτικών και συγκεκριμένα του «πρόζακ». Ποιος είναι ο χορηγός του συγκεκριμένου καθηγητή; Η εταιρεία Εli Lilly κατασκευαστής του Prozac. Και ασφαλώς δεν είναι ο μόνος που επιχορηγείται για να εκδίδει μελέτες καθ’ υπόδειξιν, προσδίδοντας την απαραίτητη επιστημοσύνη στις βλέψεις εταιρειών και κράτους.
Το ερώτημα που τίθεται, πάντως, είναι τί κάνουμε όταν κάποιος λόγω ψυχικών διαταραχών, παρουσιάζει μια επιθετική συμπεριφορά με πιθανά ενδεχόμενα την άσκηση βίας προς τους άλλους ή και προς τον εαυτό του. Πώς αντιμετωπίζονται αυτές οι καταστάσεις;
Σύμφωνα πάλι με τον Θ. Μεγαλοοικονόμου «το γεγονός ότι τα ψυχοφάρμακα είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την θεραπευτική αντιμετώπιση της ψυχικής διαταραχής είναι πέραν πάσης αμφισβήτησης – αρκεί να είναι σαφές ότι είναι ένα εργαλείο ανάμεσα σε άλλα (που βοηθάει, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο) και όχι η μόνη απάντηση στο πρόβλημα της ψυχικής διαταραχής».
Στη συγκεκριμένη θέση προκρίνεται η άποψη, ότι σε ακραίες περιπτώσεις, η χορήγηση φαρμάκων δεν απαγορεύεται, αντίθετα λειτουργώντας επικουρικά, μπορεί να αποτρέψει αρνητικά συμβάντα και εν συνεχεία να επιτρέψει στο άτομο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Είναι σίγουρο, πάντως, ότι η χρήση ψυχοφαρμάκων καταστέλλει το σώμα και τη διάθεση και εν πολλοίς και τη σκέψη, χωρίς να μπορεί να παρέμβει στις αιτίες που μπλοκάρουν το μυαλό και το σώμα. Όσο ζούμε σε έναν κόσμο με διαχωρισμούς, κάθε μορφής και φύσεως, που κατασκευάζουν ντροπές και κουρελιάζουν αξιοπρέπειες, είναι σίγουρο ότι η ψυχική διαταραχή θα υπάρχει. Η μόνη φυγή από αυτή τη κατάσταση είναι η κατανόηση των διαχωρισμών, των δογματισμών και των εξουσιών που υπάρχουν και η πεποίθηση ότι η αντίσταση σε αυτούς είναι απαραίτητη για την απελευθέρωσή μας.

Στη διάσταση του βιολογικού-φαρμακευτικού μοντέλου που αναπτύσσεται, η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Ένωση ταξινομεί σε έκδοσή της, ως ψυχικές ασθένειες την ήπια κατάθλιψη (cyclothymia), την θλίψη, την πλήξη και τον θυμό, την αμνησία και τα προβλήματα ύπνου. Δηλαδή βαφτίζεται ψυχικά ασθενής ο οποιοσδήποτε δεν κυκλοφορεί με ένα χαμόγελο στα χείλη και δεν γελάει διαρκώς. Αλλά και εδώ οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν τη λύση: «χάπι της ευτυχίας». Και επειδή ένας σκληρά εργαζόμενος πρέπει να είναι επί ένα 12ωρο και αποδοτικός, η γκάμα των προϊόντων αυξάνεται με βιταμίνες, αμφεταμίνες και άλλα σκευάσματα. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι οι αμερικανικές αρχές ορίζουν τα αποκαλούμενα ψυχικά διαταραγμένα άτομα ως καταναλωτές.

 
Σύμφωνα όμως με αντι-ψυχιατρικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ, η πρώτη πληθυσμιακή ομάδα που γίνεται στόχος, των προτάσεων που συντάσσουν διάφορες κρατικοδιαίτες υπηρεσίες, είναι τα παιδιά. Ο κοινωνικός έλεγχος σήμερα, απ’ ότι φαίνεται, ξεκινά από πολύ νωρίς, απ’ την προσχολική ηλικία. Έτσι, από τον Απρίλιο του 2003 λαμβάνει χώρα στις ΗΠΑ μια μεγάλη έρευνα που την έχουν αναλάβει καθηγητές του Columbia University, υπό την καθοδήγηση του David Shaffer, εκπροσώπου της Εli Lilly. Η ίδια ομάδα επιστημόνων έχει αναλάβει να αναθεωρήσει δημοσιευμένες έρευνες που δείχνουν ότι τα SSRI-αντικαταθλιπτικά χάπια ευθύνονται για αυτοκτονίες παιδιών. Στοιχεία κλινικής δοκιμής των SSRI και των αποκαλούμενων άτυπων αντιψυχωτικών φαρμάκων απέτυχαν να καταδείξουν, είτε την ασφάλεια αυτών των φαρμάκων είτε οφέλη μεγαλύτερα από τα ψευδοφάρμακα (placebos).

Πενήντα δυο εκατομμύρια μαθητές και έξι εκατομμύρια προσωπικό είναι υποχρεωμένοι να περάσουν από εξετάσεις διάγνωσης κρυμμένης ψυχικής διαταραχής. Οι αρχές για να ξεπεράσουν τον σκόπελο της νομοθεσίας που λέει ότι απαιτείται γονική άδεια για την διεξαγωγή αυτών των τεστ εκτός σχολείου, τα εντάσσουν με διάφορα τεχνάσματα εντός του προγράμματος σπουδών. Στην ουσία μέσω της κατάρτισης ερωτηματολογίων γίνεται αυτή η διαδικασία και αποφασίζουν με διάφορα ψυχομετρικά τεστ αν είσαι διαταραγμένος ή όχι. Τόσο κυνικά!
Στην πολιτεία του Ιλλινόις νομοθέτημα τονίζει την επέμβαση και τη θεραπεία όλων των εγκύων μητέρων και των παιδιών έως 18 ετών που κατοικούν στην πολιτεία αυτή. Και αναφέρει επί λέξει: «οι επιλογές, οι εξετάσεις και οι θεραπείες πρόκειται να προσφέρονται στα σπίτια, σε παιδικούς σταθμούς και σε όλο το σύστημα των δημοσίων σχολείων. Ένα παιδί μετά τα 12 του χρόνια βρίσκεται υπό την επίβλεψη δυο ειδικών ψυχικής υγείας, χωρίς να χρειάζεται γονική συγκατάθεση». Είναι κατανοητό ότι οι μόνοι λόγοι ύπαρξης τέτοιων προγραμμάτων είναι η διάχυση του κοινωνικού ελέγχου και σε μικρότερες ηλικίες καθώς και η αύξηση κερδοφορίας των εταιρειών.
Οργουελιανής φαντασίας σενάρια λοιπόν έχουν απλωθεί στις ΗΠΑ αλλά αντίστοιχες καταστάσεις επιχειρείται να εφαρμοστούν και στη Βρετανία.
Από το 2002, λοιπόν, η βρετανική κυβέρνηση επιχειρεί να μεταρρυθμίσει τον νόμο του 1983, για την ψυχική υγεία. Απ’ τη πρώτη στιγμή οι αντιδράσεις ήταν έντονες και εν μέρει αποτελεσματικές, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι εδώ και τρία χρόνια δεν έχει ψηφιστεί ο νέος νόμος για το σύνολο της Βρετανίας. Στοιχεία του νομοσχεδίου ψηφίστηκαν σε νόμο της Σκοτίας αντικαθιστώντας νόμο μεσαιωνικού τύπου.
Το νομοσχέδιο του 2002 έδινε έμφαση στο φόβο και στον κίνδυνο πρόκλησης ανθρωποκτονίας από άτομα χαρακτηρισμένα ως «ψυχοπαθή», έτσι επέτρεπε την σύλληψη και κράτηση μερικών χιλιάδων ατόμων προληπτικά. Ενώ πολλοί περισσότεροι θα υποχρεώνονταν να πάρουν ψυχοφάρμακα παρά τη θέλησή τους. Είναι φανερό ότι όλα αυτά αποτελούν μια άλλη διάσταση του τρόμου και φόβου που θέλουν να κατασκευάσουν οι εξουσιαστές. Επιπρόσθετα διευρυνόταν ο ορισμός της ψυχικής διαταραχής έτσι ώστε όλο και περισσότερα άτομα να λαμβάνουν φάρμακα. Στις θεραπευτικές κοινότητες όποιος αρνιόταν να λάβει φαρμακευτική αγωγή, αυτή θα γινόταν με βίαιο τρόπο.
Επίσης το «φιλελεύθερο» μέτρο του 1983, σύμφωνα με το οποίο όποιος δεν θεωρείται «θεραπεύσιμος», δεν κλείνεται στο νοσοκομείο, τώρα καταργείται. Αντίθετα επιτρέπεται η χρήση του ηλεκτροσόκ ενώ οι γιατροί δεν θα έχουν καμία κύρωση εάν οι δόσεις που χορηγούν ξεπερνούν τα όρια!
Δυο χρόνια αργότερα (2004) το κράτος επιστρέφει με ένα νέο νομοσχέδιο που λίγο διαφέρει από το προηγούμενο. Σε αυτό δίνεται η ευχέρεια στους ψυχιάτρους να αποφασίσουν εάν θα κλείσουν ένα άτομο μέσα στη θεραπευτική κοινότητα ή στο νοσοκομείο και κάθε 28 ημέρες, δικαστήριο θα αποφασίζει για την συνέχιση της κράτησής του. Στους ψυχικά διαταραγμένους που είναι σε θέση να αποφασίσουν (ποιος το κρίνει και με τι κριτήρια, αλήθεια;) δίδεται το δικαίωμα να αρνηθούν το ηλεκτροσόκ. Δηλαδή επί της ουσίας το νομοσχέδιο είναι ίδιο με ελάχιστες ανώδυνες για τους κρατιστές τροποποιήσεις.
(Στο αντιτρομοκρατικό νομοσχέδιο που είχε φέρει στη βουλή ο Μπλέρ και πρώτη φορά καταψηφίστηκε, ζητούσε να κρατείται κάποιος επί 90 ημέρες χωρίς να του αποδίδονται κατηγορίες. Παρά το ότι καταψηφίστηκε, εν τούτοις κατόρθωσε να αυξήσει σε 28 τις μέρες που κάποιος θα βρίσκεται δέσμιος του κράτους χωρίς καμία απαγγελία κατηγορίας. Όσες δηλαδή είναι και οι ημέρες κράτησης για έναν ψυχικά «ασθενή»).
Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας
[Από τη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 45, Δεκέμβριος 2005]

Περί αναρχικής συναίνεσης ο λόγος….

 


Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται συχνά όσον αφορά τον ελευθεριακό χώρο είναι ο τρόπος λήψης αποφάσεων σε μία αντιιεραρχική και αταξική  κοινωνία, όπου έχει εκλείψει κάθε ολιγαρχική διαδικασία ανάδειξης αντιπροσώπων και δεσπόζει η εναντίωση σε κάθε τύπο θεσμικής ιεραρχίας. Δεδομένου ότι στον νεότερο αναρχισμό των τελευταίων σαράντα ετών έχει επικρατήσει η συναινετική άμεση δημοκρατία, τόσο ως διαδικασία μες στο υπάρχον όσο και ως καθολική πολιτική μορφή για το ευκταίο μέλλον, προκύπτει το εύλογο ερώτημα: σε μία τέτοια κοινωνία, αφού δεν ψηφίζουμε, πώς αποφασίζουμε;

Στο παρόν κείμενο επιχειρείται μία επισκόπηση των εν λόγω διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε μία συλλογικότητα, όπως λειτουργούν στο εδώ και τώρα. Είναι μία μελέτη σε πρώτο επίπεδο και γι’ αυτό και ελαφρώς ελλιπής. Τυχόν παρατηρήσεις και προσθήκες είναι θεμιτές.

Πώς είναι επομένως δυνατή η λήψη αποφάσεων, έτσι ώστε οι τελευταίες: α) να είναι ανεξάρτητες από οποιασδήποτε μορφής εξουσίας, β) να προϋποθέτουν την ισότιμη συμμετοχή όλων των ατόμων που απαρτίζουν τη συλλογικότητα και γ) να εκφράζουν το σύνολο των συμμετεχόντων στις διαδικασίες διαμόρφωσής τους.
Η αναρχική συναίνεση (αγγλ: «anarchist consensus», επίσης στα ελληνικά και «αναρχική ομοφωνία») είναι η επικρατούσα μέθοδος διαμόρφωσης των αποφάσεων σε μία αυτοοργανούμενη συλλογικότητα, η οποία λειτουργεί με αμεσοδημοκρατικές, πρόσωπο-με-πρόσωπο συνελεύσεις των μελών της. Προέκυψε σε σημαντικό βαθμό – με τη σύγχρονη μορφή της – μέσα από τα νέα κοινωνικά κινήματα του ’60 και στηρίζεται σε μία προσπάθεια «θωράκισης» της ατομικής ελευθερίας απέναντι στη βούληση της συλλογικότητας. Αφορμή για την εμφάνισή της ήταν οι «αυταρχικές» πολιτικές διαδικασίες ριζοσπαστικών ομάδων μαρξιστικής καταβολής, στηριζόμενες – κατά τους οπαδούς της συναίνεσης – στη «δικτατορία της πλειοψηφίας». Αντιθέτως, για τους επικριτές της δεν συνιστά παρά ένα «μεταμοντέρνων» καταβολών επινόημα που προτάσσει αναίτια τον σεβασμό στην ποικιλομορφία ως αυτοσκοπό, προωθώντας από την άλλη έναν υπέρμετρο «ατομικισμό», πρόθυμο να θυσιάσει την ίδια την πολιτική στο όνομα της ατομικής αυτονομίας. Ακολουθεί μία συνοπτική περιγραφή της διαδικασίας.
Στην έναρξη της συνέλευσης τίθενται τα θέματα προς συζήτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν στη συνέχεια προκύψουν και άλλα ζητήματα δεν θα τεθούν επί τάπητος. Βασική προϋπόθεση λειτουργίας του μοντέλου της συναίνεσης είναι η μαζική συμμετοχή στις διαδικασίες διαμόρφωσης αποφάσεων, όλων των ατόμων που πιστεύουν πως επηρεάζονται από τις τελευταίες. Στη συνέχεια ακολουθεί συζήτηση για το κάθε θέμα και όποιος συμμετέχων ζητήσει τον λόγο έχει το δικαίωμα να πει την άποψή του, αλλά και να εκφράσει τις διαφωνίες του ως προς ήδη διατυπωμένα συμπεράσματα, προτάσεις ή διαπιστώσεις. Η διεξοδική (και συνήθως χρονοβόρα) συζήτηση είναι ένα θεμιτό στοιχείο στις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων καθώς: α) αναλύονται όλες οι πτυχές ενός θέματος και β) κάθε άτομο που συμμετέχει στη συζήτηση εκφράζει την πραγματική του γνώμη. Το προσδοκώμενο αποτέλεσμα είναι μία απόφαση η οποία – κατά το δυνατόν – να εκφράζει το σύνολο των συμμετεχόντων στη συλλογικότητα.
Αφού η συζήτηση για κάποιο ζήτημα φτάσει στο τέλος της, ως τελική απόφαση επ’ αυτού κατακυρώνεται κατά κανόνα η πρόταση που διατυπώθηκε περισσότερες φορές (από τα περισσότερα άτομα δηλαδή). Στο τελικό στάδιο λήψης μιας απόφασης κατά τη διαδικασία της συναίνεσης δεν υπάρχει ψηφοφορία. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο τίθεται ένας διαχωρισμός ανάμεσα στην αναρχική συναίνεση και στις πιο συνηθισμένες αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, αυτές οι οποίες περιλαμβάνουν ψηφοφορία και «δικαίωση» της πλειοψηφίας.
Από τους υποστηρικτές της ομοφωνίας, η ψηφοφορία απορρίπτεται ως εξουσιαστικό μέσο επιβολής της πλειοψηφίας σε μια μειοψηφία που τυχαίνει να έχει διαφορετική γνώμη. Θεωρούν ότι δημιουργούνται τεχνητοί διαχωρισμοί μεταξύ των συμμετεχόντων στη συλλογικότητα, καθώς και υποβιβασμός των διαφωνούντων οι οποίοι βρίσκονται ξαφνικά σε μειονεκτική θέση. Ορισμένες φορές υπάρχει επιπροσθέτως εκ μέρους τους και μία ρητορική, η οποία κατά βούληση ταυτίζει ουσιαστικά την αμεσοδημοκρατική ψηφοφορία στο πλαίσιο μίας αυτοοργανούμενης συλλογικότητας με την «ψηφοφορία»  της φιλελεύθερης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (τις εκλογές ανάδειξης αντιπροσώπων), προκειμένου να τη δαιμονοποιήσει περαιτέρω (παρόμοια είναι και η ρητορική ταύτισης μεταξύ «πολιτικής» και «εξουσίας»), αλλά το επιχείρημα αυτό μάλλον στερείται οποιασδήποτε σοβαρότητας.
Η απόρριψη της ψηφοφορίας έχει περιγραφεί από διαφωνούντες με τη συναίνεση ως έχουσα διαφορετικά εγγενή αίτια. Αίτια τα οποία πηγάζουν από τη λανθασμένη, κατ’ αυτούς, αντίληψη ότι η ψηφοφορία ταυτίζεται με την αντιπροσώπευση – μία σχέση που έχει κατά κανόνα ως συνέπεια την εμφάνιση θεσμικών ή άτυπων ιεραρχιών. Επίσης, οι μειοψηφούντες συμμετέχοντες σε μία αμεσοδημοκρατική ψηφοφορία είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να ανατρέψουν, να μεταπείσουν και τελικά να κερδίσουν με το μέρος τους την πλειοψηφία, μέσω του διαλόγου και της επιχειρηματολογίας τους, ενώ σε κάθε περίπτωση έχουν συμμετάσχει ενεργά και ελεύθερα στη διαμόρφωση της απόφασης. Εξάλλου οι πλειοψηφίες και οι μειοψηφίες δεν είναι κάτι δεδομένο και σταθερό, αλλά μεταβάλλονται αναλόγως με τη μέρα και το θέμα συζήτησης. Οι οπαδοί της συναίνεσης κατά κανόνα αγνοούν αυτή τη διάσταση του ζητήματος, φτάνοντας πολλές φορές στο σημείο να ταυτίζουν την αναρχία… με τη συναίνεση!
Πρόβλημα όμως, υποστηρίζουν οι διαφωνούντες με τη συναίνεση, δημιουργείται και με το πώς λαμβάνεται η τελική απόφαση. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ψηφοφορία κάποιος ή κάποιοι από τους συμμετέχοντες θα πρέπει να συνοψίσουν τα όσα συζητήθηκαν και να πουν ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα. Ποιος όμως θα αναλάβει να το κάνει αυτό; Με τι κριτήρια θα μπορέσει να καταλάβει, να συνοψίσει και να εκφράσει τις πραγματικές επιθυμίες της συλλογικότητας; Θα ψυχανεμιστεί το γενικότερο κλίμα που έχει επικρατήσει κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ή θα ρωτήσει από την αρχή έναν-έναν (διενεργώντας κάποιου είδους άτυπη ψηφοφορία) τους συμμετέχοντες περί της γνώμης τους; Και μήπως με αυτόν τον τρόπο αυτόματα δημιουργείται κάποιου είδους ιεραρχία, όπου ο πιο ευφράδης, ή ο λιγότερο ντροπαλός, ή ο πιο «μπασμένος στα κόλπα» (δεδομένου ότι συνήθως υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα αντίληψης και πρακτικής εμπειρίας περί πολιτικής στα μέλη μιας συλλογικότητας), αυτόκλητα αποφασίζει να οργανώσει και να καθοδηγήσει την διαδικασία;
Είναι λογικό, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι περισσότερες συλλογικότητες να αποτελούνται από άτομα διαφορετικά μεταξύ τους – και μάλιστα σε πολλαπλά επίπεδα. Μπορεί κάποιοι να έχουν περισσότερες γνώσεις ή να είναι πιο ευφράδεις. Άλλοι ίσως είναι πιο κοινωνικοί, ενώ άλλοι πιο εσωστρεφείς. Είναι λογικό πως σε κάποιες περιπτώσεις, όσοι νιώθουν πως βρίσκονται σε «μειονεκτική» θέση, μπορεί να σιωπούν, να μην εκφράζουν την άποψή τους ή τις διαφωνίες τους κλπ. Με άλλα λόγια, η ίδια η ανθρώπινη πολλαπλότητα την οποία η συναίνεση υποστηρίζει πως υπερασπίζεται καθίσταται λόγος για την εμφάνιση άτυπων, προσωρινών και αναπόφευκτων «ιεραρχιών» κατά τη διάρκεια μίας συνέλευσης, γεγονός που σαμποτάρει απρόβλεπτα το σκεπτικό πίσω από τη συναίνεση.
Αναλυτικότερα, οι λόγοι για τους οποίους μπορεί κάποιος να αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση είναι δεκάδες: ίσως κάποιος να θεωρεί πως δεν έχει το κατάλληλο μορφωτικό ή εμπειρικό επίπεδο, ή μπορεί να αισθάνεται άβολα επειδή δεν γνωρίζει τα άτομα που συμμετέχουν στη συλλογικότητα, κλπ. Αυτή η ανομοιογένεια όμως μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα τη μονοπώληση της συζήτησης από άτομα τα οποία, χωρίς να στοχεύουν σε κάτι τέτοιο, καταλήγουν να καθοδηγούν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση τη διαδικασία. Ως συνέπεια αυτού, η τελική απόφαση της συλλογικότητας ταυτίζεται ουσιαστικά με την άποψη συγκεκριμένων ατόμων, χωρίς να εκπροσωπεί το σύνολο των συμμετεχόντων. Υπάρχει επομένως μία έμμεση επιβολή κάποιας μερίδας ατόμων σε μία άλλη (ανεξάρτητα με το αν η πρώτη είναι πλειοψηφία ή μειοψηφία). Πώς λοιπόν μπορούν να εκφραστούν όλα τα άτομα χωρίς να υπάρξει κάποιου είδους «καπέλωμα» στην όλη διαδικασία;
Εμείς πιστεύουμε πως η διενέργεια ψηφοφορίας στην τελική ευθεία της διαδικασίας θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μέσο έκφρασης όλων των ατόμων που συμμετέχουν στη συλλογικότητα. Φυσικά, η ψήφος του καθενός μπορεί να είναι επηρεασμένη από τα όσα περιγράψαμε παραπάνω, αλλά τουλάχιστον υπάρχει μία δικλείδα μέσω της οποίας μπορούν να εκφραστούν όλα τα άτομα,  αν για τον οποιονδήποτε λόγο δεν επιθυμούν να εκφραστούν δημόσια με λεκτικό τρόπο. Σε καμία περίπτωση δεν προτάσσουμε την ψηφοφορία ως εναλλακτική μορφή έκφρασης αντί του διαλόγου και της συζήτησης, ενώ φυσικά το ιδανικότερο κατά την άποψή μας θα ήταν να εκφράζουν όλοι οι συμμετέχοντες ελεύθερα την άποψή τους και τις διαφωνίες τους. Κατά τη διάρκεια ψηφοφορίας θα τίθενται προς ψηφοφορία προτάσεις που έχουν ακουστεί, χωρίς φυσικά να προσωποποιούνται έτσι ώστε να αποφευχθούν οποιασδήποτε μορφής διαχωρισμοί, ιεραρχίες και αντιπαλότητες (π.χ. ο Α πρότεινε το τάδε και τον ψήφισαν 10 άτομα, ενώ τον Β που πρότεινε το δείνα τον ψήφισαν 12 άτομα).
Σε περίπτωση που κάποιος διαφωνεί με την τελική απόφαση μπορεί εθελοντικά να αποχωρήσει από τη διαδικασία, χωρίς φυσικά σε καμία περίπτωση να είναι υποχρεωμένος να συμμετάσχει στην υλοποίηση του αποτελέσματος της συνέλευσης. Οι διαφωνούντες-αποχωρούντες μπορούν να σχηματίσουν μία δική τους συλλογικότητα ή να συμμετάσχουν σε κάποια άλλη. Εκτός αυτών των επιλογών όμως, κάποιος ο οποίος διαφωνεί ριζικά μπορεί να θέσει βέτο στη ληφθείσα απόφαση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η απόφαση ακυρώνεται, ενώ η διαδικασία επανεκκινείται από την αρχή μέχρι να βρεθεί ένας ελάχιστος κοινός παρανομαστής τον οποίον μπορούν να ανεχθούν όλοι.
Το να αποχωρήσουν οι διαφωνούντες από τη συλλογικότητα είναι κατά τη γνώμη μας εξουσιαστικό και αντικατοπτρίζει μία έμμεση επιβολή των αποφάσεων της πλειοψηφίας στη μειοψηφία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο απομονώνονται οι διαφωνούντες και διασπάται η δομή της συλλογικότητας (δημιουργώντας πρόβλημα στην ίδια τη συλλογικότητα). Το βέτο και η επανεκκίνηση της διαδικασίας μπορεί να προκαλέσει έναν ατέρμονα βρόχο. Τίθεται το εξής ερώτημα: αν τελικά δεν βρεθεί κοινή αποδεκτή λύση τι θα γίνει; Μήπως καταλήξει τελικά η συλλογικότητα να μην πάρει καμία απόφαση; Και αν τελικά ληφθεί μία απόφαση, πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι αυτή δεν είναι κατευθυνόμενη από την αμηχανία και τελικά την υποχώρηση του ατόμου που έχει θέσει βέτο, αισθανόμενο ότι αναγκάζεται να υποχωρήσει προκειμένου να μην μπλοκάρει τις διαδικασίες; Αλλά και σε περίπτωση που δεν συμβεί κάτι τέτοιο, η τελική απόφαση θα είναι ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής στον οποίο συμφωνούν όλοι, με αποτέλεσμα να μην είναι ευχαριστημένη η πλειοψηφία και να υποτάσσεται ουσιαστικά στη μειοψηφία.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αναρχική συναίνεση/ομοφωνία, σε ένα πλαίσιο συνελεύσεων της κοινωνικής βάσης, είναι ένας καθ’ όλα αμεσοδημοκρατικός τρόπος λήψης αποφάσεων που αναδεικνύει το άτομο και ταυτόχρονα τη συλλογικότητα, σέβεται τις μειοψηφίες και προωθεί το δικαίωμα πραγματικής έκφρασης όλων (ουδεμία σχέση με την τυπική «ελευθερία του λόγου» ή «ελευθερία του Τύπου», του φιλελευθερισμού). Δημιουργούνται ωστόσο προβλήματα, στο όνομα του σεβασμού της ατομικής αυτονομίας και του πλουραλισμού ως αυτοσκοπού, τα οποία πιστεύουμε ότι σε κάποιο σημείο θα μπορούσαν να επιλυθούν με χρήση ψηφοφορίας στο τελικό στάδιο.
 
Παραθέτουμε αποσπάσματα από το βιβλίο του David Graeber «Fragments of an Anarchist Anthropology» (μετάφραση δική μας, το βιβλίο όμως υπάρχει και μεταφρασμένο):
«….. Οι περισσότερες αναρχικές συλλογικότητες λειτουργούν με βάση την διαδικασία της συναίνεσης (consensus), η οποία έχει αναπτυχθεί έτσι ώστε να λειτουργεί ως αντίβαρο (το ακριβώς αντίθετο) στις αυταρχικές, διχαστικές, και σεχταριστικές διαδικασίες οι οποίες είναι δημοφιλείς στις υπόλοιπες ριζοσπαστικές ομάδες. Εφαρμοσμένη στη θεωρία, σημαίνει αποδοχή της ανάγκης για ποικιλομορφία στις θεωρητικές προσεγγίσεις, και ένωση των ατόμων που τις εκφράζουν κάτω από συγκεκριμένες κοινές δεσμεύσεις και αντιλήψεις. Στη διαδικασία της συναίνεσης, όλοι συμφωνούν από την αρχή σε συγκεκριμένες αρχές ενότητας και λόγους για την συμμετοχή τους στη συλλογικότητα. Αλλά πέρα από αυτό οι συμμετέχοντες επιπλέον αποδέχονται ότι κανένας δεν θα επιβάλλει στον άλλο την δική του άποψη και ούτε θα προσπαθήσουν να κάνουν κάτι τέτοιο. Έτσι η συζήτηση θα πρέπει να παραμένει εστιασμένη στις δράσεις της συλλογικότητας,  και να αποφασίσει ένα πλάνο με το οποίο όλοι μπορούν να ζήσουν και να συμφωνούν, χωρίς να αισθάνεται κάποιο μέλος της ομάδας ότι παραβιάζονται(violation) οι αρχές του. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να παρατηρήσει έναν παραλληλισμό εδώ πέρα: ένα σύνολο από άτομα με διαφορετικές προσεγγίσεις, ενωμένο υπό την κοινή τους επιθυμία για κατανόηση της κοινωνικής κατάστασης και κατεύθυνσής αυτής σε μεγαλύτερη ελευθερία. Παρά να προσπαθούν να αποδείξουν τις θέσεις και τις αρχές των υπολοίπων ως λανθασμένες, προσπαθούν να βρουν ανάλογες δράσεις έτσι ώστε να στηρίξουν/ενισχύσουν(reinforce) τις ανάγκες και τις αρχές των άλλων
«….. η παραδοχή πίσω από την ομαλή εφαρμογή της ομοφωνίας είναι ότι κανένας από τους συμμετέχοντες δεν θα πρέπει καν να προσπαθήσει να αλλάξει τη γενικότερη άποψη κάποιου άλλου. Το νόημα της διαδικασίας της ομοφωνίας είναι να δοθεί η δυνατότητα στη συλλογικότητα να αποφασίσει μία κοινή δράση. Αντί να ψηφίζονται προτάσεις, συζητιούνται, επεξεργάζονται και τροποποιούνται οι ήδη υπάρχουσες (ή τίθενται νέες προτάσεις από την αρχή) έτσι ώστε να καταλήξει η συλλογικότητα σε κάποιες προτάσεις με τις οποίες όλοι οι συμμετέχοντες μπορούν να ζήσουν (εννοεί μάλλον, να καταλήξουν σε κάποια απόφαση η οποία ικανοποιεί όλους τους συμμετέχοντες). Στο τελικό στάδιο της διαδικασίας, «ανακαλύπτοντας την συναίνεση/ομοφωνία» (“finding consensus”) υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι με τους όποιους κάποιος μπορεί να εκφράσει τυχόν ενστάσεις για τις αποφάσεις της συλλογικότητας: ο πρώτος τρόπος είναι το άτομο που ενίσταται να αποχωρήσει από την διαδικασία, όπου με αυτόν τον τρόπο δηλώνει ότι  διαφωνεί με τις αποφάσεις της συνέλευσης και δεν θα συμμετέχει αλλα ταυτόχρονα δεν θα εμποδίσει κάποιον από το να συμμετέχει στις αποφάσεις αυτές, και ο δεύτερος τρόπος είναι να μπλοκάρει την διαδικασία θέτοντας βέτο. Οποιοσδήποτε έχει το δικαίωμα να μπλοκάρει την διαδικασία σε περίπτωση που θεωρήσει ότι παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές και οι λόγοι για τους όποιους είναι μέλος της συλλογικότητας.
Κάποιος θα μπορούσε να μελετήσει πιο βαθειά τις εκπληκτικά πολύπλοκες μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί για να διασφαλιστεί το εγχείρημα της ομοφωνίας. Θα μπορούσε να το μελετήσει υπό την σκοπιά της προσαρμογής της διαδικασίας της ομοφωνίας όταν η συλλογικότητα έχει πολύ μεγάλο αριθμό ατόμων. Ή θα μπορούσε να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο η ίδια η ομοφωνία ενισχύει την θεμελιώδη αρχή της αποκέντρωσης, διασφαλίζοντας ότι κάποιος δεν θα φέρει προτάσεις ενώπιον μιας πολύ μεγάλης συλλογικότητας, εκτός και αν είναι αναγκασμένος να το κάνει για λόγους εξασφάλισης της ισότητας των δύο φύλων και της επίλυσης των συγκρούσεων. Το νόημα σε αυτήν την μορφή άμεσης δημοκρατίας είναι ότι είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με τις μορφές που συνήθως συσχετίζουμε τον όρο της άμεσης δημοκρατίας
«… σε όλον τον κόσμο παρατηρούμε ότι οι κοινότητες(communities) ισότητας, έχουν προτιμήσει να αποφασίζουν χρησιμοποιώντας κάποια μορφή της διαδικασίας της ομοφωνίας. Γιατί όμως; Η εξήγηση που προτείνω εγώ είναι η εξής: είναι ευκολότερο, σε μία κοινότητα όπου τα μέλη της βρίσκονται πρόσωπο με πρόσωπο, να ανακαλύψεις τι θέλουν να κάνουν τα περισσότερα μέλη της κοινότητας, παρά να προσπαθήσεις να ανακαλύψεις πώς θα πείσεις αυτούς που διαφωνούν με τις αποφάσεις. Η λήψη αποφάσεων με την διαδικασία της ομοφωνίας είναι συνηθισμένη στις κοινωνίες όπου δεν υπάρχει περίπτωση να εξαναγκαστεί  μία μειοψηφία(μειονότητα) να συμφωνήσει με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας (και αυτό είτε γιατί δεν υπάρχει κράτος(state)  το οποίο έχει μονοπώλιο στις δυνάμεις εξαναγκασμούς είτε γιατί το κράτος δεν έχει καμία σχέση με τις αποφάσεις που παίρνονται σε τοπικό επίπεδο). Από τη στιγμή λοιπόν που δεν υπάρχει περίπτωση να εξαναγκαστεί κάποιος που διαφωνεί με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας να τις ακολουθήσει, τότε το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε κάποιος(που συμμετέχει στη συλλογικότητα) να κάνει, είναι να αποφασίσει με ψήφο: ένας δημόσιος διαγωνισμός κατά τον οποίο κάποιος φαίνεται να χάνει(τον διαγωνισμό). Η ψηφοφορία είναι το μέσο το οποίο μπορεί να εγγυηθεί ταπεινώσεις, δυσαρέσκειες, μίση και στο τέλος την καταστροφή των κοινοτήτων. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων με ομοφωνία μπορεί να φαίνεται περίπλοκη και δύσκολη, αλλά επί της ουσίας είναι μία μακρά διαδικασία η οποία εξασφαλίζει ότι κανένας δεν θα φύγει από τη διαδικασία αισθανόμενος ότι οι απόψεις του έχουν αγνοηθεί παντελώς. »

Παραθέτουμε αποσπάσματα από το κείμενο του Ralf Burnicki «Anarchist Consensual Democracy» (είναι απομαγνητοφωνημένο κείμενο, μετάφραση δική μας):
«Εάν ήθελα να περιγράψω την αναρχική θεμελιώδη αρχή ή αλλιώς το μοντέλο της συναίνεσης, ίσως να ήταν βοηθητικό να την περιγράψω στην αρχή ως μοντέλο λήψης ανεξάρτητων αποφάσεων ή ως θεωρία άμεσης δημοκρατίας. Το μοντέλο αναφέρεται στην εγγενή αξία των πολιτικών αποφάσεων, και με αυτό εννοούμε ότι ο τρόπος με τον οποίο λαμβάνεται μία πολιτική απόφαση τίθεται στο επίκεντρο. Η «συναίνεση/ομοφωνία» ετυμολογικά κατάγεται από τις έννοιες της «συμφωνίας» και της «ομόνοιας/συνεννόησης». Η συναίνεση, επειδή είναι ανεξάρτητη(η διαδικασία λήψης αποφάσεων) από οποιαδήποτε κυριαρχία και αναφέρεται σε μία διαδικασία λήψης αποφάσεων η οποία προκύπτει από την πραγματική επικοινωνία, είναι σημαντική για την λήψη σοβαρών/συμπαγών(concrete) αποφάσεων(μάλλον εννοεί τις αποφάσεις που αφορούν σημαντικά ζητήματα ή ζητήματα τα οποία δεν αφορούν πχ το τι φάμε σήμερα). Στην θεωρία της άμεσης δημοκρατίας, διαδικασίες λήψεων «συμπαγών» αποφάσεων αφορούν για παράδειγμα, ερωτήματα για το πώς μπορούμε να παράγουμε κάτι. Παραδείγματα: πώς μπορούμε να κατασκευάσουμε έναν δρόμο; Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε μία κολεκτίβα; Μελετώντας την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, μία μορφή πολιτεύματος της οποίας κύριο χαρακτηριστικό είναι τα αντιπροσωπευτικά συστήματα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι μεγάλες μάζες του λαού  οι οποίες επηρεάζονται άμεσα από αυτού του είδους τα συστήματα και τις αποφάσεις, αγνοούνται.
Αντίθετα, η θεμελιώδης αναρχική αρχή της δημοκρατίας με ομοφωνία προβλέπει μία πολύ διαφορετική αρχή η οποία είναι γίνεται αντιληπτή/κατανοητή με δύο τρόπους. Πρώτον, στην αναρχική συναινετική δημοκρατία, τα άτομα τα οποία επηρεάζονται από τις αποφάσεις λαμβάνονται υπόψη σε αυτές(δηλαδή μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες λήψης αυτών και να συνδιαμορφώνουν με τους υπόλοιπους). Δεύτερον, όλα τα άτομα τα οποία δυσαρεστούνται από μία απόφαση, τους αποκαλώ αμφισβητίες, έχουν το δικαίωμα να θέσουν βέτο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Αυτό το δικαίωμα τους επιτρέπει να ακυρώσουν μία απόφαση έτσι ώστε η συζήτηση(και η όλη διαδικασία) να ξεκινήσει από την αρχή. ……. Ο στόχος της συναίνεσης είναι να εκλείψουν οι υπερισχύουσες/κυριαρχικές(overriding) αποφάσεις της πλειοψηφίας (εννοεί μάλλον, να εκλείψει το φαινόμενο της επιβολής των αποφάσεων της πλειοψηφίας στη μειοψηφία)
«… Επομένως αυτό που μας ενδιαφέρει είναι μία κριτική στο Κράτος(το γράφω με κεφαλαίο «Κ» γιατί έτσι το έχει και στο κείμενο δηλαδή ως State) που απαιτεί, όπως και η δημοκρατία, ο κύριος στόχος της πολιτικής να είναι τα συμφέροντα του λαού. Επειδή όμως αυτό δεν ισχύει στην πραγματικότητα, οι αναρχικοί ασκούν κριτική αντίστοιχα στο Κράτος. Επιπλέον, αυτό το Κράτος το οποίο σταθερά παράγει κυβερνήσεις, επιπλέον έχει μονοπώλιο στη βία. Αυτό εκδηλώνεται  με το ότι επιτρέπει στο ίδιο να χρησιμοποιήσει βία εναντίον των εχθρών του ή εναντίον των ανθρώπων που δεν ανταποκρίνονται στις «δεοντολογικές/κανονιστικές(normative)» ιδέες, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύει σε οποιονδήποτε άλλο να χρησιμοποιήσει βία. Το πλήθος είναι εντελώς εκτεθειμένο χωρίς να κατέχει κανένα μέσο άμυνας. Η άσκηση βίας είναι μοναδικό προνόμιο του Κράτους, και αυτό είναι άδικο. Η αναρχία είναι εμπνευσμένη ως μία μορφή οργάνωσης της κοινωνίας, αντί-κυβερνητική και αντί-καπιταλιστική, και ασχολείται/ενδιαφέρεται μόνο με την βάση του λαού(base level of population). Κάθε λαός/πλήθος παίρνει αποφάσεις οι οποίες βασίζονται στις ανάγκες των ανθρώπων και παίρνονται από αυτούς που επηρεάζονται από αυτές τις αποφάσεις. Έτσι, αν είναι αναγκαίο να παρθεί μία απόφαση, τότε αυτή λαμβάνεται σε μικρό-επίπεδο(micro level), και η διαδικασίας λήψης αυτής της απόφασης οργανώνεται από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους(αυτούς που επηρεάζονται από την απόφαση αυτήν)
«…. Μία συναινετική δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει εφαρμοζόμενη σε πληθυσμό εκατομμυρίων. Η αποκεντρωμένη οργάνωση της κοινωνίας είναι απαραίτητη, η επιστροφή της πολιτικής και των αποφάσεων που αφορούν τοπικές και κοινοτικές συνθήκες πίσω στις κολεκτίβες. Αυτό διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις κάθε φορά θα ελέγχονται από τα άτομα και ότι θα είναι προσβάσιμες οποιαδήποτε στιγμή. Οι αποφάσεις μπορούν να αλλάξουν εάν οι ανάγκες των ατόμων αλλάξου, μπορούν να ανακληθούν οποιαδήποτε στιγμή. Θα πρέπει όμως να έχουμε κατά νου, ότι μπορούν να παρθούν και αποφάσεις μεταξύ διαφορετικών περιφερειών/κολεκτίβων(interregional decisions), όπως είναι για παράδειγμα η κατασκευή ενός δρόμου ή το δίκτυο ηλεκτροδότησης. …… ……..
Για να συντονιστούν τα κοινά ενδιαφέροντα(τα τρέχοντα ζητήματα, αυτά τα θέματα που απασχολούν πολύ κόσμο και χαίρουν λύσης) των ανθρώπων, μπορούν να αναδειχθούν κάποιες επιτροπές διαμεσολάβησης μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων ή περιοχών. Αυτές οι επιτροπές προσπαθούν να παρουσιάσουν λύσεις ή να κάνουν συστάσεις για την λύση ενός προβλήματος. Αυτές οι συστάσεις έρχονται κατευθείαν από τις ρίζες των ομάδων και των κολεκτίβων(δηλαδή κατευθείαν από τα άτομα αυτά καθαυτά). Αυτό είναι σημαντικό μόνο όταν, οι υποδείξεις/προτάσεις αυτές έχουν συναποφασιστεί από όλους τους συμμετέχοντες(στην κολεκτίβα), από όλα τα άτομα. Με αυτόν τον τρόπο μία ομάδα η οποία εκφράζει διαφωνίες δεν θα αγνοηθεί. Οι ενδιάμεσες επιτροπές δεν έχουν κανένα δικαίωμα να υποβάλουν ως αποφάσεις ή υποδείξεις την κολεκτίβας που εκπροσωπούν τις δικές τους αποφάσεις(των συγκεκριμένων ατόμων που απαρτίζουν την επιτροπή εκπροσώπησης), όπως επίσης δεν έχουν κάποιο δικαίωμα στο να αποφασίσουν αυτές για το τι θα γίνει τελικά όσον αφορά το ζήτημα που συζητιέται (η παραπάνω πρόταση δεν αποτελεί αυτούσια μετάφραση κάποιας πρότασης αλλά μία περίληψη μερικών προτάσεων του κειμένου)

Ολόκληρο το κείμενο (στο οποίο υπάρχουν και παραδείγματα, και περιγράφονται πιο αναλυτικά κάποια πράγματα) μπορείτε να το βρείτε στο παρακάτω link: http://www.republicart.net/disc/aeas/burnicki01_en.htm

Παραθέτουμε απόσπασμα από το βιβλίο του Murray Bookchin «Κοινωνικός Αναρχισμός ή Life Style Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα»:
«……..Αν η ατομική «αυτονομία» προέχει οποιασδήποτε στράτευσης σε μια «συλλογικότητα», δεν υπάρχει οποιαδήποτε βάση για έναν κοινωνικά θεσπισμένο συντονισμό λήψης αποφάσεων ή ακόμη και διοικητικό συντονισμό. Το κάθε άτομο, που περιέχεται στη δική του «αυτονομία» είναι ελεύθερο να κάνει ότι θέλει – προφανώς, ακολουθώντας την παλιά φιλελεύθερη φόρμουλα, αν δεν εμποδίζει την «αυτονομία» των άλλων. Ακόμη και η δημοκρατική λήψη αποφάσεων απορρίπτεται ως εξουσιαστική. «Η δημοκρατική διακυβέρνηση παραμένει διακυβέρνηση» προειδοποιεί η Brown. «Ενώ επιτρέπει μεγαλύτερη συμμετοχή των ατόμων στην κυβέρνηση απ’ ότι επιτρέπεται στη μοναρχία ή στην ολοκληρωτική δικτατορία, αφορά εγγενώς ακόμη την καταπίεση των βουλήσεων κάποιων ανθρώπων. Αυτό έρχεται ξεκάθαρα σε ρήξη με το υπαρξιακό άτομο, που πρέπει να διατηρήσει την ακεραιότητα της βούλησής του ώστε να είναι υπαρξιακά ελεύθερο». Όντως, τόσο υπερβατολογικά ιερή είναι η βούληση του αυτόνομου ατόμου, κατά την άποψη της Brown που παραθέτει επιδοκιμάζοντας τον ισχυρισμό του Peter Marshall ότι, σύμφωνα με τις αναρχικές αρχές, «η πλειοψηφία δεν έχει πλέον δικαίωμα να επιβάλλεται στη μειοψηφία, ακόμη και στην μειοψηφία του ενός, παρά η μειοψηφία στην πλειοψηφία».
Υποτιμώντας τις ορθολογικές, διαμεσολαβητικές από το λόγο και άμεσο-δημοκρατικές διαδικασίες για τη συλλογική λήψη αποφάσεων ως «επιβολή» και «διακυβέρνηση», επιβραβεύει το δικαίωμα μιας μειοψηφίας ενός ηγεμονικού εγώ να απορρίπτει την απόφαση της πλειοψηφίας. Αλλά το γεγονός παραμένει ότι μία ελεύθερη κοινωνία είτε θα είναι δημοκρατική ή δεν θα επιτευχθεί καθόλου. Στην ίδια την υπαρξιακή κατάσταση, αν θέλετε, μιας αναρχικής κοινωνίας – μια άμεση ελευθεριακή δημοκρατία – οι αποφάσεις θα παίρνονταν σίγουρα ακολουθώντας μια ανοιχτή συζήτηση. Έπειτα η μειοψηφία που θα καταψηφίζονταν – ακόμη και η μειοψηφία του ενός – θα είχε όσες ευκαιρίες ήθελε να αντιπαραθέσει επιχειρήματα για να προσπαθήσει να αλλάξει αυτή την απόφαση. Η λήψη αποφάσεων με ομοφωνία, από την άλλη μεριά, καθιστά αδύνατο ένα συνεχιζόμενο διάλογο – την πολύ σημαντική διαδικασία της συνεχούς ανταλλαγής απόψεων, της διαφωνίας, της πρόκλησης και της αντί-πρόκλησης, χωρίς τις οποίες η κοινωνική καθώς και η ατομική δημιουργικότητα θα ήταν αδύνατες.
Το να λειτουργείς στη βάση της ομοφωνίας, αν σημαίνει κάτι για τη σημαίνουσα λήψη αποφάσεων είναι το εξής: είτε θα χειραγωγηθεί από μία μειοψηφία είτε θα καταρρεύσει εντελώς. Και οι αποφάσεις που παίρνονται ενσωματώνουν το χαμηλότερο κοινό παρανομαστή απόψεων και συγκροτούν το ελάχιστο δημιουργικό επίπεδο συμφωνίας. Μιλώ εδώ μέσα από μακρές και επίπονες διαδικασίες με τη χρήση της ομοφωνίας στην Clamshell Alliance της δεκαετίας του 1970. Ακριβώς τη στιγμή που το ημι-αναρχικό αντί-πυρηνικό κίνημα ήταν στην ακμή του, με χιλιάδες ακτιβιστές, καταστράφηκε μέσα από τη χειραγώγηση της ομοφωνίας από μία μειοψηφία. Η «τυραννία της απουσίας δομών» που η ομόφωνη λήψη αποφάσεων επέτρεψε σε κάποιους λίγους που ήταν καλά οργανωμένοι να ελέγξουν τους δυσκίνητους, αποθεσμοποιημένους και ευρέως ανοργάνωτους πολλούς μέσα στο κίνημα.
Η εμμονή για την επίτευξη της ομοφωνίας εμπόδιζε την ανταλλαγή απόψεων και τη δημιουργική τόνωση της συζήτησης, μέσα από ιδέες που θα μπορούσαν να αποφέρουν νέες προοπτικές για εξέλιξη. Σε οποιαδήποτε κοινότητα, ο διάλογος – και τα αντιφρονούντα άτομα – εμποδίζουν την κοινότητα να μένει στάσιμη. Υποτιμητικές λέξεις όπως «επιβάλλομαι» και «κυριαρχώ» κανονικά αναφέρονται στη σιωπή των διαφωνούντων, όχι στην εφαρμογή της δημοκρατίας. ειρωνικά θα έλεγα,  ότι είναι η ομόφωνη «γενική βούληση» που θα μπορούσε, κατά την αξιομνημόνευτη φράση του Ρουσσώ από το Κοινωνικό Συμβόλαιο, «να εξαναγκάσει τους ανθρώπους να είναι ελεύθεροι»……»

Βιβλιογραφία:
[1] Ralf Burnicki, «Anarchist Consensual Democracy» , http://www.republicart.net/disc/aeas/burnicki01_en.htm
[2] David Graeber, «Fragments of an Anarchist Anthropology», http://periferiesurbanes.org/wp-content/uploads/2010/10/paradigm14.pdf
[3] Murray Bookchin «Κοινωνικός Αναρχισμός ή Life Style Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα»
[4] http://p2pfoundation.net/Consent_vs._Consensus
[5] http://en.wikipedia.org/wiki/Anarchist_law#Consensus-based_social_contracts
[6] http://www.anarchy.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=272&Itemid=66&limit=1&limitstart=2

 
Πηγή: Φόρουμ athens.indymedia.org

Το μεγάλο κόλπο της ταχείας απεξάρτησης

Η έλλειψη Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά των ναρκωτικών, παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, έχει αφήσει ορθάνοιχτες τις πόρτες σε κάθε είδους τσαρλατανισμούς.

Η μέθοδος ταχείας απεξάρτησης από ναρκωτικά με την χορήγηση ναλτρεξόνης και άλλων σκευασμάτων απαγορεύεται να εφαρμόζεται σε ιδιωτικές κλινικές.

Παρά το γεγονός ότι υπήρξε πρόβλεψη εφαρμογής της μεθόδου σε δημόσια νοσοκομεία, λόγω των αμφισβητούμενων αποτελεσμάτων δεν εφαρμόσθηκε ποτέ. Χρόνια τώρα πάμπολλες ιδιωτικές κλινικές απρόσκοπτα έχουν ριχτεί στο «κυνήγι θησαυρού» με εύκολη λεία τους χρήστες.

Στη Θεσσαλονίκη πάνω από 17 κέντρα εφαρμόζουν διάφορες μεθόδους αποτοξίνωσης. Η «θεραπεία» προσφέρεται όχι μόνο σε ιδιωτικές κλινικές αλλά και σε ιδιωτικές βίλες και φάρμες. Η ταρίφα αρχίζει από 1.200 ευρώ και ξεπερνά μηνιαίως τις 3.000. Στο κέντρο της συμπρωτεύουσας, κλινική προσφέρει αιμοκάθαρση και κατόπιν χορήγηση nalorex με κόστος 14.000 ευρώ τη φορά. Στην περιοχή Σίνδο σε ιδιωτικό κέντρο η απεξάρτηση στοιχίζει 2.500 μηνιαίως, σε αγρόκτημα δυναμικότητας 30 ατόμων 3.000 ευρώ, ενώ στους Ταγαράδες ιδιωτική βίλα προσφέρει «ολοκληρωμένη θεραπεία» ενός έτους με 30.000 ευρώ.

Στην Αθήνα η απεξάρτηση δεν μεγαλουργεί μόνο στις ιδιωτικές κλινικές, αλλά επεκτείνεται και σε μεγαλογιατρούς του Κολωνακίου, που προσφέρουν αδρά τις πολύτιμες υπηρεσίες τους. Γνωστή είναι η δράση της κλινικής «Αγίου Νικολάου» στον Πειραιά, όπου με «εργαλείο» την οργάνωση «Μέριμνα ζωής» που έχουν συστήσει υπό μορφή ΜΚΟ, οι ιδιοκτήτες της δραστηριοποιούνται ποικιλοτρόπως.

Να θυμίσουμε ότι στη συγκεκριμένη κλινική («Κ.Ε.» 11.10.2009) απεβίωσε το 2009 ο τριαντάχρονος Ροδίτης Κώστας Σταυριανάκης στη διάρκεια χορήγησης ανταγωνιστών ηρωίνης υπό ύπνωση. Του χορηγήθηκε κοκτέιλ φαρμάκων, ενώ λίγες ώρες πριν είχε κάνει χρήση ηρωίνης.

Η ιατροδικαστική έκθεση ήταν σαφής: «Η κατασταλτική δράση αυτών των φαρμάκων και η κατασταλτική δράση των οπιούχων είναι συνεργιστική και θεωρείται εξόχως επικίνδυνη». Οι γονείς του άτυχου χρήστη έκαναν μήνυση κατά παντός υπευθύνου, όμως η δικογραφία βρίσκεται από τις 16/9/2010 στον τακτικό ανακριτή Πειραιά περιμένοντας τους μάρτυρες να εξετασθούν.

Παρά τις έντονες αντιδράσεις των επιστημονικών φορέων και της έκθεσης του σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας η λειτουργία της κλινικής συνεχίζεται ανενόχλητα. Μια υπόθεση που κρατάει χρόνια. Ηδη από το 2005 υπάρχει καταγγελία κατά των υπευθύνων της κλινικής «Αγ. Νικόλαος» από την πρόεδρο του ΟΚΑΝΑ Μένη Μαλλιώρη, που εκδικάζεται τρίτη φορά στις 22 Μαρτίου από την εισαγγελία Πειραιώς, έπειτα από δύο αναβολές που επέτυχαν οι κατηγορούμενοι.

Τι απαντά σε όλα αυτά ο αρμόδιος σε θέματα ναρκωτικών υφυπουργός Υγείας Μ. Τιμοσίδης; «Κάθε ονομαζόμενο θεραπευτικό πρόγραμμα που λειτουργεί χωρίς την εκ του νόμου προβλεπόμενη έγκριση και άδεια λειτουργίας είναι παράνομο. Βεβαίως γνωρίζουμε κάποια που λειτουργούν χωρίς τις προβλεπόμενες διαδικασίες και οποτεδήποτε κάτι τέτοιο έχει γίνει γνωστό από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου εκδίδεται απόφαση βάσει της οποίας οι αρμόδιες υπηρεσίες της Νομαρχίας κάνουν τον έλεγχο προκειμένου να γίνει η διακοπή λειτουργίας της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Ο Εθνικός Σχεδιασμός έχει ολοκληρωθεί και πριν την ανακοίνωσή του από τον ίδιο τον πρωθυπουργό θα εξασφαλισθούν τα μέσα υλοποίησης, κυρίως πόροι και προσλήψεις. Σε αυτή τη φάση βρισκόμαστε».

Υπό τη σκιά, όμως, του μνημονίου και των περικοπών κανείς δεν γνωρίζει πότε θα υλοποιηθούν όλα όσα αναφέρει ο υφυπουργός. Ο Χαράλαμπος Πουλόπουλος, διευθυντής ΚΕΘΕΑ, τονίζει χαρακτηριστικά: «Η οικονομική κρίση, που καθυστερεί το Εθνικό Σχέδιο Δράσης και περιορίζει το κράτος πρόνοιας, αλλά και τα νομικά κενά επιτρέπουν σε επιτήδειους να εκμεταλλεύονται την αγωνία των εξαρτημένων και των οικογενειών τους. Χρειάζεται να ελεγχθεί η λειτουργία όχι μόνο του συγκεκριμένου προγράμματος (σ.σ.: που εφαρμόζεται στην κλινική “Αγιος Νικόλαος”) αλλά και πολλών ακόμα ιδιωτικών κέντρων σε όλη τη χώρα που κερδοσκοπούν εις βάρος όσων έχουν ανάγκη, με αμφιλεγόμενες και συχνά επικίνδυνες μεθόδους».
«Τα χάπια της αποτοξίνωσης ήταν υπνωτικά και βιταμίνες!»

Ο θάνατος του Κώστα Σταυριανάκη στην κλινική «Αγιος Νικόλαος», που είχε σοκάρει τη ροδιακή κοινωνία, δεν ήταν αρκετός για να σταματήσει την απόγνωση και άλλων τοξικομανών, που καταφεύγουν για να «σωθούν» σε διάφορα ιδιωτικά κέντρα αποτοξίνωσης.

Η ιστορία της Μαρίας που συναντήσαμε στο νησί αποδεικνύει την αδυναμία της πολιτείας να αντιμετωπίσει τη γάγγραινα των ναρκωτικών:

«Μικροπαντρεύτηκα. Χωρίζοντας, οι δυσκολίες για να ορθοποδήσω με έριξαν στα ναρκωτικά. Παθολόγος του Νοσοκομείου Ρόδου με μύησε στην ηρωίνη. Η απάθεια κυρίεψε την ψυχή μου, ο πόνος χάθηκε. Οταν δεν την έβρισκα, κατέφευγα στο υποκατάστατο του ΟΚΑΝΑ. Τα 8 mg τα αγόραζα από χρήστες της μονάδας προς 100-200 ευρώ. Κατάλαβα ότι έβαλα την κόλαση στη ζωή μου, χρειαζόμουν βοήθεια, έτσι αφέθηκα στα χέρια μιας ψυχολόγου στην περιοχή Μήδεια που, όπως έμαθα στην πιάτσα, “σε αποτοξινώνει με αιμοκάθαρση”.

»Στην αρχή με έστειλε σε ροδίτη ψυχίατρο στο Κολωνάκι. Δεν θα ξεχάσω τα χιλιάδες μπουκαλάκια που αντίκρισα στο ιατρείο του και τα αμέτρητα άτομα που περίμεναν. Ακούσαμε μια μητέρα να αναφέρει ότι πούλησε το σπίτι της, αλλά δεν το βάλαμε στα πόδια. Μου υποσχέθηκε ότι με μια ένεση και με τα χάπια που θα έπαιρνα θα καθάριζα. Με την ένεση βυθίστηκα. Δεκαεπτά ημέρες έπινα φάρμακα και κοιμόμουν συνεχώς. Οταν συνήλθα δεν ήξερα ποια ήμουν, αν ζούσα ή αν έχω πεθάνει. Η “ένεση αποτοξίνωσης” στοίχισε 7.000 ευρώ. Σύντομα ξανακύλησα στην ηρωίνη. Η ψυχολόγος μού πρότεινε μια κλινική κοντά στο λιμάνι του Πειραιά. Ηρθε ο ψυχίατρος και με πήρε από το αεροδρόμιο και με πήγε καρφί στον Πειραιά. Κατάλαβα ότι συνεργαζόταν με την κλινική. Παρ’ ότι είχα πάρει ηρωίνη άρχισαν την “αποτοξίνωση”, βάζοντάς μου ορούς· μετά έχασα τον κόσμο. Οταν ξύπνησα, υπέφερα από στερητικά, εμετούς και διάρροιες. Ο ψυχίατρος μου έγραψε τα χάπια του για να μην τα ξεχνάω και με έβαλε να δώσω και φάρμακα στην ψυχολόγο στη Ρόδο για να “σωθούν” κι άλλοι.

»Η αιμοκάθαρση κόστισε και χωρίς απόδειξη 17.000 ευρώ. Τα χρήματα τα έδωσα στην ψυχολόγο στη Ρόδο. Αρκετά και για τους τρεις. Για ένα χρόνο τα χάπια που μου έδιναν στοίχισαν 24.000 ευρώ. Σήμερα, οι γονείς μου χρωστούν 300.000 ευρώ. Γλίτωσα το 2008, όταν γιατρός του Νοσοκομείου Ρόδου ανέλυσε τα χαπάκια και βρήκε ότι ήταν υπνωτικά και βιταμίνες που πουλιούνται τρία ευρώ. Κάναμε φασαρία, μας απείλησαν, έτσι οι δικοί μου εγκατέλειψαν τη μήνυση.

»Κανείς δεν ενδιαφέρεται για μας και είναι περίεργο που σας ενδιαφέρει η ιστορία μου! Αν ο υπουργός Υγείας είχε παιδί ναρκομανή τότε θα έπραττε ουσιαστικά. Αφήνουν τους κομπογιαννίτες να πλουτίζουν από την απελπισία μας. Μας αντιμετωπίζουν σαν νάιλον σακούλες. Δεν ξέρουν ότι οι σακούλες κρύβουν τα καλύτερα παιδιά».


ΡΟΥΛΑ ΠΑΠΠΑ-ΣΟΥΛΟΥΝΙΑ

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=259020 

13-3-2011

Ποιός συγκλαίει με την ΕΛ.ΑΣ.;

Αφού προμηθευτείτε με χαρτομάντιλα, διαβάστε τη προχθεσινή Ανακοίνωση της “Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής”.

________________________________


ΑρΠρωτ.:  033 








ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Οι εικόνες βίας με συνεχή θύματα αστυνομικούς κάνουν σχεδόν καθημερινά το γύρο του κόσμου ως επικαιρότητα και παράλληλα ως προβληματισμός για την εικόνα των Ελλήνων Αστυνομικών, οι οποίοι όπως φαίνεται έχουν παντελώς εγκαταλειφθεί από την πολιτεία.
Ταυτόχρονα στην περιοχή της Λαυρεωτικής κάθε βράδυ ζούμε «την κόλαση του Δάντη» με αποτέλεσμα να έχουμε τραυματίες αστυνομικούς, βανδαλισμούς, πυρπολήσεις κρατικών οχημάτων και δεν ιδρώνει το αυτί κανενός.
Σαστίζει όλος ο κόσμος από ένα καιόμενο αστυνομικό αλλά και από την απόλυτη σιγή των αρμοδίων.
Η κυβέρνηση παραμένει απλός θεατής «υποθέτοντας» ότι η λαϊκή κατακραυγή και οι αντιδράσεις για το όποιο ζήτημα θα καταλαγιάσουν και θα αρκεστούν στο σύνηθες μέσο εκτόνωσης «το σάκο του μποξ» που λέγεται αστυνομικός.
Η αστυνομική ηγεσία κάνει καθημερινά το σταυρό της, έως ότου τουλάχιστον περάσουν οι ετήσιες κρίσεις, για την αποφυγή ακραίου συμβάντος που μπορεί να αποφέρει θύμα από την πλευρά των διαδηλωτών.
Ο απλός αστυνομικός που κάθε μέρα λοιδορείται, δέρνεται, καίγεται και που κρατά την οικογένεια του σε ένα διαρκές άγχος για το πότε θα γυρίσει σπίτι, πώς θα γυρίσει και αν θα γυρίσει, λέει ως εδώ!!!
Οι «κροκοδείλιες δηλώσεις», το «ναι μεν αλλά» και «το χτύπημα στην πλάτη» φτάνουν!!!
Κύριοι μας εγκαταλείψατε σε σημείο ώστε σε λίγο θα πληρώνουμε από την τσέπη μας τα καύσιμα των περιπολικών, τις μεταγωγές, τα αναλώσιμα των γραφείων, τις υπηρεσιακές μετακινήσεις, τις επισκευές των οχημάτων και πολλά άλλα!!!
Αναγκαστικά οδηγούμαστε στο να εγκαταλείψουμε την κοινωνική αστυνόμευση και ασχολούμαστε με την προστασία και φύλαξη της «ελίτ του τόπου» ενώ παράλληλα έχουμε «τεθεί» απέναντι σε κάθε κοινωνική ομάδα, χρησιμοποιούμενοι ως μέσο εκτόνωσης.

Η Ένωσή μας αναλαμβάνει πρωτοβουλίες περεταίρω ανάδειξης όλων των παραπάνω, με κινήσεις ουσίας και με συγκεκριμένες ενέργειες που ίσως ενοχλήσουν, αλλά θα συγκλίνουν όμως στον Έλληνα Αστυνομικό ο οποίος είναι εργαζόμενος, με οικογένεια με δικαιώματα και υποχρεώσεις και δεν είναι δυνατόν να ξεκινά από το σπίτι του για τη δουλειά και να μην ξέρει πως και αν θα επιστρέψει!!!



Για το Δ.Σ.

– Ο –                                                                             – Ο –

    Πρόεδρος                                                               Γεν.Γραμματέας


    ΜΑΚΡΗΣ Ιωάννης                                                      ΚΡΙΚΕΤΟΣΣπήλιος

________________________________


Αφού σκουπίσουμε καλά-καλά τα δάκρυά μας, έχουμε να πούμε, πως οι ανακοινώσεις σωματείων εργαζομένων, ένθεν και ένθεν, και δη οι ανακοινώσεις με καταγγελτικό ύφος που εστιάζουν σε γενικές γραμμές πάνω σε αδικίες που υπέστησαν οι εργαζόμενοι, εξυπηρετούν ένα συγκεκριμένο σκοπό:

Να ενημερωθεί και να ευαισθητοποιηθεί η υπόλοιπη κοινωνία απέναντι στην αδικία που βιώνει το συγκεκριμένο κομμάτι της.
Για να ακολουθήσει η συμπάθεια, η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη της υπόλοιπης κοινωνίας, ούτως ώστε να ασκηθούν συλλογικές πιέσεις στην εξουσία για να επιλυθούν τα προβλήματα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, οι παραπονεμένοι εργαζόμενοι είναι οι ορθώς αποκαλούμενοι μπάτσοι, και πιο συγκεκριμένα οι ΜΑΤατζήδες, οίτινες έχουν σαπίσει στο ξύλο με τον πιο αυθαίρετο και καταχρηστικό τρόπο την υπόλοιπη κοινωνία, στην οποία έχουν το θράσος να απευθύνονται τώρα.

Έχουν ασκήσει αυθαίρετη και καταχρηστική βία με αποδεδειγμένο, καταγεγραμμένο σε ήχο και εικόνα, κέφι και πάθος σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Από μαθητές του Γυμνασίου μέχρι και συνταξιούχους του ΙΚΑ, και μάλιστα πάνω στη διαμαρτυρία όλων αυτών για θέματα παραπλήσια αυτών για τα οποία διαμαρτύρονται και οι ίδιοι σήμερα.

Με σιδηρογροθιές, με κλοτσιές στα μούτρα πεσμένων διαδηλωτών, με ανάποδα κλομπ, με ψεκασμούς δακρυγόνου στα πρόσωπα, με παράνομες συλλήψεις, με ξυλοφόρτωμα των συλληφθέντων και χίλια δυο άλλα, που δεν αποτελούν σε καμιά περίπτωση μεμονωμένα γεγονότα, αφού όλα αυτά παρατηρούνται σε κάθε διαδήλωση. Η αυθαιρεσία τους είναι ο κανόνας εδώ και δεκαετίες.

Εξαίρεση γι αυτούς αποτελεί η μή αυθαιρεσία.

Και φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν ισχύει το “κάνουν το καθήκον τους” / “ακολουθούν διαταγές”. Φαίνεται ξεκάθαρα πως δεν εμποδίζουν απλά τους διαδηλωτές να πορευτούν σε “απαγορευμένα” μέρη, αλλά επιζητούν την ευκαιρία να ασκήσουν βία. Πράγμα που το ευχαριστιούνται, αφού διαφαίνεται περίτρανα ο ζήλος και το πάθος τους για τη βία.

Αν, θεωρητικά, εφαρμοζόταν ποτέ πιστά ο νόμος εναντίον τους, ένα μεγάλο ποσοστό από δαύτους θα έπρεπε να μπει στη φυλακή και ένα άλλο μεγάλο ποσοστό σε ψυχιατρικά ιδρύματα.

Οπότε το ερώτημα που τίθεται, είναι: Γιατί ανακοίνωση και όχι ένα ομαδικό mail;
Να το στείλουν στους άλλους μπάτσους να τους λυπηθούν. Στους ασφαλίτες, στους Ζητάδες, στους Δελτάδες και στα λοιπά είδη.
Τους υπόλοιπους δεν τους αφορά, αφού κανείς δαρμένος δεν ευαισθητοποιείται για τον δάρτη του.

Μέχρι και αυτοί που τους λάτρευαν άρχισαν τώρα να τους βρίζουν. Για τους φασίστες μιλάω.
(εξαιρείται η Ελένη Λουκά της ακροδεξιάς)

Η Κερατέα, για την οποία παραπονιούνται, και η οποία τους άλλαξε -προς μεγάλη χαρά όλων- τον αδόξαστο, είναι ένας οικισμός με ανθρώπους όλων των ιδεολογικών αποχρώσεων. Πολλοί από τους Κερατιώτες θεωρούσαν τους μπάτσους παιδιά τους. Τώρα που τους γνώρισαν το μοναδικό συλλογικό συναίσθημα που επικρατεί είναι το μίσος για τους μπάτσους. Νέοι, γέροι, μικρά παιδιά τους εύχονται τα χειρότερα. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη δήλωση ενός γέροντα “ Την αστυνομία την αγαπούσα, τώρα τη σιχάθηκα“.
Κάθε λαμπάδιασμα ΜΑΤατζή με μολότωφ, συνοδεύεται από “μπράβο” και χειροκροτήματα. Πράγμα που σημαίνει πως, στη συνείδηση των ανθρώπων αυτών (και όχι μόνο), οι ΜΑΤατζήδες δεν ανήκουν πια στο ανθρώπινο είδος.







video


Η κοινωνία τους έχει ξεβράσει από τους κόλπους της.

Το μόνο που κατάφεραν με αυτή την Ανακοίνωση, είναι να κάνουν τον κόσμο να χαρεί με τα προβλήματά τους. Όσο περισσότερα τα προβλήματά τους, τόσο μεγαλύτερη και η χαρά.

Εν ολίγοις, EPIC FAIL η Ανακοίνωση.

————————–

ΥΓ.1: Η πλάκα είναι που δυσανασχετούν με “τη φύλαξη και προστασία της ελίτ του τόπου”. 
Πότε προστάτεψαν και κάτι άλλο;

ΥΓ.2: Οι διαμαρτυρίες των υπόλοιπων εργαζομένων επιβραβεύονται με ξύλο από τα ΜΑΤ. Οι διαμαρτυρίες των ΜΑΤ με τι θα έπρεπε να επιβραβεύονται;

από jungle-report.blogspot.com